Το βράδυ της 8ης Δεκεμβρίου του 1980, ο Μαρκ Τσάπμαν πυροβόλησε και τραυμάτισε θανάσιμα τον Τζον Λένον, έξω από το σπίτι του στη Νέα Υόρκη, γράφοντας έναν δραματικό επίλογο στη ζωή του εμβληματικού καλλιτέχνη.
Γράφει στο πρωτοσέλιδο, στις 10 Δεκέμβρη 1980, η εφημερίδα «Μακεδονία»: «Ο Τζων Λέννον, ο πιό πολυσυζητημένος τραγουδιστής του θρυλικού συγκροτήματος των “Μπητλς” πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε καθώς έμπαινε στο σπίτι του, στο Μανχάταν, αργά τη Δευτέρα, από άνδρα που ήρεμα είπε το όνομα του πριν πυροβολήσει. Καθώς η Γιαπωνέζα σύζυγος του Λέννον, η Γιόκο Όννο, κραύγαζε υστερικά, ο ηλικίας 40 ετών μουσικός και τραγουδιστής ψιθύρισε “πυροβολήθηκα”, ανέβηκε παραπαίοντας έξι σκαλοπάτια και εκεί έπεσε, όπως ανακοίνωσε η αστυνομία. Ο Λέννον, που χτυπήθηκε από πέντε σφαίρες, πέθανε ενώ μεταφερόταν στο νοσοκομείο “Ρούζβελτ” του Μανχάταν, οι γιατροί του οποίου δήλωσαν ότι δεν είχε καμία πιθανότητα να επιζήσει από τα καίρια πλήγματα που δέχθηκε».
Ενα από τα θρυλικά «σκαθάρια», εμβληματική μορφή της ροκ κουλτούρας, η προσωπικότητα του Τζον Λένον έχει μείνει ανεξίτηλη στην ιστορία της παγκόσμιας μουσικής.
Ο Τζον Ουίνστον Λένον γεννήθηκε στο Λίβερπουλ στις 9 Οκτωβρίου 1940, κατά τη διάρκεια ενός βομβαρδισμού της πόλης από τη «Λουφτβάφε». Ο πατέρας του Άλφρεντ ήταν ναυτικός και η μητέρα του Τζούλια χορεύτρια σε τοπικά κλαμπ. Όταν χώρισαν οι γονείς του, ο νεαρός Τζον μεγάλωσε στο σπίτι της θείας του Μίμι και του άνδρα της Τζορτζ που, αν και αυστηροί, τον αγαπούσαν σαν δικό τους παιδί.
Φοίτησε στο κολέγιο Καλών Τεχνών του Λίβερπουλ χωρίς να είναι ιδιαίτερα επιμελής μαθητής. Η μουσική όμως τον είχε ήδη κερδίσει. Τον Μάρτιο του 1957 ίδρυσε την πρώτη του μπάντα, τους Quarrymen, που πήρε το όνομά της από το σχολείο, όπου φοιτούσε. Την ίδια περίοδο γνώρισε την πρώτη του γυναίκα, τη Σίνθια Πάουελ, με την οποία αργότερα (1963) έκαναν ένα παιδί, τον Τζούλιαν.
Το 1957, ο Λένον γνωρίστηκε με τον Πωλ Μακ Κάρντευ και τον Τζον Χάρισον. Με τα καινούργια μέλη το συγκρότημα εγκατέλειψε τη φολκ μουσική και στράφηκε προς ένα είδος ροκ εν ρολ. Το 1958 ένας μεθυσμένος οδηγός παρέσυρε και σκότωσε την μητέρα του έξω από το σπίτι της αδερφής της. Ένα χρόνο αργότερα, το 1959 δίνουν στην μπάντα το όνομα Beatles και κάνουν εμφανίσεις σε κλαμπ του Λίβερπουλ και του Αμβούργου, σημειώνοντας επιτυχία παρά το γεγονός ότι ήταν ακόμη άγνωστοι στο πλατύ κοινό. Το 1962 οι Beatles βγάζουν τον πρώτο τους δίσκο με τίτλο «Love me Do», ενώ ο δεύτερος δίσκος «Please, please me» έγινε μεγάλη επιτυχία, ξεκινώντας ουσιαστικά την πορεία προς την αναγνώριση και τη δόξα.
Η μουσική ωρίμανση του Λένον στα τέλη της δεκαετίας του ’60 συμπίπτει με τον χωρισμό του από την Πάουελ και τη γνωριμία του με τη Γιαπωνέζα καλλιτέχνιδα Γιόκο Όνο. Το 1970, μέσα σε κλίμα αλληλοκατηγοριών για το ποιός επιδίωκε ηγετικό ρόλο στο συγκρότημα, οι Beatles διαλύονται. Την ίδια χρονιά, κυκλοφορεί ο πρώτος του σόλο δίσκος (John Lennon/Plastic Ono Band) στον οποίο περιλαμβάνεται το σπουδαίο τραγούδι «Working Class Hero» («Ήρωας της Εργατικής Τάξης»).
Το 1971 ο Λένον μετακομίζει στην Νέα Υόρκη όπου συναντά την εχθρότητα των αμερικανικών αρχών εξαιτίας της συμβολής του στο αντιπολεμικό κίνημα ενάντια στην επέμβαση στο Βιετνάμ, ενώ βρίσκεται στο στόχαστρο και των θρησκευτικών οργανώσεων που τον κατηγορούν για βλασφημία εξαιτίας της περίφημης φράσης του πως οι Beatles είναι πιο δημοφιλείς από τον Χριστό.
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1971 κυκλοφορεί με τιτλο «Imagine» το δεύτερο προσωπικό άλμπουμ του Τζον Λένον μετά την διάλυση των Beatles. To ομώνυμο τραγούδι «Imagine» έγινε ενθουσιωδώς δεκτό από το κοινό, ανεβαίνοντας στο Νο1 του αμερικανικού και βρετανικού πίνακα επιτυχιών, ενώ η συνεχίζει μέχρι και σήμερα, 49 χρόνια από τότε που γράφτηκε, να αποτελεί μια από τις πιο εμβληματικές μπαλάντες της μουσικής ιστορίας.
Το 1975 γεννιέται ο καρπός του έρωτα του με την Όνο, ο Σον. Για μερικά χρόνια δεν ηχογραφεί μέχρι που επανεμφανίζεται, το Νοέμβρη του 1980, με το διπλό κύκνειο άλμπουμ «Double Fantasy». Λίγες εβδομάδες αργότερα, στις 8 Δεκέμβρη 1980, ο 40χρονος Λένον φεύγει απ’ τη ζωή χτυπημένος από τις σφαίρες του «θαυμαστή» του Μαρκ Ντέιβιντ Τσάπμαν, προκαλώντας θλίψη στους θαυμαστές του και συγκίνηση σε όλο τον πλανήτη.