Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τζιάκομο Πουτσίνι, ίσως σημαντικότερος Ιταλός συνθέτης όπερας μετά τον Βέρντι

Στις 22 Δεκεμ­βρί­ου 1858 γεν­νιέ­ται ο Τζιά­κο­μο Που­τσί­νι. Ο επι­τυ­χέ­στε­ρος και ίσως σημα­ντι­κό­τε­ρος Ιτα­λός συν­θέ­της όπε­ρας μετά τον Βέρ­ντι. Γόνος οικο­γέ­νειας μου­σι­κών, όπως και οι πρό­γο­νοί του, άρχι­σε συν­θέ­το­ντας ηθι­κο­πλα­στι­κά μου­σι­κο­σκη­νι­κά έργα που παί­ζο­νταν σε διά­φο­ρες γιορ­τές. Αφού ολο­κλή­ρω­σε τις σπου­δές του στο Ωδείο του Μιλά­νου, παρου­σί­α­σε το 1883 το «Συμ­φω­νι­κό καπρί­τσιο» που απο­κά­λυ­ψε το ταλέ­ντο του. Ο μεγα­λύ­τε­ρος θρί­αμ­βος που γνώ­ρι­σε ο Που­τσί­νι ήταν με το ανέ­βα­σμα της «Μανόν Λεσκό». Αμέ­σως μετά, ακο­λού­θη­σαν τρία από τα γνω­στό­τε­ρα έργα του που έμει­ναν στην ιστο­ρία: «Μπο­έμ», «Τόσκα» και «Μπα­τερ­φλάι». Η τελευ­ταία του όπε­ρα «Του­ρα­ντό» έμει­νε ημιτελής.

Το μέγι­στο χάρι­σμα του Που­τσί­νι ήταν η μελω­δία: Πίστευε ότι χωρίς αυτήν δεν υπάρ­χει μου­σι­κή. Τα λάιτ μοτίβ στις όπε­ρές του γίνο­νταν τρα­γού­δια στα χεί­λη όλων των Ιτα­λών από τους αρι­στο­κρά­τες ως τα λαϊ­κά στρώ­μα­τα. Οι μελω­δί­ες του λει­τουρ­γού­σαν ακα­τα­μά­χη­τα στον ακρο­α­τή του έργου του και τον σφράγιζαν.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο