Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τζορτζ Μπεστ — 1 Ιανουαρίου 1974: Άδοξο τέλος

Έντε­κα χρό­νια γεμά­τα δρά­ση, δόξα, απο­θέ­ω­ση, ποτό, γυναί­κες και… πτώ­ση που δεν ταί­ρια­ζε σε καμία περί­πτω­ση στην ποδο­σφαι­ρι­κή του κλά­ση. Τα «έργα και ημέ­ρες» του Τζορτζ Μπεστ στην Μάν­τσε­στερ Γιου­νάι­τεντ μέχρι την 1η Ιανουα­ρί­ου 1974, όταν και πραγ­μα­το­ποί­η­σε την τελευ­ταία του παρά­στα­ση με τους «μπέ­μπη­δες», δεν πρό­κει­ται ποτέ να ξεχα­στούν. Ήταν ο άνθρω­πος που με το πέρα­σμά του «σημά­δε­ψε» όχι μόνο το σύλ­λο­γο που λάτρε­ψε, αλλά και λατρεύ­τη­κε από τους οπα­δούς του, αλλά και ολό­κλη­ρο το βρε­τα­νι­κό ποδόσφαιρο.

Σαφώς και κανείς ποτέ δεν θα μπο­ρού­σε να φαντα­στεί το ποδο­σφαι­ρι­κό του «τέλος» στους «κόκ­κι­νους δια­βό­λους». Την 1η Ιανουα­ρί­ου του 1974, σε αγω­νι­στι­κή της «Boxing Day», ο Μπεστ φόρε­σε για τελευ­ταία φορά με τη φανέ­λα της Μάν­τσε­στερ Γιου­νάι­τεντ. Ήταν το ματς με την Κουινς Παρκ Ρέιν­τζερς στο «Λόφτους Ρόουντ», όπου η ομά­δα του γνώ­ρι­σε «βαριά» ήττα με 0–3.
Δεν γνω­ρί­ζου­με εάν το πήρε τόσο… στρα­βά ή, το είχε απο­φα­σί­σει, αλλά στη συνέ­χεια δεν παρου­σιά­στη­κε στην προ­πό­νη­ση (τρεις ημέ­ρες), με απο­τέ­λε­σμα ο Τόμι Ντό­χερ­τι να τον θέσει εκτός ομάδας.

Η… κατη­φό­ρα που είχε πάρει δεν είχε στα­μα­τη­μό. Συνε­λή­φθη με την κατη­γο­ρία της κλο­πής του δια­βα­τη­ρί­ου, της γού­νας και του μπλοκ επι­τα­γών της Αμε­ρι­κα­νί­δας ηθο­ποιού, Μάρ­τζο­ρι Γουά­λας, αλλά απαλ­λά­χθη­κε των κατη­γο­ριών του. Το χει­ρό­τε­ρο γι΄ αυτόν ήταν στο τέλος εκεί­νης της περιό­δου (1973/1974) η Γιου­νάι­τεντ υπο­βι­βά­στη­κε στην 2η κατη­γο­ρία, γρά­φο­ντας μία «μαύ­ρη σελί­δα» στην Ιστο­ρία της.

Μάταιες οι προ­σπά­θειες που έκα­νε στη συνέ­χεια ο Μπεστ για να βρει την χαμέ­νη του αίγλη. Δοκί­μα­σε σε πολ­λά κρά­τη (ΗΠΑ, Ιρλαν­δία, Αυστρα­λία, Σκω­τία, Νότια Αφρι­κή), χωρίς να μπο­ρέ­σει να κάνει κάτι… Το όνο­μά του «μετρού­σε», αλλά στο γήπε­δο ήταν σχε­δόν… αόρατος.

Ποιος θα το πίστευε, με βάση το παρελ­θόν του. Από τις 14/09/1963 όταν έκα­νε το ντε­μπού­το του κόντρα στην Γου­έστ Μπρομ, σε ηλι­κία μόλις 17 ετών, έδει­ξε το πλού­σιο ταλέ­ντο του. Μέχρι τον Δεκέμ­βριο της ίδιας χρο­νιάς επέ­στρε­ψε στις «ρεζέρ­βες», αλλά από κει και πέρα ο Ματ Μπά­σμπι του έδω­σε φανέ­λα βασι­κού. Πραγ­μα­το­ποί­η­σε 26 συμ­με­το­χές έως το τέλος της περιό­δου, πετυ­χαί­νο­ντας έξι γκολ, το πρώ­το εκ των οποί­ων στις 28 Δεκεμ­βρί­ου 1963, στο 5–1 επί της Μπέρνλεϊ.

Μετά την φρι­κτή τρα­γω­δία του Μονά­χου, ο Τζορτζ Μπεστ έμελ­λε να γίνει ο ποδο­σφαι­ρι­στής που θα συγκέ­ντρω­νε επά­νω του όλες τις ελπί­δες των απα­ντα­χού φίλων του συλ­λό­γου για την επι­στρο­φή της ομά­δας στην κορυ­φής της Αγγλί­ας και της Ευρώπης.

Με την Μάν­τσε­στερ Γιου­νάι­τεν ο Μπεστ σημεί­ω­σε 181 γκολ σε 474 αγώ­νες. Κατέ­κτη­σε το Κύπελ­λο Πρω­τα­θλη­τριών το 1968, δύο τίτλους στην Α‘ κατη­γο­ρία της Αγγλί­ας (1964–65, 1966–67), δύο φορές το Charity Shield (1965, 1967) και μία φορά το FA Youth Cup (1964). Την περί­ο­δο 1967–68 ανα­δεί­χθη­κε πρώ­τος σκό­ρερ στην Α‘ κατη­γο­ρία με 32 τέρ­μα­τα, ενώ την ίδια χρο­νιά ανα­κη­ρύ­χθη­κε και ποδο­σφαι­ρι­στής της χρονιάς.

Πηγή: thepressroom.gr

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο