Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Το να μην είσαι κομμουνιστής είναι ανθρώπινο. Το να είσαι όμως αντικομμουνιστής είναι απάνθρωπο»

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας //

Η εντυ­πω­σια­κή Πρω­το­μα­γιά­τι­κη συγκέ­ντρω­ση του ΠΑΜΕ και των ταξι­κών συν­δι­κά­των στην πλα­τεία Συντάγ­μα­τος ανά­γκα­σε τους αρου­ραί­ους του αντι­κομ­μου­νι­σμού να βγουν ξανά απ’ τις τρύ­πες τους. 

Από τα ναζι­στι­κά απο­βρά­σμα­τα της Χρυ­σής Αυγής μέχρι τη «ναυαρ­χί­δα» του αστι­κού Τύπου «Καθη­με­ρι­νή» και από τις φυλ­λά­δες του ακρο­δε­ξιού περι­θω­ρί­ου μέχρι βου­λευ­τές της ΝΔ (Κ. Μπο­γδά­νος, Σ. Σιμό­που­λος, κλπ), ένα ετε­ρό­κλη­το τσούρ­μο με κοι­νό παρα­νο­μα­στή τον αντι­κομ­μου­νι­σμό βγή­κε να δια­λα­λή­σει την βαθιά, ανί­α­τη ιδε­ο­λο­γι­κή του απέ­χθεια απέ­να­ντι σε ότι θυμί­ζει ταξι­κή πάλη, εργα­τι­κή τάξη και σοσιαλισμό. 

Επι­βε­βαιώ­θη­κε, για άλλη μια φορά, πως η δρά­ση των κομ­μου­νι­στών, του οργα­νω­μέ­νου εργα­τι­κού-λαϊ­κού κινή­μα­τος, κατα­φέρ­νει και ενώ­νει φιλε­λεύ­θε­ρους και πατε­ντα­ρι­σμέ­νους Ναζί, κεντρώ­ους και ακρο­δε­ξιούς, «έγκρι­τους» αστούς σχο­λια­στές και χου­ντι­κές σκου­πι­δο­φυλ­λά­δες. Μπρο­στά στη θέα του σφυ­ρο­δρέ­πα­νου παρα­με­ρί­ζε­ται κάθε δια­φο­ρά, διό­τι αυτό που προ­έ­χει είναι η υπε­ρά­σπι­ση των «ιερών και όσιων» της αστι­κής εξουσίας. 

Στο πλαί­σιο αυτό, ο αντι­κομ­μου­νι­σμός εμφα­νί­ζε­ται σε διά­φο­ρες εκδοχές:

— Υπάρ­χει, για παρά­δειγ­μα, ο ραφι­να­ρι­σμέ­νος αντι­κομ­μου­νι­σμός της «Καθη­με­ρι­νής» και των μεγα­λό­σχη­μων αρθρο­γρά­φων της. Οι οποί­οι βέβαια «μεγα­λό­σχη­μοι» (βλέ­πε Τ. Θεο­δω­ρό­που­λος), πάνω στον αντι­κομ­μου­νι­στι­κό τους οίστρο, απο­δει­κνύ­ουν πως έχουν μαύ­ρα μεσά­νυ­χτα για την προ­έ­λευ­ση του συν­θή­μα­τος «σοσια­λι­σμός ή βαρβαρότητα».

(Ας ενη­μέ­ρω­σει κάποιος τον αρθρο­γρά­φο της «Καθη­με­ρι­νής» ότι το σύν­θη­μα «σοσια­λι­σμός ή βαρ­βα­ρό­τη­τα» απο­δό­θη­κε από τη Ρόζα Λού­ξε­μπουργκ στον Φρ. Ένγκελς («Μπρο­σού­ρα Τζού­νιους», 1915). Σε άλλες περι­πτώ­σεις απο­δί­δε­ται στο θεω­ρη­τι­κό της γερ­μα­νι­κής σοσιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας Κ.Καουτσκι. Σε κάθε περί­πτω­ση, το σύν­θη­μα προ­ϋ­πήρ­χε αρκε­τές δεκα­ε­τί­ες πριν το καπη­λευ­τεί ο Καστο­ριά­δης και η ομά­δα του στο Παρίσι).

— Υπάρ­χει, επί­σης, ο αντι­κομ­μου­νι­σμός «με το κον­σερ­βο­κού­τι», ο υστε­ρι­κός αντι­κομ­μου­νι­σμός των εγκλη­μα­τιών Ναζί της Χρυ­σής Αυγής, του Λαγού, των «Βελό­που­λων», των «Τζή­με­ρων», των φασι­στο­φυλ­λά­δων τύπου Μακε­λειό, Στό­χος, κλπ. 

— Υπάρ­χει ασφα­λώς και ο αντι­κομ­μου­νι­σμός των ηλι­θί­ων, όπως του γνω­στού παλαί­μα­χου ποδο­σφαι­ρι­στή ή, παλαιό­τε­ρα, της ευρω­βου­λευ­τή του ΠΑΣΟΚ που δια­λα­λού­σε πως οι «κομ­μου­νι­στές» της είχαν σκο­τώ­σει τον παππού.

syntagma pame

Όλους αυτούς δεν τους πήρε ο πόνος για τα «μέτρα προ­στα­σί­ας», ούτε για το αν τηρή­θη­κε ή μη η νομι­μό­τη­τα στην περί­πτω­ση της Πρω­το­μα­γιά­τι­κης συγκέ­ντρω­σης. Τους ενό­χλη­σε ο συμ­βο­λι­σμός της εκδή­λω­σης. Ενο­χλή­θη­καν από το γεγο­νός ότι το ΠΑΜΕ, τηρώ­ντας πλή­ρως όλα τα μέτρα προ­στα­σί­ας, κατά­φε­ρε να τιμή­σει την Εργα­τι­κή Πρω­το­μα­γιά θυμί­ζο­ντας πως τα δικαιώ­μα­τα των εργα­ζό­με­νων δεν πρό­κει­ται να μπουν σε «καρα­ντί­να».

Το πρό­βλη­μα, λοι­πόν, όλων όσων έστα­ξαν αντι­κομ­μου­νι­στι­κή χολή με αφορ­μή την συγκέ­ντρω­ση της 1η Μάη είναι το μίσος τους για τους εργα­τι­κούς-ταξι­κούς αγώ­νες. Το ότι παθαί­νουν ανα­φυ­λα­ξία και βγά­ζουν «φλύ­κται­νες» όταν έρχο­νται αντι­μέ­τω­ποι με την πρω­το­πό­ρα δρά­ση των κομ­μου­νι­στών, του ταξι­κού συν­δι­κα­λι­στι­κού κινή­μα­τος, των εργα­ζό­με­νων που αμφι­σβη­τούν το βάρ­βα­ρο σύστη­μα της εκμετάλλευσης. 

Τίθε­ται, ωστό­σο, ένα εύλο­γο ερώ­τη­μα: Αφού, όπως ισχυ­ρί­ζο­νται, ο μαρ­ξι­σμός-λενι­νι­σμός «έχει χρε­ο­κο­πή­σει», αφού το ΚΚΕ είναι φορέ­ας «ταρι­χευ­μέ­νων ιδε­ών» που δεν έχουν μέλ­λον, αφού ο καπι­τα­λι­σμός είναι ο αδια­φι­λο­νί­κη­τος κυρί­αρ­χος, τότε για­τί σπα­τα­λούν τόσο μελά­νι, για­τί χύνουν τόσο δηλη­τή­ριο, απέ­να­ντι σε κάτι που είναι ξεπε­ρα­σμέ­νο και ακίν­δυ­νο; Τι φοβούνται;

Η απά­ντη­ση είναι ξεκά­θα­ρη. Πυρο­βο­λούν το παρελ­θόν και το παρόν, στο­χεύ­ο­ντας το μέλ­λον. Γνω­ρί­ζουν πολύ καλά ότι την ιστο­ρία τη γρά­φουν με την πάλη τους οι λαοί. Ξέρουν ότι ο τρο­χός της ιστο­ρί­ας γυρί­ζει και πως το σάπιο καπι­τα­λι­στι­κό σύστη­μα που υπε­ρα­σπί­ζο­νται – αυτό που γεν­νά τη φτώ­χεια, την ανερ­γία, την εκμε­τάλ­λευ­ση, το φασι­σμό, τους πολέ­μους – δεν έχει κανέ­να μέλλον. 

Πέρα­σαν 172 χρό­νια από τότε που οι Μαρξ και Ένγκελς κατήγ­γει­λαν, μέσα από το Μανι­φέ­στο του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος, την συστρά­τευ­ση όλων των αντι­δρα­στι­κών δυνά­με­ων σε ιερό πόλε­μο ενά­ντια στον κομ­μου­νι­σμό. Σήμε­ρα, ο «ιερός πόλε­μος» της αστι­κής τάξης συνε­χί­ζε­ται με ακό­μη μεγα­λύ­τε­ρη μανία. Μόνο που πλέ­ον οι εργα­ζό­με­νοι, οι λαοί, έχουν μπό­λι­κη πεί­ρα ώστε να γνω­ρί­ζουν την απαν­θρω­πιά, την σαπί­λα και τη βαρ­βα­ρό­τη­τα που κρύ­βει μέσα του ο αντικομμουνισμός. 

Ή, όπως το έθε­σε μονα­δι­κά ο Α. Αντω­νό­που­λος στο βιβλίο του «Οι επι­βά­τες του φεγ­γα­ριού»: «Το να μην είναι κανείς κομ­μου­νι­στής είναι ανθρώ­πι­νο. Το να είναι όμως κανείς αντι­κομ­μου­νι­στής είναι απάνθρωπο».

Νίκος Μόττας Γεννήθηκε το 1984 στη Θεσσαλονίκη. Είναι υποψήφιος διδάκτορας (Phd) Πολιτικής Επιστήμης, Διεθνών Σχέσεων και Ιστορίας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου και είναι κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων (Master of Arts) στις διπλωματικές σπουδές (Παρίσι) και στις διεθνείς διπλωματικές σχέσεις (Πανεπιστήμιο Τελ Αβίβ). Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνόφωνα και ξενόγλωσσα μέσα.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο