Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τα πέτρινα γνωστά και άγνωστα γεφύρια του Αχελώου

Κοι­λά­δα του Αχε­λώ­ου βρíσκε­ται μετα­ξύ Άρτας, Καρ­δί­τσας, Ευρυ­τα­νί­ας και Αιτωλοακαρνανίας.

ΑΧΕΛΩΟΣ-ΑΣΠΡΟΣ ή ΑΣΠΡΟΠΟΤΑΜΟΣ, Ο ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ

Τα φαράγ­για του Αχε­λώ­ου στα πόδια των Ελλη­νι­κών, της Καλής Κώμης και του Πετρω­τού από τη μεριά της Αργι­θέ­ας και των από­κρη­μνων βρά­χων του Νεγκο­ζί­ου και του Σέλ­τσου από τη μεριά της Άρτας ως τα απο­μει­νά­ρια της θρυ­λι­κής Γέφυ­ρας Κορά­κου αλλά και η Κοι­λά­δα του που απλώ­νε­ται στα πόδια του Αη Βασί­λη και της Γρέ­βιας, των Πηγών, των Γλύ­νι­κων, του Τσι­φλι­κί­ου, της Μεγα­λό­χα­ρης και του Μεσό­πυρ­γου ως τον Εμπεσ­σό, τα Βρου­βια­νά και το Περ­δι­κά­κι από τη μεριά της Άρτας και Αιτω­λο­α­καρ­να­νί­ας αλλά και του Μαρά­θου, των Βρα­γκια­νών, των Γρυ­μπια­νών, του Αρδά­νο­βου και του Αργυ­ρί­ου και Κατα­φυ­λί­ου Αργι­θέ­ας — όπου η περί­φη­μη πετρο­γέ­φυ­ρα — ως το Νέο Αργύ­ρι Ευρυ­τα­νί­ας συν­θέ­τουν ένα πραγ­μα­τι­κά μαγευ­τι­κό γεω­φυ­σι­κό σύνο­λο με περίσ­σεια ομορ­φιά σε κάθε επο­χή του χρόνου!!!.

Δικαιο­λο­γεί δε αυτή η γεω­φυ­σι­κή ενό­τη­τα την υπε­ρη­φά­νεια των Αργι­θε­α­τών, των Ραδο­βι­ζυ­νών, των κατοί­κων του ορει­νού Βάλ­του και των Αγρά­φων για το ποτά­μι τους, για το μυθι­κό Αχε­λώο και την πανέ­μορ­φη Κοι­λά­δα του που εκτεί­νε­ται κυρί­ως ανά­με­σα σε Γέφυ­ρα Κορά­κου και σε Γέφυ­ρα Αυλα­κί­ου-Κατα­φυ­λί­ου!!! Ίδιοι τόποι, ίδια ήθη και έθι­μα, ίδιος πολι­τι­σμός, ίδια ζακό­νια και ο κόσμος τους στε­νά συνδεδεμένος.

Μνη­μεία πολι­τι­στι­κής κλη­ρο­νο­μιάς, σημεία ανα­φο­ράς στην κοι­λά­δα, απο­τε­λούν τα ιστο­ρι­κά πέτρι­να γεφύ­ρια του πoταμού:

Το λίθινο γεφύρι στο Αυλάκι, ενώνει τον νομό Αιτωλοακαρνανίας με τους νομούς Καρδίτσας και Ευρυτανίας. Το γεφύρι άρχισε να χτίζεται το 1907 και τελείωσε το 1911. Για την κατασκευή του δούλεψαν 60 Ηπειρώτες μαστόροι και 60 εργάτες από τα γύρω χωριά του Βάλτου. Η γέφυρα έδωσε ένα ασφαλές πέρασμα του ποταμού. Έως τότε, οι κάτοικοι περνούσαν το ποτάμι με κίνδυνο για της ζωής τους. Άλλοτε χρησιμοποιούσαν σχοινιά ή ξύλα και άλλοτε περαταριές, τις ξύλινες πλατφόρμες, πλωτές η εναέριες. Τo γεφύρι θεωρείται τέλειο αισθητικά. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, τα μανιασμένα νερά του Αχελώου το έχουν «τραυματίσει» με αποτέλεσμα να χρειάζεται άμεσα επισκευή και συντήρηση.

Το λίθι­νο γεφύ­ρι στο Αυλά­κι, ενώ­νει τον νομό Αιτω­λο­α­καρ­να­νί­ας με τους νομούς Καρ­δί­τσας και Ευρυ­τα­νί­ας. Το γεφύ­ρι άρχι­σε να χτί­ζε­ται το 1907 και τελεί­ω­σε το 1911. Για την κατα­σκευή του δού­λε­ψαν 60 Ηπει­ρώ­τες μαστό­ροι και 60 εργά­τες από τα γύρω χωριά του Βάλ­του. Η γέφυ­ρα έδω­σε ένα ασφα­λές πέρα­σμα του ποτα­μού. Έως τότε, οι κάτοι­κοι περ­νού­σαν το ποτά­μι με κίν­δυ­νο για της ζωής τους. Άλλο­τε χρη­σι­μο­ποιού­σαν σχοι­νιά ή ξύλα και άλλο­τε περα­τα­ριές, τις ξύλι­νες πλατ­φόρ­μες, πλω­τές η ενα­έ­ριες.
Τo γεφύ­ρι θεω­ρεί­ται τέλειο αισθη­τι­κά. Ωστό­σο, τα τελευ­ταία χρό­νια, τα μανια­σμέ­να νερά του Αχε­λώ­ου το έχουν «τραυ­μα­τί­σει» με απο­τέ­λε­σμα να χρειά­ζε­ται άμε­σα επι­σκευή και συντήρηση.

 

 Η γέφυρα της Τέμπλας συνδέει τον νομό Ευρυτανίας με εκείνον της Αιτωλοακαρνανίας. Είναι ένα πετρόχτιστο γεφύρι του 1915. Πριν τη κατασκευή του από πέτρα, υπήρχε ένα ξύλινο, μια «τέμπλα», όπως αποκαλείται στο τοπικό ιδίωμα, από όπου πήρε το όνομα του. Παλιά, το λέγανε και γεφύρι του Στράτου, διότι εκείνος μερίμνησε για τη κατασκευή των γεφυριών του Αυλακίου και των Βρουβιανών. Κατά τον εμφύλιο επιχειρήθηκε η ανατίναξη του χωρίς αποτέλεσμα. Ωστόσο, μετά την αποτυχημένη έκρηξη, φέρει εμφανή μεγάλη ρωγμή στο ανατολικό βάθρο. Η γέφυρα αποτελεί μια εντυπωσιακή λιθόκτιστη κατασκευή. Έχει επιβλητικό όγκο, απόλυτα εναρμονισμένο με το φυσικό περιβάλλον, και αξιόλογες κατασκευαστικές και διακοσμητικές λεπτομέρειες οι οποίες συνθέτουν ένα αρμονικό σύνολο. Το γεφύρι της Τέμπλας έχει χαρακτηριστεί, ως διατηρητέο μνημείο, από την υπουργό Πολιτιμσού Μελίνα Μερκούρη.


Η γέφυ­ρα της Τέμπλας συν­δέ­ει τον νομό Ευρυ­τα­νί­ας με εκεί­νον της Αιτω­λο­α­καρ­να­νί­ας. Είναι ένα πετρό­χτι­στο γεφύ­ρι του 1915. Πριν τη κατα­σκευή του από πέτρα, υπήρ­χε ένα ξύλι­νο, μια «τέμπλα», όπως απο­κα­λεί­ται στο τοπι­κό ιδί­ω­μα, από όπου πήρε το όνο­μα του. Παλιά, το λέγα­νε και γεφύ­ρι του Στρά­του, διό­τι εκεί­νος μερί­μνη­σε για τη κατα­σκευή των γεφυ­ριών του Αυλα­κί­ου και των Βρου­βια­νών. Κατά τον εμφύ­λιο επι­χει­ρή­θη­κε η ανα­τί­να­ξη του χωρίς απο­τέ­λε­σμα. Ωστό­σο, μετά την απο­τυ­χη­μέ­νη έκρη­ξη, φέρει εμφα­νή μεγά­λη ρωγ­μή στο ανα­το­λι­κό βάθρο. Η γέφυ­ρα απο­τε­λεί μια εντυ­πω­σια­κή λιθό­κτι­στη κατα­σκευή. Έχει επι­βλη­τι­κό όγκο, από­λυ­τα εναρ­μο­νι­σμέ­νο με το φυσι­κό περι­βάλ­λον, και αξιό­λο­γες κατα­σκευα­στι­κές και δια­κο­σμη­τι­κές λεπτο­μέ­ρειες οι οποί­ες συν­θέ­τουν ένα αρμο­νι­κό σύνο­λο. Το γεφύ­ρι της Τέμπλας έχει χαρα­κτη­ρι­στεί, ως δια­τη­ρη­τέο μνη­μείο, από την υπουρ­γό Πολι­τιμ­σού Μελί­να Μερκούρη.

 

Η γέφυρα του Λιάσκοβου είναι ένα εντυπωσιακό μονότοξο πετρογέφυρο με άνοιγμα τόξου 17 μ. και ύψος 11 μ., μέσα σε θαυμάσιο φυσικό και άγριο περιβάλλον, το φαράγγι του Πετριλιώτη. Βρίσκεται στον δρόμο για Συκιά και Πηγές Άρτας, στη θέση «Γέρακας» ή «Πυρήνα» Πετρωτού. Γεφυρώνει τα ρέματα Κουμπουργιανίτικο και Πλατανιά, λίγο πριν την ένωσή τους με τον Αχελώο. Εικασίες θέλουν το γεφύρι να κτίστηκε τον 13ο αιώνα. Χρυσοθήρες έσκαψαν το κατάστρωμα της γέφυρας για να βρουν θησαυρό και μετακίνησαν δεκάδες πέτρες, με αποτέλεσμα από τα νερά της βροχής και την υγρασία να υπάρχει διάβρωση και πρόβλημα την στατική του κατάσταση.

Η γέφυ­ρα του Λιά­σκο­βου είναι ένα εντυ­πω­σια­κό μονό­το­ξο πετρο­γέ­φυ­ρο με άνοιγ­μα τόξου 17 μ. και ύψος 11 μ., μέσα σε θαυ­μά­σιο φυσι­κό και άγριο περι­βάλ­λον, το φαράγ­γι του Πετρι­λιώ­τη. Βρί­σκε­ται στον δρό­μο για Συκιά και Πηγές Άρτας, στη θέση «Γέρα­κας» ή «Πυρή­να» Πετρω­τού. Γεφυ­ρώ­νει τα ρέμα­τα Κου­μπουρ­για­νί­τι­κο και Πλα­τα­νιά, λίγο πριν την ένω­σή τους με τον Αχε­λώο. Εικα­σί­ες θέλουν το γεφύ­ρι να κτί­στη­κε τον 13ο αιώ­να. Χρυ­σο­θή­ρες έσκα­ψαν το κατά­στρω­μα της γέφυ­ρας για να βρουν θησαυ­ρό και μετα­κί­νη­σαν δεκά­δες πέτρες, με απο­τέ­λε­σμα από τα νερά της βρο­χής και την υγρα­σία να υπάρ­χει διά­βρω­ση και πρό­βλη­μα την στα­τι­κή του κατάσταση.

 

 Η γέφυρα Καμάρα Μεσοπύργου είναι το πέτρινο μονότοξο γεφύρι, το οποίο γεφυρώνει το ρέμα που διασχίζει το ομώνυμο χωριό. Έχει άνοιγμα τόξου 19 μ. και το ύψος του είναι 8 μ, ενώ δεν υπάρχουν στοιχεία για το πότε κτίστηκε. Οι κάτοικοι της περιοχής θεωρούν ότι είναι έργο του 18ου αι. όπως και ο παλιός νερόμυλος, που βρίσκεται σε κοντινή απόσταση. Η γέφυρα Καμάρα-Μεγαλόχαρη είναι ένα πανέμορφο μικρό μονότοξο γεφύρι που ένωνε τα χωριά Μεγαλόχαρη και Μηλιανά. Στοιχεία για την κατασκευή του δεν υπάρχουν. Οι ντόπιοι θεωρούν ότι πρέπει να κτίστηκε την ίδια εποχή με το Μοναστήρι της Μεγαλόχαρης, δηλαδή στα μισά του 14 αι. Το γεφύρι χρήζει συντήρησης. Αξιοθέατο της περιοχής στον δρόμο για τις Πηγές είναι η «Περαταριά», το χειροκίνητο τελεφερίκ-βαγονάκι, το οποίο κινείται με τροχαλία επάνω σε χονδρό σύρμα. Χρησιμοποιείται από το 1960 και ενώνει τις όχθες του ποταμού Αχελώου και ουσιαστικά τη Άρτα με τη Καρδίτσας.


Η γέφυ­ρα Καμά­ρα Μεσο­πύρ­γου είναι το πέτρι­νο μονό­το­ξο γεφύ­ρι, το οποίο γεφυ­ρώ­νει το ρέμα που δια­σχί­ζει το ομώ­νυ­μο χωριό. Έχει άνοιγ­μα τόξου 19 μ. και το ύψος του είναι 8 μ, ενώ δεν υπάρ­χουν στοι­χεία για το πότε κτί­στη­κε. Οι κάτοι­κοι της περιο­χής θεω­ρούν ότι είναι έργο του 18ου αι. όπως και ο παλιός νερό­μυ­λος, που βρί­σκε­ται σε κοντι­νή από­στα­ση.
Η γέφυ­ρα Καμά­ρα-Μεγα­λό­χα­ρη είναι ένα πανέ­μορ­φο μικρό μονό­το­ξο γεφύ­ρι που ένω­νε τα χωριά Μεγα­λό­χα­ρη και Μηλια­νά. Στοι­χεία για την κατα­σκευή του δεν υπάρ­χουν. Οι ντό­πιοι θεω­ρούν ότι πρέ­πει να κτί­στη­κε την ίδια επο­χή με το Μονα­στή­ρι της Μεγα­λό­χα­ρης, δηλα­δή στα μισά του 14 αι. Το γεφύ­ρι χρή­ζει συντή­ρη­σης.
Αξιο­θέ­α­το της περιο­χής στον δρό­μο για τις Πηγές είναι η «Περα­τα­ριά», το χει­ρο­κί­νη­το τελε­φε­ρίκ-βαγο­νά­κι, το οποίο κινεί­ται με τρο­χα­λία επά­νω σε χον­δρό σύρ­μα. Χρη­σι­μο­ποιεί­ται από το 1960 και ενώ­νει τις όχθες του ποτα­μού Αχε­λώ­ου και ουσια­στι­κά τη Άρτα με τη Καρδίτσας.

Στον Αχελώο υπάρχουν ακόμη τέσσερα ιστορικά γεφύρια:

Η γέφυρα Κουτσοκαμάρας, το αρχαιότερο πέτρινο γεφύρι της Αργιθέας πάνω στην οδό που ένωνε την Αμβρακία με τους Γόμφους και την Τρίκκη. Εξυπηρετούσε τους αρχαίους οικισμούς, τις πολίχνες της Αθαμανίας. Το 1955 δίπλα από το βάθρο της γέφυρας, προς τη Συκιά, βρέθηκαν πέντε τάφοι ρωμαϊκής εποχής με αντικείμενα στρατιωτών. Σήμερα, έχει καταπλακωθεί από τα μπάζα των εργασιών του φράγματος, της εκτροπής του Αχελώου.

Η γέφυ­ρα Κου­τσο­κα­μά­ρας, το αρχαιό­τε­ρο πέτρι­νο γεφύ­ρι της Αργι­θέ­ας πάνω στην οδό που ένω­νε την Αμβρα­κία με τους Γόμ­φους και την Τρίκ­κη. Εξυ­πη­ρε­τού­σε τους αρχαί­ους οικι­σμούς, τις πολί­χνες της Αθα­μα­νί­ας. Το 1955 δίπλα από το βάθρο της γέφυ­ρας, προς τη Συκιά, βρέ­θη­καν πέντε τάφοι ρωμαϊ­κής επο­χής με αντι­κεί­με­να στρα­τιω­τών. Σήμε­ρα, έχει κατα­πλα­κω­θεί από τα μπά­ζα των εργα­σιών του φράγ­μα­τος, της εκτρο­πής του Αχελώου.

 

Η γέφυρα Τατάρνας, που σήμερα βρίσκεται μέσα στα νερά της τεχνητής λίμνης των Κρεμαστών, μετά την κατασκευή του ομώνυμου φράγματος τη δεκαετία του 1960. Ήταν μονοκάμαρη γέφυρα του Αχελώου με μεγάλο άνοιγμα που το ένα της άκρο πατούσε στον Βάλτο Αιτωλοακαρνανίας και το άλλο στην Ευρυτανία. Στο ιστορικό γεφύρι της Τατάρνας δόθηκε το 1821 η πρώτη μάχη των Ελλήνων της Ρούμελης κατά των Τούρκων.

Η γέφυ­ρα Τατάρ­νας, που σήμε­ρα βρί­σκε­ται μέσα στα νερά της τεχνη­τής λίμνης των Κρε­μα­στών, μετά την κατα­σκευή του ομώ­νυ­μου φράγ­μα­τος τη δεκα­ε­τία του 1960. Ήταν μονο­κά­μα­ρη γέφυ­ρα του Αχε­λώ­ου με μεγά­λο άνοιγ­μα που το ένα της άκρο πατού­σε στον Βάλ­το Αιτω­λο­α­καρ­να­νί­ας και το άλλο στην Ευρυ­τα­νία. Στο ιστο­ρι­κό γεφύ­ρι της Τατάρ­νας δόθη­κε το 1821 η πρώ­τη μάχη των Ελλή­νων της Ρού­με­λης κατά των Τούρκων.

 

 Στην ιστορία της γέφυρας του Κοράκου αποτυπώνονται τα σημάδια της ταραγμένης πορείας της στον χρόνο, των κατά καιρούς διχασμών και ιδεολογικών αντιπαραθέσεων στην σύγχρονη ελληνική ιστορία. Η γέφυρα ανατινάχθηκε το 1949 από άνδρες του Δημοκρατικού Στρατού, σε μια προσπάθεια να ανακόψουν την επίθεση που δέχονταν. «Έζησε» για 435 χρόνια αντέχοντας σε σεισμούς και στις... κατεβασιές του Αχελώου έως ότου έπεσε κι αυτή «θύμα» του Εμφυλίου. Το γεφύρι ένωνε την Αργιθέα με την Άρτα, στο ορεινό σημείο Πυργάκι, κοντά στο χωριό Πηγές.


Στην ιστο­ρία της γέφυ­ρας του Κορά­κου απο­τυ­πώ­νο­νται τα σημά­δια της ταραγ­μέ­νης πορεί­ας της στον χρό­νο, των κατά και­ρούς διχα­σμών και ιδε­ο­λο­γι­κών αντι­πα­ρα­θέ­σε­ων στην σύγ­χρο­νη ελλη­νι­κή ιστο­ρία. Η γέφυ­ρα ανα­τι­νά­χθη­κε το 1949 από άνδρες του Δημο­κρα­τι­κού Στρα­τού, σε μια προ­σπά­θεια να ανα­κό­ψουν την επί­θε­ση που δέχο­νταν. «Έζη­σε» για 435 χρό­νια αντέ­χο­ντας σε σει­σμούς και στις… κατε­βα­σιές του Αχε­λώ­ου έως ότου έπε­σε κι αυτή «θύμα» του Εμφυ­λί­ου. Το γεφύ­ρι ένω­νε την Αργι­θέα με την Άρτα, στο ορει­νό σημείο Πυρ­γά­κι, κοντά στο χωριό Πηγές.

 

Ένα άγνω­στο γεφύ­ρι της κοι­λά­δας του Αχε­λώ­ου βρί­σκε­ται γκρε­μι­σμέ­νο στα σύνο­ρα των νομών Αιτω­λο­α­καρ­να­νί­ας και Ευρυ­τα­νί­ας κοντά στην ορει­νή Άρτα και τη Θεσ­σα­λία. Ελά­χι­στοι γνω­ρί­ζουν την ύπαρ­ξή του. Πρό­κει­ται για ξεχα­σμέ­νο μνη­μείο, που απο­τε­λού­σε κομ­βι­κό σημείο στρα­τη­γι­κής σημα­σί­ας του Αχε­λώ­ου τη αρχαία ή βυζα­ντι­νή επο­χή και αξί­ζει να γίνει γνω­στό κι επι­σκέ­ψι­μο, καθώς είναι εύκο­λα προ­σβά­σι­μο, διό­τι βρί­σκε­ται κοντά στην Γέφυ­ρα Τέμπλα.

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο