Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Φολέγανδρος: Τι είπε στην απολογία του ο κατ’ ομολογίαν δολοφόνος της Γαρυφαλλιάς

Μία σχέ­ση χωρίς αλλη­λο­σε­βα­σμό όπου το θύμα επε­δεί­κνυε απέ­να­ντί του απα­ξιω­τι­κή συμπε­ρι­φο­ρά, περιέ­γρα­ψε απο­λο­γού­με­νος στον ανα­κρι­τή Νάξου, ο 30χρονος κατη­γο­ρού­με­νος για το έγκλη­μα σε βάρος της Γαρυ­φαλ­λιάς Ψαρ­ρά­κου, την περα­σμέ­νη Παρα­σκευή στην Φολέγανδρο.

Ενώ­πιον του ανα­κρι­τή, ο κατη­γο­ρού­με­νος για ανθρω­πο­κτο­νία από πρό­θε­ση, που ήδη είναι προ­σω­ρι­νά κρα­τού­με­νος για την υπό­θε­ση, εμφά­νι­σε εαυ­τόν ως το θύμα μίας προ­σβλη­τι­κής συμπε­ρι­φο­ράς από την σύντρο­φο του, με την οποία όπως ανέ­φε­ρε είχαν ελεύ­θε­ρη σχέ­ση περί­που έναν χρό­νο: «Με ενέ­παι­ζε» είπε χαρα­κτη­ρι­στι­κά, τονί­ζο­ντας ότι ο ίδιος είχε προ­τεί­νει να γυρί­σουν πίσω, από την Φολέ­γαν­δρο, αλλά το θύμα δεν ήθελε.

Σε ερώ­τη­ση του ανα­κρι­τή για την αιτία του δια­πλη­κτι­σμού που είχαν την επί­μα­χη μέρα, ο κατη­γο­ρού­με­νος είπε πως η έντα­ση ξεκί­νη­σε επει­δή η Γαρυ­φαλ­λιά δεν παρα­κο­λου­θού­σε στον χάρ­τη «πώς θα πάμε στο μέρος που πηγαί­να­με να φάμε. Πηγαί­να­με από άλλο δρό­μο και μετά ξανα­γυ­ρί­σα­με πίσω».

Έτσι, σύμ­φω­να με τον κατη­γο­ρού­με­νο, ξεκί­νη­σε ο καυ­γάς μετα­ξύ τους.

Ανα­κρι­τής: Το αμά­ξι σας έφυ­γε ή το ρίξα­τε εσείς εκεί;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Μου έφυ­γε ήμα­σταν στο κέντρο του δρό­μου και έπρε­πε να κάνω στρο­φή, δια­πλη­κτι­ζό­μα­στε και το αμά­ξι έφυ­γε από το δρό­μο. Προ­σέ­κρου­σε σε πέτρες.

Ανα­κρι­τής: Ο δια­πλη­κτι­σμός τι μορ­φή είχε;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Υπήρ­χε έντο­νη λογο­μα­χία. Δε θυμά­μαι συγκε­κρι­μέ­να. Εγώ της είπα ότι αυτό με τον χάρ­τη έχει γίνει πολ­λές φορές. Αυτή έλε­γε ότι «δεν πει­ρά­ζει πάμε από άλλο δρό­μο, αν σε ενο­χλεί τόσο πολύ αυτοκτόνα».

Ανα­κρι­τής: Δεν υπήρ­χαν ύβρεις, προ­σβο­λές ή σωμα­τι­κή βία;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Όχι

Απα­ντώ­ντας σε ερώ­τη­ση του δικα­στι­κού λει­τουρ­γού, ο κατη­γο­ρού­με­νος είπε πως πριν τον επί­μα­χο καυ­γά, είχαν γίνει και άλλοι διά­λο­γοι μετα­ξύ τους, με κάποιους σε έντο­νο ύφος — και ότι η νεα­ρή γυναί­κα του έλε­γε ότι «‘έχου­με έρθει δια­κο­πές μαζί και δεν περ­νά­με καλά’. Είχα προ­τεί­νει εγώ να κλεί­σου­με εισι­τή­ρια να γυρί­σου­με πίσω αφού δεν περ­νού­σα­με καλά, αλλά η Γαρυ­φαλ­λιά επέ­με­νε να μείνουμε».

Ο 30χρονος είπε επί­σης, πως το θύμα ήταν εκεί­νο που πρό­τει­νε να πάνε μαζί δια­κο­πές και ότι συνα­πο­φά­σι­σαν να κάνουν ελεύ­θε­ρο κάμπινγκ για λόγους οικονομικούς.

Σύμ­φω­να με τον κατη­γο­ρού­με­νο, λίγη ώρα πριν να οξυν­θεί η κατά­στα­ση μετα­ξύ τους, είχαν πάει για μπά­νιο σε παρα­λία κοντά στο σημείο που βρέ­θη­κε πνιγ­μέ­νη και χτυ­πη­μέ­νη η νεα­ρή γυναί­κα. Από εκεί απο­φά­σι­σαν να πάνε για φαγη­τό, «όμως χαθή­κα­με και ανα­γκα­στή­κα­με να επι­στρέ­ψου­με στο χωμα­τό­δρο­μο με κατεύ­θυν­ση αυτή τη φορά από τον Άγιο Γεώρ­γιο προς Λυγα­ριά. Περί τα 100 — 200 μέτρα μετά την παρα­λία της Λυγα­ριάς, πίσω προς Άνω Μεριάς, σε από­κρη­μνο σημείο έγι­νε το συμβάν».

Ανα­κρι­τής: Μέχρι τότε ήταν όλα καλά;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Δεν είχα­με καλή επι­κοι­νω­νία, δεν περ­νού­σα­με καλά. Καθί­σα­με για μπά­νιο περί­που 1 ώρα και απο­φα­σί­σα­με μαζί να φύγου­με να πάμε κάπου να φάμε.

Ανα­κρι­τής: Τον χάρ­τη τον είχε η Γαρυφαλλιά;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Ουσια­στι­κά είχα­με το gps του κινη­τού της

Στην ανα­φο­ρά του κατη­γο­ρου­μέ­νου ότι το θύμα δεν τον σεβό­ταν, ο δικα­στι­κός λει­τουρ­γός ζήτη­σε σύμ­φω­να με πλη­ρο­φο­ρί­ες να του εξη­γή­σει τι ακρι­βώς εννοεί.

Ο 30χρονος φέρε­ται να είπε: «Υπάρ­χουν κάποια γεγο­νό­τα, αλλά δεν ξέρω αν υπάρ­χει λόγος να τα ανα­φέ­ρω. Με ενέ­παι­ζε παρι­στά­νο­ντας πως πήγε να πάρει τσι­γά­ρα και πήγαι­νε αλλού, και μετά γέλα­γε. Το βασι­κό ήταν ότι υπήρ­χε αυτό, έντο­να στο νησί. Με οδη­γού­σε κι εμέ­να σε λάθος κατευ­θύν­σεις, κατα­λή­γα­με σε χωμα­τό­δρο­μο και μετά με κορόι­δευε. Ήταν μια επα­νει­λημ­μέ­νη συμπε­ρι­φο­ρά και ήταν τόσο έντο­νο που μου χαλού­σε την καλή διά­θε­ση που είχα στην αρχή. Το έκα­νε εδώ και 5–6 μήνες. Παρό­μοια συμπε­ρι­φο­ρά, αλλά όχι συνε­χό­με­να, κάποιες φορές. Προ­σπα­θού­σε να με εκθέ­σει, είτε όταν ήμα­σταν μόνοι μας, είτε με παρέα. Εγώ είχα πει αρκε­τές φορές να στα­μα­τή­σου­με να βρι­σκό­μα­στε γι’ αυτό το λόγο, αλλά εκεί­νη επέ­με­νε να συνε­χί­σου­με. Για κάποια θέμα­τα είχα­με βρει λύσεις, σε αλλά σημεία έκα­νε τα ίδια».

Περι­γρά­φο­ντας στον ανα­κρι­τή όσα έγι­ναν στον βρα­χώ­δη περιο­χή που έγι­νε το έγκλη­μα, ο κατη­γο­ρού­με­νος είπε πως η Γαρυ­φαλ­λιά βγή­κε από το αυτο­κί­νη­το όταν εξε­τρά­πη, επει­δή φοβήθηκε:

«Βγή­κε από το αμά­ξι επει­δή φοβή­θη­κε. Φώνα­ξε για­τί βγή­κα­με από το δρό­μο και φοβή­θη­κε, ενώ δεν ήταν κάτι εσκεμ­μέ­νο. Νομί­ζω μια φορά φώνα­ξε βοήθεια…Εκείνη τη στιγ­μή θόλω­σα, κλεί­δω­σε το μυα­λό μου. Εγώ κατά­λα­βα ότι φωνά­ζει για να δημιουρ­γή­σει την εντύ­πω­ση ότι εγώ φταίω σε κάτι και να με εκθέ­σει για άλλη μία φορά. Είχα­με τσα­κω­μό μπρο­στά στο αμά­ξι. Το αμά­ξι δεν το έβα­λα σε λει­τουρ­γία. Δε θυμά­μαι πόσα μέτρα απέ­χει το αμά­ξι από το χεί­λος του γκρεμού…Μόνο μία έντα­ση θυμάμαι».

Ανα­κρι­τής: Σας χτύπησε;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Όχι

Ανα­κρι­τής: Την χτυπήσατε;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Όχι

Ανα­κρι­τής: Την ακουμπήσατε;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Όχι

Ανα­κρι­τής: Τι θυμάστε;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Την έσπρω­ξα. Δε θυμά­μαι πόσες φορές την έσπρωξα.

Ανα­κρι­τής: Προς τα που την σπρώξατε;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Νομί­ζω προς τον γκρε­μό. Δεν είχε παραλία.

Ανα­κρι­τής: Έπε­σε στο γκρεμό;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Την έσπρω­ξα και έπε­σε κι αυτό που θυμά­μαι εγώ, ήταν ότι ήταν στο νερό. Δεν την είδα να χτυ­πά­ει στα βράχια.

Ανα­κρι­τής: Την είδα­τε να πέφτει;

Κατη­γο­ρού­με­νος: Δεν είδα πως κατέ­λη­ξε μέσα στο νερό. Εγώ κατέ­βη­κα κάτω και ήταν μέσα στο νερό. Δεν θυμά­μαι αν είχε αίμα­τα. Ίσως είχε στο πρό­σω­πο αίμα. Δεν θυμά­μαι σε πιο σημείο του προ­σώ­που. Δε θυμά­μαι τι φορού­σε. Όταν την είδα ήταν σαν να συντο­νί­στη­κα. Μπή­κα στο νερό, την έβγα­λα έξω και προ­σπά­θη­σα να της κάνω τεχνη­τές ανα­πνο­ές. Δε γνω­ρί­ζω την τεχνι­κή. Την τρά­βη­ξα με τα χέρια. Ήταν βαθιά εκεί. Δε γνω­ρί­ζω πως βρέ­θη­κε το φόρε­μα και τα σαν­δά­λια δίπλα στο σημείο που ανα­σύρ­θη­κε η Γαρυ­φαλ­λιά. Ούτε τα σκου­λα­ρί­κια και το κολιέ. Δεν υπήρ­χε κάποια πάλη. Όταν έκα­να τεχνη­τές ανα­πνο­ές δεν αντι­δρού­σε, στην αρχή έβγα­λε κάτι απ’ το στό­μα της σαν αφρό και μετά δεν έκα­νε κίνη­ση. Δεν ανέ­πνεε. Πήρα σφυγ­μό αλλά δεν αντε­λή­φθην σφυγ­μό. Δεν άκου­σα τη φωνή της και δεν θυμά­μαι αν είχε ανοι­χτά τα μάτια. Θυμά­μαι μόνο ότι τα χεί­λη της ήταν μελανιασμένα».

Ο κατη­γο­ρού­με­νος είπε στον δικα­στι­κό λει­τουρ­γό, πως μετά αισθα­νό­ταν χαμέ­νος και ότι έφυ­γε κολυ­μπώ­ντας. «Δεν θυμά­μαι πόση ώρα κολυ­μπού­σα. Κολύ­μπη­σα αρκε­τή ώρα και βγή­κα σε βρά­χια. Απ’ ό,τι θυμά­μαι, την τσά­ντα μου την έρι­ξα στην θάλασ­σα. Το βρά­δυ εκεί­νο κοι­μή­θη­κα στο λόφο. Δεν ξέρω για­τί γύρι­σα πίσω στο αμά­ξι και δε θυμά­μαι αν και για­τί άφη­σα τα αλάρμ ανοιχτά».

Ο κατη­γο­ρού­με­νος ισχυ­ρί­στη­κε πως από το 2014–2015 αντι­με­τω­πί­ζει ψυχια­τρι­κό πρό­βλη­μα με έντο­νες εξάρ­σεις και έπαιρ­νε φαρ­μα­κευ­τι­κή αγω­γή κάνο­ντας παράλ­λη­λα συνε­δρί­ες με ειδι­κούς. Όπως ανέ­φε­ρε, τους τελευ­ταί­ους μήνες είχε δια­κό­ψει αυθαί­ρε­τα την αγω­γή του, ενώ επι­σκέ­φθη­κε στις αρχές Ιου­λί­ου ψυχί­α­τρο, ο οποί­ος δεν του έδω­σε αγω­γή. «Τον τελευ­ταίο ψυχί­α­τρο τον επι­σκέ­φτη­κα για­τί νόμι­ζα πάλι ότι με παρα­κο­λου­θούν, ότι δεν μπο­ρού­σα να επι­κοι­νω­νή­σω, είχα ασυ­νεν­νοη­σία και προ­βλή­μα­τα με την Γαρυ­φαλ­λιά. Είχα προ­σπα­θή­σει πολ­λές φορές να δια­κό­ψω τη σχέ­ση μαζί της, αλλά μετά με καλού­σε να ξανα­βρε­θού­με συνέ­χεια. Εγώ το συνέ­χι­ζα και προ­σπα­θού­σα να κατα­νο­ή­σω τους λόγους που γινό­ταν αυτό στα ανθρώ­πι­να πλαί­σια και στα πλαί­σια του αλληλοσεβασμού».

Ο κατη­γο­ρού­με­νος όπως είπε, θεω­ρεί πως για αυτό που συνέ­βη, «σίγου­ρα δεν ήμουν ο εαυ­τός μου. Πραγ­μα­τι­κά λυπά­μαι γι’ αυτό που συνέ­βη και μακά­ρι να είχαν έρθει τα πράγ­μα­τα αλλιώς».

Η μαζώ­χτρα, του Αργύ­ρη Εφταλιώτη

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο