Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τα παιδιά του Σπάρτακου

Γρά­φει ο Βασί­λης Κρί­τσας //

Θυμά­μαι, προ δεκα­ε­τί­ας περί­που, μια εκδή­λω­ση της οργά­νω­σης της σπου­δά­ζου­σας για το ποδό­σφαι­ρο, λίγο μετά το euro του 04’, όπου η εθνι­κή «είχε πέσει από την ακρό­πο­λη και βρή­κε πορ­το­φό­λι», όπως σχο­λί­α­σε σατι­ρι­κά ένας παλαί­μα­χος από το πάνελ, για να τονί­σει την αξία του θαύ­μα­τος, που «μια φορά γίνε­ται». Κι όταν περά­σα­με στο δεύ­τε­ρο μέρος και τη συζή­τη­ση με το κοι­νό, ένας σ/φος έθε­σε το καί­ριο ερώ­τη­μα: «τι πρέ­πει να γίνει για να δού­με επι­τέ­λους πρω­τα­θλή­μα­τα εδώ στο βορ­ρά; Να περι­μέ­νου­με μια άλλη κοι­νω­νία με Σπαρ­τάκ και Ντι­να­μό Θεσ­σα­λο­νί­κης;» Το οποίο θα μπο­ρού­σε να τεθεί και δια­φο­ρε­τι­κά: «τι είναι άρα­γε πιο εύκο­λο και άμε­σο: να πάρει πρω­τά­θλη­μα ο ΠΑΟΚ ή να ζήσου­με μια επα­νά­στα­ση; Και τι ομά­δα υπο­στη­ρί­ζουν οι αντι­δρα­στι­κοί που τοπο­θε­τούν και τα δύο στη Δευ­τέ­ρα Παρουσία;

Χτες ο Ολυ­μπια­κός πανη­γύ­ρι­σε στο σπί­τι του ένα ακό­μα πρω­τά­θλη­μα: το πέμ­πτο επί προ­ε­δρί­ας Μαρι­νά­κη (που παραι­τή­θη­κε), 17ο τα τελευ­ταία 19 χρό­νια και 42ο συνο­λι­κά. Κι ήταν το πρώ­το που αφιε­ρώ­θη­κε στο Μίκη Θεο­δω­ρά­κη για τα 90χρονά του, μια μέρα αφού ερμή­νευ­σε το «Άξιον Εστί» ο Σάκης Ρου­βάς (τόση χαρά μαζε­μέ­νη, δύσκο­λο να τη δια­χει­ρι­στεί κανείς).

Η εικό­να αυτή είναι τελεί­ως δια­φο­ρε­τι­κή από τα πρώ­τα χρό­νια του επαγ­γελ­μα­τι­κού ποδο­σφαί­ρου και τη δεκα­ε­τία του 1980, όπου πανη­γύ­ρι­σαν τίτλο πέντε δια­φο­ρε­τι­κές ομά­δες, εκ των οποί­ων η μία –και μόνη στα χρο­νι­κά- επαρ­χια­κή (ΑΕΛ), μία έκτη έφτα­σε στο μπα­ράζ της διεκ­δί­κη­σης (Άρης), ενώ το Κύπελ­λο κατέ­λη­γε σε αου­τσάι­ντερ, όπως η Καστο­ριά και ο ΟΦΗ.

Εικό­να σου είμαι κοι­νω­νία (οικο­νο­μία) και σου μοιά­ζω. Οι τίτλοι και τα τρό­παια στο ελλη­νι­κό ποδό­σφαι­ρο ακο­λου­θούν πιστά τον καπι­τα­λι­στι­κό νόμο της συγκέ­ντρω­σης και συγκε­ντρο­ποί­η­σης σε λίγα χέρια. Οι μικρο­α­στι­κές αυτα­πά­τες των μη προ­νο­μιού­χων και τα νέα τζά­κια έδω­σαν τη θέση τους στο μονο­πώ­λιο. Το οποίο δεν περι­λαμ­βά­νει καν το τραστ του πάλαι ποτέ ενιαί­ου ΠΟΚ, αλλά με το ζόρι δύο ομά­δες και βασι­κά την εξής μία: Ολυ­μπια­κός –και κάτι ψιλά. Όσες είναι δηλ κι οι ομά­δες που κατα­κτάν τίτλους την τελευ­ταία 20ετία της κόκ­κι­νης κυριαρ­χί­ας (μη σας ξεγε­λά το χρώ­μα, δεν είναι αυτή που ορα­μα­τι­ζό­μα­στε) με μικρές πρά­σι­νες παρενθέσεις.

Η εικό­να αυτή δεν είναι ελλη­νι­κό προ­νό­μιο. Μπο­ρεί να τη συγκρί­νει κανείς με την αυτο­κρα­το­ρία της Μπά­γερν και της Γιου­βέ­ντους σε Γερ­μα­νία κι Ιτα­λία αντί­στοι­χα, το διπο­λι­σμό Μπάρ­τσα-Ρεάλ στην Ισπα­νία, τη μονο­το­νία στην εναλ­λα­γή πρω­τα­θλη­τών στην Αγγλία· ή ακό­μα με το στα­θε­ρά επα­να­λαμ­βα­νό­με­νο, κλει­στό κύκλο των ομά­δων που φτά­νουν στην ελίτ των ευρω­παϊ­κών διορ­γα­νώ­σε­ων, με κάποιες σπά­νιες εξαι­ρέ­σεις να επι­βε­βαιώ­νουν απλώς το γενι­κό κανόνα.

Tα παρα­πά­νω επι­βε­βαιώ­νουν την απλή αλή­θεια πως στο ποδό­σφαι­ρο παί­ζουν μπά­λα οι προ­ϋ­πο­λο­γι­σμοί, αφαι­ρώ­ντας σχε­δόν κάθε πιθα­νό­τα­τα έκπλη­ξης και ενί­ο­τε και την ίδια τη σφε­ντό­να, απ’ όσες ομά­δες φιλο­δο­ξούν να επα­να­λά­βουν το μύθο του Δαβίδ απέ­να­ντι στο Γολιάθ.

Του χρό­νου επι­στρέ­φει στα μεγά­λα σαλό­νια η ΑΕΚ του Μελισ­σα­νί­δη –που έχει τον ΟΠΑΠ. Ενώ ανα­μέ­νο­νται σχε­τι­κά πιο δυνα­τοί ο ΠΑΟ του Αλα­φού­ζου κι ο ΠΑΟΚ του Ιβάν Σαβ­βί­δη, που φέτος άντε­ξε μόλις ένα γύρο πρω­τα­θλη­τι­σμού και έστει­λε τους οπα­δούς του σε βόλεϊ και χάντ­μπολ, για να παρη­γο­ρη­θούν με κάποιο τρό­παιο. Κάποιοι μιλάν από τώρα για το πιο ενδια­φέ­ρον πρω­τά­θλη­μα των τελευ­ταί­ων ετών. Τι έχει απο­μεί­νει όμως από την κυρια­κά­τι­κη χαρά του απλού φιλά­θλου, σε ένα πρω­τά­θλη­μα με στη­μέ­να ματς, ομά­δες-παραρ­τή­μα­τα, αλλοιώ­σεις απο­τε­λε­σμά­των, κάκι­στο θέα­μα και προ­κα­θο­ρι­σμέ­νο φινά­λε; Πόσοι είναι οι φίλοι του Ολυ­μπια­κού, που χαί­ρο­νται πραγ­μα­τι­κά αυτούς τους τελευ­ταί­ους τίτλους και δε νοσταλ­γούν το πρω­τά­θλη­μα της παι­δι­κής τους ηλικίας;

Πολ­λοί οπα­δοί πηγαί­νουν στο γήπε­δο, προ­τι­μώ­ντας να δουν την ομά­δα τους να νικά­ει με 1–0 και ένα πέτσι­νο πέναλ­τι, για να μπο­ρούν να κάνουν την επό­με­νη μέρα καζού­ρα στον αντί­πα­λό τους και να φωνά­ζουν πως τον απαύ­τω­σαν. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα αυτό μοιά­ζει περισ­σό­τε­ρο με «αγχω­μέ­νη μαλα­κία» (όπως λέει κι ένας στί­χος στο Διδυ­μό­τει­χο Blues), παρά με έρω­τα, που το δια­σκε­δά­ζουν κι οι δυο, ανε­ξαρ­τή­τως απο­τε­λέ­σμα­τος. Κι όπως σημειώ­νει ο Γκα­λε­ά­νο, στα χίλια πρό­σω­πα του ποδο­σφαί­ρου, αν το γκολ είναι ο οργα­σμός του ποδο­σφαί­ρου, γίνε­ται παρό­λα αυτά πιο σπά­νιο στη σύγ­χρο­νη ζωή, όπως ακρι­βώς κι ο οργασμός.

Η κοι­νω­νία του μέλ­λο­ντος δε θα επι­φέ­ρει ως βασι­κή συνέ­πεια την απο­κα­τά­στα­ση μιας χαμέ­νης ισορ­ρο­πί­ας του παρελ­θό­ντος, για να παίρ­νει τίτλους η… Σπαρ­τάκ κι η Ντι­να­μό Θεσ­σα­λο­νί­κης –ή κάποια άλλη επαρ­χια­κή ομά­δα. Αλλά θα απο­κα­τα­στή­σει πρω­τί­στως την χαμέ­νη χαρά του φιλά­θλου, αλλά­ζο­ντας ριζι­κά αυτό το ανορ­γα­σμι­κό ποδό­σφαι­ρο της επο­χής μας.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο