Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τα εμβόλια για τον κορονοϊό είναι θέμα χρόνου, αλλά αρκετές αβεβαιότητες γι’ αυτά υπάρχουν και θα παραμείνουν

Όλος ο κόσμος (με εξαί­ρε­ση τους καχύ­πο­πτους και συνω­μο­σιο­λό­γους αρνη­τές των εμβο­λί­ων) περι­μέ­νει τα εμβό­λια για το νέο κορο­νο­ϊό SARS-CoV‑2, προ­κει­μέ­νου να υπάρ­ξει μια ουσια­στι­κή απά­ντη­ση στην παν­δη­μία Covid-19. Οι επι­στή­μο­νες ασφα­λώς ανα­γνω­ρί­ζουν την κρί­σι­μη σημα­σία των εμβο­λί­ων, αλλά δεν παύ­ουν να επι­ση­μαί­νουν ότι υπάρ­χουν αβε­βαιό­τη­τες σχε­τι­κά με τα εμβό­λια, ορι­σμέ­νες από τις οποί­ες θα παρα­μεί­νουν και μετά την εμφά­νι­ση των πρώ­των από αυτά. Γι’ αυτό, τονί­ζουν την ανά­γκη να υπάρ­χει σαφή­νεια και ειλι­κρί­νεια σχε­τι­κά με το τι θα γνω­ρί­ζου­με σχε­τι­κά με τα νέα εμβό­λια και τι όχι — έστω κι αν αυτό εν μέρει τρο­φο­δο­τή­σει τις υπερ­βο­λι­κές καχυ­πο­ψί­ες ορισμένων.

Όπως ανα­φέ­ρει ο Πίτερ Ντό­σι, ανα­πλη­ρω­τής διευ­θυ­ντής του βρε­τα­νι­κού ιατρι­κού περιο­δι­κού British Medical Journal (BMJ) και επί­κου­ρος καθη­γη­τής της Φαρ­μα­κευ­τι­κής Σχο­λής του Πανε­πι­στη­μί­ου του Μέρι­λαντ, σε άρθρο του στο BMJ, οι ευρι­σκό­με­νες σε εξέ­λι­ξη δοκι­μές εμβο­λί­ων δεν έχουν σχε­δια­στεί για να μας πουν αν τα εμβό­λια θα μπο­ρέ­σουν πράγ­μα­τι να σώσουν ζωές. Καμία δοκι­μή εμβο­λί­ου δεν είναι σχε­δια­σμέ­νη για να ανι­χνεύ­σει κατά πόσο το εμβό­λιο θα μειώ­σει τις εισα­γω­γές στα νοσο­κο­μεία και στις μονά­δες εντα­τι­κής θερα­πεί­ας (ΜΕΘ) ή τους θανά­τους από κορονοϊό.

Αρκε­τές δοκι­μές βρί­σκο­νται στην τρί­τη και τελι­κή φάση τους, αλλά ακό­μη κι αν από αυτές κάποιο εμβό­λιο ανα­κη­ρυ­χθεί «απο­τε­λε­σμα­τι­κό», αυτό δεν σημαί­νει ότι απο­δε­δειγ­μέ­να θα απο­τρέ­πει τους ανθρώ­πους από το να αρρω­στή­σουν πολύ σοβα­ρά ή να πεθά­νουν από Covid-19. Δεν θα απο­δει­κνύ­ει καν, όπως επι­ση­μαί­νει ο δρ Ντό­σι, ότι το εμβό­λιο θα εμπο­δί­ζει ουσια­στι­κά την μετά­δο­ση του κορο­νοϊ­ού από αυτόν που έχει εμβολιαστεί.

Όπως εξη­γεί, όλες οι κλι­νι­κές δοκι­μές φάσης 3 αξιο­λο­γούν τα ήπια, όχι τα σοβα­ρά, συμ­πτώ­μα­τα της νόσου. Όπως δήλω­σε στο BMJ ο Ταλ Ζακς, επι­κε­φα­λής για τα ιατρι­κά θέμα­τα στην αμε­ρι­κα­νι­κή εται­ρεία Moderna, η οποία δοκι­μά­ζει ένα από τα εμβό­λια, η κλι­νι­κή δοκι­μή της δεν έχει επαρ­κή στα­τι­στι­κή δύνα­μη για να αξιο­λο­γή­σει αν το εμβό­λιο μπο­ρεί να μειώ­σει όντως τις εισα­γω­γές στα νοσο­κο­μεία. Αυτό, κατά τον Ντό­σι, εν μέρει οφεί­λε­ται στο ότι οι περισ­σό­τε­ροι άνθρω­ποι έχουν ήπια μόνο συμ­πτώ­μα­τα Covid-19 και έτσι σε δοκι­μές εμβο­λί­ων π.χ. σε 30.000 άτο­μα θα εμφα­νι­στούν σχε­τι­κά λίγες σοβα­ρές περι­πτώ­σεις ασθενών.

«Οι νοση­λεί­ες και οι θάνα­τοι από Covid-19», προ­σθέ­τει, «είναι απλώς πολύ ασυ­νή­θι­στοι στον πλη­θυ­σμό, υπό μελέ­τη για ένα απο­τε­λε­σμα­τι­κό εμβό­λιο, προ­κει­μέ­νου να απο­δει­χθούν στα­τι­στι­κά σημα­ντι­κές δια­φο­ρές σε μια δοκι­μή μόνο 30.000 ανθρώ­πων. Το ίδιο ισχύ­ει επί­σης, όσον αφο­ρά το κατά πόσο ένα εμβό­λιο μπο­ρεί να σώσει ζωές ή να απο­τρέ­ψει τη μετά­δο­ση του ιού. Οι δοκι­μές δεν έχουν σχε­δια­στεί για κάτι τέτοιο», κάτι που επι­βε­βαί­ω­σε στo ΒΜJ o Zακς της Moderna.

Αλλιώς, το μέγε­θος του δείγ­μα­τος του πλη­θυ­σμού και η διάρ­κεια της δοκι­μής του εμβο­λί­ου θα έπρε­πε να είναι πολύ μεγα­λύ­τε­ρα, κάτι μη απο­δε­κτό λόγω του επεί­γο­ντος της κατά­στα­σης. Η δοκι­μή της Moderna έχει σχε­δια­στεί για να δια­πι­στώ­σει απλώς αν το εμβό­λιο μπο­ρεί να απο­τρέ­ψει την εκδή­λω­ση της νόσου Covid-19 σε ένα άνθρωπο.

Όπως και στις αντί­στοι­χες δοκι­μές εμβο­λί­ων των εται­ρειών Pfizer και Johnson & Johnson, στό­χος είναι να δια­πι­στω­θεί μια μεί­ω­ση κατά του­λά­χι­στον 30% στα περι­στα­τι­κά εργα­στη­ρια­κά δια­γνω­σμέ­νης Covid-19 στην ομά­δα που έχει εμβο­λια­στεί σε σχέ­ση με την ομά­δα ελέγ­χου. Οι φαρ­μα­κο­βιο­μη­χα­νί­ες και πολ­λοί επι­στή­μο­νες θεω­ρούν ότι, όπως και με το αντι­γρι­πι­κό εμβό­λιο, το εμβό­λιο κατά του κορο­νοϊ­ού θα προ­στα­τεύ­ει ακό­μη καλύ­τε­ρα από σοβα­ρή Covid-19, σε σχέ­ση με ήπια νόσο — κάτι που όμως θα φανεί στην πρά­ξη μετά από κάποιο καιρό.

Ερωτηματικά για τους ηλικιωμένους

Από την άλλη, σύμ­φω­να με τον Ντό­σι, ελά­χι­στες ‑ίσως και καμία- δοκι­μές εμβο­λί­ου δεν έχουν σχε­δια­στεί, ώστε να δια­πι­στώ­σουν αν ειδι­κά οι ηλι­κιω­μέ­νοι θα ωφε­λη­θούν από το εμβό­λιο, παρό­λο που ειδι­κά αυτοί κιν­δυ­νεύ­ουν περισ­σό­τε­ρο από την Covid-19. Αυτό συμ­βαί­νει, επει­δή δεν συμ­με­τέ­χει επαρ­κής αριθ­μός ηλι­κιω­μέ­νων στις δοκι­μές των εμβο­λί­ων, ώστε να απο­δει­χθεί ότι όντως ένα εμβό­λιο μειώ­νει τα κρού­σμα­τα στα μεγά­λης ηλι­κί­ας άτο­μα. Ανά­λο­γη αβε­βαιό­τη­τα υπάρ­χει για άλλες ομά­δες (παι­διά, ανο­σο­κα­τα­σταλ­μέ­νοι, έγκυ­ες) που επί­σης υπο­εκ­προ­σω­πού­νται στις δοκι­μές των εμβο­λί­ων. Ο Ντό­σι εκτι­μά πάντως ότι υπάρ­χει ακό­μη χρό­νος για να γίνουν βελ­τιώ­σεις στο σχε­δια­σμό των δοκιμών.

