Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τα φαντάσματα του Goya

Γρά­φει ο Βασί­λης Κρί­τσας //

Κι ενώ είναι φανε­ρό (κι αόρα­το μαζί) πως ένα φάντα­σμα πλα­νά­ται ακό­μα πάνω από το γέρι­κο αστι­κό κόσμο, απει­λώ­ντας να πάρει και πάλι σάρ­κα κι οστά, κάποιες «ανώ­τε­ρες, μυστι­κές δυνά­μεις» της πορ­το­κα­λί θεάς στοι­χειώ­νουν την Ευρώ­πη και τις ομά­δες της Ευρωλίγκας.

Ο Ολυ­μπια­κός πχ βλέ­πει τα φαντά­σμα­τά του να ξανα­ζω­ντα­νεύ­ουν συχνά-πυκνά απέ­να­ντι στον αιώ­νιο αντί­πα­λο, από τον οποίο έχει χάσει με κάθε πιθα­νό τρό­πο τα τελευ­ταία χρό­νια –αν και φέτος μπο­ρεί να ήρθε η ώρα να τα ξορ­κί­σει. Εξε­λίσ­σε­ται όμως σε κακό δαί­μο­να άλλων ευρω­παϊ­κών ομά­δων που τον βρί­σκουν στα Final Four και τους εφιάλ­τες τους.

Ανή­με­ρα της επε­τεί­ου της αυτο­διά­λυ­σης της Τρί­της Διε­θνούς, οι ερυ­θρό­λευ­κοι πεί­ρα­ξαν το μυα­λό της ΤΣΣΚΑ (χωρίς τη συμ­με­το­χή ύπο­πτων νερών), ξυπνώ­ντας της φόβους και μνή­μες απ’ τον τελι­κό της Πόλης και το Λον­δί­νο, που παρέ­λυ­σαν τους Ρώσους στο τέλος του αγώνα.

Κι άντε τώρα να τα εξη­γή­σεις εσύ όλα αυτά με βάση την μπα­σκε­τι­κή λογι­κή, χωρίς να μπλέ­ξεις σε εθνι­κο­λυ­ρι­κά τρο­πά­ρια για την αθά­να­τη ελλη­νι­κή ψυχή και το ψυχρό ξαν­θό γένος (λες για αυτό δηλ ο «ξαν­θός» να μην έχει νική­σει ποτέ σε Final 4;). Να πεί­σεις τους προ­λη­πτι­κούς πως δεν παί­ζει μπά­σκετ η κοι­λιά της Χοψο­νί­δου κι οι ορμό­νες της. Και ότι ο τραυ­μα­τι­σμός του πρά­σι­νου Παπ­πά δεν έχει καμία σχέ­ση με τις κατά­ρες και την οργή των κόκ­κι­νων οπα­δών, μετά τις δηλώ­σεις-ευχές του τελευ­ταί­ου για το τρι­ή­με­ρο. Ή ότι ο Ομπρά­ντο­βιτς δεν είναι Γκα­στό­νε, αλλά ο ικα­νό­τε­ρος προ­πο­νη­τής στην Ευρώ­πη, που δεν έχει όμως μαγι­κό ραβδά­κι, για να τα αλλά­ξει όλα σε δυο χρονιές.

Άντε να ερμη­νεύ­σεις ότι κάποιοι μισθο­φό­ροι παί­ζουν με περισ­σό­τε­ρο πάθος από άλλους της λεγε­ώ­νας των ξένων, που απαρ­τί­ζουν ακρι­βο­πλη­ρω­μέ­να μα εύθραυ­στα σύνο­λα, χωρίς τσα­γα­νό. Εξάλ­λου οι ερυ­θρό­λευ­κοι δεν έχα­σαν χτες από τα αστέ­ρια της Ρεάλ, αλλά από τους πολε­μι­στές Νοτσιό­νι και Μασιού­λις, που βγή­καν με το μαχαί­ρι στα δόντια, {τους απο­κα­λού­με­νους και… καρυ­δά­τους, με το Λιθουα­νό να το δεί­χνει και στην κυριο­λε­ξία, χωρίς πολύ δια­κρι­τι­κό τρό­πο βέβαια, στο τέλος του αγώνα}.

Στην πόλη του Γκό­για, η Ρεάλ είδε χτες τα δικά της λον­δρέ­ζι­κα φαντά­σμα­τα να την κυριεύ­ουν, στη μεγά­λη αντε­πί­θε­ση του Ολυ­μπια­κού, αλλά πάλε­ψε και κατά­φε­ρε να τα νική­σει, παίρ­νο­ντας μετά από δύο σερί χαμέ­νους τελι­κούς έναν τίτλο που τη στοί­χειω­νε είκο­σι χρό­νια. Ενώ οι ερυ­θρό­λευ­κοι είδαν το φάντα­σμα του Τελ Αβίβ και των χαμέ­νων βολών του Πάσπα­λιε (που του έμει­νε έκτο­τε κου­σού­ρι να τις χάνει) και τα έσπα­σαν από τη γραμ­μή. Παρό­λα αυτά οι σπα­νιό­λοι φοβή­θη­καν το Σπα­νού­λη και τους Δανα­ούς μέχρι τέλους –και τού­βλα φέρο­ντες- για­τί ήξε­ραν ότι στο μπά­σκετ όλα τα σκορ ανα­τρέ­πο­νται και μόνο του (ι)σπανού(λη) τα γένια δε γίνονται.

Αλλά τα θαύ­μα­τα δε γίνο­νται κάθε μέρα. Τα λεφτά και το μεγα­λύ­τε­ρο μπά­τζετ μπο­ρεί να μη φέρ­νει την ευτυ­χία σε μια ομά­δα (τρα­νό παρά­δειγ­μα η μαύ­ρη τρύ­πα της ΤΣΣΚΑ), αλλά είναι από τις πιο βασι­κές προ­ϋ­πο­θέ­σεις για την επι­τυ­χία. Τα λεφτά μπο­ρεί να μην παί­ζουν μπά­σκετ, παί­ζουν όμως μπίζ­νες με τον αθλη­τι­σμό κι εκεί κερ­δί­ζουν πάντα.

Υπάρ­χει όμως κι ένα άλλο θαύ­μα, που εμφα­νί­ζε­ται κάθε φορά με θαυ­μα­στή συνέ­πεια, κι όχι μόνο του αϊ-γιαν­νιού ή κάθε πάσχα και χρι­στού­γεν­να. Και πώς να δικαιο­λο­γή­σεις με βάση το δια­λε­κτι­κό υλι­σμό τους δει­σι­δαί­μο­νες συντρό­φους που δια­λέ­γουν σπί­τια, παρέ­ες και ρού­χα ή τυχε­ρές θέσεις, για να μην χαλά­σει το γού­ρι του ημι­τε­λι­κού; Ή τους άντρες που γίνο­νται μικρά παι­διά και κλαί­νε ή γελά­νε σαν τα μωρά, μετά από μεγά­λους τελικούς;

Πώς να εξη­γή­σεις στον εκνευ­ρι­στι­κό εκφω­νη­τή πως οι λαοί τα βρί­σκουν μετα­ξύ τους πολύ πιο εύκο­λα απ’ όσο επι­τάσ­σουν τα εθνι­κι­στι­κά στε­ρε­ό­τυ­πα και δεν είναι καθό­λου περί­ερ­γο πως οι τούρ­κοι στις κερ­κί­δες υπο­στή­ρι­ζαν τον Ολυ­μπια­κό; Πώς να τον βρεις, για να του πεις ότι τα φαντά­σμα­τα της δεκα­ε­τί­ας του 90’, που έπαι­ζαν οι δια­φη­μί­σεις πάνω στον αγώ­να και στην επι­στρο­φή άκου­γες το κλι­σέ «δεν χάσα­τε κάτι σημα­ντι­κό», είναι τα μόνα που δε θα ήθε­λες να δεις να ξαναζωντανεύουν;

Η ζωή πάντα βρί­σκει χαρα­μά­δες να τρυ­πώ­σει, μαζί με την χαρά του αθλή­μα­τος και το μύθο της Στα­χτο­πού­τας ή του Δαβίδ με το Γολιάθ, που επι­βε­βαιώ­νε­ται κατά και­ρούς ως εξαί­ρε­ση στον κανό­να. Κι είναι αυτή η από­δρα­ση από τις χαρα­μά­δες, που γοη­τεύ­ει πάρα πολύ κόσμο στον αθλη­τι­σμό, η ανά­γκη του για από­δρα­ση όχι από το δια­λε­κτι­κό υλι­σμό και τις σιδε­ρέ­νιες νομο­τέ­λειές του, αλλά από τα καθη­με­ρι­νά του φαντά­σμα­τα, που τον κατατρύχουν.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο