Γράφει ο Αλέκος Χατζηκώστας //
Την Δευτέρα 18/2/1952 η Βουλή ψήφιζε με μεγάλη πλειοψηφία (κατά οι 7 βουλευτές της ΕΔΑ και ο Κύρκος) το Νομοσχέδιο (το κατέθεσε ο αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών του κόμματος Φιλελευθέρων) Γ. Βαρβούτης) με βάση το οποίο εγκρίθηκε η κύρωση του πρακτικού εισόδου της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ. Κυβέρνηση στη χώρα είχαμε των Ν. Πλαστήρα- Σ. Βενιζέλου (αντιπρόεδρος) ενώ υπέρ τάχθηκαν το Λαϊκό Κόμμα του Κ. Τσαλδάρη, ο Ελληνικός Συναγερμός του Αλ. Παπάγου, το Αγροτικό Κόμμα του Μπαλτατζή, ο Καραμαούνας των «Αριστερών Φιλελεύθερων» κ.α
Να θυμίσουμε ότι προηγήθηκε στις 17 Οκτώβρη 1951 η υπογραφή στο Λονδίνο πρωτόκολλου προσχώρησης της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ. Αξιοποιώντας τα δημοσιεύματα της εφημερίδας «ΕΜΠΡΟΣ» (19/2) παρουσιάζουμε ορισμένα σημεία της συζήτησης αυτής.
Ας δούμε όμως τι γράφει το σχετικό ρεπορτάζ για τις παρεμβάσεις όπου χαρακτηριστικό των υπερασπιστών της προσχώρησης ήταν οι αναφορές για την «ειρήνη», ο αντικομμουνισμός-
Ο Γ. Βαρβούτης εισηγούμενος το θέμα σημείωσε ότι «τούτο είναι εξαιρετικής σημασίας διότι η Ελλάς χάρις εις την πίστη, τα δημοκρατικά ιδεώδη και τας θυσίας της, καθίσταται πλέον οργανικόν μέλος της διεθνούς κοινωνίας…Το περιεχόμενο του Συμφώνου διαπνέεται από την πίστιν εις τα δημοκρατικά ιδεώδη, από την πίστιν προς τη ειρήνην. Αποτελεί άμυναν και όχι επίθεσιν, όλων των ελεύθερων λαών, άμυναν υπέρ των ιδεωδών, που εχαράχθησαν εις τον Χάρτην του Ατλαντικού από το αείμνηστον Φρ. Ρουζβελτ και τον μεγάλον ηγέτην της Μεγάλης Βρετανίας Θ. Τσώρτσιλ. Αι αρχαί αυταί καθωδήγησαν και εφώτισαν τους αγώνας των ελευθέρων εθνών καθ’ όλον τον δεύτερον παγκόσμιον πόλεμον και κατόπιν κατά του επακολουθήσαντα ακόμη αλλού μεν ψυχρόν αλλού δε θερμόν πόλεμον, εναντίον των ελευθεριών και των δημοκρατικών ιδεωδών.
Ο κ. Λύχνας ομιλών εν συνεχεία ως εισηγητής της Επιτροπής για το Νομοσχέδιο τόνισε: «Η απειλή επιθέσεως, πάντες γνωρίζομεν, πόθεν προέρχεται. Μετά το παγκόσμιον πόλεμον, οι Σύμμαχοι απεστρατεύθησαν πλην μιας μεγάλης Δυνάμεως ήτις διετήρησε τον στρατόν της. Μετά ταύτα διάφοραι πράξεις βίας ενεργήθησαν και τοιαύται είναι ως η της Περσίας, Κορέας, Ελλάδος και αλλαχού. Αν τελικώς ελήφθη απόφασις αμυντικής καταστάσεως εν Κορέα τούτο συνέβη διότι η Σοβιετική Ρωσία ευρέθη εκτός Συμφώνου. Το Σύμφωνον είναι ειρηνικόν. Τα δικαιώματα της Ελλάδος πρέπει να εισακουσθούν, ώστε το βιωτικόν επίπεδον επίπεδον του λαού της να να έλθη. Με αυτήν την πεποίθησιν και ελπιδα, αύτο το Σύμφωνον είμαι βέβαιος ότι θα το χαιρετήση ολόκληρος η Βουλή, του οποίου η αλληλεγγύη θα είναι η εγγύησις ειρήνης».