Σε άλλο άρθρο στο περιο­δι­κό «Science», οι Μαρκ Λίπ­σιτς (καθη­γη­τής επι­δη­μιο­λο­γί­ας Σχο­λής Δημό­σιας Υγεί­ας Πανε­πι­στη­μί­ου Χάρ­βαρντ) και Νάτα­λι Ντιν (επί­κου­ρη καθη­γή­τρια βιο­στα­τι­στι­κής-επι­δη­μιο­λο­γί­ας του Πανε­πι­στη­μί­ου της Φλό­ρι­ντα) επι­ση­μαί­νουν ότι δεν μπο­ρεί να απο­κλει­στεί η πιθα­νό­τη­τα ένα εμβό­λιο αντί-Covid-19 να παρέ­χει μικρή ή καθό­λου προ­στα­σία στις ομά­δες υψη­λού κιν­δύ­νου όπως οι ηλι­κιω­μέ­νοι και όσοι έχουν άλλες χρό­νιες παθή­σεις (συν­νο­ση­ρό­τη­τες), αλλά να μειώ­νει τον κίν­δυ­νο μόλυν­σης ή την μετα­δο­τι­κό­τη­τα του κορο­νοϊ­ού στους νέους ενη­λί­κους. Σε αυτή την περί­πτω­ση, θα υπάρ­χει έμμε­ση προ­στα­σία των ηλι­κιω­μέ­νων, στο μέτρο όμως που εμβο­λια­στεί ένα μεγά­λο ποσο­στό των μικρό­τε­ρων ηλικιών.

Πέραν αυτού, τονί­ζουν ότι ακό­μη και μετά την έγκρι­ση κάποιων εμβο­λί­ων, θα παρα­μεί­νουν ερω­τή­μα­τα όπως σε ποιο βαθ­μό τα εμβό­λια θα μπο­ρούν να απο­τρέ­ψουν τη μόλυν­ση ή να μειώ­σουν τη μετά­δο­ση από άνθρω­πο σε άνθρω­πο. Γι’ αυτό, θα χρεια­στούν άλλες δοκι­μές μετά την κυκλο­φο­ρία ων εμβο­λί­ων, που θα αξιο­λο­γούν την απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα περισ­σό­τε­ρων του ενός εμβο­λί­ου (ιδα­νι­κά, ανά ξεχω­ρι­στή ομά­δα του πληθυσμού).

Σε δικό της άρθρο στο «Nature», η δρ Κάντα Σου­μπα­ράο, διευ­θύ­ντρια του Κέντρου Έρευ­νας Γρί­πης του Παγκό­σμιου Οργα­νι­σμού Υγεί­ας στην Αυστρα­λία, η οποία συμ­βου­λεύ­ει κάθε χρό­νο για τη σύν­θε­ση του αντι­γρι­πι­κού εμβο­λί­ου ώστε να είναι πιο απο­τε­λε­σμα­τι­κό, επι­ση­μαί­νει ότι «πολ­λές αβε­βαιό­τη­τες βρί­σκο­νται μπρο­στά μας ενό­ψει των εμβο­λί­ων κατά της Covid-19».

Μετα­ξύ άλλων, ακό­μη και όταν δοθεί άδεια στα εμβό­λια που θα έχουν απο­δει­χθεί ασφα­λή και απο­τε­λε­σμα­τι­κά, θα παρα­μεί­νει άγνω­στο αν ένα εμβό­λιο είναι πιο απο­τε­λε­σμα­τι­κό από κάποιο άλλο (κάθε εμβό­λιο θα εγκρι­θεί μετά από σύγκρι­ση με εικο­νι­κό εμβό­λιο τύπου πλα­σί­μπο και όχι με άλλα εμβό­λια), πόσο απο­τε­λε­σμα­τι­κά θα είναι τα εμβό­λια στις ευπα­θείς ομά­δες (οι οποί­ες υπο­εκ­προ­σω­πού­νται στις κλι­νι­κές δοκι­μές φάσης 3), αν τα εμβό­λια θα απο­τρέ­πουν την μετά­δο­ση του κορο­νοϊ­ού (άρα αν οι εμβο­λια­σμέ­νοι είναι ασφα­λές να επι­στρέ­ψουν στη δου­λειά τους χωρίς άλλες προ­φυ­λά­ξεις), αν θα απο­τρέ­πουν τη σοβα­ρή και δυνη­τι­κά θανα­τη­φό­ρα Covid-19, πόσο θα διαρ­κεί η ανο­σία μετά τον εμβο­λια­σμό κ.α.

Οι αρχές κάθε χώρας θα κλη­θούν να απο­φα­σί­σουν ποια από τα εγκε­κρι­μέ­να εμβό­λια θα χρη­σι­μο­ποι­ή­σουν, σε ποιο μέρος του πλη­θυ­σμού, με ποια προ­τε­ραιό­τη­τα και πόσο συχνοί θα είναι οι εμβο­λια­σμοί. Επί­σης, τονί­ζει ότι πρέ­πει να γίνει κατα­νοη­τό πως ακό­μη κι ένα απο­τε­λε­σμα­τι­κό εμβό­λιο δεν θα εμπο­δί­ζει τη μόλυν­ση όλων των εμβο­λια­ζό­με­νων, ούτε θα απο­τρέ­ψει σίγου­ρα οι εμβο­λια­ζό­με­νοι να μολύ­νουν άλλους. «Το καλύ­τε­ρο που έχουν να κάνουν οι αρχές», όπως λέει, «είναι να είναι πολύ ξεκά­θα­ρες, όσον αφο­ρά τι είναι γνω­στό και τι είναι άγνω­στο, να εμπλέ­ξουν το κοι­νό σε διά­λο­γο λαμ­βά­νο­ντας σοβα­ρά υπό­ψη τις από­ψεις του και να χτί­σουν εμπι­στο­σύ­νη μέσω της διαφάνειας».

Δύο στους τρεις πρέπει να εμβολιαστούν

Όπως ανα­φέ­ρει, είναι κρί­σι­μο να υπάρ­χει ευρεία προ­θυ­μία για εμβο­λια­σμό, καθώς η επί­τευ­ξη ανο­σί­ας της αγέ­λης θα απαι­τή­σει συμ­με­το­χή άνω του 60% του πλη­θυ­σμού ή και άνω του 70%, δηλα­δή του­λά­χι­στον δύο στους τρεις. Παράλ­λη­λα, πρέ­πει να κατα­στεί σαφές ότι η ύπαρ­ξη εμβο­λί­ων δεν πρέ­πει να αχρη­στεύ­σει άλλα μέτρα, όπως η χρή­ση μάσκας, το πλύ­σι­μο των χεριών και η τήρη­ση αποστάσεων.

Τέλος, μια πρό­σφα­τη μελέ­τη της αμε­ρι­κα­νι­κής εται­ρεί­ας ανα­λύ­σε­ων Rand κατέ­λη­ξε στο συμπέ­ρα­σμα ότι αν επι­κρα­τή­σει ένας «εθνι­κι­σμός των εμβο­λί­ων» και ορι­σμέ­νες μεγά­λες χώρες απο­κλεί­σουν άλλες από το εμβό­λιο «τους», τότε αυτό μπο­ρεί να κοστί­σει στην παγκό­σμια οικο­νο­μία απώ­λεια ΑΕΠ ύψους έως 1,2 τρι­σε­κα­τομ­μυ­ρί­ων δολα­ρί­ων ετη­σί­ως. Αυτό θα συμ­βεί αν κάποιες χώρες όχι μόνο δώσουν από­λυ­τη προ­τε­ραιό­τη­τα στους δικούς τους πολί­τες, αλλά και «στο­κά­ρουν» απο­θέ­μα­τα εμβο­λί­ων, αφή­νο­ντας άλλες χώρες χωρίς καθό­λου εμβόλια.

Η μελέ­τη δεί­χνει ότι όσο ο κορο­νο­ϊ­ός δεν τίθε­ται υπό έλεγ­χο σε παγκό­σμιο επί­πε­δο — κάτι που απαι­τεί συντο­νι­σμέ­νη εμβο­λια­στι­κή δρά­ση- θα υπάρ­χει οικο­νο­μι­κό κόστος για όλες τις χώρες, ακό­μη και για όσες έχουν επι­δεί­ξει εμβο­λια­στι­κό εθνι­κι­σμό. Ακό­μη κι αν μόνο οι φτω­χές χώρες μεί­νουν χωρίς πρό­σβα­ση σε εμβό­λια, το πλήγ­μα για την παγκό­σμια οικο­νο­μία θα φθά­σει τα 153 δισε­κα­τομ­μύ­ρια δολά­ρια το χρό­νο (για την Ευρώ­πη τα 40 δισ. δολ.). Αν τελι­κά δεν υπάρ­ξει κανέ­να εμβό­λιο ‑κάτι απί­θα­νο- το κόστος παγκο­σμί­ως εκτι­μά­ται ότι θα εκτι­να­χθεί στα 3,4 τρι­σε­κα­τομ­μύ­ρια δολά­ρια ετησίως.

«Ο πικρός βίος του Μαξ Χάβελ­λαρ, Μια ιστο­ρία εκμε­τάλ­λευ­σης στις αποι­κί­ες καφέ»

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο