Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Το ποδόσφαιρο στα χρόνια του πολέμου — Ξεχασμένοι αλλά όχι λησμονημένοι…

Τους αθλη­τές που υπε­ρα­σπί­στη­καν την ελευ­θε­ρία και εδα­φι­κή ακε­ραιό­τη­τα της Ελλά­δας στα βου­νά της Αλβα­νί­ας ή έπε­σαν φυλάσ­σο­ντας Θερ­μο­πύ­λες κατά τη διάρ­κεια της κατο­χής, τίμη­σε το βρά­δυ της Τρί­της το «Επί­σκυ­ρον», σε εκδή­λω­ση που οργά­νω­σε σε αίθου­σα που ευγε­νώς παρα­χώ­ρη­σε ο Α.Σ. Απόλ­λων Σμύρ­νης στο γήπε­δο της Ριζού­πο­λης, με θέμα «το ποδό­σφαι­ρο στον Πόλε­μο του 1940 και στην κατοχή».

Στις χρυ­σές σελί­δες που έγρα­ψαν με το αίμα τους οι έλλη­νες αθλη­τές και ποδο­σφαι­ρι­στές στα βου­νά της Αλβα­νί­ας και στην αντί­στα­ση ενα­ντί­ων των κατα­κτη­τών που ακο­λού­θη­σε μέχρι την απε­λευ­θέ­ρω­ση, ανα­φέρ­θη­καν οι ομι­λη­τές δημο­σιο­γρά­φοι Νάσος Μπρά­τσος και Γιάν­νης Γεωρ­γά­κης, υπο­γραμ­μί­ζο­ντας μετα­ξύ άλλων.

Όταν στις τρεις τα ξημε­ρώ­μα­τα της 28ης Οκτω­βρί­ου 1940 ο πρέ­σβης της Ιτα­λί­ας παρέ­δω­σε τελε­σί­γρα­φο παρά­δο­σης στον Έλλη­να πρω­θυ­πουρ­γό, η αθλη­τι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα πάγω­σε ανά την επι­κρά­τεια. Η υπε­ρά­σπι­ση της πατρί­δας και της ελευ­θε­ρί­ας καλού­σε τα νιά­τα της Ελλά­δας να απο­δεί­ξουν τις ικα­νό­τη­τές τους στα πεδία των μαχών. Ο αγώ­νας τους υπήρ­ξε ηρω­ι­κός, αλλά απο­δεί­χτη­κε άνι­σος από τη στιγ­μή που τα γερ­μα­νι­κά στρα­τεύ­μα­τα έσπευ­σαν να βοη­θή­σουν τους Ιταλούς.

Ουκ ολί­γοι αθλη­τές δεν επέ­στρε­ψαν από το μέτω­πο. Ακό­μη περισ­σό­τε­ροι επέ­στρε­ψαν τραυ­μα­τί­ες, πει­να­σμέ­νοι και εξου­θε­νω­μέ­νοι. Στα βου­νά της Αλβα­νί­ας πολέ­μη­σαν ο επι­θε­τι­κός του Πανα­θη­ναϊ­κού Μίμης Πιερ­ρά­κος, ο τερ­μα­το­φύ­λα­κας του Ολυ­μπια­κού Αχιλ­λέ­ας Γραμ­μα­τι­κό­που­λος, οι ποδο­σφαι­ρι­στές του ΠΑΟΚ, Νίκος Σωτη­ριά­δης και Γιώρ­γος Βατί­κης, ο οπι­σθο­φύ­λα­κας του Εθνι­κού Πει­ραιά, Μήτσος Αϊντού­κο­βιτς. Εκτός του Γραμ­μα­τι­κό­που­λου, οι υπό­λοι­ποι δεν επέ­στρε­ψαν από το μέτωπο.

Δεν υπήρ­χε αθλη­τι­κός σύλ­λο­γος της επο­χής χωρίς ήρω­ες. Είναι ο φόρος που πλη­ρώ­νε­ται με νεα­νι­κές ψυχές σε κάθε πόλε­μο. Ο Ολυ­μπια­κός Βόλου έχα­σε τους Μαλα­βέ­τα, Σωτη­ρί­ου, Μαυ­ρα­τζού­λη, η Κέρ­κυ­ρα τον Κάντα­ρο, η Θήβα τους Αφρά­τη, Καθε­νιώ­τη, Παπα­δη­μη­τρί­ου, η Προ­πο­ντί­δα τους Μπουρ­νο­βα­λή, Βερ­νέ­ζο, ο Παναι­τω­λι­κός τους Καμ­ζέ­λη, Αλε­ξά, ο Ηρα­κλής τον Χατζη­τσί­ρο και αργό­τε­ρα τον σαμπο­τέρ Γιώρ­γη Ιβανόφ.

Αμέ­τρη­τες δεκά­δες οι αθλη­τές που επέ­στρε­ψαν τραυ­μα­τί­ες από το μέτω­πο. Οι Παπα­ντω­νί­ου, Ξένος, Απο­στο­λί­δης, Κοντο­γιάν­νης του Πανα­θη­ναϊ­κού, ο Καζαν­τζό­γλου του Αττι­κού, ο Μακρά­κης του Εθνι­κού, οι Χατζη­σταυ­ρί­δης, Βαβά­νης της ΑΕΚ, οι Γρη­γο­ρά­κος και Λ. Ανδρια­νό­που­λος του Ολυμπιακού.

Η ΕΠΟ και ο ΣΕΓΑΣ στην αρμο­διό­τη­τα των οποί­ων υπά­γο­νταν τότε το σύνο­λο των αθλη­μά­των, έβα­λαν λου­κέ­το τον Απρί­λιο του 1941 που οι ορδές του Χίτλερ εισέ­βα­λαν στη χώρα. Το κρά­τος αρω­γός στους θριάμ­βους, την κρί­σι­μη στιγ­μή εξα­φα­νί­στη­κε. Οι τραυ­μα­τι­σμέ­νοι και οι ασθε­νείς αθλη­τές, αφέ­θη­καν στη μοί­ρα τους. Η πεί­να και η φυμα­τί­ω­ση θέρι­ζαν. Αθλη­τές έβγα­ζαν στο σφυ­ρί τα έπα­θλά τους για ένα κομ­μά­τι ψωμί.

Κι ενώ η επί­ση­μη κρα­τι­κή πολι­τι­κή ήταν «ο σώζων εαυ­τόν σωθή­τω», κορυ­φαί­οι πρω­τα­θλη­τές με τερά­στιες δια­κρί­σεις σε βαλ­κα­νι­κούς και εθνι­κούς αγώ­νες, ανέ­λα­βαν την ευθύ­νη να κρα­τή­σουν ζωντα­νούς τους συνα­θλη­τές τους και να ανε­βά­σουν το φρό­νη­μα του λαού για αντί­στα­ση, ιδρύ­ο­ντας την «Ένω­ση Ελλή­νων Αθλητών».

Πρό­ε­δρος της Ε.Ε.Α. εξε­λέ­γη ο Ρένος Φρα­γκού­δης, αντι­πρό­ε­δρος ο Γρη­γό­ρης Λαμπρά­κης, γενι­κός γραμ­μα­τέ­ας ο Ηλί­ας Μισαη­λί­δης, μέλη του Δ.Σ. οι Θάνος, Παλα­μιώ­της, Βελ­κό­που­λος, Μαρι­νά­κης, Μαυ­ρα­πό­στο­λος, Χέλ­μης, Δαλιά­νης και η ζωή ξανάρ­χι­σε. Οι διά­φο­ρες επι­τρο­πές που δημιουρ­γή­θη­καν πλαι­σιώ­θη­καν από κορυ­φαί­ους ποδο­σφαι­ρι­στές και αθλη­τές της επο­χής όπως οι Συμε­ω­νί­δης, Χατση­σταυ­ρί­δης, Μαρό­που­λος, Τζα­νε­τής, Ζερ­βί­νης, Στε­φα­νά­κης, Τερ­ζό­που­λος, Μπί­ρης, Πετμε­ζάς, Καμπα­φλής, Στα­μα­τό­που­λος, Μαστρογιάννης,΄Οικονόμου, Κρη­τι­κός, Ελευ­θε­ριά­δης, Λυμπερόπουλος…

Με έδρα αρχι­κά το Πανα­θη­ναϊ­κό Στά­διο και στη συνέ­χεια το ζαχα­ρο­πλα­στείο Σκυ­λο­γιάν­νη στη δια­σταύ­ρω­ση των οδών Μπε­νά­κη και Σόλω­νος, η Ε.Ε.Α. έδω­σε τον δικό της αγώ­να. Οργά­νω­σε δεκά­δες δρα­στη­ριό­τη­τες όλων των αθλη­μά­των αλλά και πολι­τι­στι­κές εκδη­λώ­σεις με τη συμ­με­το­χή καλ­λι­τε­χνών όπως η Βέμπο, η Νέζερ, η Βασι­λειά­δου, ο Τραϊ­φό­ρος, ο Κων­στα­ντά­ρας, η Ρένα Ντορ, ο Αυλω­νί­της, ο Καμπά­νης, ο Κυρια­κός. Όλα τα έσο­δα πήγαι­ναν για συσ­σί­τια και την ενί­σχυ­ση αθλητών.

Η επι­τρο­πή ποδο­σφαί­ρου της Ε.Ε.Α., την άνοι­ξη του 1942 απο­φά­σι­σε τη διε­ξα­γω­γή αγώ­να ανά­με­σα στον Πανα­θη­ναϊ­κό και την ΑΕΚ στο γήπε­δο της λεω­φό­ρου Αλε­ξάν­δρας. Ο κόσμος είχε χρό­νια να δει τα λαϊ­κά του ινδάλ­μα­τα και γέμι­σε ασφυ­κτι­κά το γήπε­δο. Πριν την έναρ­ξη του αγώ­να, επι­τρο­πή απο­τε­λού­με­νη από τους Μαρό­που­λο, Τζα­νε­τή της ΑΕΚ και Κρη­τι­κό του Πανα­θη­ναϊ­κού, επι­σκέ­φτη­κε τον πρό­ε­δρο του Πανα­θη­ναϊ­κού Από­στο­λο Νικο­λα­ΐ­δη διεκ­δι­κώ­ντας ποσο­στό από τις εισπρά­ξεις για τους φυμα­τι­κούς αθλη­τές που ανάρ­ρω­ναν στη Σωτη­ρία. Η άρνη­ση συνο­δεύ­τη­κε από την είδη­ση ότι τον αγώ­να θα διευ­θύ­νει αυστρια­κός αξιω­μα­τι­κός των δυνά­με­ων κατο­χής. Οι ποδο­σφαι­ρι­στές των δύο ομά­δων δεν δέχτη­καν να αγω­νι­στούν υπό αυτές τι συν­θή­κες και ενη­μέ­ρω­σαν τους φιλά­θλους. Η οργή ξεχεί­λι­σε και μετα­τρά­πη­κε σε αντι­φα­σι­στι­κή δια­δή­λω­ση η οποία έφτα­σε μέχρι στην Ομό­νοια όπου δια­λύ­θη­κε με την εμφά­νι­ση των δυνά­με­ων κατοχής.

Δεκά­δες οι ποδο­σφαι­ρι­στές που αντι­στά­θη­καν στον κατα­κτη­τή και θυσιά­στη­καν για την ελευ­θε­ρία και ανε­ξαρ­τη­σία της πατρί­δας. Ο Σπύ­ρος Κοντού­λης της ΑΕΚ γαζώ­θη­κε από τους Γερ­μα­νούς όταν πήδη­ξε από το καμιό­νι που τον πήγαι­νε για εκτέ­λε­ση στο θυσια­στή­ριο της Και­σα­ρια­νής. Ο Σπύ­ρος Υπο­φά­ντης του Πανα­θη­ναϊ­κού έχα­σε το αρι­στε­ρό του πόδι από όλμο που έσκα­σε κοντά στο σπί­τι του σκο­τώ­νο­ντας την αδερ­φή, τον γαμπρό και τον ανι­ψιό του. Ο πρό­ε­δρος του Άρη Μάν­θος Ματ­θαί­ου έπε­σε νεκρός στον πρώ­το βομ­βαρ­δι­σμό της Θεσ­σα­λο­νί­κης από τους Γερ­μα­νούς. Κι ο Νίκος Γόδας του Ολυ­μπια­κού με τον Ανδρέα Μου­ρά­τη της Προ­ο­δευ­τι­κής, υπε­ρα­σπί­στη­καν με το τάγ­μα του ΕΛΑΣ το εργο­στά­σιο της Ηλε­κτρι­κής στο Κερα­τσί­νι, που σχε­δί­α­ζαν να ανα­τι­νά­ξουν οι Γερ­μα­νοί κατά την υποχώρηση.

Αθλη­τι­σμός και φασι­σμός είναι έννοιες ασυμ­βί­βα­στες. Αθλη­τι­σμός σημαί­νει ισό­τη­τα, ευγε­νι­κή άμιλ­λα, ειρη­νι­κή συνύ­παρ­ξη, ενό­τη­τα. Ο φασι­σμός ανα­ζη­τά­ει αφορ­μή για να δια­χω­ρί­σει λαούς και ανθρώ­πους ανά­λο­γα με τη φυλή, το χρώ­μα, τις ιδέ­ες, τη μόρ­φω­ση, το πορ­το­φό­λι. Ο φασι­σμός έκο­ψε το νήμα της ζωής χιλιά­δων αθλη­τών, στέ­ρη­σε από την αθλη­τι­κή οικο­γέ­νεια δύο Ολυ­μπια­κούς Αγώ­νες, δύο παγκό­σμια πρω­τα­θλή­μα­τα ποδο­σφαί­ρου και εκα­το­ντά­δες εθνι­κά πρω­τα­θλή­μα­τα όλων των αθλημάτων.

Οι ήρω­ες του 1940–1945 που έδω­σαν τη ζωή τους για ιδα­νι­κά και ελευ­θε­ρία, μπο­ρεί να λησμο­νή­θη­καν από τους αρμό­διους φορείς, αλλά δεν ξεχά­στη­καν. «Είναι ευτυ­χής όποιος μελέ­τη­σε την ιστο­ρία , για­τί αυτός ούτε τους πολί­τες παρα­κι­νεί στην κατα­στρο­φή, ούτε ο ίδιος γίνε­ται άδι­κος», έγρα­ψε ο Ευρυπίδης.

Την εκδή­λω­ση που συντό­νι­σε ο επι­κε­φα­λής του «Επί­σκυ­ρον» Νίκος Μάλ­λια­ρης, τίμη­σαν με την παρου­σία τους ο πρό­ε­δρος του ερα­σι­τέ­χνη Απόλ­λω­να Σμύρ­νης Πανα­γιώ­της Κατα­βέ­λος, τα μέλη του Δ.Σ. Μιχα­ήλ Τσά­λιος, Κων­στα­ντί­νος Χαρα­λα­μπί­δης, Σπύ­ρος Νίν­τζης, Μάνος Δημη­τρί­ου, Βαγ­γέ­λης Ζαρ­δής, Βαγ­γέ­λης Λαμπρι­νός, Πόλυς Αφρου­δά­κης, οι βετε­ρά­νοι ποδο­σφαι­ρι­στές του συλ­λό­γου Μάριος Σκού­ρας, Κώστας Βρετ­τός, Βασί­λης Μαστρα­κού­λης, Κώστας Παπα­γε­ωρ­γί­ου, Χρή­στος Αρδί­ζο­γλου, Νίκος Σιμι­γδα­λάς, Νίκος Βενε­δί­κης, Γιάν­νης Γεωρ­γά­ρας, ο πρό­ε­δρος του Δ.Σ του δήμου Αθη­ναί­ων Χρή­στος Τεντό­μας, η αντι­δή­μαρ­χος Ν. Ιωνί­ας Γκέ­λυ Σακά­λο­γλου, η εκπρό­σω­πος της Πανελ­λή­νιας Ενω­σης Αγω­νι­στών και φίλων της ΕΠΟΝ Αφρο­δί­τη Ράλ­λη, ο πρό­ε­δρος του ΙΔΕΑΔ Ανδρέ­ας Μαλά­τος, ο πρό­ε­δρος του συν­δέ­σμου φιλά­θλων του Απόλ­λω­να «Ανα­γέν­νη­ση» Αρι­στο­γεί­το­νας Κουρ­κου­τάς, ο βετε­ρά­νος διαι­τη­τής Βαγ­γέ­λης Γιαν­να­κου­δά­κης καθώς επί­σης οι Κλά­ρας Ελευ­θέ­ριος, Χότζο­γλου Χρι­στό­δου­λος, Λεκά­κης Ανδρέ­ας, Ανδρου­λά­κης Μάνος, Γιαν­νού­κος Γιάν­νης, Σαρι­δά­κης Σπυ­ρί­δων, Αρα­βα­νής Σπύ­ρος, Σιά­τρας Γιώρ­γος, Νάτσι­νας Στάθης.

Μήνυ­μα συμπα­ρά­στα­σης και ενί­σχυ­σης του αγώ­να του έστει­λε το Εθνι­κό Συμ­βού­λιο διεκ­δί­κη­σης απο­ζη­μιώ­σε­ων από τη Γερ­μα­νία για κατα­στρο­φές που προ­κά­λε­σαν στον ελλη­νι­κό λαό, το οποίο είχαν ιδρύ­σει οι αεί­μνη­στοι Μανό­λης Γλέ­ζος και Από­στο­λος Σάντας,μαζί με άλλους αγωνιστές.

Αξί­ζει να σημειω­θεί ότι ήταν η πρώ­τη εκδή­λω­ση — συζή­τη­ση μέσα σε χώρο αθλη­τι­κών εγκα­τα­στά­σε­ων, συνο­λι­κά για τη συγκε­κρι­μέ­νη ιστο­ρι­κή περί­ο­δο, αφού μέχρι τώρα είχαν προη­γη­θεί μόνο αγω­νι­στι­κές δρά­σεις σε συγκε­κρι­μέ­νες περιο­χές που δοκι­μά­στη­καν στην κατο­χή, όπως αγώ­νες τιμής & μνή­μης για το Μπλό­κο της Καλο­γρέ­ζας και τα Ολο­καυ­τώ­μα­τα στα Ανώ­γεια και το Δίστο­μο, γεγο­νός που κατα­γρά­φε­ται στην ιστο­ρία του Απόλ­λω­να Σμύρ­νης, ως ιδιαί­τε­ρα τιμη­τι­κό και μάλι­στα σε μία χρο­νιά που συμπλή­ρω­σε 130 χρό­νια ζωής και δράσης.

Το ποδόσφαιρο στα χρόνια του πολέμου

Λίγες ώρες πριν το τελε­σί­γρα­φο του Ιτα­λού πρε­σβευ­τή Μανου­έ­λε Γκρά­τσι στις 3 τα ξημε­ρώ­μα­τα, παρα­μο­νή της 28ης Οκτω­βρί­ου 1940, στην Ελλά­δα παι­ζό­ταν ποδόσφαιρο. 

Το περί­φη­μο πρω­τά­θλη­μα των πόλε­ων (Ενώ­σε­ων Αθή­νας, Πει­ραιά και Μακε­δο­νί­ας), διε­κό­πη βέβαια αυτό­μα­τα, όπως και κάθε αθλη­τι­κή δραστηριότητα.

Οι περισ­σό­τε­ρες ομά­δες ανέ­στει­λαν τη λει­τουρ­γία τους και περιο­ρί­στη­καν σε φιλι­κές συναντήσεις.

Τα πιο πολ­λά γήπε­δα μετα­τρά­πη­καν σε νοσο­κο­μεία και απο­θή­κες. Ο πόλε­μος διέ­λυε κάθε πλου­το­πα­ρα­γω­γι­κό πόρο, συρ­ρί­κνω­νε τον πλη­θυ­σμό, αφά­νι­ζε ολό­κλη­ρα χωριά, ενώ η οσμή θανά­του από τον λιμό της Αθή­νας, απλω­νό­ταν σε ολό­κλη­ρη την επικράτεια.

Δύο χρό­νια μετά την έναρ­ξη του πολέ­μου, οι Έλλη­νες αθλη­τές οργα­νώ­θη­καν στην Ένω­ση Ελλή­νων Αθλη­τών, με σκο­πό να βοη­θή­σουν φυλα­κι­σμέ­νους και φυμα­τι­κούς αθλη­τές, που στοι­βά­ζο­νταν στα δωμά­τια του νοσο­κο­μεί­ου «Σωτη­ρία».

Στην Ιστο­ρία έχει μεί­νει ένα παι­χνί­δι, που δεν έγι­νε ποτέ. Ένας αγώ­νας που μετα­τρά­πη­κε σε δια­δή­λω­ση. Μια από τις πρώ­τες ‑αν όχι η πρώ­τη- αντι­κα­το­χι­κές δια­δη­λώ­σεις στην Ελλάδα.

Ήταν Άνοι­ξη του 1942: ο Πανα­θη­ναϊ­κός είχε προ­γραμ­μα­τί­σει φιλι­κό με την ΑΕΚ, στην ‑επι­ταγ­μέ­νη από τους Γερ­μα­νούς- Λεω­φό­ρο Αλε­ξάν­δρας, με σκο­πό τα έσο­δα να δια­τε­θούν στο νοσο­κο­μείο της Σωτηρίας.

Μία ξεχω­ρι­στή ιστο­ρία, αλλά όχι η μόνη. Ο Πανιώ­νιος, έδω­σε όλα τα έσο­δα από φιλι­κό παι­χνί­δι, για την επι­σκευή του αντι­τορ­πι­λι­κού «Έλλη».

Επί­σης αθλη­τές, έφτια­χναν, τις δικές τους ομά­δες αντί­στα­σης, όπως εκεί­νη του αθλη­τή του Ηρα­κλή Θεσ­σα­λο­νί­κης, Γιώρ­γου Ιβά­νωφ, του οποί­ου το όνο­μα έδω­σαν στο γήπε­δο μπά­σκετ των «κυα­νό­λευ­κων». Σε αυτή συμ­με­τεί­χε και ο Μιχά­λης Παπά­ζο­γλου του Πανα­θη­ναϊ­κού. Έδι­ναν πλη­ρο­φο­ρί­ες στους Άγγλους και οργά­νω­ναν σαμπο­τάζ, ενώ κατά­φε­ραν με συνερ­γά­τες στο ναύ­σταθ­μο να κατα­στρέ­ψουν 30 αερο­πλά­να των Γερ­μα­νών και να βυθί­σουν με νάρ­κες τρία ελα­φρά πολε­μι­κά πλοία.

Ο τερ­μα­το­φύ­λα­κας του Ολυ­μπια­κού Αχιλ­λέ­ας Γραμ­μα­τι­κό­που­λος, πολε­μού­σε μαζί με τον επι­θε­τι­κό του Πανα­θη­ναϊ­κού, Μίμη Πιερ­ρά­κο, που θάφτη­κε μαζί με χιλιά­δες άλλους Έλλη­νες στρα­τιώ­τες στην Αλβανία.

Ο Σπύ­ρος Κοντού­λης της ΑΕΚ, σκο­τώ­θη­κε στην προ­σπά­θειά του να δρα­πε­τεύ­σει ενώ τον πήγαι­ναν στον τοί­χο της Και­σα­ρια­νής, τον Ιού­νιο του ‘44.

Ο Νίκος Σωτη­ριά­δης σκο­τώ­θη­κε στην Κλει­σού­ρα τον Γενά­ρη του 1941, όπως και ο Γιώρ­γος Βατί­κης, παί­κτες του ΠΑΟΚ και οι δυο τους.

 Κυριά­κος Μαυ­ραν­τζού­λης, Νίκος Μαλα­βέ­τας και Φάνης Σωτη­ρί­ου, από τον Ολυ­μπια­κό Βόλου βρή­καν το θάνα­το στη διάρ­κεια της κατο­χής. Ιστο­ρί­ες γραμ­μέ­νες στην «Αθλη­τι­κή Ηχω» της επο­χής. Λίγες από τις πολ­λές που υπήρξαν…

vivlio mpelogiannis

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο