Γράφει ο Νίκος Μόττας* //
Ένα εξαιρετικό, από κάθε άποψη, πόνημα κυκλοφόρησε την περασμένη άνοιξη. Πρόκειται για το βιβλίο «Το ΚΚΕ στον ιταλοελληνικό πόλεμο 1940–41» (Σύγχρονη Εποχή), του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας. Το αποκαλούμε «εξαιρετικό» βασιζόμενοι σε τρείς λόγους: Στο πλούσιο και ενδιαφέρον υλικό που περιλαμβάνει, στον τρόπο με τον οποίο διαλεκτικά επεξεργάζεται και αναλύει το εν λόγω υλικό και ασφαλώς στα συμπεράσματα και τα διδάγματα που αντλεί από την ανάλυση των ιστορικών γεγονότων. Το βιβλίο καλύπτει μια ιστορική περίοδο ιδιαίτερης σημασίας, τόσο για το ΚΚΕ, όσο και για το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Πρόκειται για μια περίοδο κατά την οποία το ΚΚΕ βίωσε αντίξοες συνθήκες, μέσα σε ένα περιβάλλον άγριας καταστολής, διώξεων, βαθιάς παρανομίας αλλά και διαβρωτικής δράσης των κρατικών αρχών σε βάρος του. Σε διεθνές επίπεδο, πρόκειται για μια ιστορική περίοδο βίαιων αλλαγών στους συσχετισμούς ισχύος μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών κάτι που αντανακλά απότομη όξυνση της αντίθεσης στο δίπολο κεφάλαιο-μισθωτή εργασία.
Μέσα σε 215 σελίδες παρουσιάζεται η στάση του ΚΚΕ κατά τη διάρκεια του ιταλοελληνικού πολέμου (1940–41). Οι άξονες στους οποίους κινείται το βιβλίο – και βάσει των οποίων μελετά και αναλύει την πολιτική του Κόμματος τη δεδομένη χρονική περίοδο- είναι τρεις: α) Οι αποφάσεις της Κομμουνιστικής Διεθνούς, β) Τα 3 γράμματα του Νίκου Ζαχαριάδη και γ) Η θέση της «Παλιάς Κεντρικής Επιτροπής». Πάνω σε αυτούς τους άξονες, χρησιμοποιώντας πλούσιο υλικό από το Αρχείο του ΚΚΕ, το βιβλίο εμβαθύνει στις ταξικές, πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες μέσα στις οποίες το Κόμμα επιχείρησε να διαμορφώσει πολιτική θέση και να παρέμβει στις εξελίξεις σε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο για το ίδιο.
Ο αναγνώστης του πονήματος γίνεται κοινωνός μιας αλληλουχίας εξελίξεων που, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει: 1. Την κατάσταση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος της εποχής όπως αυτή αποτυπώνεται στις (ενίοτε αντιφατικές) αποφάσεις της Κομμουνιστικής Διεθνούς, 2. Την προσπάθεια των κρατικών υπηρεσιών υπό την ηγεσία του υπουργού Μανιαδάκη να διαβάλει το ΚΚΕ, έχοντας συλλάβει την πλειοψηφία των ηγετικών στελεχών του και δημιουργώντας ένα «πλαστό ΚΚΕ» με την ονομασία «Προσωρινή Διοίκηση» (ΠΔ), 3. Την πάλη που διεξήγαγαν ασύλληπτα μέλη του Κόμματος να αποκαλύψουν το ρόλο της χαφιέδικης ΠΔ και να συγκροτήσουν γραμμή πάλης ως «Παλιά Κεντρική Επιτροπή», 4. Την προσπάθεια του φυλακισμένου Γενικού Γραμματέα Νίκου Ζαχαριάδη να καθοδηγήσει την στάση των κομμουνιστών στη φάση του πολέμου, κάτι που το έπραξε με την συγγραφή 3 γραμμάτων.
Ένας ιμπεριαλιστικός πόλεμος
Ποιος ήταν ο χαρακτήρας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου; Επιπρόσθετα, τι χαρακτηριστικά είχε ο ιταλοελληνικός πόλεμος, τόσο απ’ την πλευρά της φασιστικής Ιταλίας όσο και από την πλευρά της μεταξικής Ελλάδας;
Αντιγράφουμε από τον πρόλογο του βιβλίου (σελ.9–15):
«Οι αστικές δυνάμεις στην Ελλάδα ακολουθούν την “πεπατημένη” όλων των αστικών τάξεων. Κρύβουν το γεγονός ότι ο πόλεμος είναι η συνέχιση της ίδιας πολιτικής που ακολουθήθηκε σε καιρό ειρήνης, αλλά που στον πόλεμο ακολουθείται με τα όπλα. Από τη στιγμή που η πολιτική των κυβερνήσεων συντείνει και υπερασπίζει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, είναι φυσικό επακόλουθο και ο πόλεμος, στον οποίο θα πάρει μέρος η αστική τάξη, είτε αμυνόμενη είτε επιτιθέμενη, να είναι πόλεμος ληστρικός, εκμεταλλευτικός, άρα και ξένος με τα συμφέροντα της εργατικής τάξης.
Καμιά εθνική ενότητα δεν υπήρξε στον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Υπήρξαν ασφαλώς αυταπάτες στις λαϊκές μάζες, όχι όμως και πραγματική εθνική ενότητα, γιατί αυτή είναι ανύπαρκτη σε μια ταξική κοινωνία. Στο τέλος του ιταλοελληνικού πολέμου φάνηκε δραματικά ποια ήταν η πραγματικότητα».
Το ζήτημα του χαρακτήρα του Β’Παγκοσμίου Πολέμου – και κατ’ επέκταση της ιταλοελληνικής ένοπλης σύρραξης – είναι κομβικό σημείο του πονήματος. Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζει η μελέτη των αποφάσεων της Κομμουνιστικής Διεθνούς αναφορικά με την στρατηγική της στο μεσοπόλεμο και μετέπειτα, με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Διαβάζουμε στο βιβλίο: «Στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα δε στάθηκε από την σκοπιά της πείρας της Οκτωβριανής Επανάστασης. Δε διαχωρίστηκε από τις αστικές δυνάμεις, ανεξάρτητα ποιες ήταν οι αρχικά επιτιθέμενες ή αρχικά δεχόμενες την ιμπεριαλιστική επίθεση» (σελ.41). Η στάση που θα κρατούσε το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα στην περίπτωση ενός γενικευμένου πολέμου ήταν αναμφίβολα ζήτημα πρωτόγνωρο και σύνθετο. Άλλωστε, οι συνθήκες είχαν διαφοροποιηθεί σε σχέση με τον Α’ Παγκόσμιο (1914–1918), κυρίως με την ύπαρξη της Σοβιετικής Ένωσης, την υπεράσπιση της οποίας τα ΚΚ όφειλαν να συνδιάσουν με το καθήκον της ανατροπής της αστικής εξουσίας στις χώρες τους.
Το βιβλίο μελετά μια σειρά αποφάσεων της Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΚΔ) για τον χαρακτήρα του πολέμου (και την στάση που τα ΚΚ έπρεπε να κρατήσουν). Αξίζει εδώ να σημειώσουμε την κομβικής σημασίας αλλαγή στην στρατηγική που σηματοδότησε το 7ο Συνέδριο (1935) της ΚΔ το οποίο: α) Διαμόρφωσε στρατηγική αντιφασιστικών-λαϊκών μετώπων, β) Διεχώριζε το χρηματιστικό κεφάλαιο σε «φιλοπόλεμο» και «φιλειρηνικό», γ) Προσανατόλιζε τα ΚΚ σε σύμπαρξη με τη μια ιμπεριαλιστική πλευρά (δημοκρατική) ενάντια στη άλλη (φασιστική), δ) Έθεσε τις βάσεις για τη μετέπειτα αυτοδιάλυση της ΚΔ που έλαβε χώρα 8 χρόνια μετά.
Οι αποφάσεις του 7ου Συνεδρίου αναιρούσαν προηγούμενες αποφάσεις της ΚΔ (π.χ. 6ου Συνεδρίου το 1928) οδηγώντας ουσιαστικά το εργατικό-κομμουνιστικό κίνημα σε μια πάλη υπό ξένη σημαία. Έτσι, η γραμμή των μπολσεβίκων που είχε υιοθετηθεί στο 6ο Συνέδριο – η μετατροπή, δηλαδή, του πολέμου μεταξύ ιμπεριαλιστικών κρατών σε εμφύλιο της εργατικής απέναντι στην αστική τάξη – τροποποιούνταν χάρην των αντιφασιστικών μετώπων.
Η στρατηγική αυτή άλλαξε το 1939, όταν σε σχετική Οδηγία (8.9.1939) της η ΚΔ χαρακτήριζε τον πόλεμο ως «ιμπεριαλιστικό» και παραδέχονταν ότι «η διάκριση των καπιταλιστικών κρατών σε φασιστικά και δημοκρατικά έχει πλέον απολέσει την προηγούμενη της σημασία» (σελ. 33). Στο μεσοδιάστημα μεταξύ του 7ου Συνεδρίου και της Οδηγίας αυτής της ΚΔ είχαν μεσολαβήσει τόσο το Σύμφωνο του Μονάχου (Σεπτέμβρης 1938) όσο και το γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο μη επίθεσης, γνωστό και ως Σύμφωνο Ρίμπερντροπ-Μόλοτοφ (23/8/1939).
Τα τρία γράμματα του Ν. Ζαχαριάδη
Οι ιδεολογικοπολιτικές ζυμώσεις στο πλαίσιο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, με τις αντιφάσεις, τις παραλήψεις αλλά και την ηρωϊκή της δράση και προσφορά, αντανακλούσαν στην στρατηγική του ΚΚΕ εκείνης της περιόδου. Στο βιβλίο γίνεται ενδελεχής αναφορά στη γραμμή του Κόμματος πριν και κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας, με αποκορύφωμα το ξέσπασμα του ιταλοελληνικού πολέμου. Σημείο ιδιαίτερης συνεισφοράς του πονήματος στην ιστορική γνώση και εξαγωγή συμπερασμάτων είναι η παρουσίαση και των τριών γραμμάτων του Νίκου Ζαχαριάδη, τα οποία μας δίνουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της θέσης του ΚΚΕ για τον ιταλοελληνικό πόλεμο. Και αυτό διότι το δεύτερο (26/11/1940) και τρίτο γράμμα (15/1/1941) του Ζαχαριάδη παρέμειναν επί πολλές δεκαετίες στην σκιά του πρώτου γράμματος. Χωρίς όμως το δεύτερο και το τρίτο γράμμα (στα οποία ο Ζαχαριάδης χαρακτηρίζει τον πόλεμο «ιμπεριαλιστικό» και απ’ τις δύο πλευρές) το Α’ γράμμα καταντούσε, σύμφωνα με τον ίδιο, ένα «σοσιαλπατριωτικό προδοτικό ντοκουμέντο».
Στο βιβλίο γίνεται σωστή κριτική στο πρώτο γράμμα (31/10/1940) ότι εμπεριείχε μια σημαντικότατη αντίφαση: ενώ, απ’ τη μια πλευρά, προέβαλε την ανάγκη για «μια καινούργια Ελλάδα της δουλιάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη απο κάθε ξένικη ιμπεριαλιστική ξάρτηση και από κάθε εκμετάλλευση», από την άλλη αναφέρονταν στον «πόλεμο αυτό που διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά». Το πρώτο γράμμα ουσιαστικά κινούνταν στη λογική του να «ξεμπερδεύουμε πρώτα με τους ξένους και αργότερα θα λογαριαστούμε με τη ντόπια αστική τάξη». Αυτή η θέση, παρά το γεγονός ότι με βάση τον τότε συσχετισμό δυνάμεων στη χώρα είχε μια κάποια ρεαλιστική βάση, εντούτοις έχει αποδειχθεί ιστορικά ότι οδηγεί σε αντίθετα από τα επιδιωκούμενα αποτελέσματα.
Η θέση αυτή του Ζαχαριάδη αναιρείται από τον ίδιο εικοσι δύο μέρες αργότερα, με άρθρο του («Η ΘΕΣΗ ΜΑΣ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ») που δημοσιεύθηκε στον πλαστό Ριζοσπάστη της «Προσωρινής Διοίκησης» του Μανιαδάκη στις 5/12/1940. Στο μεταξύ, η ιταλική επίθεση είχε αποκρουστεί και ο ελληνικός στρατός είχε μπει στην Κορυτσά. Στο κείμενο αυτό ο Ζαχαριάδης αλλάζει στάση αναφέροντας ότι ο Μεταξάς «κάνει σήμερα πόλεμο φασιστικό-πλουτοκρατικό-αγγλόφιλο» και «(όπως τον κάνει τον πόλεμο σήμερα) παίζει το παιγνίδι της ελληνικής πλουτοκρατίας και του εγγλέζικου ιμπεριαλισμού».
Ορθά σημειώνεται στο βιβλίο πως «…τέτοιο πόλεμο, όπως αυτόν του περιέγραφε ο Ν.Ζαχαριάδης, η κυβέρνηση Μεταξά έκανε από την πρώτη μέρα του ιταλοελληνικού πολέμου. Ο χαρακτήρας του τελευταίου δεν άλλαξε από τη στιγμή που ο ελληνικός στρατός πέρασε τα σύνορα και άρχισε να καταλαμβάνει περιοχές της Αλβανίας. Απαραίτητη προϋπόθεση, για να έκανε ο λαός τον πόλεμο μέρος της πάλης του για τα δικά του συμφέροντα, ήταν να θέτει, τουλάχιστο, ζήτημα ανατροπής της κυβέρνησης Μεταξά» (σελ.177).
Πράγματι, ο χαρακτήρας του πολέμου καθορίζεται από δύο βασικά πράγματα: πρώτον, ποιά τάξη τον διεξάγει και δεύτερον, για ποιό σκοπό, ανεξαρτήτως του αν είναι αμυνόμενη ή επιτιθέμενη. Η ελληνική κυβέρνηση υπό το Μεταξά διεξήγαγε εξαρχής έναν ιμπεριαλιστικό πόλεμο, ενταγμένο στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς της εποχής με ισχυρή εξάρτηση από τη Μεγάλη Βρετανία. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση Μεταξά βρέθηκε (αρχικά) αμυνόμενη απέναντι στον ιταλικό φασισμό δεν αναιρεί τους σκοπούς για τους οποίους διεξήγαγε τον πόλεμο, ούτε τα συμφέροντα που εξυπηρετούσε με την συμμετοχή της σε αυτόν.
Το παραπάνω άρθρο του Ν.Ζαχαριάδη αποτέλεσε προμήνυμα του δεύτερου ανοιχτού γράμματος στο οποίο ο πόλεμος χαρακτηρίζεται πλέον «ιμπεριαλιστικός» και απ’τις δύο πλευρές, ενώ δίνει το σύνθημα για λαϊκό αγώνα τόσο απέναντι στην «ιταλοφασιστική εξωτερική επιδρομή» όσο και απέναντι στην «εσωτερική φασιστική δικτατορία». Το τρίτο ανοιχτό γράμμα του Ν.Ζαχαριάδη κινούνταν στις ίδιες ιδεολογικές ράγες με το δεύτερο, αποτελώντας ουσιαστικά αναλυτικότερη προέκταση του, ενώ, επιπροσθέτως, κατάγγελε το χαφιέδικο κατασκεύασμα της Ασφάλειας, την λεγόμενη «Προσωρινή Διοίκηση».
«Στο δρόμο αυτό της Ειρήνης-Λευτεριάς εξασφαλίσης, κύριο εμπόδιο στέκεται η μοναρχοφασιστική διχτατορία του Μεταξά. Για να εξασφαλιστεί ο δρόμος αυτός πρέπει να συντριβεί η διχτατορία αυτή. Ο λαός και ο στρατός πρέπει να πάρουν στα χέρια τους τον αγώνα της υπεράσπισης της χώρας απ’ την Ιταλοφασιστική εξωτερική επιδρομή και απ’ την εσωτερική φασιστική διχτατορία. Αυτός είνε ο σήμερα ο δρόμος του ΚΚΕ και του λαού της Ελλάδας».
Νίκος Ζαχαριάδης,
“Σχέδιο Απόφασης του ΚΚΕ” στο Δεύτερο Ανοιχτό Γράμμα, 26 Νοέμβρη 1940.
Με το Β’ και Γ’ γράμμα, ο Ν.Ζαχαριάδης έθετε το πλαίσιο πάλης του ΚΚΕ το οποίο μπορούμε να το κωδικοποιήσουμε ως εξής:
α) Πάλη για την ανατροπή της κυβέρνησης Μεταξά. Με βάση τον τότε συσχετισμό δυνάμεων αλλά και την κατεύθυνση του τρίτου γράμματος προβάλλονταν το «αντιφασιστικό, αντιπλουτοκρατικό λαϊκό καθεστώς» και η «λαϊκή αντιφασιστική κυβέρνηση». Επομένως, επρόκειτο για μια εναλλακτική κυβερνητική εξουσία που θα μπορούσε, ενδεχομένως, να περιλαμβάνει και αστικές πολιτικές δυνάμεις.
β) Η εγγύηση της ειρήνης μέσω της προσέγγισης με την Σοβιετική Ένωση, ως τη μοναδική δύναμη που θα μπορούσε να εγγυηθεί αυτήν την ειρήνη για το λαό. Ασφαλώς, όπως σημειώνεται στο βιβλίο, μια τέτοια προσέγγιση προϋπέθετε την ουσιαστική αλλαγή τού συσχετισμού δύναμης στην Ελλάδα προς την κατεύθυνση της ανατροπής της αστικής εξουσίας. Κάτι τέτοιο δεν διαφαίνονταν το 1941.
Συμπερασματικά
Το βιβλίο «Το ΚΚΕ στον ιταλοελληνικό πόλεμο 1940–41» δεν αποτελεί μονάχα πλούσια συνεισφορά στην ιστορική έρευνα, ούτε μόνο ένα ενδιαφέρον πόνημα για ακαδημαϊκές συζητήσεις. Αποτελεί πηγή διδαγμάτων για το παρόν και το μέλλον του εργατικού-λαϊκού κινήματος.
Όπως σημειώνεται στο βιβλιο, «η προσέγγιση από το ΚΚΕ της ιστορίας του και συνολικά της ιστορίας του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος αντιμάχεται το μηδενισμό και τη λαθολογία που μετέρχεται ο ταξικός εχθρός και οι οπορτουνιστές. Ταυτόχρονα, αντιμάχεται και τον οπορτουνιστικό εξωραϊσμό που συνοδεύεται από αδυναμία και άρνηση εξαγωγής διδαγμάτων, χαρακτηριστικά που εκ των πραγμάτων επίσης βοηθούν τον ταξικό εχθρό».
Στην προσπάθεια αυτήν του ΚΚΕ, για την επιστημονική προσέγγιση της ιστορίας του και την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων, το βιβλίο αυτό του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ έχει σημαντική συμβολή. Και, γι’ αυτό, πέρα απ’ τους κομμουνιστές, τα μέλη και τους φίλους του Κόμματος, αξίζει να διαβαστεί και να μελετηθεί απ’ όσους ενδιαφέρονται ειλικρινά για την ιστορική αλήθεια και την άντληση διδαγμάτων ως καταστάλαγμα συγκεκριμένων επιλογών και πράξεων στο διάβα της ταξικής πάλης.
Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, «Το ΚΚΕ στον ιταλοελληνικό πόλεμο 1940–41», Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα.
Αλήθειες και ψέματα για το λιμό στην Ουκρανία, Νίκος Μόττας