Κατά την ομιλία του ο αρχηγός του «Ελληνικού Συναγερμού», στρατάρχης Α. Παπάγος τόνισε: «Αίσθημα πλήρους ικανοποιήσεως με κατέχει, κύριοι βουλευταία, δια την αποδοχήν της Ελλάδος ως ισοτίμου μέλους εις τον οργανισμόν του Βορειοατλαντικύ Συμφώνου. Η συμμετοχή μας εις Βορειοατλαντικήν οράνωσιν αποτελεί την καλυτέραν πιστοποίησιν ότι αι Ηνωμέναι Πολιτείαι και τα άλλα κράτη του Συμφώνου, πανηγυρικώς ανεγνώρισαν τη μεγάλην συνδρομήν, την οποίαν προσέφερεν η πατρίς μας εις τους κοινούς αγώνας δια την ελευθερίαν και την Δημοκρατίαν. Από της απόψεως της ιδικής μας πλευράς, κατανούμεν και συναισθανόμεθα απολύτως τα καθήκοντά μας, τα δικαιώματά μας όπως ορθώς ετόνισεν ο κ. υπουργός των Εξωτερικών και τας προσθέτους υποχρεώσεις μας διά τας οποίας προσθέτους υποχρεώσεις μας κοινή απόφασις όλων μας είναι να ανταποκριθώμεν όσον ένεστι πληρέστερον. Συνεχίζομεν κύριοι βουλευτές τη μακραίωνα παράδοσιν του Εθνούς και πρέπει να είμεθα όλοι υπερήφανοι, ότι όλα τα ελεύθερα αδελφά Κράτη, εμπράκτως ανεγνώρισαν τούτο..»
Ο Κ. Τσαλδάρης αφού διαμαρτυρήθηκε για τη «αιφνιδιαστική εισαγωγή» του Νομοσχεδίου τόνισε: «Το Ατλαντικόν Σύμφωνον, ως εξιλίχθεη και εξελίσσεται , δια της προσθήκης των νέων μελών Ελλάδος και Τουρκίας αποτελεί κατ΄εμέ επιτύμβιον πλάκα εις την ιδέαν του πολέμου. Και είναι τοιαύτης εκτάσεως η οργάνωσις αυτή και έχουν τόσον μελετηθή εκ των προτέρων, τα θέματα ώστε πραγματικώς να δύναται κανείς αυτήν την στιγμήν να πιστεύη ότι η Ελλάς και η Τουρκία δεν εισέρχονται εις ένα αμυντικόν σύμφωνον αλλά εισέρχονται εις έναν πολιτικοοικονομικόν οργανισμόν. Οι σκοποί τούτου ως διατυπούνται εις τα άρθρα του συμφώνου, συνταχθέντα συνεπέια προς τας σχετικά διατάξεις του οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών, είναι τοιαύτης μορφής ώστε να έχουν μάλον κοινωνικόν περιεχόμενον και ωλιγώτερον στρταιωτκόν ή πολιτικόν. Η Ελλάς, εισερχομένη εις το σύμφωνον, βάσει του περιεχομένου αύτου, προωρίσται να δημιουργήση εις το πνεύμα όλων των λαών το αίσθημα της ελευθερίας, το οποίον θα αποτρέψη τον πόλεμον.»
Σε διαφορετικό μήκος κύματος η παρέμβαση του Γιάννη Πασαλίδη από μέρους της ΕΔΑ: «Η κυβέρνηση εφόσον εις το εσωτερικό ακολουθεί πολιτικήν ειρηνεύσεως αυτήν πρέπιει και να προβάλη εις το εξωτερικόν. Όλοι δέχονται και κηρύσσουν ειρήνευσιν χωρίς να τη προωθούν. Ο Ελληνικός Συναγερμός λέγει ότι δεν θέλει ειρήνην και αυτό διακηρύσει. Η κυβέρνησις όμως η οποία φέρει ευθύνας, έπρεπε να παραιτηθή της πολιτικής την οποίαν ακολουθή. Ημείς εις το πρόγραμμά νας, διεκηρύξαμεν ότι η Ελλάς χωρίς εσωτερικήν ειρήνευσιν δεν θα επιχτύχη εξωτερικήν πολιτικήν. Και η πολιτική μας ασκείται διά τας συμφέροντα του Ελληνικού λαού. Σήμερον η ανθρωπότης ευρίσκεται εις μίαν ιστορική καμπήν. Ποιόν δρόμον πρέπη ν’ ακολουθήση; Ο αγών κατά βάθος γίνεται μεταξύ νεοκαπιταλιστικού συστήματος και νεοσοσιαλιστικού τοιούτου. Πρέπει να έχωμεν υπ’ όψιν μας ότι η χώρα μας από γεωγραφικής απόψεως δεν δύναται να αποκοπή. Δι’αυτόν τον λόγον η Ελλάς έπρεπε να συμβάλη εις το διεθνές γεφύρωμα, όπως το ίδιν πρέπιε να κάμει εις το εσωτερικόν. Δηλαδή να ακολουθήση πολιτικήν ειρηνεύσεως. Συνεπώς δεν ημπορούμεν να καταλάβωμεν πως η Ελλάς λαμβάνει μέρος εις ένα τοιούτον Σύμφωνον, ενώ άλλα χώραι μεγαλύτεραι, όπως είναι η Σουηδία έμειναν έξω. Είμεθα υπέρ της Ελληνικής πολιτικής και δεν πρέπει ακούμεν ουδεμίαν ξένην δύναμην.»
Ο Μ. Κύρκος διαφωνόντας τόνισε: «Καθ’ ημάς εξωτερική πολιτική της Ελλάδος πρέπει να κινείται περί τους ακολούθους τρεις άξονας: Πρώτον οι χειριζόμενοι την εξωτερικήν πολιτικήν πιστεύομεν ότι ώφειλον να καταβάλουσι πάσαν προσπάθειαν ώστε να διατηρήσουν την Ελλάδα έξω του στρατοπέδου των αντιτιθεμένων δύο μεγάλων Συνασπισμών. Δεύτερον θα έπρεπε ειλικρινώς και τιμίως να καταβληθή πάσα προσπάθεια, ώστε να διατηρηθούν σχέσεις φιλίας και συνεργασίας και προς τους δύο συνασπισμούς και προς όλους τους μεγάλους Συμμάχους, μετά των οποίων ηγωνισθήκαμεν κατά τον δεύτερον Παγκόσμιον Πόλεμον, στηριζόμενοι επί της αρχής της ισοτιμίας, του σεβασμού και της ανεξαρτησίας. Τρίτον θα έπρεπε να επιδιώξωμεν μίαν συμμαχίαν μεταξύ των μεγάλων Δυνάμεων Αμερικής, Αγγλίας, Ρωσίας και Γαλλίας, εγγυομένη την ανεξαρτησίαν και εδαφικήν ακεραιότητα της Ελλάδος. Εάν παρεχωρείτο τοιαύτη εγγύησις θα εδίδετο εις τον Ελληνικόν λαόν το αίσθημα της ασφαλείας διά το παρόν και το μέλλον.
Από μέρους του Αγροτικού Κόμματος, Μπαλτατζής τόνισε; «Ψηφίζοντας υπέρ του νομοσχεδίου είμεθα έτοιμοι διά πάσαν θυσίαν και πιστεύομεν ότι το σύμφωνον τούτο δεν αποτελεί μόνον μίαν στρατιωτικήν ένωσιν αλλά και ένα νέον πολιτικοοικονομικόν συνασπισμόν, ο οποίος θα αποτρέψη τον πόλεμον και θα αποκρούση τας σκοτεινάς δυνάμεις της βίας.»
Ο πρωθυπουργός Ν. Πλαστήρας, υπογράμμισε: «Είναι αδύνατον και δεν πρέπει να γίνεται λόγος ότι η Ελλάς ημπορεί να ακολουθήση άλλην πολιτικήν από εκείνην η οποία επιβάλεται υπέρποτε άλλοτε σήμερον. Η Ελλάς πρέπει να είναι ανάμεσα εις τα έθνη ου Συνασπισμού του Βορειατλαντικού Συμφώνου, διότι η ουδετερότης κάθε άλλο παρά είναι δυνατή ουδέ πιστευτή ιδίως εδώ εις την χώραν μας, η οποία εδοκίμασε τον τελευταίον πόλεμον και ηναγκάσθη να εισέλθη εις τούτον χωρίς να προκαλέση διότι η Ελλάς προεκλήθη εις τον πόλεμον αυτόν. Συνεπώς περί ουδετερότητας ούτε πλέον είναι δυνατόν να γίνεται λόγος. Δι’αυτό επαναλαμβάνω, θα ήθελα, η συζήτησις περί της αποφάσεως, περί της εισόδου της Ελλάδος εις το Ατλαντικόν Σύμφωνον να τερματισθή, διότι παρ΄ότι και αν από ορισμένης πλευράς ελέχθη, το θέμα ανάγεται εις την ισχύν την οποία αποκτά η Ελάς, ισχύν η οποία είναι απαραίτητος. Είναι μία μεγάλη επιτυχία το ότι εισήλθεν η Ελλάς εις το Ατλαντικόν Σύμφωνον, διότι τιμάται ούτως από τους ομόφρονας και δημοκρατικούς λαούς του Ατλαντικού Συνασπισμού. Θέλω να συγχαρώ με όλην μου τη καρδίαν ολόκληρον σχεδόν την Βουλήν- διότι υπήρξε και κάποια μερίς, η οποία δεν συμφωνεί, αλλά δεν έχει σημασίαν, εφ’ όσον ολόκληρος η εθνική αντιπροσωπέια ομοθύμως εγκρίνει την εισδοχήν, αποδεχόμενη το νομοσχέδιον τούτο. Είναι δε ανάγκη το νομοσχέδιον να ψηφισθή εντός της σήμερον διά να είναι πλέον νόμος του Κράτους.»
Διάλογος υπήρχε μεταξύ Κ. Τσαλδάρη και Γ. Βαρβούτη για το ζήτημα της διαδικασίας που ακολουθήθηκε:
Ο Γ. Βαρβούτης υποστήριξε ότι δεν ήταν αιφνιδιαστική η εισαγωγή του νομοσχεδίου γιατί το όλο ζήτημα κουβεντιάζονταν τα τελευταία δύο χρόνια.
Κ. Τσαλδάρης: «Ετόνισα από την πλευράν του Συμφώνου την οικονομικήν και κοινωνικήν. Οσον αφορά όμως την λεπτομερεστέραν εξέτασιν του Συμφώνου θα σας ερωτήσω εάν υπάρχει περίπτωσις της αυτομάτου ενεργείας; Εάν δηλαδή μας επιτεθούν θα έλθουν αυτομάτως τα διάφορα κράτη να μας βοηθήσουν ή θα προκύψουν και πάλι συζητήσεις; Έχουν δηλ. υποχρέωσιν να μας βοηθήσουν αυτομάτως;
Γ. Βαβούτης: Κύριοι συνάδελφοι η υποχρέωσις προκύπτει εκ του Συμφώνου.
Κ. Τσαλδάρης: Προκύπτει εκ του Συμφώνου ως έχει σήμερον μόνο στρατιωτική προπαρασκευή.
Γ. Βαβούτης: Το είπον προηγουμένως, το επαναλαμβάνω και πάλιν ότι ο προέχων χαρακτήρ του συμφένου και ο προέχων χαρακτήρ του συνασπισμού των ελευθέρων εθνών δίδεται εις τη στρατιωτικήν παρασκευήν. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι ειρηνικόν, γίνεται ειρηνική Παρασκευή. Διά να υπάρξουν αι προϋποθέσεις αύται υπάρχουν αι οικονομικαί διατάξεις τας οποίας σας ανέφερον.
Και ο «απαραίτητος» αντικομμουνισμός
Απαντώντας στην τοποθετηση της ΕΔΑ ο Γ. Βαβούτης τόνισε: «Θα ήθελον να ερωτήσω, πιστεύετε πράγματι ότι το σύμφωνον αυτό έχει σκοπούς επιθετικούς; Ότι το σύμφωνον αυτό υπηγορεύθη από τη γνωστή εξέλιξιν των πραγμάτων, έχει σκοπούς επιθετικούς και πολιτικούς. Εάν το πιστεύετε αυτό αντί να μας λέτε ότι ημείς έπρπε να τηρηθώμεν ουδέτεροι, θα έπρεπε να στραφή προς τα εκεί που στρέφτεαι η συμπάθεια σας. Και που στρέφεται η συμπάθεια των το γνωρίζει ο Ελληνικός λαός. Διότι δεν απηυθύνθησαν προς τα γειτονικά κράτη τα οποία είναι οπλισμένα μέχρι οδόντων και τα οποία εκ της ιστορίας αποδεικνύεται ότι πάντα μας επιτίθενται και ουδέποτε ημείς τους επετέθημεν; Διατί δεν εξεγείρονται εάν αυτό πιστεύουν, εναντίον εκείνων οι οποίοι επεβουλεύθησαν την ειρήνην της χώρας, την ειρήνην του Ελληνικού λαού, υπέρ του οποίου κόπτονται. Κύριοι συνάδελφοι, συνέλθετε από την πλάνην σας. Ευθύς εξ αρχής από της απελευθερώσεως η χώρα αύτη ηκολούθησε πολιτικήν όχι προκλήσεως, πολιτικήν ουδετέραν και αυτήν την πολιτική ακολουθεί και σήμερον.
Κ. Ρέντης, υπουργός Εσωτερικών: «Το λεχθέν ότι η Ελλάς θα ήτο δυνατόν να μείνη έξω των αντιθέσων των δύο συνασπισμών, αποτελεί, ένα είναι ειλικρινές, ουτοπίαν, άλλως αποτελεί κακόν επιχείρημα της αντιπάλου παρατάξεως. Δεν υπάρχει αντίθεσις καπιταλιστικού και σοσιαλιστικού συστήματος εις σημείον ώστε να λάβωμεν τα όπλα οι μεν κατά των δε και να αληλοφαγωθώμεν,επειδή πρεσβεύομεν αντίθετα όσον αφορά τα οικονομικά συστήματα. Και δεν υπάρχει λόγος να υφίσταται σιδηρούν παραπέτασμα μεταξύ των δύο κόσμων λόγω των συστημάτων. Υποστηρίζουν την ανάγκην όπως η Ελλάς παραμείνη εις την ουδετερότητα. Αλλά η Ελλας υπέστη επίθεσιν και δεν είχεν συμπαραστάτην. Εάν αύριον υποστή επίθεσιν θα τον έχη. Ούτω, δια της προσχωρήσεως εις το σύμφωνον, εξασφαλίζει την αμυντικήν της θέση. Εάν κύριοι συνάδελφοι η αντίθεσιν ήτο ιδεολογική, δεν θα υπήρχε ανάγκη κρυπτών και ασυρμάτων (σ.σ αναφέρεται στη υπόθεση Ν. Μπελογιάννη) και δεν θα υπήρχε λόγος μόλις καλούνται να παραδοθούν οι εις τας κρύπτας ευρισκόμενοι να αυτοκτονούν. (σ.σ Ν. Βαβούδης) Κάτι άλλο συμβαίνει. Πρόκειται περί οργανώσεως των κομμάτων στρατιωτικώς με κλάδους κατασκοπείας και με χρηματοδότησιν εκ του εξωτερικού. Αυτή είναι η ειρήνη υπέρ της οποίας κόπτεται ο κ. Πασαλίδης.
Γ. Πασαλίδης: «Δεν είμεθα πράκτορες ξένης Δυνάμεως.»
Διαμαντόπουλος: «Τότε να κάματε δήλωσιν αποκηρύξεως και να συμφωνήσετε με τον κ. Καραμαούνα.»
Κ. Ρέντης: « Κύριοι συνάδελφοι δεν συγκαλύπτονται τα πράγματα. Από την μιαν πλευράν υφίσταται ο Ασιατικός μυστικισμός και η προσπάθεια καθιερώσεως εκ νέου του θεσμού της δουλείας και από την άλλην ο σεβασμός προς τους ελευθέρους θεσμούς. Ημείς διεξάγομεν τον αγώνα και το εκερδίσαμεν με ανοικτόν το Κοινοβούλιον. Εις ποίον κράτος εκείθεν του παραπετάσματος θα ηδύνατο να ομιλή αντιφρονών τις, όπως ομιλώ εγώ αυτήν την στιγμήν; Η προσχώρησις της Ελλάδος εις το Ατλαντικό Σύμφωνον, αποτελέι χειρονομίαν παγιώσεως της Ειρήνης και η Κυβέρνησις ακριβώς έχει σταθεράν απόφασιν και εφόσον αφορά την εξωτερικήν πολιτικήν να ακολουθήση, πολιτικήν παγιώσεως της ειρήνης και όσον αφορά την εσωτερικήν πολιτικήν, γραμμήν ειρηνεύσεως.»