Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Τώρα για τον Μαγιακόφσκι δεν μιλούν και είναι πολύ φυσικό για τις μέρες που ζούμε»

Επι­μέ­λεια: Οικο­δό­μος //

Σαν να καλού­σε φίλους σε συμπό­σιο, ο Μαγια­κόφ­σκι έθε­σε ο ίδιος τους όρους για την εκτί­μη­ση του έργου του: μετριο­πα­θείς, ήρε­μοι, συμ­βι­βα­στι­κοί χαρα­κτή­ρες απο­κλεί­ο­νται από τη γιορ­τή. Έξω κι οι καθη­γη­τές της φιλο­λο­γί­ας, ιδιαί­τε­ρα εκεί­νοι με γενά­κι και γυα­λά­κια-ποδή­λα­το· έξω οι δια­χει­ρι­στές κι οι ανθο­κό­μοι της ποί­η­σης, δου­λο­πά­ροι­κοι των σαλο­νιών κι όλοι όσοι δεν παθιά­ζο­νται, δε γελά­νε και δεν ωρύ­ο­νται σαν τον Στέ­ντο­ρα με το ποι­η­τι­κό απρό­ο­πτο και την υπερβολή.

Είχε ακρά­δα­ντη πεποί­θη­ση από μιας αρχής πως η δική του ποί­η­ση ήταν άλλη, κάθε σύν­δε­ση με την κοι­νώς εννο­ού­με­νη ποί­η­ση την έκο­ψε με το μαχαίρι.

navy3

ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΕΜΒΑΤΗΡΙΟ

Εμπρός μαρς!
φτά­νουν τα λόγια
ρήτο­ρες σιωπή!
Έχεις
το λόγο
σύντρο­φε μάουζερ.
Του Αδάμ και της Εύας
τέρ­μα ο νόμος.
Της ιστο­ρί­ας το παλιά­λο­γο πίσω!
Το αριστερό!
Το αριστερό!
Το αριστερό!

Ε, σεις με τις γαλά­ζιες φόρμες!
Πέρα ξανοιχτείτε
στους ωκεανούς!
Ή μήπως
νανου­ρι­σμέ­να στο ναύσταθμο
στου­μπώ­σα­νε τα θωρη­κτά μας;
Ας τρίζει
με τις λεπί­δες της κορό­νας του
μου­γκρί­ζο­ντας ο λέο­ντας της Βρετανίας!
Μικρά τα δόντια του για την Κομμούνα!
Το αριστερό!
Το αριστερό!
Το αριστερό!

Πίσω
από του πόνου τα μαύ­ρα βουνά
ηλιό­λου­στη, πελώ­ρια ξακρί­ζει χώρα.
Για όσους πεινάνε,
για όσους πονάνε
απλώ­στε, εκα­τομ­μύ­ρια, τη δρα­σκε­λιά σας!
Από παντού του ατσα­λιού οι λάβες
κι οι συμ­μο­ρί­ες των μισθο­φό­ρων ας την κλείσουν
― μικρή η Αντάντ για τη Ρωσία!
Το αριστερό!
Το αριστερό!
Το αριστερό!

Θαμπώ­νου­νε ποτέ του σταυ­ραϊ­τού τα μάτια;
Μπο­ρεί ό,τι παλιό να μας αποκοιμίσει;
Σφίξε
στου κόσμου γύρω το λαιμό
γερά τα δάχτυ­λά σου, προλεταριάτο!
Με το γεν­ναίο στή­θος σας, εμπρός!
Πίσω απ’ τα λάβα­ρα ας κρυ­φτεί ο ουρανός!
Ποιος εκεί κάτω πάει με το δεξιό;
Το αριστερό!
Το αριστερό!
Το αριστερό!

Μετά­φρα­ση: Μήτσος Αλεξανδρόπουλος
[Ο Μαγια­κόφ­σκι έγρα­ψε το Αρι­στε­ρό εμβα­τή­ριο το 1918 και το αφιέ­ρω­σε στο επα­να­στα­τι­κό ναυτικό]

Δεν είναι αλή­θεια ότι ξεκί­νη­σε από την ποι­η­τι­κή ανταρ­σία για να κατα­λή­ξει με την πολι­τι­κή επα­νά­στα­ση. Ο Μαγια­κόφ­σκι είναι ως το τέλος ποι­η­τι­κό φαι­νό­με­νο, μια φωνή σαν τη δική του η ρωσι­κή ποί­η­ση εκεί­νης της επο­χής θα την έβγα­ζε. Θ’ απο­ρού­σα­με, αν δεν ξέρα­με την ατμό­σφαι­ρα τότε στη Ρωσία, ατμό­σφαι­ρα ενός γενι­κού παρο­ξυ­σμού που εξέ­θρε­ψε τα πιο ακραία όνει­ρα ταυ­τί­ζο­ντας αισιο­δο­ξί­ες και ουτο­πί­ες. Αυτά στη γενι­κή ιστο­ρία περ­νά­νε και φεύ­γου­νε, αφή­νο­ντας πίσω ό,τι μένει σε ζημιές και κέρ­δη. Στην τέχνη μένουν και διαιω­νί­ζο­νται κι αυτή είναι η αθα­να­σία του Μαγια­κόφ­σκι. Πρέ­πει ν’ αντέ­ξει κανείς την ποι­η­τι­κή του διά­νοια με όλες τις υπερ­βο­λές της, αλλιώς δεν επι­κοι­νω­νού­με μ’ αυτόν τον ποι­η­τή και θα συνε­χί­ζου­με σήμε­ρα να τον ανε­βά­ζου­με κι αύριο να τον κατε­βά­ζου­με. Θα μένου­με με την αντί­λη­ψη ότι συνό­δε­ψε με το έργο του μια ορι­σμέ­νη ιστο­ρι­κή περι­πέ­τεια που άλλους κάνει να χαί­ρο­νται κι άλλους ενο­χλεί και πει­σμώ­νει. Και θ’ αφή­νε­ται να δια­φεύ­γει ότι με τον Μαγια­κόφ­σκι έχου­με σε ασυ­νή­θι­στα δυνα­μι­κή έκφρα­ση μια σκλη­ρή-σκλη­ρό­τα­τη ανθρώ­πι­νη δοκι­μα­σία και μέσα σ’ αυτήν σπά­νια ανθρώ­πι­νη έξαρ­ση, δια­πο­τι­σμέ­νη από κατα­λυ­τι­κό χιούμορ.

lenin5a

ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΣΥΝΤΡΟΦΟ ΛΕΝΙΝ

Με τις σκο­τού­ρες μας,
ένα σωρό,
στων γεγο­νό­των τη δίνη
πέρα­σε η μέρα
σιγά σιγά σκοτεινιάζοντας.
Οι δυο μας στο δωμάτιο:
Εγώ
κι ο Λένιν ―
εκεί στον άσπρο τοίχο
η φωτογραφία.
Το στό­μα ανοιγμένο
στου λόγου το ξάναμμα
αναστραμμένο
του μουστακιού
το βουρτσάκι
μια σκέ­ψη σφιγμένη
μεσ’ στις πτυ­χές της
πέρα πέρα
στο πελώ­ριο μέτωπο.
Σαν
από κάτω
χιλιά­δες να διαβαίνουν…
σημαί­ες, δάση…
τα χέρια-σπαθόχορτα…
Σηκώνομαι,
Χαρού­με­νη μου ‘ρθε μια σκέψη
να πάω
να τον χαιρετήσω
και να του πω:
«Σύντρο­φε Λένιν, σας αναφέρω
όχι ιεραρ­χί­ες και τέτοια ―
της ψυχής πράματα.
Σύντρο­φε Λένιν,
μια κόλα­ση η δου­λειά μας
θα γίνει όμως ―
γίνε­ται πες.
Κάνου­με διαφώτιση
ντέ­νου­με τη φτώ­χια και τη γύμνια
άνο­δο σημεί­ω­να η παραγωγή
σε κάρ­βου­νο και μετάλλευμα.
Κοντά σε τούτα
πλήθος
βέβαια
μέγα πλήθος
από λογής
σκουπιδοτενεκέδες.
Σου βγαί­νει η ψυχή
να τους κάνεις πέρα και να ρεύεσαι.
Πολ­λοί στην απου­σία σας
σταυ­ρώ­σα­νε τα χέρια.
Πλη­θαί­νουν και πληθαίνουν
τζε­ρε­μέ­δες διάφοροι
βρί­θουν εδώ στη γη μας
κι ολό­γυ­ρά της.
Αδύνατο
να τους μετρήσεις
και να τους ξεχω­ρί­σεις με ονόματα.
Τύποι
ται­νία ολό­κλη­ρη από δαύτους
ξεδιπλώνεται
γραφειοκράτες
κουλάκοι
κόλακες
αιρετικοί
μεθύστακες ―
περ­νά­νε και περνάνε
καμαρωτά
φου­σκώ­νο­ντας τα στήθη
διά­στι­κτα από κοντυλοφόρους
και των επαί­νων τα διάσημα.
Εμείς
ασφαλώς
όλους θα τους μπαγλαρώσουμε
μα και πάλι
όλους να τους δέσεις
δια­βο­λι­κά ‘ναι δύσκολο.
Σύντρο­φε Λένιν,
στις καπνι­σμέ­νες φάμπρικες
στη γη
από τα χιό­νια σκεπασμένη
κι απ’ των σπαρ­τών τις καλαμιές
με τη δική σου,
σύντροφε
καρδιά
και τ’ όνο­μά σου
σκεφτόμαστε
ανασαίνουμε
παλεύ­ου­με και ζούμε!…»
Με τις σκο­τού­ρες μας,
ένα σωρό,
στων γεγο­νό­των τη δίνη
πέρασ’ η μέρα
σιγά σιγά σκοτεινιάζοντας.
Οι δυο μας στο δωμάτιο:
Εγώ
κι ο Λένιν ―
εκεί στον άσπρο τοίχο
η φωτογραφία.

Μετά­φρα­ση: Μήτσος Αλεξανδρόπουλος

Να σημειώ­σω ακό­μα ότι το ποι­η­τι­κό φαι­νό­με­νο Μαγια­κόφ­σκι δεν ολο­κλη­ρώ­θη­κε. Έμει­νε κραυ­γή κομ­μέ­νη στη μέση. Ίσως, αν προ­σε­χτούν καλύ­τε­ρα μερι­κές λεπτο­μέ­ρειες από τις τελευ­ταί­ες μέρες της ζωής του κι από τους τελευ­ταί­ους του στί­χους, μπο­ρεί να συλ­λά­βου­με κάποιους έστω τόνους δημιουρ­γι­κού αδιέ­ξο­δου, αυτό μάλ­λον συσπεί­ρω­σε ένα σωρό περι­στα­τι­κά που εκεί­νες τις μέρες του 1930 έρχο­νταν το ένα πάνω στ’ άλλο και τον έκα­ναν να λάβει τη μοι­ραία από­φα­ση που δεν τη σκέ­φτη­κε για πρώ­τη φορά.

Τώρα για τον Μαγια­κόφ­σκι δεν μιλούν και είναι πολύ φυσι­κό για τις μέρες που ζούμε.

Μήτσος Αλε­ξαν­δρό­που­λος

Κεί­με­νο και ποι­ή­μα­τα από το βιβλίο του Μ. Αλε­ξαν­δρό­που­λου: «Ο Μαγια­κόφ­σκι, Τα εύκο­λα και τα Δύσκο­λα», εκδό­σεις Γκο­βό­στη, Αθή­να 2011

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο