Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Όνειρο στο κύμα, Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη (Βίντεο)

Τον χαρα­κτή­ρι­σαν ως το μεγα­λύ­τε­ρο ποι­η­τή της Ελλά­δας, «Όχι για­τί o Παπα­δια­μά­ντης έγρα­ψε τα καλύ­τε­ρα ελλη­νι­κά ποι­ή­μα­τα (για­τί έγρα­ψε και ποι­ή­μα­τα), αλλά για­τί η πεζο­γρα­φία του περιέ­χει περισ­σό­τε­ρη ποι­η­τι­κή ουσία από τα περισ­σό­τε­ρα νεο­ελ­λη­νι­κά έμμε­τρα έργα».

Επι­λέ­ξα­με ένα από τα ομορ­φό­τε­ρα απο­σπά­σμα­τα του λόγου του Αλέ­ξαν­δρου Παπαδιαμάντη:

Και ανερ­ρι­χή­θην πάλιν σιγά-σιγά προς τα επά­νω και εις την κορυ­φήν του βρά­χου, καλυ­πτό­με­νος όπι­σθεν των θάμνων· έκυ­ψα να ίδω την κολυμ­βώ­σαν νεάνιδα.

     Ήτο από­λαυ­σις, όνει­ρον, θαύ­μα. […] Έβλε­πα την αμαυ­ράν και όμως χρυ­σί­ζου­σαν αμυ­δρώς κόμην της, τον τρά­χη­λόν της τον εύγραμ­μον, τας λευ­κάς ως γάλα ωμο­πλά­τας, τους βρα­χί­ο­νας τους τορ­νευ­τούς, όλα συγ­χε­ό­με­να, μελι­χρά και ονει­ρώ­δη εις το φέγ­γος της σελή­νης. Διέ­βλε­πα την οσφύν της την ευλύ­γι­στον, τα ισχία της, τας κνή­μας, τους πόδας της, μετα­ξύ σκιάς και φωτός, βαπτι­ζό­με­να εις το κύμα. Εμά­ντευα το στέρ­νον της, τους κόλ­πους της, γλα­φυ­ρούς, προ­έ­χο­ντας, δεχο­μέ­νους όλας τας αύρας, τας ριπάς και της θαλάσ­σης το θεί­ον άρω­μα. Ήτον πνοή, ίνδαλ­μα αφά­ντα­στον, όνει­ρον επι­πλέ­ον εις το κύμα· ήτον νηρη­ίς, νύμ­φη, σει­ρήν, πλέ­ου­σα, ως πλέ­ει ναυς μαγι­κή, η ναυς των ονείρων…

«Όνει­ρο στο κύμα», 1900

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο