Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Το ποδαρικό»

Γρά­φει ο Χρή­στος Α. Τού­μπου­ρος //

«Η καλή μέρα φαί­νε­ται από την αρχή». Αυτό ορί­ζει η παροι­μία. Και γι’ αυτό ευχό­μα­στε «καλή βδο­μά­δα», «καλό μήνα» και «καλό χρόνο».

Το μήνυ­μα της αλλα­γής του χρό­νου γινό­ταν με την εθι­μι­κή κίνη­ση ‑πρώ­τη χρο­νι­κής- που ονο­μά­ζου­με «ποδα­ρι­κό». Ένα πρό­σω­πο συγ­γε­νι­κής ή φιλι­κής προ­έ­λευ­σης, μικρής οπωσ­δή­πο­τε ηλι­κί­ας έπρε­πε πρωί, μπο­νό­ρα, της Πρω­το­χρο­νιάς να είναι ο πρώ­τος επι­σκέ­πτης του σπι­τιού. Μετα­φο­ρέ­ας ευτυ­χί­ας και προ­κο­πής για όλη τη χρο­νιά. Όσο πιο νέος στην ηλι­κία ήταν ο επι­σκέ­πτης, τόσο καλύ­τε­ρα. «Δεν θα βάλου­με μέσα στο σπίτ’ πρωτοχρονιάτ(ι)κα κανέ­ναν σιαϊ­τάν’. Κούτσ(ι)κο παι­δάκ’ θέλου­με. Καλό­καρ­δο και καλό­τυ­χο». Ο πρώ­τος όρος. Παι­δί, μέλος της οικο­γέ­νειας ή στε­νής συγ­γέ­νειας ή ακό­μη και φιλι­κής προ­έ­λευ­σης. Το παι­δί της οικο­γέ­νειας ‑αυστη­ρά αγό­ρι- έβγαι­νε για λίγο έξω, καθό­ταν κανέ­να μισά­ω­ρο λίγο μακριά από την αυλή, έκα­νε δεν έκα­νε κρύο, δεν είχε σημα­σία, και μετά ερχό­ταν στο σπί­τι για «το ποδαρικό».

Ο δεύ­τε­ρος όρος της όλης τελε­τής ήταν να μπει με το δεξί. Απα­ρέ­γκλι­τη η εφαρ­μο­γή του όρου αυτού. Από το μακρύ­τα­το παρελ­θόν η δεξιά πλευ­ρά θεω­ρού­νταν η καλή, η δημιουρ­γι­κή, η πλευ­ρά που φέρ­νει την ευτυ­χία, την προ­κο­πή και την ομα­λή συνέ­χεια. Η αρι­στε­ρή ήταν η κατα­στρο­φι­κή, «η δια­ο­λε­μέν’», η ολέ­θρια. «Μην μπει μέσα με τ’ αρι­στε­ρό. Θα γεμί­σου­με όλο το χρό­νο σαϊ­τά­νη­δες», ήταν η αγω­νία της για­γιάς μου. «Βάλε καλά την μπλα­μού­τσα σου, θέλ’ καλό πάτ(η)μα». Και απί­κου εκεί παρα­κο­λου­θού­σε την κίνη­ση των ποδιών. Πρώ­τα το δεξί να πατή­σει καλά και μετά το αριστερό.

Ήταν χρο­νιά που εργο­λα­βι­κά είχα ανα­λά­βει να κάνω ποδα­ρι­κό σε τρία σπί­τια! Η για­γιά μου, όταν το άκου­σε αρνή­θη­κε. Τρία είναι γρου­σου­ζιά. Είναι μονός αριθ­μός. Θέλου­με ζυγό. Τη λύση έδω­σε ο παπ­πούς. «Θα ξυπνή­σεις πολύ πρωί και θα κάνεις σε μας ποδα­ρι­κό και μετά θα πας στη δου­λειά σου». Έτσι ακρι­βώς μου είπε. Η για­γιά κατ’ οικο­νο­μία το δέχτη­κε. Αυτό έκα­να και είναι αλή­θεια πως εκεί­νη τη χρο­νιά εξοι­κο­νό­μη­σα σοβα­ρό χαρ­τζι­λί­κι. Λει­τούρ­γη­σα επαγ­γελ­μα­τι­κά. Έλε­γα καλη­μέ­ρα και μόλις μου έδι­ναν το χαρ­τζι­λί­κι έφευ­γα. «Είχα απλω­μέ­νο τρα­χα­νά». Με περί­με­ναν… «Μην πάει κανέ­νας σκελ’σμένος και χαθεί το γούρ’». Εμέ­να άλλο με ενδιέ­φε­ρε. Μην πάει κανείς άλλος κατά τύχη και χάσω εγώ το χαρ­τζι­λί­κι. Αυτά έχει το εμπόριο…

Στο ένα σπί­τι προ­σπά­θη­σαν να με βάλουν να πατή­σω ένα σίδε­ρο. «Είναι έθι­μο» είπαν για να είναι όλοι στο σπί­τι γεροί και σιδε­ρέ­νιοι. Δεν το πάτη­σα το σίδε­ρο. Με είχε ορμη­νέ­ψει η για­γιά μου. Μόνο στο δικό μας σπί­τι θα πατή­σεις σίδε­ρο μου είπε με επι­τα­κτι­κό τρό­πο. Στην παρα­τή­ρη­ση του παπ­πού «άσε το παι­δί να πατή­σει κι αλλού το σίδε­ρο» έγι­νε το έλα να δεις. «Να μοι­ράσ’ το παι­δί σ’ όλους την υγειά τ’. Σαν να καφου­κού­τια­σες μου φαί­νε­ται». Πήδη­σα από πάνω από το σίδε­ρο. Το δέχτη­καν και αυτό. «Τι να το πηδή­σεις, τι να το πατήσεις.Το ίδιο ακρι­βώς είναι.Μπήκε το σίδε­ρο για τα καλά στο σπίτ’ όλο το χρόνο».

Σήμε­ρα το έθι­μο αυτό, «Το ποδα­ρι­κό» στην ουσία τηρεί­ται. Όλοι περι­μέ­νουν τις πρώ­τες χρο­νιά­τι­κες ευχές, αλλά με δια­φο­ρε­τι­κό τρό­πο. Μερί­μνη­σε η τεχνο­λο­γία. Τηλέ­φω­νο, δια­δί­κτυο κλπ. Λει­τουρ­γού­με στο γενι­κό­τε­ρο πνεύ­μα «και οι άνθρω­ποι ούτε βλέ­πο­νται κι ούτε χαι­ρε­τιού­νται και αντίς για δέντρα έχουν κεραί­ες τηλεοράσεων».

Πάντως όλοι μας περι­μέ­νου­με να ακού­σου­με «Καλή εβδο­μά­δα», «Καλό μήνα», «Καλή Χρονιά».

_______________________________________________________________________

toumpourosΟ Χρήστος Α.Τούμπουρος γεννήθηκε στην Άγναντα Άρτας (Τζουμέρκα). Εκεί τελείωσε το Γυμνάσιο και ακολούθως σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Έγραψε τέσσερα βιβλία: «Αγναντίτικα Λιχνίσματα», «Το Γυμνάσιο Αγνάντων ο Πνευματικός Φάρος των Τζουμέρκων», «Με την Ηπειρώτικη λαλιά» και «Τραγουδώντας την ξενιτιά», καθώς και εννέα θεατρικά έργα με περιεχόμενο που αφορά τη ζωή στην Ήπειρο.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο