Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Το κουκλόσπιτο» του Χένρικ Ίψεν

KouklΧΕΝΡΙΚ ΙΨΕΝ

Το κου­κλό­σπι­το

Μετά­φρα­ση-δια­σκευή: Γιώρ­γος Σκεύας

Σελ.: 144 τιμή: 8,48 ευρώ

ISBN: 978–618-5191–17‑7

Κάπα Εκδο­τι­κή

Σχε­δόν εκα­τόν σαρά­ντα χρό­νια μετά τη συγ­γρα­φή του (1879), Το κου­κλό­σπι­το του Χέν­ρικ Ίψεν μάς καλεί να ακο­λου­θή­σου­με ξανά την εμβλη­μα­τι­κή Νόρα, την πρώ­τη χει­ρα­φε­τη­μέ­νη γυναί­κα που ανέ­βη­κε στη θεα­τρι­κή σκη­νή σκαν­δα­λί­ζο­ντας τα ευρω­παϊ­κά ήθη, στο ταξί­δι της προς την αυτο­γνω­σία.  Η απα­ρά­μιλ­λη ποι­η­τι­κό­τη­τα της ιψε­νι­κής θεα­τρι­κής γρα­φής, σε συν­δυα­σμό με τη διεισ­δυ­τι­κό­τη­τα της αντι­με­τώ­πι­σης όχι μόνο του κοι­νω­νι­κού ζητή­μα­τος των δικαιω­μά­των της γυναί­κας, αλλά πρω­τί­στως της ίδιας της ανθρώ­πι­νης ύπαρ­ξης,  δια­τη­ρούν την επί­δρα­ση του θεα­τρι­κού αυτού έργου αναλ­λοί­ω­τη στο πέρα­σμα του χρόνου.

 Το κου­κλό­σπι­το είναι η ιστο­ρία μιας γυναί­κας που ξαφ­νι­κά ξυπνά και βλέ­πει την πραγ­μα­τι­κή οικο­γε­νεια­κή της κατά­στα­ση, βλέ­πει το «ζωτι­κό ψεύ­δος», πάνω στο οποίο βάσι­σε τη ζωή της. Παντρεύ­τη­κε και έκα­νε παι­διά με έναν «άγνω­στο», κάποιον που πάντα τη μετα­χει­ρι­ζό­ταν σαν παι­δί και τη θεω­ρού­σε κτή­μα του. Γι’ αυτόν τον λόγο παραι­τεί­ται από την παλιά ζωή της και την κίβδη­λη υπό­στα­ση του «κου­κλό­σπι­τού» της. Νιώ­θει ότι πρέ­πει να βγει έξω στον πραγ­μα­τι­κό κόσμο. Εκεί θα κάνει το πρώ­το βήμα σε έναν κόσμο δια­φο­ρε­τι­κό, πιο σκλη­ρό και πιο μονα­χι­κό – αλλά έναν κόσμο που θα της δίνει ελπί­δα για κάτι καλύ­τε­ρο. Σχο­λιά­ζο­ντας την κατά­στα­σή της σε επι­στο­λή του, ο Ίψεν σημειώ­νει: «Η στιγ­μή που αφή­νει το σπί­τι της είναι η στιγ­μή που αρχί­ζει η ζωή της… Σ’ αυτό το έργο υπάρ­χει ένα μεγά­λο, ενή­λι­κο παι­δί, η Νόρα, που πρέ­πει να βγει έξω στη ζωή να ανα­κα­λύ­ψει τον εαυ­τό της».

Γρά­φει ο Γιώρ­γος Σκεύ­ας: «Μελέ­τη­σα, όσο το δυνα­τόν περισ­σό­τε­ρο, τη δομή του έργου και τον τρό­πο που ο συγ­γρα­φέ­ας χρη­σι­μο­ποιεί τις λέξεις και τον λόγο για να οδη­γη­θεί σε ένα είδος ποι­η­τι­κής σύν­θε­σης, παρό­λο που έγρα­φε σε ελεύ­θε­ρη πρό­ζα. […] Πολ­λές φρά­σεις και νοή­μα­τα επα­να­λαμ­βά­νο­νται μέσα στη ροή της αφή­γη­σης από δια­φο­ρε­τι­κά πρό­σω­πα, δημιουρ­γώ­ντας μου­σι­κά μοτί­βα, τα οποία ενί­σχυ­σα και “φανέ­ρω­σα” στον βαθ­μό που μπο­ρού­σα. Ήθε­λα η γλώσ­σα να είναι άμε­σα ανα­γνω­ρί­σι­μη από τον σημε­ρι­νό ανα­γνώ­στη-θεα­τή, σαφής και ακρι­βής, δια­τη­ρώ­ντας παράλ­λη­λα μια αίσθη­ση της επο­χής που γρά­φτη­κε το έργο».

Η  μετά­φρα­ση-δια­σκευή πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε για την παρά­στα­ση Το κου­κλό­σπι­το, η οποία παρου­σιά­ζε­ται στο Θέα­τρο Οδού Κυκλάδων-«Λευτέρης Βογια­τζής» σε σκη­νο­θε­σία Γ. Σκεύα έως τις 26 Απριλίου.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο