Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ὧ γλυκύ μου ἔαρ, γλυκύτατόν μου Τέκνον, ποῦ ἔδυ σου τὸ κάλλος;

Μέρα του επι­τά­φιου θρή­νου η Μεγά­λη Παρα­σκευή, ο θρή­νος της Πανα­γί­ας, ο θρή­νος κάθε μάνας που βλέ­πει το γιό της να τον σταυ­ρώ­νουν σε κάθε σημείο της Γης.

Αυτή τη μάνα – σύμ­βο­λο χρη­σι­μο­ποί­η­σε ο Κώστας Βάρ­να­λης στο «Φως που καί­ει», στα ποι­ή­μα­τά του «Η μάνα του Χρι­στού» και «Οι πόνοι της Παναγιάς».

Πού να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί; Σε ποιο νησί του Ωκεανού, σε ποιαν κορφή ερημική; Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ’ άδικο φωνάξεις. Ξέρω, πως θα ’χεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή, που μες στα βρόχια της οργής ταχιά θε να σπαράξεις

Πού να σε κρύ­ψω, γιό­κα μου, να μη σε φτά­νουν οι κακοί; | Σε ποιο νησί του Ωκε­α­νού, σε ποιαν κορ­φή ερη­μι­κή; | Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ’ άδι­κο φωνάξεις.
Ξέρω, πως θα ’χεις την καρ­διά τόσο καλή, τόσο γλυ­κή, | που μες στα βρό­χια της οργής ταχιά θε να σπαράξεις

Πως οι δρό­μοι ευω­δά­νε με βάγια στρω­μέ­νοι ηλιο­πά­τη­τοι δρό­μοι και γύρω μπαξέδες!
Η χαρά της γιορ­τής όλο πιό­τε­ρο αξαί­νει και μακριά­θε βογκά­ει και μακριά­θε ανεβαίνει.

Τη χαρά σου, Λαο­θά­λασ­σα, κύμα το κύμα, των αλλώ­νε τα μίση και­ρό τηνε θρέ­φαν κι αν η μαύ­ρη σου κάκη­τα δίψαε το κρί­μα, να που βρή­κε το θύμα της, άκα­κο θύμα!

Α! πώς είχα σα μάνα κ΄εγώ λαχτα­ρή­σει (ήταν όνει­ρο κ΄΄εμεινεν, άχνα και πάει) σαν και τ΄άλλα σου αδέρ­φια να σ΄είχα γεν­νή­σει κι΄από δόξες αλάρ­γα κι αλάργ΄από μίση!

Ένα κόκ­κι­νο σπί­τι σ΄αυλή με πηγά­δι… και μιά δρά­να γιο­μά­τη τσα­μπιά κεχρι­μπά­ρι… νοι­κο­κύ­ρης καλός να γυρ­νάς κάθε βρά­δυ, το χρυ­σό, σιγα­λό και γλυ­κό σαν το λάδι. (…)

Η κατα­πλη­κτι­κή μελω­δία που ενέ­πνευ­σε δια­χρο­νι­κά 10άδες κορυ­φαί­ους συν­θέ­τες και μελω­δούς Μίκη Θεο­δω­ρά­κη και Βαγ­γέ­λη Παπαθανασίου

  • Ω! γλυ­κύ μου έαρ! Βαγ­γέ­λης Παπα­θα­να­σί­ου – Ειρή­νη Παππά
  • ΜΙΚΗΣ ‑3η ΣΥΜΦΩΝΙΑ/“Πόλη”/Κ.Π.Καβάφης [Μέρος 3ο]

Περισ­σό­τε­ρα στο επί­ση­μο σάιτ του Μίκη

Εξυ­ψω­τι­κό και θριαμ­βευ­τι­κό το φινά­λε της 2ης συμ­φω­νί­ας του αγα­πη­μέ­νου Gustav Mahler | 2nd “Resurrection” symphony – finale, conducted by Leonard Bernstein | Η Συμ­φω­νία της Αναστάσεως.

Ολό­κλη­ρη η συμ­φω­νία με τον εξαί­ρε­τομονα­δι­κό Claudio Abbado!

Ναι, οι στί­χοι του Βάρ­να­λη κι αυτή η παι­διά­στι­κη παρόρ­μη­ση, ν’ ανα­τρέ­χει κάθε Μεγά­λη Βδο­μά­δα στα κεί­με­νά του και να ξανα­δια­βά­ζει «το φως που καί­ει», να ζωντα­νεύ­ουν μπρο­στά του ο Προ­μη­θέ­ας, ο Ιησούς, ο Μώμος. Αξιον εστί το φως. Ω γλυ­κύ μου έαρ…

Συν­θέ­σεις της φύσης, κατα­κόκ­κι­νες παπα­ρού­νες, άσπρες και κίτρι­νες μαργαρίτες…

Ευω­διές ανθι­σμέ­νων εσπε­ρι­δοει­δών, κρι­νά­κια, βιο­λέ­τες. Από την άλλη μεριά, το σκο­τά­δι κι η μυρω­διά του ολέθρου.

Η κόλα­ση του Δάντη ωχριά. Τω και­ρώ εκεί­νω, οι αρχιε­ρείς, λαβό­ντες τα τριά­κο­ντα αργύ­ρια του μετα­με­λη­θέ­ντος Ιού­δα, ηγό­ρα­σαν τον αγρόν του Κερα­μέ­ως και σήμε­ρα επα­να­νί­πτει τας χεί­ρας του ως Πόντιος Πιλάτος.

Ω της παραφροσύνης και της υποκρισίας…

Κανέ­να απορ­ρυ­πα­ντι­κό δεν μπο­ρεί να καθα­ρί­σει το αίμα των λαών, που φωνά­ζει από τα ερεί­πια των βομ­βαρ­δι­σμών. Οι Φαρι­σαί­οι φωνα­σκούν «mea culpa», υπο­κρι­τι­κά χαμο­γε­λώ­ντες στους παρα­μορ­φω­τι­κούς, παρα­πλα­νη­τι­κούς φακούς της δημοσιότητος.

Αι γενε­αί πάσαι συνε­χί­ζουν να πλη­ρώ­νουν στους τελώ­νη­δες, ως μη έχο­ντες, ως πρό­βα­τα επί σφα­γήν, ως αμνοί άκα­κοι. — Εξέ­δυ­σάν με τα ιμά­τια…, επί την κεφα­λήν μου στέ­φα­νον εξ ακανθών…

Σήμε­ρον κρε­μά­ται επί ξύλου… Αν η ευρω­NATOλα­γνεία συνε­χί­ζει να οδη­γεί τις πρά­ξεις τους, αν οι εκδη­λώ­σεις ενά­ντια στους μακε­λά­ρη­δες τους ενο­χλούν, τότε άξιος ο μισθός τους και προς αυτούς οι στί­χοι του Δ. Σολω­μού, για­τί πράγ­μα­τι είναι σκλά­βοι: «Μην ειπούν στο στο­χα­σμό τους | τα ξένα έθνη αλη­θι­νά | εάν μισού­νται ανά­με­σό τους | δεν τους πρέ­πει ελευθεριά.

Ο θρή­νος της μάνας προς το παι­δί της, το μοι­ρο­λόι που μέσα του κλεί­νει την Ελπί­δα της Ανά­στα­σης: “Ω γλυ­κύ μου Εαρ”.

Δρα­μα­το­ποι­η­μέ­νη  εκπο­μπή­του 1995  από το αρχείο ΕΡΤ — πρό­γραμ­μα σε ποί­η­ση Ρωμα­νού Μελω­δού, Γιάν­νη Ρίτσου, Κώστα Βάρ­να­λη και Οδυσ­σέα Ελύ­τη συμ­με­τέ­χουν: Ασπα­σία Παπα­θα­να­σί­ου, Άννα Συνο­δι­νού, Λύδια Κονιόρ­δου, Σόφη Μηρ­μι­γκί­δου, Αλε­ξάν­δρα Δια­μα­ντο­πού­λου, Μίρ­κα Καλα­τζο­πού­λου, Ιφι­γέ­νεια Αστε­ριά­δη, Ευγε­νία Βαρυ­τί­μου, Σοφία Κορώ­νη. Τρα­γου­δά η Νένα Βενε­τσά­νου. Σενά­ριο — σκη­νο­θε­σία Στα­μά­της Χονδρογιάννης.

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο