Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΦΩΤΟ-ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΕΣ ΛΗΨΕΙΣ ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΣΤΡΙΝΤΜΠΕΡΓΚ

Γρά­φει ο Κώστας Ευαγ­γε­λά­τος //
Ζωγρά­φος, Λογο­τέ­χνης, Θεω­ρη­τι­κός τέχνης

O  Αύγου­στος Στρίντ­μπερκ (1849–1912) συγ­γρα­φέ­ας, ζωγρά­φος, φωτο­γρά­φος και αλχη­μι­στής,  συν­δύ­α­σε στα έργα του τη ψυχο­λο­γία, τον νατου­ρα­λι­στι­κό μοντερ­νι­σμό της επο­χής του με έναν ιδιό­τυ­πο  μυστι­κι­στι­κό εξπρεσ­σιο­νι­σμό και εκφρά­ζει συνο­λι­κά  τον ιδα­νι­κό αντι­συμ­βα­τι­κό καλ­λι­τέ­χνη του 19ου αιώνα.

Ο Στρίντ­μπεργκ  οφεί­λει βέβαια  τη φήμη του κύρια για τα θεα­τρι­κά έργα του. Στην πολυ­τά­ρα­χη ζωή του όμως κυριαρ­χεί η διαρ­κής προ­σπά­θεια να ανα­κα­λύ­ψει και να κατα­κτή­σει νέες θεω­ρί­ες και εκφρα­στι­κές  τάσεις. Ένας αστα­μά­τη­τος και ζωτι­κός πει­ρα­μα­τι­σμός που τον «ταξί­δευε» από το πραγ­μα­τι­κό στο φαντα­στι­κό, από την επι­στή­μη στον μυστι­κι­σμό, από τη λογι­κή στην βασα­νι­στι­κή παράνοια.

Ήδη το 1884 ‑1887 αλλη­λο­γρα­φoύ­σε με τον Φρει­δε­ρί­κο Νίτσε και ένδια­φέρ­θη­κε για τα έργα του Έντ­γκαρ Άλαν Πόε.  Θαυ­μά­στη­κε πανευ­ρω­παι­κά  και παρά τα επί­μα­χα στοι­χεία των έργων του έγι­νε απο­δε­κτός από τη Σου­η­δι­κή εργα­τι­κή τάξη ως ένας σοσια­λι­στής συγ­γρα­φέ­ας. Τα πρώ­ι­μα θεα­τρι­κά  έργα του συγκρί­νο­νται τεχνο­τρο­πι­κά  αλλά και θεμα­το­γρα­φι­κά με τα έργα του άλλου μεγά­λου Σκαν­δι­να­βού συγ­γρα­φέα Ερρί­κου Ίψεν.

Από τα πολύ γνω­στά του θεα­τρι­κά  είναι η «Miss Julie», «Το Ονει­ρό­δρα­μα» «Ο Χορός του Θανά­του», «Ο Πατέ­ρας», «Η Σονά­τα των Φαντα­σμά­των», «Οι Δανει­στές». Τα ψυχω­τι­κά επει­σό­δια που βίω­σε, τον οδή­γη­σαν στο να κατα­γρά­ψει τις βασα­νι­στι­κές σκέ­ψεις του στο βιβλίο «Inferno-Κόλα­ση».

augoustos strintbergk1Από το φθι­νό­πω­ρο του 1886, ενώ συνέ­γρα­φε το τελευ­ταίο μέρος του αυτο­βιο­γρα­φι­κού του έργου «Ο γιος της δού­λας», ξεκί­νη­σε να φωτο­γρα­φί­ζει με εμμο­νή τον εαυ­τό του αλλά και τους οικεί­ους του.   Στην  πόλη Γκέρ­σα­ου της Ελβε­τί­ας  ο Στρίντ­μπεργκ παρή­γα­γε την πιο γνω­στή σήμε­ρα σει­ρά φωτο­γρα­φιών του, την οποία ο ίδιος ονό­μα­ζε «αντι­θε­τι­κές φωτο­γρα­φί­ες». Ο καλ­λι­τέ­χνης «αντι­τά­χθη­κε» στη ρομα­ντι­κή παρά­δο­ση που επι­κρα­τού­σε τότε στις φωτο­γρα­φι­κές απα­θα­να­τί­σεις και στρά­φη­κε προς έναν ποι­η­τι­κό ρεα­λι­σμό, ο οποί­ος όμως εμπε­ριεί­χε και πολ­λά δρα­μα­τι­κά, θεα­τρι­κά στοι­χεία. Εκεί­νη την επο­χή όλες οι φωτο­γρα­φί­σεις πορ­τρέ­των γίνο­νταν σε στού­ντιο με τεχνη­τό φωτι­σμό. Στη συνέ­χεια οι φωτο­γρα­φί­ες τυπώ­νο­νταν σε μέγε­θος καρτ-ποστάλ και συχνά περ­νού­σαν από έντο­νο ρετου­σά­ρι­σμα. Ο Στρίντ­μπεργκ, αρνού­με­νος να ακο­λου­θή­σει τη μόδα της επο­χής, έβγα­λε τα μοντέ­λα του έξω από τις ειδι­κά δια­μορ­φω­μέ­νες αίθου­σες, στο φυσι­κό περι­βάλ­λον. Φυσι­κά και ο χώρος όπου γινό­ταν η φωτο­γρά­φι­ση και τα ρού­χα που φορού­σαν τα μοντέ­λα ήταν επι­λεγ­μέ­να με ιδιαί­τε­ρη  προ­σο­χή. Ο φωτι­σμός όμως ήταν εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κός από ό,τι στα συνή­θη επαγ­γελ­μα­τι­κά πορ­τρέ­τα. Το ίδιο και το καδρά­ρι­σμα των φωτο­γρα­φιών. Ο καλ­λι­τέ­χνης δοκί­μα­ζε οπτι­κές γωνί­ες που κανέ­νας άλλος φωτο­γρά­φος δεν είχε χρη­σι­μο­ποι­ή­σει μέχρι τότε. Παράλ­λη­λα, μετά από παρό­τρυν­ση του διά­ση­μου και κορυ­φαί­ου  Γάλ­λου φωτο­γρά­φου Ναντάρ, άρχι­σε να φωτο­γρα­φί­ζει τον εαυ­τό του με τηλε­κο­ντρόλ, σε δια­φο­ρε­τι­κό κάθε φορά ρόλο: Ο Στρίντ­μπεργκ συγ­γρα­φέ­ας και αθλη­τής, ο Στρίντ­μπεργκ μεταμ­φιε­σμέ­νος σε Ρώσο μηδε­νι­στή ή σε δαν­δή, ο Στρίντ­μπεργκ σύζυ­γος και πατέ­ρας, απο­τέ­λε­σαν μια ενό­τη­τα λήψε­ων  την οποία σκό­πευε να εκδώ­σει σε άλμπουμ σχο­λιά­ζο­ντας ανα­λυ­τι­κά  την κάθε φωτο­γρα­φία. Σχέ­διο που δεν υλο­ποι­ή­θη­κε ποτέ.

Κατά τη διε­τία 1892 – 1893, οπό­τε ο συγ­γρα­φέ­ας ζού­σε στο Βερο­λί­νο, οι πει­ρα­μα­τι­σμοί του στην τέχνη της φωτο­γρα­φί­ας έγι­ναν ακό­μη πιο έντο­νοι. Τα ψυχο­λο­γι­κά πορ­τρέ­τα που δημιούρ­γη­σε ήταν οι απει­κο­νί­σεις προ­σώ­πων καδρα­ρι­σμέ­νων σε πολύ κοντι­νά πλά­να, με το φόντο σκο­τει­νό ή ακα­θό­ρι­στο. Το 1890 συνέ­λα­βε την ιδέα να φωτο­γρα­φί­ζει την ανθρώ­πι­νη ψυχή και ασχο­λή­θη­κε συστη­μα­τι­κά με τα ψυχο­λο­γι­κά πορ­τραί­τα. . Σύμ­φω­να με αυτή την ιδέα η κάμε­ρα φωτο­γρά­φι­ζε χωρίς  φακό. Ο φακός κατά την άπο­ψη του δια­στρέ­βλω­νε την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Έτσι το μοντέ­λο έπρε­πε να ποζά­ρει πολύ χρό­νο μπρο­στά στην κάμε­ρα, οπό­τε έφθα­νε σε κάποιο στά­διο υπο­βο­λής. Ο Στρίντ­μπεργκ έδι­νε σε αυτές τις φωτο­γρα­φί­ες ιδιό­τη­τες ενδιά­με­σου, αφού θεω­ρού­σε ότι βρί­σκο­νταν σε τηλε­πα­θη­τι­κή επα­φή με τα οικεία του πρόσωπα.

Στα μέσα του 1895 η ψυχο­λο­γι­κή κρί­ση που βίω­νε ο Στρίντ­μπεργκ είχε φθά­σει στο απο­κο­ρύ­φω­μά της. Η αδυ­να­μία του να συγ­γρά­ψει τον «υπο­χρέ­ω­σε» να εκτο­νώ­σει με άλλους τρό­πους την τερά­στια ενέρ­γεια δημιουρ­γί­ας που έκρυ­βε μέσα του. Η ενα­σχό­λη­σή του με τη ζωγρα­φι­κή αλλά και με την αλχη­μεία ήταν «στιγ­μές» μιας διε­ξό­δου.  Τις νύχτες  τοπο­θε­τού­σε στο ύπαι­θρο φωτο­γρα­φι­κές πλά­κες. Την επο­μέ­νη τις εμφά­νι­ζε θεω­ρώ­ντας τις εκα­το­ντά­δες φωτει­νές κου­κί­δες που δημιουρ­γού­νταν  κατά την εκτύ­πω­ση γνή­σιες απει­κο­νί­σεις του ένα­στρου ουρανού.

Το 1906, μάλι­στα, σε συνερ­γα­σία με τον φωτο­γρά­φο Χέρ­μαν Άντερ­σον, κατα­σκεύ­α­σαν τη «θαυ­μα­στή κάμε­ρα». Επρό­κει­το για μια φωτο­γρα­φι­κή μηχα­νή η οποία είχε μήκος ένα μέτρο και χρη­σι­μο­ποιεί­το για τη φωτο­γρά­φι­ση προ­σώ­πων σε φυσι­κές δια­στά­σεις.  Από το σύνο­λο του φωτο­γρα­φι­κού του έργου έχουν  δια­σω­θεί περί­που 60 φωτο­γρα­φί­ες. Από τις «πει­ρα­μα­τι­κές» του φωτο­γρα­φί­ες σώζο­νται περί­που είκο­σι, από το 1892 ως το 1896. Τότε ο Στρίντ­μπεργκ παρή­γα­γε αστρι­κούς ουρα­νούς-ουρα­νο­γρα­φί­ες καθώς και κρυσταλλοφωτογράμματα.

Τέλος, γύρω στο 1907, έκα­νε φωτο­γρα­φι­κές — νεφι­κές έρευ­νες, για τις οποί­ες υπάρ­χουν ανα­φο­ρές στο «Απο­κρυ­φι­κό ημε­ρο­λό­γιό» του. Η μελέ­τη των νεφών και της ατμό­σφαι­ρας του ουρα­νού τον είχε απα­σχο­λή­σει και στις ζωγρα­φι­κές συν­θέ­σεις του όπου δια­κρί­νε­ται η επιρ­ροή που του άσκη­σαν τα έργα του Άγγλου υπαι­θρι­στή και προ­δρο­μι­κού ιμπρε­σιο­νι­στή Ουίλ­λιαμ Τέρνερ.

Ο Στρίντ­μπεργκ ανα­ζη­τού­σε όμως  συνέ­χεια ριζο­σπα­στι­κές  μορ­φές καλ­λι­τε­χνι­κής έκφρα­σης και  τελι­κά  με το ιδιό­μορ­φο μανι­φέ­στο του “Το τυχαίο στην καλ­λι­τε­χνι­κή δημιουρ­γία” προ­φή­τευ­σε πολ­λά για τα σημε­ρι­νά εικά­σμα­τα των σύγ­χρο­νων καλ­λι­τε­χνών και τάσε­ων της σύγ­χρο­νης τέχνης. Παράλ­λη­λα με τα ιδιο­φυή θεα­τρι­κά του κεί­με­να  επι­δό­θη­κε σε άλλες συνα­φείς ή και περί­ερ­γες  δρα­στη­ριό­τη­τες όπως η αλχη­μεία, η ζωγρα­φι­κή, τα φωτο­πει­ρά­μα­τα με τολ­μη­ρές μεθό­δους, όχι μόνο για την επο­χή του, αλλά και για την σημε­ρι­νή επο­χή. Όλα αυτά με την οπτι­κή ματιά μιας συντα­ρα­κτι­κής προ­σω­πι­κό­τη­τας, που βίω­σε χαο­τι­κές κατα­στά­σεις και βίω­σε εκφρα­στι­κά και επι­δέ­ξια την υπαρ­ξια­κή ανα­ζή­τη­ση των τελευ­ταί­ων χρό­νων του αιώ­να του. Η συμ­βο­λή του στην απαρ­χή των πει­ρα­μα­τι­σμών του 20ου αιώ­να  ήταν καθο­ρι­στι­κή. Η εκπλη­κτι­κή αισθη­τι­κή του προ­σφο­ρά προει­κό­νι­σε με έκπλη­κτο τρό­πο  φωτο­γρα­φι­κά πει­ρά­μα­τα των σουρ­ρε­α­λι­στών και των ντα­νται­στών του 20ου αιώνα.

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο