Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

1η Σεπτεμβρίου, η «έναρξη» του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου — του Στέλιου Κανάκη

Γρά­φει ο Στέ­λιος Κανά­κης //

Μελε­τώ­ντας κανείς σοβα­ρά τον Β΄ΠΠ δια­κα­τέ­χε­ται από ένα δέος. Σχε­τι­κά με τους αριθ­μούς, τον όγκο των δυνά­με­ων που έλα­βαν μέρος, την τερά­στια έκτα­ση του πολέ­μου, τα εκα­τομ­μύ­ρια των νεκρών μαχη­τών και αμά­χων, τις κατα­στρο­φές που υπέ­στη­σαν οι υλι­κο­τε­χνι­κές υπο­δο­μές, κυρί­ως της Σοβιε­τι­κής Ένω­ση, της Κίνας, αλλά και άλλων χωρών.

Στα ψιλά περ­νά­νε οι δυσθε­ώ­ρη­τες και δεύ­τε­ρες μετά τη Σοβιε­τι­κή Ένω­ση (27.000.000), απώ­λειες σε έμψυ­χο  υλι­κό και υπο­δο­μές της Κίνας. Οι νεκροί της τελευ­ταί­ας ξεπέ­ρα­σαν τα 15.000.000 πλη­σιά­ζο­ντας τα 20.

Ως έναρ­ξή του, από τους δυτι­κούς ιστο­ρι­κούς, δίδε­ται η 1η Σεπτεμ­βρί­ου 1939 που είναι η αρχή της εισβο­λής της Βέρ­μαχτ στην Πολω­νία, σε μια κατα­φα­νή προ­σπά­θεια να κρύ­ψουν και να συσκο­τί­σουν την πραγματικότητα.

Τα γεγο­νό­τα που προη­γή­θη­καν είναι αποκαλυπτικά:

Ο πόλεμος είχε αρχίσει πολύ πριν την 1η Σεπτεμβρίου

Στις 7 Ιου­λί­ου 1937 η Ιαπω­νία εισβάλ­λει στην Κίνα, ξεκι­νώ­ντας τον Β΄ Παγκό­σμιο Πόλε­μο στον Ειρη­νι­κό. Ουδείς κάνει κάτι.

Στις 10 Μαρ­τί­ου 1938, ενώ ο ισπα­νι­κός εμφύ­λιος μαί­νε­ται και οι δυτι­κές δυνά­μεις έχουν επι­τρέ­ψει την πλή­ρη ανά­μει­ξη υπέρ του Φράν­κο σε Ιτα­λία και Γερ­μα­νία, η τελευ­ταία εισβά­λει στην Αυστρία και την ενσω­μα­τώ­νει στην Anschluss («Ένω­ση»).

Την ίδια μέρα (10/3/38) γίνο­νται 67.000 συλ­λή­ψεις και πολύ σύντο­μα τα SS θα ανοί­ξουν στην Αυστρία το στρα­τό­πε­δο συγκέ­ντρω­σης Μαουτχάουζεν.

Στις 13 Μαρ­τί­ου, ο Αυστρια­κός καρ­δι­νά­λιος Ίνι­στερ βιά­ζε­ται και δια­τά­ζει λει­τουρ­γία υπέρ των Γερ­μα­νών. Η Βρε­τα­νία δεν περι­μέ­νει το απο­τέ­λε­σμα του δημο­ψη­φί­σμα­τος και ανα­γνω­ρί­ζει την προ­σάρ­τη­ση στις 2 Απρι­λί­ου. Η Γαλ­λία «αντι­δρά» χλιαρά.

Είναι φανε­ρό πως η Γερ­μα­νία αφή­νε­ται να επε­κτα­θεί. Το 1933–34 που είχε ξανα­προ­σπα­θή­σει να προ­σαρ­τή­σει την Αυστρία βρέ­θη­κε απέ­να­ντι στην αντί­δρα­ση των Βρε­τα­νί­ας, Γαλ­λί­ας, αλλά και Ιτα­λί­ας που δεν είχε ακό­μη προ­σεγ­γί­σει την Γερ­μα­νία και υποχώρησε.

Στις 12 Σεπτεμ­βρί­ου, ο Χίτλερ εκφω­νεί στο συνέ­δριο του ναζι­στι­κού κόμ­μα­τος στη Νυρεμ­βέρ­γη άγριο αντί-τσε­χο­σλο­βά­κι­κο λόγο. Απαι­τεί τη Σου­δη­τία. Με την απώ­λεια της Σου­δη­τί­ας, όμως, αφο­πλί­ζε­ται η Τσεχοσλοβακία.

Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα επρό­κει­το για ναζι­στι­κούς λεο­ντα­ρι­σμούς. Η Γερ­μα­νία βρί­σκε­ται σε δει­νή θέση. Σε βαθειά οικο­νο­μι­κή κρί­ση, με καθο­ρι­στι­κές ελλεί­ψεις σε πρώ­τες ύλες, την πολε­μι­κή της βιο­μη­χα­νία να είναι ανα­πο­τε­λε­σμα­τι­κή και στρα­τιω­τι­κά ανέ­τοι­μη. Από την άλλη, η Τσε­χο­σλο­βα­κία είναι μια ανε­πτυγ­μέ­νη βιο­μη­χα­νι­κά χώρα και ο στρα­τός της θεω­ρεί­ται από τους καλύ­τε­ρα εφο­δια­σμέ­νους. Αν εκεί­νη τη στιγ­μή αντι­δρού­σαν Βρε­τα­νία και Γαλ­λία, η Γερ­μα­νία θα ήταν χαμένη.

Η κατά­λη­ψη της Τσε­χο­σλο­βα­κί­ας είναι, εκ των πραγ­μά­των, πολύ πιο δύσκο­λη υπό­θε­ση για τους ναζι­στές απ’ ότι η Αυστρία. Απου­σί­α­ζε η πρό­φα­ση και η Τσε­χο­σλο­βα­κία είχε πολύ ανε­πτυγ­μέ­νη άμυ­να και σύγ­χρο­νο στρα­τό. Επί πλέ­ον, είχε συνά­ψει Σύμ­φω­να αμοι­βαί­ας βοή­θειας με την Σοβιε­τι­κή Ένω­ση και τη Γαλ­λία. Ακό­μη χει­ρό­τε­ρα για τους χιτλε­ρι­κούς, είχαν να αντι­με­τω­πί­σουν το έντο­νο πατριω­τι­κό συναί­σθη­μα του Τσε­χο­σλο­βά­κι­κου λαού και επί πλέ­ον το ισχυ­ρό κίνη­μα προ­ά­σπι­σης της Τσε­χο­σλο­βα­κί­ας που είχε ανα­πτυ­χθεί στην Γαλ­λία και την Αγγλία.

Στις 14 Σεπτεμ­βρί­ου 1938, ο Βρε­τα­νός πρω­θυ­πουρ­γός Τσά­μπερ­λεν, σε γεύ­μα στο σπί­τι της λαί­δης Άστορ, υπο­στη­ρί­ζει ότι η Τσε­χο­σλο­βα­κία δεν μπο­ρεί να δια­τη­ρη­θεί στην παρού­σα μορ­φή της. Την επό­με­νη, ο Τσά­μπερ­λεν συνα­ντά­ται με τον Χίτλερ στο Όμπερ­ζαλτσ­μπεργκ για να του υπο­σχε­θεί πως θα κανό­νι­ζε να υπο­χω­ρή­σουν οι Τσεχοσλοβάκοι.

Η εγκληματική Συμφωνία του Μονάχου

Το διά­στη­μα πριν την Συνά­ντη­ση του Μονά­χου ο Τσά­μπερ­λεν συνα­ντή­θη­κε δύο φορές μυστι­κά με τον Χίτλερ. Τη δεύ­τε­ρη, στις 22/9/38, το θέμα ήταν οι όροι δια­με­λι­σμού της Τσε­χο­σλο­βα­κί­ας. Από­μει­ναν σε εκκρε­μό­τη­τα η διά­θε­ση για αντί­στα­ση της Τσε­χο­σλο­βα­κί­ας και η αντί­θε­ση των λαών Βρε­τα­νί­ας και Γαλλίας.

Στην Πρά­γα σταθ­μεύ­ουν 200 σοβιε­τι­κά βομ­βαρ­δι­στι­κά αερο­πλά­να. Η Ρου­μα­νία και η Πολω­νία απα­γο­ρεύ­ουν τη διέ­λευ­ση από τα εδά­φη και τον αέρα τους στον Κόκ­κι­νο Στρα­τό και την σοβιε­τι­κή αεροπορία.

Στη Γαλ­λία, μία μέρα πριν την συνά­ντη­ση Τσά­μπερ­λεν-Χίτλερ, στις 21/9/38 προ­κη­ρύσ­σε­ται μερι­κή επι­στρά­τευ­ση. Ανοί­χθη­καν χαρα­κώ­μα­τα και άρχι­σε η εκκέ­νω­ση του Παρι­σιού. Το πολε­μι­κό ναυ­τι­κό της Βρε­τα­νί­ας κηρύ­χτη­κε σε κατά­στα­ση μόνι­μου συνα­γερ­μού. Έδει­χναν πως οδη­γού­νται σε πόλε­μο. Αλλού στό­χευαν, όμως. Άρχι­σε ο θρή­νος για τον πόλε­μο που ερχό­ταν εξ’ αιτί­ας μιας αδιάλ­λα­κτης Τσεχοσλοβακίας.

Ο Τσά­μπερ­λεν ανα­φέρ­θη­κε αρκε­τές φορές από το ραδιόφωνο:

«Τι τρο­με­ρό! Πόσο φαντα­στι­κό κι απί­στευ­το είναι να υπο­χρε­ω­νό­μα­στε ν’ ανοί­γου­με χαρα­κώ­μα­τα και να δοκι­μά­ζου­με μάσκες αερί­ων, εδώ, εξαι­τί­ας μιας διέ­νε­ξης που ξέσπα­σε κάπου τόσο μακριά και για μια χώρα που για τον λαό της δεν ξέρου­με τίπο­τα».[i]

Την 29/9/38, με τη σύγκλι­ση της Συν­διά­σκε­ψης του Μονά­χου, γκρε­μί­ζε­ται κάθε ελπί­δα για συλ­λο­γι­κή ασφά­λεια και η ιδέα της θάβε­ται ορι­στι­κά. Στη Συν­διά­σκε­ψη που απο­φά­σι­ζε για το μέλ­λον της Τσε­χο­σλο­βα­κί­ας, δεν προ­σκλή­θη­κε ο πρω­θυ­πουρ­γός της ίδιας της Τσε­χο­σλο­βα­κί­ας, αλλά ούτε και εκπρό­σω­πος της ΕΣΣΔ που ήταν εγγυ­ή­τρια δύνα­μη της ασφά­λειας της Τσε­χο­σλο­βα­κί­ας. Οι Άρθουρ Νέβιλ Τσά­μπερ­λεν (πρω­θυ­πουρ­γός της Βρε­τα­νί­ας) και Εντουάρ Ντα­λα­ντιέ (πρω­θυ­πουρ­γός Γαλ­λί­ας), σε πλή­ρη ομο­ψυ­χία με τους Μπε­νί­το Μου­σο­λί­νι και Αδόλ­φο Χίτλερ, έβα­λαν ταφό­πλα­κα στην ύπαρ­ξη της Τσε­χο­σλο­βα­κί­ας, αλλά και σε κάθε ελπί­δα για συλ­λο­γι­κή άμυ­να απέ­να­ντι στον Χίτλερ. Απέ­κλειαν κάθε ιδέα ενο­ποι­η­μέ­νου μετώ­που απέ­να­ντι στη ναζι­στι­κή Γερ­μα­νία. Είχε προη­γη­θεί στις 21 Σεπτεμ­βρί­ου τελε­σί­γρα­φο του Λον­δί­νου προς την Πρά­γα να απο­δε­χθεί τους νέους γερ­μα­νι­κούς όρους. Είναι προ­φα­νές ότι οι Χιτλε­ρι­κοί δεν πίστευαν στα μάτια τους. Τους προ­σφε­ρό­ταν όχι μόνο η Σου­δη­τία που ζητού­σαν, αλλά δια­γρα­φό­ταν η προ­ο­πτι­κή να κατα­λά­βουν όλη την Τσε­χο­σλο­βα­κία με, αν όχι την άδεια, του­λά­χι­στον την ανο­χή των Γαλ­λο­βρε­τα­νών. Και το πιο σπου­δαίο, αναί­μα­κτα, μιας και θα ήταν ήδη αφο­πλι­σμέ­νη, όση θα είχε απο­μεί­νει μετά την αφαί­ρε­ση της Σου­δη­τί­ας. Η αγω­νία των Αγγλο­γάλ­λων ήταν να μην στρα­φεί η επί­θε­ση ενα­ντί­ον τους. Την δεύ­τε­ρη μέρα των εργα­σιών της Συν­θή­κης του Μονά­χου (30/9/38) υπό­γρα­ψαν το Σύμ­φω­νο που παρα­χω­ρού­σε τη Σου­δη­τία στο Γ΄ Ράιχ. Την ίδια μέρα υπο­γρά­φη­κε και αμοι­βαία δήλω­ση μη επί­θε­σης μετα­ξύ Αγγλί­ας-Γερ­μα­νί­ας και μερι­κούς μήνες μετά, στις 6 Απρι­λί­ου ακο­λού­θη­σε η αντί­στοι­χη μετα­ξύ Γαλ­λί­ας και Γερ­μα­νί­ας, όπου η πρώ­τη απόρ­ρι­ψε και τις υπο­χρε­ώ­σεις της απέ­να­ντι στη Σοβιε­τι­κή Ένωση.

Η Γερ­μα­νία, η Ιτα­λία, η Μεγά­λη Βρε­τα­νία και η Γαλ­λία υπο­γρά­φουν τη Συμ­φω­νία του Μονά­χου, με την οποία ανα­γκά­ζουν τη Δημο­κρα­τία της Τσε­χο­σλο­βα­κί­ας να εκχω­ρή­σει την βιο­μη­χα­νι­κά ανε­πτυγ­μέ­νη Σου­δη­τία, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων των νευ­ραλ­γι­κών αμυ­ντι­κών στρα­τιω­τι­κών θέσε­ων της Τσε­χο­σλο­βα­κί­ας στη ναζι­στι­κή Γερ­μα­νία. Ο δρό­μος της ναζι­στι­κής Γερ­μα­νί­ας προς ανα­το­λή έχει ανοίξει.

Τριά­ντα χρό­νια μετά ο Αμε­ρι­κα­νός ιστο­ρι­κός Χέρ­μπερτ Φέις, έγραφε:

«Η Συμ­φω­νία του Μονά­χου επέ­τρε­ψε στον Χίτλερ να δια­με­λί­σει την Τσε­χο­σλο­βα­κία, αφή­νο­ντας την Πολω­νία και τη Σοβιε­τι­κή Ένω­ση εκτε­θει­μέ­νες στη γερ­μα­νι­κή επι­θε­τι­κό­τη­τα».[ii]

Ο Τσά­μπερ­λεν έκα­νε μια θριαμ­βευ­τι­κή εμφά­νι­ση στο Κοι­νο­βού­λιο. Ισχυ­ρί­στη­κε πως εξα­σφά­λι­σε «την ειρή­νη για την επο­χή μας».[iii]

Ο ίδιος ο Ρίμπε­ντροπ είπε χαρα­κτη­ρι­στι­κά στον Χίτλερ:

«Αυτός ο γέρος υπό­γρα­ψε την κατα­δί­κη σε θάνα­το της Βρε­τα­νι­κής Αυτο­κρα­το­ρί­ας κι άφη­σε σ’ εμάς το δικαί­ω­μα να ορί­σου­με την ημε­ρο­μη­νία που θα γίνει η εκτέ­λε­ση»[iv].

Επι­στρέ­φο­ντας ο Γάλ­λος Πρω­θυ­πουρ­γός Ντα­λα­ντιέ στο Παρί­σι, καθώς επευ­φη­μεί­ται από τους Γάλ­λους, για­τί υπο­τί­θε­ται πως διέ­σω­σε την ειρή­νη, ψιθυ­ρί­ζει στον υπουρ­γό του των Εξω­τε­ρι­κών: «Αν ξέρα­νε τι υπο­γρά­ψα­με θα μας εκτε­λού­σαν».

Με τη Συμ­φω­νία του Μονά­χου, η αδύ­να­μη μέχρι τότε και απο­μο­νω­μέ­νη ναζι­στι­κή Γερ­μα­νία, αντί να συν­θη­κο­λο­γή­σει, επι­τε­λεί μια διπλω­μα­τι­κή νίκη άνευ προη­γου­μέ­νου. Προ­σαρ­τά 28.600 τετρ. χλμ εδά­φους όπου κατοι­κούν 2.800.000 Σου­δή­τες και 800.000 Τσέ­χοι. Περιο­χή με τερά­στια οικο­νο­μι­κή και στρα­τη­γι­κή σημα­σία κι επί πλέ­ον σ’ αυτές υπήρ­χε η κύρια αμυ­ντι­κή γραμ­μή της Τσε­χο­σλο­βα­κί­ας. Στον δια­με­λι­σμό της Τσε­χο­σλο­βα­κί­ας συμ­με­τέ­χουν η Πολω­νία και η Ουγ­γα­ρία. Η πρώ­τη που έχει συνά­ψει πριν απ’ όλες τις χώρες της Ευρώ­πης Σύμ­φω­νο μη Επί­θε­σης με το Γ΄ Ράιχ προ­σαρ­τά την Οστρά­βα (Olsa ή Teschen) 1.700 τετρ. χλμ με 228.000 κατοί­κους τον Οκτώ­βριο του 1938 και η δεύ­τε­ρη την Καρ­πα­θια­κή Ρου­θη­νία τον Μάρ­τιο του 1939. Η θεσμο­θε­τη­μέ­νη «συμ­μα­χία» Πολω­νί­ας-Γερ­μα­νί­ας φαί­νε­ται να απο­δί­δει. Ισχυ­ρή μερί­δα της αστι­κής τάξης της Πολω­νί­ας ερω­το­τρο­πού­σε χρό­νια με την ιδέα μιας πολω­νο­γερ­μα­νι­κής συμπα­ρά­τα­ξης που όμως δεν επέ­τρε­ψε να ευο­δω­θεί η ναζι­στι­κή αδιαλ­λα­ξία. Οι Γερ­μα­νοί μπο­ρού­σαν να έχουν όλη την Πολω­νία, δεν χρειά­ζο­νταν κάτι λιγότερο.

Το επι­στέ­γα­σμα της αναί­σχυ­ντης πολι­τι­κής των δυτι­κών και της ασύ­στο­λης πρι­μο­δό­τη­σης της Γερ­μα­νί­ας ήταν πως, αμέ­σως μετά, η Βρε­τα­νία παρέ­δω­σε στη ναζι­στι­κή Γερ­μα­νία τον χρυ­σό της Τσε­χο­σλο­βα­κί­ας που φύλα­γε για… ασφά­λεια στα θησαυ­ρο­φυ­λά­κιά της.

Ο Δυτι­κο­γερ­μα­νός ιστο­ρι­κός Μίκα­ελ Φρέ­υντ γράφει:

«Με το έδα­φος της Βοη­μί­ας να αντη­χεί από τις μπό­τες των Γερ­μα­νών στρα­τιω­τών, ολό­κλη­ρος ο κόσμος αντή­χη­σε. Ο γωνιό­λι­θος της Συν­θή­κης των Βερ­σαλ­λιών γκρε­μί­στη­κε. Ο δρό­μος προς την Ανα­το­λή είχε ανοί­ξει για το Γερ­μα­νι­κό Ράιχ».[v]

Το Σύμ­φω­νο του Μονά­χου απο­τέ­λε­σε το σημείο μη επι­στρο­φής και προ­κα­θό­ρι­σε σε μεγά­λο βαθ­μό τις μετέ­πει­τα εξε­λί­ξεις, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νης της επί­θε­σης της Γερ­μα­νί­ας κατά της Πολω­νί­ας. Άλλα­ξε ριζι­κά την κατά­στα­ση στην Ευρώ­πη. Πρό­κει­ται για τον πιο κρί­σι­μο σταθ­μό της –ας πού­με– προ­πο­λε­μι­κής περιό­δου. Στο Μόνα­χο παρέ­δω­σαν την Τσε­χο­σλο­βα­κία στο Γ΄ Ράιχ κι έστρω­σαν τον δρό­μο προς ανα­το­λάς στον Χίτλερ. Επρό­κει­το για την μεγα­λύ­τε­ρη εγκλη­μα­τι­κή πρά­ξη πριν τον Β΄ΠΠ.

Ενι­σχύ­θη­κε η απο­μό­νω­ση της ΕΣΣΔ και η Μόσχα αντι­με­τώ­πι­ζε πια το ενδε­χό­με­νο δια­μόρ­φω­σης ενός κοι­νού αντι­σο­βιε­τι­κού μετώ­που. Την συγκε­κρι­μέ­νη κατά­στα­ση αντι­λαμ­βά­νε­ται και μερί­δα της μεγα­λο­α­στι­κής τάξης των Βρε­τα­νί­ας και Γαλ­λί­ας. Εκφρά­ζο­νται φόβοι ότι «η ναζι­στι­κή Γερ­μα­νία είναι πιο επι­κίν­δυ­νη σαν αντα­γω­νι­στής στον τομέα της δια­νο­μής του κόσμου και του εμπο­ρί­ου από όσο είναι ωφέ­λι­μη σαν προ­μα­χώ­νας απέ­να­ντι στον κομ­μου­νι­σμό».[vi]

Πολύ σύντο­μα γίνε­ται φανε­ρό ότι ο Χίτλερ δεν έχει πρό­θε­ση να τηρή­σει ούτε καν τη Συμ­φω­νία του Μονά­χου. Οι ολο­έ­να και πιο διευ­ρυ­μέ­νες απαι­τή­σεις του γίνο­νται επι­δει­κτι­κά. Συγ­χρό­νως, η πολι­τι­κή του κατευ­να­σμού συνε­χί­ζει και επε­κτεί­νε­ται. Στις 9 Οκτω­βρί­ου, σε ομι­λία του στο Σααρ­μπρύ­κεν, ξαναρ­χί­ζει τις απειλές.

Μετά την Τσεχοσλοβακία η Πολωνία

Τον Μάρ­τη του 1939, η Γερ­μα­νία κατέ­λα­βε ολό­κλη­ρη την Τσε­χο­σλο­βα­κία. Επι­βάλ­λει στη Ρου­μα­νία υπο­δου­λω­τι­κό «οικο­νο­μι­κό» σύμ­φω­νο. Η Ιτα­λία τον Απρί­λη του 1939 κατέ­λα­βε την Αλβα­νία. Σαν απά­ντη­ση στη διεύ­ρυν­ση της φασι­στι­κής εισβο­λής, οι κυβερ­νή­σεις της Μεγά­λης Βρε­τα­νί­ας και Γαλ­λί­ας, για να περι­φρου­ρή­σουν τα οικο­νο­μι­κά και πολι­τι­κά συμ­φέ­ρο­ντά τους στην Ευρώ­πη, υπο­σχέ­θη­καν «εγγυ­ή­σεις ανε­ξαρ­τη­σί­ας» σε Πολω­νία, Ρου­μα­νία, Ελλά­δα και Τουρ­κία. Η Γαλ­λία ανέ­λα­βε, επι­πλέ­ον, την υπο­χρέ­ω­ση να δώσει στρα­τιω­τι­κή βοή­θεια στην Πολω­νία, σε περί­πτω­ση επί­θε­σης της Γερ­μα­νί­ας ενα­ντί­ον της. Τον Απρί­λιο — Μάιο του 1939, η Γερ­μα­νία κατάγ­γει­λε την αγγλο­α­με­ρι­κα­νι­κή ναυ­τι­κή συμ­φω­νία του 1935, ακύ­ρω­σε το σύμ­φω­νο μη επί­θε­σης με την Πολω­νία που υπο­γρά­φτη­κε το 1934 και έκλει­σε με την Ιτα­λία το λεγό­με­νο Χαλύ­βδι­νο σύμ­φω­νο, με βάση το οποίο η ιτα­λι­κή κυβέρ­νη­ση υπο­χρε­ω­νό­ταν να βοη­θή­σει τη Γερ­μα­νία, αν αυτή εμπλα­κεί σε πόλε­μο με τις δυτι­κές καπι­τα­λι­στι­κές δυνάμεις.

Στις 14–15 Μαρ­τί­ου 1939 και υπό την πίε­ση της Γερ­μα­νί­ας, οι Σλο­βά­κοι κηρύσ­σουν την ανε­ξαρ­τη­σία τους και ιδρύ­ουν τη Δημο­κρα­τία της Σλοβακίας.

Ο Χίτλερ καλεί στο Βερο­λί­νο τον Τσε­χο­σλο­βά­κο Πρω­θυ­πουρ­γό Εμίλ Χάχα και τον ανα­γκά­ζει να θέσει την χώρα του υπό γερ­μα­νι­κή προ­στα­σία. Οι Γερ­μα­νοί κατα­λαμ­βά­νουν τα υπό­λοι­πα εδά­φη της Τσε­χο­σλο­βα­κί­ας παρα­βιά­ζο­ντας τη Συμ­φω­νία του Μονά­χου και ιδρύ­ουν το Προ­τε­κτο­ρά­το της Βοη­μί­ας και Μορα­βί­ας. Για πρώ­τη φορά, η Γερ­μα­νία κατα­λαμ­βά­νει μη γερ­μα­νό­φω­νες περιο­χές. Ακο­λου­θεί ακό­μη μια χλια­ρή δια­μαρ­τυ­ρία από Γαλλία-Βρετανία.

Στις 21 Μαρ­τί­ου, ο Ρίμπε­ντροπ «υπεν­θυ­μί­ζει» με από­λυ­το τρό­πο στον πρέ­σβη Λίπτσκι τις διεκ­δι­κή­σεις της Γερ­μα­νί­ας απέ­να­ντι στην Πολωνία.

Στις 23 Μαρ­τί­ου, η Γερ­μα­νία κατα­λαμ­βά­νει το Καλϊ­πέ­ντε (Μέμελ) της Λιθουα­νί­ας. Στο θωρη­κτό τσέ­πης «Γερ­μα­νία» επι­βαί­νει ο ίδιος ο Χίτλερ.

Στις 29 Απρι­λί­ου 1939, ο Χίτλερ καταγ­γέλ­λει το σύμ­φω­νο μη επί­θε­σης με την Πολω­νία του 1934. Από τις 11 Απρι­λί­ου είχε ήδη υπο­γρά­ψει το «Λευ­κό Βιβλίο», το σχέ­διο επί­θε­σης στην Πολω­νία η οποία προ­βλέ­πε­ται να συμ­βεί μέχρι την 1η Σεπτεμ­βρί­ου 1939.

Στις 22 Μάη 1939, υπο­γρά­φε­ται στο Βερο­λί­νο, μετα­ξύ φασι­στι­κής Ιτα­λί­ας και χιτλε­ρι­κής Γερ­μα­νί­ας η “Χαλύ­βδι­νη Συμ­φω­νία”. Το όνο­μα το πήρε από τις χαλύ­βδι­νες πένες του εργο­στα­σί­ου Κρουπ με το οποίο υπογράφτηκαν.

Με εντο­λή του Γ΄ Ράιχ, ο πρέ­σβης του Βερο­λί­νου στη Μόσχα Σού­λεν­μπουργκ αρχί­ζει διε­ρευ­νη­τι­κές κινή­σεις με την ΕΣΣΔ. Στο δεύ­τε­ρο δεκα­ή­με­ρο του Ιου­λί­ου οι Γερ­μα­νοί εκπρό­σω­ποι προ­τεί­νουν στους Σοβιε­τι­κούς συμ­φω­νία πολι­τι­κής σημα­σί­ας. Εν τω μετα­ξύ, οι σχέ­σεις Γερ­μα­νί­ας-ΕΣΣΔ βρί­σκο­νται στο κατώ­τε­ρο επί­πε­δό τους, με τους Γερ­μα­νούς να αρνού­νται να παρα­δώ­σουν εμπο­ρεύ­μα­τα βάσει των διμε­ρών σχέ­σε­ων. Στις 4 Αυγού­στου, ο Σού­λεν­μπουργκ τηλε­γρα­φεί στην κυβέρ­νη­σή του:

«Η κυρί­αρ­χη εντύ­πω­σή μου είναι ότι η σοβιε­τι­κή κυβέρ­νη­ση είναι τώρα απο­φα­σι­σμέ­νη να κλεί­σει μια συμ­φω­νία με τη Μ. Βρε­τα­νία και τη Γαλ­λία, εάν αυτές ικα­νο­ποι­ή­σουν τις σοβιε­τι­κές επιθυμίες.»

Στις 10–12 Αυγού­στου 1939 σε συνά­ντη­σή τους ο Ιτα­λός υπουρ­γός εξω­τε­ρι­κών κόμης Γκα­λε­ά­τσο Τσιά­νο ρωτά­ει τον Ρίμπεντροπ;

«Τι θέλε­τε με λίγα λόγια; Το Ντάν­τσιχ ή το διά­δρο­μο [μετα­ξύ Σιλε­σί­ας και αν. Πρωσίας];»

«Ακό­μη περισ­σό­τε­ρα. Θέλου­με τον πόλε­μο» απα­ντά ο Ρίμπεντροπ.

11 Αυγούστου 1939

Με επι­μο­νή της ΕΣΣΔ και με σκαν­δα­λώ­δεις καθυ­στε­ρή­σεις αρχί­ζουν οι τρι­με­ρείς συνο­μι­λί­ες στη Μόσχα μετα­ξύ ΕΣΣΔ-Βρε­τα­νί­ας-Γαλ­λί­ας. Το επί­πε­δο εκπρο­σώ­πη­σης σ’ αυτές των Γαλ­λί­ας – Βρε­τα­νί­ας είναι εξευ­τε­λι­στι­κό για την ΕΣΣΔ και κατα­δει­κνύ­ει την έλλει­ψη ενδια­φέ­ρο­ντος και βού­λη­σης. Ο Γάλ­λος εκπρό­σω­πος, χρό­νια μετά (Μάϊ­ος 1992) έγρα­φε στο ημε­ρο­λό­γιό του πως ο πρω­θυ­πουρ­γός του Ντα­λα­ντιέ, τις παρα­μο­νές της ανα­χώ­ρη­σής του για τη Μόσχα, τού δημιούρ­γη­σε την πεποί­θη­ση πως «αντέ­τασ­σε στους Σοβιε­τι­κούς μια σιδε­ρέ­νια περι­φρό­νη­ση». Αξί­ζει να σημειω­θεί πως αυτά που γρά­φει στο ημε­ρο­λό­γιό του ο Γάλ­λος στρα­τη­γός για την περί­ο­δο Σεπτέμ­βριος 1939-Ιού­νιος 1940 αρκούν για να χαρα­κτη­ρί­ζο­νταν ορι­σμέ­να από τα πιο σημαί­νο­ντα πρό­σω­πα της Γαλ­λί­ας ένο­χοι εσχά­της προδοσίας.

Οι καθυ­στε­ρή­σεις είναι απε­ρί­γρα­πτες. Οι αντι­προ­σω­πεί­ες των δυτι­κών έφτα­σαν στο Λένιν­γκραντ μετά από ταξί­δι μιας εβδο­μά­δας με εμπο­ρι­κό πλοίο. Ο Βρε­τα­νός ναύ­αρ­χος Ντραξ έχει… ξεχά­σει τα δια­πι­στευ­τή­ριά του στο Λονδίνο.

Η Σοβιε­τι­κή Ένω­ση προ­τεί­νει στην Πολω­νία τη συν­δρο­μή της με στρα­τό και όπλα. Η Πολω­νία αρνεί­ται. Σε περί­πτω­ση κατά­λη­ψης της Πολω­νί­ας από τους Γερ­μα­νούς, το Γ΄ Ράιχ θα έφτα­νε στα σύνο­ρα της ΕΣΣΔ. Αν Γαλ­λία – Βρε­τα­νία επέ­με­ναν, η Πολω­νία θα δεχό­ταν τη συν­δρο­μή της ΕΣΣΔ. Γνω­ρί­ζουν την ανι­κα­νό­τη­τα του Πολω­νι­κού στρα­τού να αντι­στα­θεί σε γερ­μα­νι­κή επί­θε­ση, την οποία θεω­ρούν πολύ πιθα­νή. Αντί­θε­τα, η εντο­λή τους προς τους πρέ­σβεις τους στην Βαρ­σο­βία είναι να παρα­μεί­νει η ΕΣΣΔ μακριά από τις διαπραγματεύσεις.

Οι Γαλ­λο­βρε­τα­νοί στις συνο­μι­λί­ες, δεν πιέ­ζουν την Πολω­νία και αρνού­νται να καλύ­ψουν την ΕΣΣΔ και τις Βαλ­τι­κές χώρες σε περί­πτω­ση επί­θε­σης του Χίτλερ. Είναι σαν να προ­κα­λεί­ται η Γερ­μα­νία να επέμ­βει. Η Πολω­νία κιν­δυ­νεύ­ει. Η από­φα­ση στη Γερ­μα­νία για την εισβο­λή έχει παρ­θεί. Στις 10 Αυγού­στου έχει σκη­νο­θε­τη­θεί και εκτε­λε­στεί η προ­βο­κά­τσια «Κον­σερ­βο­κού­τι». Μ’ αυτήν οι ναζι­στές σκη­νο­θέ­τη­σαν δήθεν πολω­νι­κή επί­θε­ση ενα­ντί­ον του συνο­ρια­κού Ρ/Σ του Γκλάι­βιτς. Ο γερ­μα­νι­κός στό­λος έχει βγει στην ανοι­χτή θάλασ­σα. Εάν κατα­λη­φθεί η Πολω­νία, οι Γερ­μα­νοί φτά­νουν στα σοβιε­τι­κά σύνο­ρα. Οι Γερ­μα­νοί, έχο­ντας κατα­λά­βει την Κλάι­πε­ντα, βρί­σκο­νται δυο βήμα­τα από το Λένιν­γκραντ. Οι γαλ­λο­βρε­τα­νοί φαί­νε­ται να αγνο­ούν ή ακό­μη χει­ρό­τε­ρα να υπο­δαυ­λί­ζουν τη συγκε­κρι­μέ­νη στρα­τη­γι­κή κατά­στα­ση που έχει διαμορφωθεί.

Η ΕΣΣΔ κάνει απί­στευ­τες παρα­χω­ρή­σεις. Όταν αρχί­ζει να δια­φαί­νε­ται ότι μπο­ρεί να δεχτεί συμ­φω­νία και χωρίς αμοι­βαί­ες εγγυ­ή­σεις οι Γάλ­λοι και οι Βρε­τα­νοί τρο­μο­κρα­τού­νται. Οι τηλε­γρα­φι­κές οδη­γί­ες των τελευ­ταί­ων  προς τους αντι­προ­σώ­πους τους είναι να μην ανα­λαμ­βά­νουν δεσμεύ­σεις, να παρελ­κύ­ουν και να καθυ­στε­ρούν. Ο ίδιος ο Γάλ­λος στρα­τη­γός Ντι­μένκ, κατά­πλη­κτος και έξαλ­λος με την ηγε­σία της χώρας του. Η ΕΣΣΔ είναι έτοι­μη να συμ­φω­νή­σει σε απί­στευ­τα πράγ­μα­τα, κατά τη γνώ­μη του και η Γαλ­λία δεν αρπά­ζει την ουρα­νο­κα­τέ­βα­τη ευκαι­ρία. Το ίδιο μπερ­δε­μέ­νος είναι και ο Βρε­τα­νός πρέ­σβης στη Μόσχα. Στις 13 Αυγού­στου τηλε­γρα­φεί στο Λονδίνο:

«Οι γρα­πτές οδη­γί­ες που δόθη­καν στο ναύ­αρ­χο Ντραξ ορί­ζουν ότι οι συνο­μι­λί­ες πρέ­πει να διε­ξά­γο­νται με βρα­δύ­τη­τα μέχρι τη στιγ­μή που θα επι­τευ­χθεί συμ­φω­νία στα εκκρε­μή πολι­τι­κά θέμα­τα. Από την άλλη μεριά πάλι, οι οδη­γί­ες του Γάλ­λου στρα­τη­γού του καθο­ρί­ζουν να κάνει τα πάντα ώστε η στρα­τιω­τι­κή συμ­φω­νία να συνα­φθεί το ταχύ­τε­ρο δυνα­τό. Είναι φανε­ρό ότι οι οδη­γί­ες αυτές διί­στα­νται με τις οδη­γί­ες του στρα­τη­γού Ντραξ.

Θα σας ήμουν ευγνώ­μων αν μου απο­σα­φη­νί­ζα­τε επει­γό­ντως αν η κυβέρ­νη­ση της Αυτού Μεγα­λειό­τη­τος εξαρ­τά τη συνέ­χι­ση των στρα­τιω­τι­κών συνο­μι­λιών πέραν του στα­δί­ου των κοι­νο­τυ­πιών, οι οποί­ες δεν δεσμεύ­ουν σε τίπο­τα, από την προ­γε­νέ­στε­ρη λύση του ζητή­μα­τος της «έμμε­σης εισβο­λής». Πολύ θα με λυπού­σε αν πραγ­μα­τι­κά αυτή ήταν η πρό­θε­ση της κυβέρ­νη­σης της Αυτού Μεγα­λειό­τη­τος, για­τί όλες οι ενδεί­ξεις μας πεί­θουν από­λυ­τα ότι η Σοβιε­τι­κή στρα­τιω­τι­κή ηγε­σία επι­θυ­μεί να εκπλη­ρώ­σει με σοβα­ρό­τη­τα την απο­στο­λή της.»[vii]

Όταν, με τα πολ­λά τίθε­ται το ζήτη­μα πώς οι σοβιε­τι­κές δυνά­μεις θα βρε­θούν σ’ επα­φή με τις δυνά­μεις του Γ΄ Ράιχ ώστε να συν­δρά­μουν τους δυτι­κούς, μιας και δεν έχουν κοι­νά σύνο­ρα η ΕΣΣΔ με τη Γερ­μα­νία, το αδιέ­ξο­δο μονι­μο­ποιεί­ται. Η Πολω­νία δεν δέχε­ται και οι δυτι­κοί σύμ­μα­χοί της δεν της το ζητούν, αν και θα μπο­ρού­σαν να το επιβάλλουν.

Πέραν αυτού του σημεί­ου, εξέ­λι­ξη στις συνο­μι­λί­ες δεν υπάρ­χει. Απε­να­ντί­ας, καθί­στα­ται φανε­ρό ότι με τις δήθεν συνο­μι­λί­ες κατα­βάλ­λε­ται προ­σπά­θεια να επι­τε­θεί η Γερ­μα­νία στην ΕΣΣΔ. Βρε­τα­νία και Γαλ­λία προ­σπα­θούν να στρέ­ψουν στην κατα­στρο­φή την ΕΣΣΔ και όχι τον αντί­πα­λό τους τη Γερ­μα­νία. Έκρι­ναν πως μια συμ­μα­χία τους με τη σοσια­λι­στι­κή Σοβιε­τι­κή Ένω­ση θα μπο­ρού­σε να γίνει επι­κίν­δυ­νη για τον ίδιο τον ιμπεριαλισμό.

Το Σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ

Στις 23 Αυγού­στου 1939, ο Ρίμπε­ντροφ πετά στη Μόσχα. Την ίδια μέρα υπο­γρά­φε­ται το Σύμ­φω­νο μη Επί­θε­σης ή Σύμ­φω­νο Ρίμπε­ντροπ-Μολό­τοφ. Η ΣΕ είναι η τελευ­ταία χώρα που υπο­γρά­φει τέτοιο σύμ­φω­νο μετά από την Πολω­νία και τις χώρες της δυτ. Ευρώπης.

Η κατά­στα­ση τη χρο­νι­κή στιγ­μή της υπο­γρα­φής του Συμ­φώ­νου έχει ως εξής:

Ο πόλε­μος φαί­νε­ται ανα­πό­φευ­κτος και οι Βρε­τα­νία-Γαλ­λία δεν φαί­νο­νται δια­τε­θει­μέ­νες να πάρουν συγκε­κρι­μέ­να μέτρα για να τον εμπο­δί­σουν. Οι ίδιες χώρες δεν θέλουν συμ­μα­χία με την ΣΕ, αλλά προ­σπα­θούν να εξω­θή­σουν τη Γερ­μα­νία σε πόλε­μο με την ΕΣΣΔ. Η ίδια η Γερ­μα­νία έχει μεν απο­φα­σί­σει την κατά­λη­ψη της Πολω­νί­ας, αλλά δεν έχει κανέ­να λόγο να εμπλα­κεί σε διμέ­τω­πο πόλεμο.

Η Μόσχα δεν έχει κανέ­να λόγο να βρε­θεί απο­μο­νω­μέ­νη απέ­να­ντι στη Γερ­μα­νία. Ούτε να παρεμ­βλη­θεί σ’ έναν πόλε­μο της Γερ­μα­νί­ας με τρί­τες χώρες. Βού­λη­σή της είναι να μην συμ­με­τέ­χει στον επι­κεί­με­νο πόλε­μο, όσο είναι δυνα­τόν. Οι δια­πραγ­μα­τεύ­σεις με Γαλ­λία – Βρε­τα­νία είχαν απο­τύ­χει – «προ­σέ­κρου­σαν σε ανυ­πέρ­βλη­τα εμπό­δια» υπο­στή­ρι­ζε μέχρι τέλους της ζωής του ο Βορο­σί­λοφ. Στό­χος της ΕΣΣΔ ήταν να κρα­τη­θεί ο πόλε­μος μακριά από τα εδά­φη της. Παρ’ όλα αυτά, οι θέσεις που προ­βά­λει είναι τέτοιες που ο Γερ­μα­νός υπουρ­γός των εξω­τε­ρι­κών Γιό­α­χιμ φον Ρίμπε­ντροπ ανα­γκά­ζε­ται να πάρει την έγκρι­ση του Βερο­λί­νου. Με την υπο­γρα­φή του Συμ­φώ­νου, η ΣΕ καθι­στά σαφές, με πολ­λούς τρό­πους, στους δυτι­κούς ότι προ­τί­θε­ται να υπο­γρά­ψει συμ­φω­νία και με αυτούς. Στις 25 Αυγού­στου, ο Βορο­σί­λοφ δηλώ­νει στον Ντι­μένκ: «Η συμ­φω­νία αυτή δεν στρέ­φε­ται ενά­ντια στη Γαλ­λία».  Επί­σης, την ίδια μέρα ο πρω­θυ­πουρ­γός και υπουρ­γός των εξω­τε­ρι­κών της ΕΣΣΔ Β. Μολό­τοφ δηλώ­νει στον πρέ­σβη της Γαλ­λί­ας στη Μόσχα πως: «Όσον αφο­ρά το γαλ­λο­σο­βιε­τι­κό σύμ­φω­νο, τίπο­τα δεν απα­γο­ρεύ­ει τη δια­τή­ρη­σή του». Στις 27 Αυγού­στου, ο Βορο­σί­λοφ, πάλι, δηλώ­νει στο Πρα­κτο­ρείο ΤΑΣΣ: «Η δια­κο­πή των συνο­μι­λιών με τη Βρε­τα­νία και τη Γαλ­λία δεν οφεί­λε­ται στο ότι η ΕΣΣΔ υπέ­γρα­ψε σύμ­φω­νο μη επί­θε­σης με τη Γερ­μα­νία. Αντί­θε­τα: Το Σύμ­φω­νο μη Επί­θε­σης υπο­γρά­φη­κε επει­δή οι στρα­τιω­τι­κές συνο­μι­λί­ες με τη Γαλ­λία και τη Βρε­τα­νία προ­σέ­κρου­σαν σε ανυ­πέρ­βλη­τα εμπό­δια.»[viii]

Το Σύμ­φω­νο επι­κυ­ρώ­θη­κε στις 31 Αυγού­στου από το Ανώ­τα­το Σοβιέτ, εν μέσω υστε­ρι­κών αντι­δρά­σε­ων των δυτι­κών που όχι μόνο απέ­τυ­χαν οι προ­σπά­θειές τους για πόλε­μο Γερ­μα­νί­ας – ΕΣΣΔ, αλλά καθί­στα­το και η θέση τους από δυσχε­ρέ­στε­ρη ως δραματική.

Ο Badia γρά­φει: «Αντί­θε­τα με αυτό που επα­νει­λημ­μέ­να έχει λεχθεί, το γερ­μα­νο­σο­βιε­τι­κό σύμ­φω­νο δεν είναι ούτε η αιτία ούτε το πρό­σχη­μα του πολέ­μου. Δεν προ­κά­λε­σε ούτε καν την επί­σπευ­ση της έκρη­ξής του. Αντί­θε­τα, είναι πολύ πιθα­νό ότι η υπο­γρα­φή ενός γαλ­λο­αγ­γλι­κο­ρω­σι­κού συμ­φώ­νου θα είχε συγκρα­τή­σει τον Χίτλερ την τελευ­ταία στιγ­μή ή ακό­μη θα τον είχε ανα­γκά­σει σε μια γρή­γο­ρη συν­θη­κο­λό­γη­ση»[ix].

Οι εξε­λί­ξεις  έδει­ξαν ότι η ΕΣΣΔ κατά­φε­ρε να κερ­δί­σει πολύ­τι­μο χρό­νο, οι δυτι­κοί ήταν οι πρώ­τοι που έπε­σαν στο λάκ­κο που έσκα­βαν. Η άρνη­σή τους για συνερ­γα­σία θα απέ­βαι­νε μοι­ραία, πρώ­τα γι’ αυτούς και στη συνέ­χεια για την υπό­λοι­πη Ευρώπη.

Η συμ­φω­νία ξαφ­νιά­ζει τους δυτι­κούς. Οι οποί­οι και εδώ ξεσκε­πά­ζο­νται. Ο Ουίν­στον Τσόρ­τσιλ, μετέ­πει­τα πρω­θυ­πουρ­γός της Βρε­τα­νί­ας, ψέγει τους Γερ­μα­νούς, αμέ­σως μετά την υπο­γρα­φή του συμ­φώ­νου: «Οι ναζί πρό­δω­σαν το αντί-Κομι­ντέρν σύμ­φω­νο και τις αντί-Μπολ­σε­βί­κι­κες συμ­φω­νί­ες». Η δε αμε­ρι­κά­νι­κη εφη­με­ρί­δα Νew York Herald Tribune έγρα­φε πως ο Χίτλερ «δεν κρά­τη­σε την υπό­σχε­σή του να είναι λιο­ντά­ρι προς ανα­το­λάς και αρνά­κι προς δυσμάς».

Με αφορ­μή το σύμ­φω­νο, δια­τα­ρά­χτη­κε η συνερ­γα­σία Βερο­λί­νου, Ρώμης, Τόκιο. Η Ιαπω­νία, έχο­ντας μέτω­πο κατά των Κινέ­ζων και των Σοβιε­τι­κών, θεώ­ρη­σε ότι το σύμ­φω­νο αυτό θα την έθε­τε σε κίν­δυ­νο. Έτσι, οι σχέ­σεις Βερο­λί­νου και Τόκιο πέρα­σαν μια προ­σω­ρι­νή κρί­ση[x].

Επί­σης, περιό­ρι­σαν τις φιλο­δο­ξί­ες των Ιαπώ­νων ενα­ντί­ον της ΣΕ και ανα­γκά­στη­καν, πολύ σύντο­μα, να υπο­γρά­ψουν ανά­λο­γη συμ­φω­νία και οι ίδιο. Γεγο­νός που με τη σει­ρά του ξαλά­φρω­σε την ΕΣΣΔ από σοβα­ρές έγνοιες στα ανα­το­λι­κά της. Από το σύμ­φω­νο, όμως, χολώ­θη­κε και η Ιτα­λία. Ο υπουρ­γός εξω­τε­ρι­κών της Ιτα­λί­ας και γαμπρός του Μου­σο­λί­νι, Galeazzo Ciano, πίστευε ότι με το σύμ­φω­νο της Μόσχας, ο Χίτλερ είχε παρα­βιά­σει το σύμ­φω­νο που είχε υπο­γρα­φεί με τον Μου­σο­λί­νι, σύμ­φω­να με το οποίο, η Γερ­μα­νία έπρε­πε να συμ­βου­λεύ­ε­ται την Ιτα­λία σε κάθε της πρωτοβουλία.

Η Πολωνία πέφτει στο λάκκο που έσκαψε η ηγεσία της

Έτσι την 1η Σεπτεμ­βρί­ου 1939, ουσια­στι­κά είναι οι Αγγλο­γάλ­λοι που σηκώ­νουν την μπά­ρα των γερ­μα­νο­πο­λω­νι­κών συνόρων.

Στις 05:30 η Γερ­μα­νία εισβάλ­λει στην Πολω­νία, ξεκι­νώ­ντας τον Β’ Παγκό­σμιο Πόλε­μο στην Ευρώ­πη. Βάσει των προ­α­να­φε­ρό­με­νων συμ­φω­νιών Γαλ­λία και Βρε­τα­νία όφει­λαν να συν­δρά­μουν ένο­πλα τη σύμ­μα­χό τους. Αλλά…

Στις 09:40 οι πρε­σβευ­τές της Γαλ­λί­ας και της Βρε­τα­νί­ας στο Λον­δί­νο, επι­δί­δουν στον Γερ­μα­νό υπουρ­γό των εξω­τε­ρι­κών Ρίμπε­ντροπ δήλω­ση – κατ’ ουσία τελε­σί­γρα­φο, όπου ανα­φέ­ρε­ται ότι: «Αν η Γερ­μα­νία δεν στα­μα­τή­σει αμέ­σως τις πολε­μι­κές ενέρ­γειες και δεν απο­σύ­ρει τα στρα­τεύ­μα­τά της από την Πολω­νία, Βρε­τα­νία και Γαλ­λία θα εκπλη­ρώ­σουν τις υπο­χρε­ώ­σεις τους απέ­να­ντι στην Πολωνία».

Αυτό το πράτ­τουν ανό­ρε­χτα και ανα­γκα­στι­κά. Μια προει­δο­ποί­η­ση ότι δεν μπο­ρούν να ανέ­χο­νται τα πάντα από τη Γερ­μα­νία. Η δύνα­μη που δημιούρ­γη­σαν, όμως, καθί­στα­ται αδη­φά­γα και δεί­χνει σημεία στρο­φής ενα­ντί­ον τους. Άρα και σαφής υπό­δει­ξη προς τη Γερ­μα­νία ότι δεν θα ανε­χτούν επί­θε­σή της προς δυσμάς. Πάντα, όμως, ελπί­ζουν πως η Ανα­το­λή θα κατα­στεί θελ­κτι­κό­τε­ρη για το Γ΄ Ράιχ. Και ότι θα τα βάλουν αργό­τε­ρα με τον Χίτλερ. Μετά την ΕΣΣΔ. Και δεν κάνουν τίπο­τα για την Πολωνία.

Στις 2 Σεπτεμ­βρί­ου 1939, στη βρα­δι­νή συνε­δρί­α­ση της Βου­λής των Κοι­νο­τή­των, ο Τσά­μπερ­λεν ανα­κοι­νώ­νει ότι δεν έχει παρ­θεί κανέ­να μέτρο ακό­μη, με απο­τέ­λε­σμα να ξεση­κω­θούν οι βου­λευ­τές και των δύο κομ­μά­των. Ο Λ. Έμε­ρι, βου­λευ­τής των συντη­ρη­τι­κών και λυσ­σα­σμέ­νος ιμπε­ρια­λι­στής επι­τί­θε­ται στον Τσά­μπερ­λεν, θεω­ρώ­ντας τη στά­ση του ατι­μω­τι­κή για την Αγγλία και ζητά να μιλή­σει ο Άρτουρ Γκρίν­γουντ των δημο­κρα­τι­κών ως εκπρό­σω­πος όλου του έθνους.

Από το βήμα ο Γκρίν­γουντ λέει:

«Πρέ­πει να εκφρά­σω την μεγά­λη κατά­πλη­ξη, για­τί η εκπλή­ρω­ση των υπο­χρε­ώ­σε­ών μας απέ­να­ντι στην Πολω­νία δεν μπή­κε σε ενέρ­γεια από χθες ακό­μα… Η Βου­λή έχει συγκλο­νι­στεί από τις ανα­κοι­νώ­σεις του Πρω­θυ­πουρ­γού… Πώς γίνε­ται αυτό;… Η επί­θε­ση άρχι­σε πριν 38 ώρες και μεις σωπαί­νου­με ακό­μα!… Πόσο και­ρό ακό­μα θα βρα­δύ­νει η Αγγλία; Το κάθε λεπτό σημαί­νει τώρα απώ­λεια χιλιά­δων ανθρώ­πων, απει­λή των εθνι­κών συμ­φε­ρό­ντων μας, των ίδιων των βάσε­ων της εθνι­κής μας τιμής. Δεν μπο­ρού­με να περι­μέ­νου­με περισ­σό­τε­ρο. Ο κύβος ερρί­φθη»[xi].

Υπάρ­χουν όμως και οι αντί­θε­τες φωνές. Ο Βρε­τα­νός βου­λευ­τής «Τσι­πς» Τσά­ριον, είναι ο κοι­νο­βου­λευ­τι­κός γραμ­μα­τέ­ας του Ραμπ Μπά­τλερ (Ρόμπερτ Όστιν το πραγ­μα­τι­κό) που με τη σει­ρά του ήταν υπουρ­γός Ινδιών το 1932, υπουρ­γός παι­δεί­ας το 1945 και υπουρ­γός εργα­σί­ας το 1951. Αυτός ο «Τσι­πς», λοι­πόν, έλε­γε: «Αισθά­νο­μαι ότι ο κόσμος μας ή ότι απο­μέ­νει από αυτόν, αυτο­κτο­νεί, ενώ ο Στά­λιν γελά και το Κρεμ­λί­νο θριαμ­βεύ­ει»[xii].

Την ίδια μέρα, η Δημο­κρα­τία της Ιρλαν­δί­ας (Έιρε), λόγω της έχθρας απέ­να­ντι στους Βρε­τα­νούς κατα­πιε­στές, δια­κη­ρύτ­τει επί­ση­μα την ουδε­τε­ρό­τη­τά της στον πόλε­μο ανά­με­σα στη Βρε­τα­νία και τη Γερ­μα­νία. Έτσι δημιουρ­γή­θη­κε μια παρά­ξε­νη, του­λά­χι­στον, κατά­στα­ση. Ακό­μη και στις κρι­σι­μό­τε­ρες στιγ­μές του πολέ­μου που ακο­λού­θη­σαν, όταν έμπαι­νε το ζήτη­μα αν θα συνε­χί­σει να υπάρ­χει η Αγγλία, στο Δου­βλί­νο, 200 μίλια περί­που από τις βρε­τα­νι­κές ακτές, υπήρ­χαν φασι­στι­κές διπλω­μα­τι­κές απο­στο­λές (γερ­μα­νι­κή, ιτα­λι­κή για­πω­νέ­ζι­κη) που έκα­ναν κατα­σκο­πευ­τι­κή και σαμπο­τα­ρι­στι­κή δου­λειά ενα­ντί­ον του Λονδίνου.

Στις 3 Σεπτεμ­βρί­ου 1939 στις 09:00, μετά και την ολο­έ­να και πιο ογκού­με­νη αγα­νά­χτη­ση των μαζών και με καθυ­στέ­ρη­ση 52 ωρών, η Μεγά­λη Βρε­τα­νία, μέσω του πρε­σβευ­τή της στο Βερο­λί­νο Ν. Χέντερ­σον, επέ­δω­σε νότα στην Γερ­μα­νι­κή κυβέρ­νη­ση με την οποία την καλού­σε να απο­σύ­ρει σε δύο ώρες τα στρα­τεύ­μα­τά της από την Πολω­νία, αλλιώς θα κήρυτ­τε τον πόλε­μο. Ανά­λο­γο διά­βη­μα έκα­νε και η Γαλ­λία, αλλά οι τελευ­ταί­οι ήταν πιο… μπό­σι­κοι. Το δικό τους τελε­σί­γρα­φο έλη­γε έξι ώρες αργό­τε­ρα, στις 17:00 της ίδιας μέρας.

Την ίδια μέρα στις 11:00 κι ενώ ο Χίτλερ αγνό­η­σε και τις δύο κινή­σεις, ο Τσά­μπερ­λεν σε σύντο­μη ραδιο­φω­νι­κή ομι­λία του ανα­κοί­νω­σε ανό­ρε­χτα πως οι δύο χώρες βρί­σκο­νται σε κατά­στα­ση πολέμου.

Εκεί­νη την ημέ­ρα, παρα­κο­λου­θώ­ντας ο Ιβάν Μάι­σκι, πρέ­σβης της ΕΣΣΔ στο Λον­δί­νο, τη συνε­δρί­α­ση της Βου­λής των Κοι­νο­τή­των, αναρωτιόταν:

«Ο Τσά­μπερ­λεν και ο Ντα­λα­ντιέ από­τυ­χαν στις εξε­τά­σεις απο­τρο­πής του πολέ­μου – πώς θα πετύ­χουν στις εξε­τά­σεις για την εκπλή­ρω­ση των υπο­χρε­ώ­σε­ών τους, του­λά­χι­στον απέ­να­ντι στην Πολω­νία;»[xiii]

Την ίδια μέρα κήρυ­ξαν τον πόλε­μο στη Γερ­μα­νία η Αυστρα­λία και η Ν. Ζηλανδία.

Το ίδιο βρά­δυ το Γερ­μα­νι­κό υπο­βρύ­χιο U30 βύθι­σε το επι­βα­τη­γό Αθή­νια εντε­λώς απροει­δο­ποί­η­τα. Χάθη­καν 1112 ζωές, μετα­ξύ των οποί­ων και 26 Αμε­ρι­κα­νοί πολίτες.

Αμέ­σως μετά, η Βρε­τα­νία κηρύσ­σει πλή­ρη απο­κλει­σμό των γερ­μα­νι­κών λιμα­νιών. Παρ’ όλη την συντρι­πτι­κή υπε­ρο­πλία στη θάλασ­σα του βρε­τα­νι­κού ναυ­τι­κού, αλλά ελλεί­ψει πλοί­ων συνο­δεί­ας, πολ­λά εμπο­ρι­κά ανα­γκά­ζο­νταν να επι­πλέ­ουν μόνα τους. Μέχρι τέλους του 1939 περισ­σό­τε­ρα από 100 είχαν βυθι­στεί από το Γ΄ Ράιχ.

ΑΛΛΑ ΠΟΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ;

Κι ενώ οι Γερ­μα­νοί επε­λαύ­νουν, έχο­ντας συντρι­πτι­κή υπε­ρο­χή ένα­ντι των Πολω­νών, ας παρα­κο­λου­θή­σου­με τι κάνουν  οι Βρε­τα­νοί και οι Γάλ­λοι και πως εννο­ούν τον πόλεμο.

Χρό­νια μετά, στη Δίκη της Νυρεμ­βέρ­γης, ο αρχη­γός του επι­τε­λεί­ου επι­χει­ρή­σε­ων της ανώ­τα­της γερ­μα­νι­κής διοί­κη­σης στρα­τάρ­χης Άλφρεντ Γιο­ντλ, τους κάρ­φω­νε ανε­πα­νόρ­θω­τα δηλώ­νο­ντας: «Αν το 1939 δεν υπε­στή­κα­με ήττα, αυτό έγι­νε μόνο και μόνο επει­δή οι 110 περί­που γαλ­λι­κές και αγγλι­κές μεραρ­χί­ες (που στην διάρ­κεια του πολέ­μου μας με την Πολω­νία βρί­σκο­νταν στη Δύση, ένα­ντι 23 γερ­μα­νι­κών μεραρ­χιών) παρέ­μει­ναν εντε­λώς αδρα­νείς»[xiv]. Πράγ­μα­τι, ακό­μη και τότε, εύκο­λα οι δυτι­κοί μπο­ρού­σαν να φρε­νά­ρουν τον Χίτλερ. Αλλά δεν ήθε­λαν. Η διε­θνής τάση του καπι­τα­λι­σμού ήταν να ικα­νο­ποι­η­θεί η κυρί­αρ­χη αντί­θε­ση της επο­χής. Το θέμα ήταν η ΕΣΣΔ!

Στις 4 Σεπτεμ­βρί­ου 1939, ο Τσά­μπερ­λεν απευ­θύ­νε­ται με ραδιο­φω­νι­κό λόγο στον γερ­μα­νι­κό λαό, στη γερ­μα­νι­κή γλώσσα.

Η βρε­τα­νι­κή αερο­πο­ρία ρίχνει βόμ­βες σε γερ­μα­νι­κά πολε­μι­κά πλοία στο Βίλ­χελμ­στ­χα­φεν και στο Μπριού­μο­μπιου­τελ. Προ­κά­λε­σαν κάποιες ζημιές, αλλά οι Γερ­μα­νοί δεν απά­ντη­σαν τότε. Λίγες μέρες μετά όμως Γερ­μα­νι­κό υπο­βρύ­χιο (U19) βυθί­ζει το βρε­τα­νι­κό αερο­πλα­νο­φό­ρο Καρέιντζανς.

Οι Βρε­τα­νοί, ρίχνουν στη Γερ­μα­νία άλλα έξι εκα­τομ­μύ­ρια (!!!) προκηρύξεις.

Την ίδια μέρα εκδί­δε­ται το πρώ­το ανα­κοι­νω­θέν του γαλ­λι­κού στρατού:

«Άρχι­σαν επι­χει­ρή­σεις [;;;] στην ξηρά, στη θάλασ­σα και στον αέρα». Θα έπρε­πε να έχουν αρχί­σει. Αλλά δεν άρχισαν.

Την επο­μέ­νη, 5 Σεπτεμ­βρί­ου 1939, η ΡΑΦ ρίχνει άλλα τρία εκα­τομ­μύ­ρια (!!!) προ­κη­ρύ­ξεις στην περιο­χή του Ρουρ.

Το Γαλ­λι­κό ανα­κοι­νω­θέν της ημέρας:

«Τα γαλ­λι­κά στρα­τεύ­μα­τα ήρθαν σε επα­φή με τον εχθρό σε όλη τη γραμ­μή Μοζέ­λα-Ρήνου». Επα­φή είναι και η… χει­ρα­ψία και μάλ­λον περί τέτοιας επρό­κει­το. Τις επό­με­νες μέρες, οι Βρε­τα­νοί, συνε­χί­ζουν να ρίχνουν προ­κη­ρύ­ξεις σε διά­φο­ρες πόλεις της Γερμανίας.

Στις 7 Σεπτεμ­βρί­ου 1939 ο Τσά­μπερ­λεν διο­ρί­ζει τον στρα­τη­γό Γκορτ ανώ­τα­το διοι­κη­τή του βρε­τα­νι­κού εκστρα­τευ­τι­κού σώμα­τος στη Γαλ­λία. Επι­τε­λάρ­χης ορί­ζε­ται ο στρα­τη­γός Άτρεν­σαϊντ, ένας εντε­λώς ανί­κα­νος, μα λυσ­σα­σμέ­νος εχθρός της ΕΣΣΔ. Μια μικρή… λεπτο­μέ­ρεια: Εκστρα­τευ­τι­κό σώμα δεν υπήρ­χε ακόμη.

Στις 8 Σεπτεμ­βρί­ου 1939, οι εσω­τε­ρι­κές (δυτι­κές-προ­ερ­χό­με­νες από το έδα­φος της Γερ­μα­νί­ας) γερ­μα­νι­κές στρα­τιές ενώ­νο­νται έξω απ’ την Βαρ­σο­βία. Γερ­μα­νι­κά στρα­τεύ­μα­τα προ­ω­θού­νταν στα περί­χω­ρα της πόλης.

Το τρί­το ανα­κοι­νω­θέν των Γάλ­λων της 6/9/39 ανα­φέ­ρει ότι γαλ­λι­κά στρα­τεύ­μα­τα πέρα­σαν σε ορι­σμέ­να σημεία τη “νεκρή ζώνη” (πρό­κει­ται για ζώνη 3–12 μιλί­ων πλά­τους, που χώρι­ζε τη “γραμ­μή Μαζι­νό” από τη “γραμ­μή Ζίγκφριντ”).

Στις 10 Σεπτεμ­βρί­ου 1939, ο Κανα­δάς και η Νότιο-Αφρι­κα­νι­κή Ένω­ση κήρυ­ξαν τον πόλε­μο ενα­ντί­ον της Γερ­μα­νί­ας. Είναι, όμως, πολύ μακριά…

Η Αίγυ­πτος και το Ιράκ που είχαν κατα­στεί ντε γιού­ρε ανε­ξάρ­τη­τα κρά­τη δεν τόλ­μη­σαν να κάνουν το ίδιο, για­τί δρού­σε σ’ αυτές ισχυ­ρή φασι­στι­κή “πέμ­πτη φάλαγ­γα”, διέ­κο­ψαν όμως τις διπλω­μα­τι­κές σχέ­σεις με τη Γερμανία.

Στο διά­στη­μα 10–16 Σεπτεμ­βρί­ου 1939, το Γαλ­λι­κό ανα­κοι­νω­θέν επι­μέ­νει να ανα­φέ­ρει ότι τα γαλ­λι­κά στρα­τεύ­μα­τα προ­σχω­ρούν συστη­μα­τι­κά στην περιο­χή της «νεκρής ζώνης».

Η είσοδος της ΕΣΣΔ στην Πολωνία

Στις 17 Σεπτεμ­βρί­ου 1939, οι εξω­τε­ρι­κές γερ­μα­νι­κές στρα­τιές (από έδα­φος Πρωσ­σί­ας και Σλο­βα­κί­ας) συνα­ντώ­νται στο Μπρεστ Λιτόφσκ.

Η πολω­νι­κή κυβέρ­νη­ση δια­φεύ­γει στο εξω­τε­ρι­κό. Η Βαρ­σο­βία συνε­χί­ζει να αντι­στέ­κε­ται ακυ­βέρ­νη­τα. Όλο το μένος της Λου­φτ­βά­φε και του πυρο­βο­λι­κού ξεσπά πάνω της. Ο Χίτλερ μη σίγου­ρος για την απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα της στρα­τιάς του παρα­κο­λου­θεί στε­νά τις εξελίξεις.

Την ίδια ημέ­ρα οι σοβιε­τι­κές δυνά­μεις περ­νά­νε τα ανα­το­λι­κά σύνο­ρα της Πολω­νί­ας στην προ­σπά­θειά τους να υπε­ρα­σπι­στούν τα 12 εκ. Ουκρα­νών και Λευ­κο­ρώ­σων. Επί πλέ­ον, επα­να­φέ­ρουν τα σύνο­ρα της ΕΣΣΔ στα 1920 και εξα­σφα­λί­ζουν βάθος άμυ­νας για το μέλ­λον. Η κίνη­ση απο­βαί­νει σωτή­ρια, προς το παρόν, για τα εκα­τομ­μύ­ρια των Ουκρα­νών της δυτ. Ουκρα­νί­ας και των Λευ­κο­ρώ­σων της δυτ. Λευκορωσίας.

Ας δού­με τι έλε­γαν τότε οι ίδιοι οι εκπρό­σω­ποι των Αγγλο­γάλ­λων γι’ αυτήν την ενέρ­γεια των Σοβιετικών.

Οι δυτι­κές χώρες, ανα­γνώ­ρι­σαν ως απο­λύ­τως λογι­κή την είσο­δο της ΕΣΣΔ στην Πολω­νία και στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, συμ­φώ­νη­σαν με τις σοβιε­τι­κές ενέρ­γειες και απο­δέ­χτη­καν την πρό­θε­ση της Σοβιε­τι­κής Ένω­σης να δια­σφα­λί­σει την εθνι­κή της ασφά­λεια. Πράγ­μα­τι, την 1η Οκτω­βρί­ου 1939 ο Ουίν­στον Τσόρ­τσιλ, ο πολι­τι­κός επι­κε­φα­λής του Βασι­λι­κού Ναυ­τι­κού τότε, στην ομι­λία του στο ραδιό­φω­νο είπε: «Η Ρωσία έχει ακο­λου­θή­σει μια ψυχρή πολι­τι­κή προ­σω­πι­κού συμ­φέ­ρο­ντος… Αλλά ότι οι ρωσι­κές Ένο­πλες Δυνά­μεις πρέ­πει να παρα­μεί­νουν σε αυτή τη γραμ­μή [εννο­εί­ται το νέο δυτι­κό σύνο­ρο] είναι σαφώς απα­ραί­τη­το για την ασφά­λεια της Ρωσί­ας ένα­ντι της ναζι­στι­κής απειλής».

Στις 4 Οκτω­βρί­ου 1939, μιλώ­ντας στη Βου­λή των Λόρ­δων, ο Βρε­τα­νός υπουρ­γός Εξω­τε­ρι­κών, Χάλι­φαξ, είπε: «…Πρέ­πει να υπεν­θυ­μί­σου­με ότι οι ενέρ­γειες της σοβιε­τι­κής κυβέρ­νη­σης ήταν να μετα­κι­νή­σουν τα σύνο­ρα ουσια­στι­κά στη γραμ­μή που προ­βλε­πό­ταν στη Διά­σκε­ψη των Βερ­σαλ­λιών από τον Λόρ­δο Κάρ­ζον… ανα­φέ­ρω ιστο­ρι­κά γεγο­νό­τα και πιστεύω ότι είναι αδιαμφισβήτητα».

Ο  Βρε­τα­νός πολι­τι­κός και πολι­τι­κός, Ντ. Λόιντ Τζορτζ, κάθε άλλο παρά φιλο­σο­βιε­τι­κός, τόνι­σε: «Ο ρωσι­κός στρα­τός κατέ­λα­βε εδά­φη που δεν είναι Πολω­νι­κά και που κατα­σχέ­θη­καν βίαια από την Πολω­νία μετά τον Α’ Παγκό­σμιο Πόλε­μο… Θα ήταν μια πρά­ξη εγκλη­μα­τι­κής παρα­φρο­σύ­νης να θέσει κανείς τη ρωσι­κή ανά­πτυ­ξη το ίδιο ισό­τι­μα με τη γερμανική”.

Στις 27 Οκτω­βρί­ου 1939, ο ανώ­τε­ρος σύμ­βου­λος του Τσά­μπερ­λεν, Χ. Γουίλ­σον, δήλω­σε ότι η Πολω­νία έπρε­πε να απο­κα­τα­στα­θεί ως ανε­ξάρ­τη­το κρά­τος στην εθνο­γρα­φι­κή της βάση, αλλά χωρίς τη Δυτι­κή Ουκρα­νία και τη Λευκορωσία.

Σε άτυ­πες επι­κοι­νω­νί­ες με τον Σοβιε­τι­κό πλη­ρε­ξού­σιο εκπρό­σω­πο, Ιβάν Μάι­σκι, Βρε­τα­νοί διπλω­μά­τες και πολι­τι­κοί υψη­λού επι­πέ­δου μίλη­σαν ακό­μα πιο ανοι­χτά. Στις 17 Οκτω­βρί­ου 1939 ο υφυ­πουρ­γός Εξω­τε­ρι­κών, Ρ. Α. Μπά­τλερ, του εμπι­στεύ­τη­κε ότι οι βρε­τα­νι­κοί κυβερ­νη­τι­κοί κύκλοι πίστευαν ότι δεν θα μπο­ρού­σε να υπάρ­ξει ζήτη­μα επι­στρο­φής της Δυτι­κής Ουκρα­νί­ας και της Λευ­κο­ρω­σί­ας στην Πολω­νία. Σύμ­φω­να με τον ίδιο, εάν ήταν δυνα­τόν να δημιουρ­γη­θεί μια εθνο­γρα­φι­κή Πολω­νία μέτριου μεγέ­θους με εγγύ­η­ση όχι μόνο της ΕΣΣΔ και της Γερ­μα­νί­ας, αλλά και της Βρε­τα­νί­ας και της Γαλ­λί­ας, η βρε­τα­νι­κή κυβέρ­νη­ση θα ήταν αρκε­τά ικα­νο­ποι­η­μέ­νη. Στις 27 Οκτω­βρί­ου 1939, ο ανώ­τε­ρος σύμ­βου­λος του Τσά­μπερ­λεϊν, Χ. Γουίλ­σον, δήλω­σε ότι η Πολω­νία έπρε­πε να απο­κα­τα­στα­θεί ως ανε­ξάρ­τη­το κρά­τος στην εθνο­γρα­φι­κή της βάση, αλλά χωρίς τη Δυτι­κή Ουκρα­νία και τη Λευκορωσία.

Στις 24–25 Σεπτεμ­βρί­ου 1939, οι Βρε­τα­νοί ξανα­ρί­χνουν… προ­κη­ρύ­ξεις στη Γερ­μα­νία. Από την αρχή του “πολέ­μου” έχουν ριχτεί 18 εκα­τομ­μύ­ρια… προκηρύξεις.

Στις 27 Σεπτεμ­βρί­ου 1939, η Βαρ­σο­βία παρα­δί­δε­ται. Πολω­νία δεν υφί­στα­ται. Παρ’ όλα αυτά οι υπε­ρο­πλι­σμέ­νοι Γερ­μα­νοί χρειά­στη­καν ένα μήνα για να κατα­λά­βουν την Πολω­νία και είχαν απώ­λειες που τους ξάφ­νια­σαν. Πολ­λά από τα πάν­τσερ (ελα­φριά, βεν­ζι­νο­κί­νη­τα και ανα­ξιό­πι­στα, όπως απο­δεί­χτη­κε) κατα­στρά­φη­καν από τα πολω­νι­κά αντιαρ­μα­τι­κά και χάθη­καν περί­που 600 αερο­πλά­να. Ένα μέρος του πολω­νι­κού στρα­τού κατα­φέρ­νει να δια­φύ­γει στη Γαλ­λία. Ένα άλλο αρχί­ζει να ανα­συ­γκρο­τεί­ται στην Σοβιε­τι­κή ζώνη. Οι Γερ­μα­νοί άρχι­σαν να δεί­χνουν πώς θα μετα­χει­ρί­ζο­νταν τους λαούς της ανα­το­λι­κής Ευρώ­πης, τους οποί­ους θεω­ρού­σαν κατώ­τε­ρους. Ειδι­κά απο­σπά­σμα­τα των ΕΣ-ΕΣ άρχι­σαν να συγκε­ντρώ­νουν τους Εβραί­ους. Οι περισ­σό­τε­ροι Εβραί­οι εξα­να­γκά­ζο­νται να κλει­στούν σε γκέ­το όπου λιμο­κτο­νούν. Άλλοι εκτε­λού­νται επί τόπου.

Αλλά ο περι­βό­η­τος σερ Σάμου­ελ Χόαρ δεν… απο­γοη­τεύ­ε­ται και δηλώνει:

«Ο κομ­μου­νι­σμός είναι τώρα ο μεγά­λος κίν­δυ­νος, μεγα­λύ­τε­ρος ακό­μα κι απ’ τη ναζι­στι­κή Γερ­μα­νία. Πρέ­πει να είμα­στε προ­σε­κτι­κοί στις κινή­σεις μας με τη Ρωσία και να μην κατα­στρέ­ψου­με τη δυνα­τό­τη­τα της ένω­σης, στην ανά­γκη, με μια νέα γερ­μα­νι­κή κυβέρ­νη­ση, ενά­ντια σ’ ένα κοι­νό κίν­δυ­νο.»[xv]

Το Πολω­νι­κό κρά­τος – δημιούρ­γη­μα της Συν­θή­κης των Βερ­σαλ­λιών, παύ­ει να υπάρ­χει. Ο πρό­ε­δρος και η κυβέρ­νη­ση της Πολω­νί­ας εγκα­τα­λεί­πουν τη χώρα και κατα­φεύ­γουν στη Ρου­μα­νία. Θα παρα­μεί­νει η ηρω­ι­κή εστία αντί­στα­σης της περι­κυ­κλω­μέ­νης Βαρ­σο­βί­ας που θα “πέσει” στις 28/9.

Ο φασι­σμός, τα επό­με­να έξι χρό­νια θα αιμα­το­κυ­λί­σει τον κόσμο, σ’ έναν πόλε­μο με στό­χο την εξα­φά­νι­ση της ΕΣΣΔ, μέχρι η κόκ­κι­νη σημαία με το σφυ­ρο­δρέ­πα­νο και το αστέ­ρι καρ­φω­θεί στο Ράιχσταγκ.

_________________________________________________

[i] Ουίν­στον Τσώρ­τσιλ: «Δεύ­τε­ρος Παγκό­σμιος Πόλε­μος», τόμος 1, σ. 283. Από Γ. Ντε­μπό­ριν: Μυστι­κά του δεύ­τε­ρου Παγκό­σμιου Πολέ­μου, ΑΛΦΕΙΟΣ, Αθή­να 1973, σελ. 30.

[ii] Χέρ­μπερτ Φέις: «Τσώρ­τσιλ-Ρού­σβελτ-Στά­λιν», Λον­δί­νο 1957, σελ. 4. Από Γ. Ντε­μπό­ριν: Μυστι­κά του δεύ­τε­ρου Παγκό­σμιου Πολέ­μου, ΑΛΦΕΙΟΣ, Αθή­να 1973, σελ. 31).

[iii] Έντ­γκαρ Χόλ­τη: «Ο Κόσμος στον Πόλε­μο», Λον­δί­νο 1956, σελ. 10. Από Γ. Ντε­μπό­ριν: Μυστι­κά του δεύ­τε­ρου Παγκό­σμιου Πολέ­μου, ΑΛΦΕΙΟΣ, Αθή­να 1973, σελ. 30.

[iv] Χιου Ντάλ­τον: «Τα μοι­ραία Χρόνια»-Απομνημονεύματα 1931–1945, σελ. 195.

[v] Μ. Φρέ­υντ: «Deutsche Geschichte», 1960, σελ. 623. Από Γ. Ντε­μπό­ριν: Μυστι­κά του δεύ­τε­ρου Παγκό­σμιου Πολέ­μου, ΑΛΦΕΙΟΣ, Αθή­να 1973, σελ. 31.

[vi] G. Badia, II, σελ. 119. Από ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, Θ. Παπα­ρή­γας, ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, 3η έκδο­ση, 2013, σελ. 79.

[vii] Ι.Μ. ΜΑΪΣΚΙ. Ποιος βοή­θη­σε τον Χίτλερ, σελ. 221

[viii] *ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, Θ. Παπα­ρή­γας, ΣΕ,3η έκδο­ση, σελ. 152

[ix] G. Badia, II, σελ. 121, από ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, Θ. Παπα­ρή­γας, ΣΕ,3η έκδο­ση, σελ. 152

[x] Αmbrose, S.E, Sulzberger C.L.: World War II, New York 1997,  σελ. 39.

[xi] Ι. ΜΑΪΣΚΙ, Ο Β’ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ και «κοι­νο­βου­λευ­τι­κές συζη­τή­σεις. Βου­λή των Κοι­νο­τή­των 2/9/1939».

[xii] ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, Θ. Παπα­ρή­γας, ΣΕ,3η έκδο­ση, σελ. 94.

[xiii]Ι. ΜΑΪΣΚΙ, Ο Β’ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, εκδό­σεις ΓΝΩΣΕΙΣ. [xiv]«Αναμνήσεις και Στο­χα­σμοί Γ.Κ. Ζού­κοφ, Σ.Ε..

[xv] ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, Θ. Παπα­ρή­γας, ΣΕ,3η έκδο­ση, σελ. 94.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο