Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Χειμωνιάτικα φεγγάρια» του Βασίλη Τσακίρογλου

Γρά­φει η Φαί­δρα Ζαμπα­θά — Παγου­λά­του //

Λένε ότι η Τέχνη ενώ­νει τους ανθρώ­πους, εγώ θα έλε­γα ότι η Ποί­η­ση τους αγκα­λιά­ζει και τους ταξι­δεύ­ει στην ομορ­φιά και την ηρε­μία. Και είναι παρή­γο­ρο που οι άνθρω­ποι τα τελευ­ταία χρό­νια έκα­ναν ένα μεγα­λύ­τε­ρο βήμα να προ­σεγ­γί­σουν την Ποί­η­ση δια­βά­ζο­ντας και Ποι­ή­μα­τα κι έτσι γεύ­τη­καν την γοη­τεία και τη συγκί­νη­ση της ποι­η­τι­κής μας γλώσσας.

Ο Ποι­η­τής που παρου­σιά­ζου­με βρί­σκε­ται είναι ο Βασί­λης Τσα­κί­ρο­γλου . Η ποι­η­τι­κή του συλ­λο­γή του έχει τίτλο «Χει­μω­νιά­τι­κα Φεγγάρια».

Ο Ποι­η­τής μας δια­θέ­τει ένας πηγαίο ταλέ­ντο και ακο­λου­θούν η ευαι­σθη­σία και το μερά­κι. Οι αντέ­νες του συλ­λαμ­βά­νουν και αξιο­ποιούν το καθη­με­ρι­νό « γίγνε­σθαι » εν μέσω δυσκο­λιών, ανθρώ­πι­νων ρύπων , και μιας αρνη­τι­κής αύρας που εγκλω­βί­ζουν τον άνθρω­πο και τη ζωή του. Ωστό­σο ο Ποι­η­τής θα βρει την έξο­δο και θα βγει νικη­τής και αλώ­βη­τος με τα χέρια του γεμά­τα « Χει­μω­νιά­τι­κα Φεγ­γά­ρια » , για τους φίλους του, τους αγα­πη­μέ­νους και ιδιαί­τε­ρα, για τους δύο εγγο­νούς του, που εύχο­μαι να κλη­ρο­νο­μή­σουν την πολυ­μά­θεια και την ευαι­σθη­σία του άξιου Παπ­πού τους.

Το πρώ­το ποι­η­τι­κό του βιβλίο έχει τίτλο ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ και εκδό­θη­κε το 1996, ενώ το δεύ­τε­ρο τιτλο­φο­ρεί­ται ΝΟΣΤΙΜΟΝ ΗΜΑΡ και βγή­κε στην κυκλο­φο­ρία το 2οο5. Οχτώ χρό­νια μετά μας χαρί­ζει τα ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΑ ΦΕΓΓΑΡΙΑ στα 2013 από τις Εκδό­σεις ΙΩΛΚΟΣ.

Εδώ συνα­ντά­με έναν άλλο Βασί­λη, «σαν έτοι­μο από και­ρό» για να δανει­στού­με το στί­χο του μεγά­λου μας Καβά­φη, σε μια προ­χω­ρη­μέ­νη ποί­η­ση, και μια άλλη ποι­η­τι­κή τεχνι­κή. Είναι αλή­θεια ότι μας ξάφ­νια­σε, ένα όμορ­φο ξάφ­νια­σμα λες και μέσα στο κατα­χεί­μω­νο ξεπή­δη­σε μια καλο­και­ριά­τι­κη μέρα, έστω και με χει­μω­νιά­τι­κα φεγγάρια .

Οι αρε­τές του Βιβλί­ου πολ­λές ‚επί­σης πολ­λές και οι αλλα­γές που εντο­πί­ζου­με. Π.Χ. αλλα­γή στη θεμα­τι­κή, στην τεχνι­κή, στον τρό­πο σκέ­ψης, και ακό­μα στην ανα­ζή­τη­ση της αλή­θειας η οποία παρου­σιά­ζε­ται πιο επι­τα­κτι­κή, μια και το απαι­τούν οι και­ροί. Τον απα­σχο­λούν ιδιαί­τε­ρα τα κοι­νά, η καθη­με­ρι­νό­τη­τα ‚τα διο­γκω­μέ­να προ­βλή­μα­τα ο ποι­η­τής μας όμως δεν σκα­λώ­νει που­θε­νά ‚η προ­σω­πι­κή του βού­λη­ση , η ευαί­σθη­τη καρ­διά του και η υπευ­θυ­νό­τη­τα του σαν άνθρω­πος αλλά και σαν ποι­η­τής τον ωθούν να στη­λι­τεύ­ει τα «κακώς κεί­με­να» . Τα στα­θε­ρά του βήμα­τα στο χώρο της Ποί­η­σης ξεπερ­νούν κατά πολύ τα δύο προη­γού­με­να Βιβλία του. Θα δια­πι­στώ­σου­με ότι ακό­μη και τα προ­βλή­μα­τα που ταλα­νί­ζουν το λαό μας όπως ανερ­γία, εξα­θλί­ω­ση και τόσα άλλα που μοι­ραία ακο­λου­θούν θα περά­σουν μέσα σε στί­χους ποι­η­μά­των. Επί­και­ρος πάντα ο ποι­η­τής ζει τον πυρε­τό του κάθε λεπτού και πολ­λές φορές γίνε­ται προ­φή­της χωρίς να το επι­διώ­κει. Η ματιά του απλώ­νει το βλέμ­μα μακριά, πέρα από τα καθη­με­ρι­νά με βάση τη φιλο­σο­φι­κή του ανα­ζή­τη­ση στο μέλ­λον, για να εισχω­ρή­σει με λεπτό­τη­τα σ ένα άλλο κομ­μά­τι της ζωής αρκε­τά ζωτικό.

Και βέβαια το θέμα Έρω­τας κατέ­χει στα­θε­ρά τη θέση που του αρμό­ζει χωρίς καμιά έκπτω­ση, υπο­βί­βα­ση ή και μετα­κί­νη­ση. Σεμνός, δημιουρ­γι­κός ο Β.Τ. αλλά το ίδιο και ο Έρω­τας δια­γρά­φουν μια τρο­χιά ανό­δου ‚αξιο­πρέ­πειας κι ευγέ­νειας. Και η Ποί­η­ση καμα­ρώ­νει στην περί­ο­πτη θέση που της ετοι­μά­ζει ο ποι­η­τής. Και όλες αυτές οι διερ­γα­σί­ες και οι λει­τουρ­γί­ες που λαμ­βά­νουν χώρα σ ένα ευρύ φάσμα όπου ο ποι­η­τής παί­ζει πρω­τα­γω­νι­στι­κό ρόλο υπο­δύ­ε­ται συχνά το μάγο. Οι λέξεις κοντα­ρο­χτυ­πιού­νται , κι επι­στρα­τεύ­ο­νται η τρυ­φε­ρό­τη­τα, ο στο­χα­σμός , ο ρεα­λι­σμός, αλλά και ο λυρι­σμός ώστε να γεν­νη­θούν τα ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΑ ΦΕΓΓΑΡΙΑ.

Η μου­σι­κό­τη­τα, η αρμο­νία χαρα­κτη­ρί­ζουν τους στί­χους και υπο­δη­λώ­νουν μια δεξιο­τε­χνία στη γρα­φή. Σε μια ποί­η­ση πολυ­ε­δρι­κή γεμά­τη χρώ­μα και ρυθ­μό απει­κο­νί­ζε­ται ο πλού­τος των συναι­σθη­μά­των, καθώς επί­σης και η τρα­γι­κό­τη­τα της ζωής. Αυτό που ονο­μά­ζουν Κ ρ ι σ η είναι ο εξευ­τε­λι­σμός ενός γεν­ναί­ου λαού που σέρ­νε­ται τον 21ο αιώ­να χωρίς δου­λειά, πει­να­σμέ­νος και γυμνός χωρίς μέλ­λον και όραμα.

Ο Βασί­λης πάντα βρί­σκει τρό­πους να τονί­σει το δίκιο, την αλή­θεια, την ελεύ­θε­ρη σκέ­ψη κι έκφρα­ση. Ο Άνθρω­πος με κεφα­λαίο το Α τοπο­θε­τεί­ται κάτω από τις φτε­ρού­γες του ποι­η­τή μας για να του απο­δο­θούν οι αρχές και οι αξί­ες που του αρμό­ζουν σε μια ευνο­μού­με­νη δημο­κρα­τι­κή Πατρί­δα. Ουμα­νι­στής ο Βασί­λης μέσα στη δήθεν παγκο­σμιο­ποί­η­ση κατα­θέ­τει την ανθρω­πιά του και τη δοσμέ­νη ποι­η­τι­κά αλλη­λεγ­γύη του στον υπο­βαθ­μι­σμέ­νο άνθρωπο.

Ο Ποι­η­τής Β.Τ. δεν παύ­ει να είναι ερω­τευ­μέ­νος με την ομορ­φιά, την Τέχνη, το φως, την αγά­πη, ακό­μη και το γκρί­ζο χει­μω­νιά­τι­κο φεγ­γά­ρι που τρα­γου­δά­ει άλλο­τε γελώ­ντας και άλλο­τε δακρύ­χο­ντας στην συλ­λο­γή του.

Αυτό το νέο Βιβλίο του Ποι­η­τή μας έχει πολ­λές αρε­τές , όπως είπα­με. Αλλά θα τονί­σω μία μόνο που τη θεω­ρώ πολ­λή σημα­ντι­κή ‚και είναι αυτή της γλώσ­σας. Ο Ποι­η­τής μας γρά­φει σωστά ελλη­νι­κά. Ο λόγος του είναι λαγα­ρός, χτι­σμέ­νος με γερά υλι­κά, και με ευρήματα.

Η γλώσ­σα μας περ­νά­ει δυσκο­λί­ες και επι­κίν­δυ­νες παγί­δες , γι αυτό εμείς οι άνθρω­ποι των Γραμ­μά­των έχου­με καθή­κον να την δια­φυ­λά­ξου­με. Η γλώσ­σα μας είναι η ρίζα των Επι­στη­μών, Ιατρι­κής, Φυσι­κής, Μαθη­μα­τι­κών και πολ­λών άλλων παγκο­σμί­ως σε όλους τους λαούς της Γης. Αυτό επο­μέ­νως το ελλη­νι­κό στοι­χείο οφεί­λου­με να δια­σώ­σου­με ως κόρην οφθαλμού.

Ας αγκα­λιά­σου­με λοι­πόν τα ΧΕΙΜΩΝΙΑΤΙΚΑ ΦΕΓΓΑΡΙΑ, και να ζήσου­με μαζί τους κάποιες στιγ­μές ανεί­πω­της ομορ­φιάς μέσα στο ζοφε­ρό κλί­μα που ζούμε!!!!!!!

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο