Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

13 Μαρτίου1965: Ο Εγκέλαδος ισοπεδώνει την Αλόννησο

Σκλη­ρά ήταν τα χτυ­πή­μα­τα του Εγκέ­λα­δου την άνοι­ξη του 1965. Στις 9 Μάρ­τη, στις 9.30 το βρά­δυ, ένας τρο­με­ρός σπα­σμός στο υπέ­δα­φος του Βόρειου Ευβοϊ­κού Κόλ­που γίνε­ται αισθη­τός σχε­δόν σε όλη την Ελλά­δα, από την Πελο­πόν­νη­σο μέχρι την Αλε­ξαν­δρού­πο­λη. Στο «μάτι του κυκλώ­να» θα βρε­θεί μόνον η Αλόν­νη­σος, η οποία ουσια­στι­κά ισο­πε­δώ­νε­ται. Το μικρό νησί των δυο χιλιά­δων κατοί­κων θρη­νεί δύο νεκρούς, δύο ηλι­κιω­μέ­νες γυναί­κες που δεν πρό­λα­βαν να βγουν από το σπί­τι τους. Οι υλι­κές ζημιές, ωστό­σο, είναι τερά­στιες. Ελά­χι­στα είναι τα σπί­τια που δεν έχουν καταρ­ρεύ­σει πλή­ρως ή κατα­στεί «επι­κιν­δύ­νως ετοι­μόρ­ρο­πα», ενώ — ένδει­ξη του χάους που επι­κρα­τεί στον κρα­τι­κό μηχα­νι­σμό — οι αρχές της Μαγνη­σί­ας πλη­ρο­φο­ρού­νται την κατα­στρο­φή μετά από πολ­λές ώρες, στις τέσ­σε­ρις το πρωί της επομένης!

Οι προ­σπά­θειες απο­κα­τά­στα­σης των σει­σμο­πλή­κτων θ’ αρχί­σουν σχε­δόν αμέ­σως, αλλά τα πρώ­τα εφό­δια στο νησί δε θα φθά­σουν παρά την επο­μέ­νη το μεση­μέ­ρι. Μέχρι τότε, όπως σημειώ­νουν οι εφη­με­ρί­δες της επο­χής, οι σει­σμό­πλη­κτοι μένουν εντε­λώς αβο­ή­θη­τοι. «Εχουν κατα­φύ­γει σε σπή­λαια, κάτω­θι δέντρων, εντός λέμ­βων και ιστιο­φό­ρων, διά να προ­στα­τευ­τούν από το ψύχος», γρά­φει η «Καθη­με­ρι­νή». Και ενώ οι κάτοι­κοι της Αλον­νή­σου προ­σπα­θού­σαν να επου­λώ­σουν τις πλη­γές τους, στις 13 Μάρ­τη, ένας νέος σει­σμός, με το ίδιο επί­κε­ντρο, ολο­κλη­ρώ­νει την κατα­στρο­φή, πλήτ­το­ντας αυτή τη φορά και τη Σκό­πε­λο, χωρίς ευτυ­χώς να υπάρ­ξουν θύματα.

Λίγες μέρες αργό­τε­ρα, στις 5 Απρί­λη, στις 5.13 τα ξημε­ρώ­μα­τα, ισχυ­ρό­τα­τος σει­σμός χτυ­πά­ει την Πελο­πόν­νη­σο. Ο Εγκέ­λα­δος χτυ­πά πριν την ανα­το­λή του ήλιου και βρί­σκει τους ανθρώ­πους στα κρε­βά­τια τους. Ο απο­λο­γι­σμός είναι θλι­βε­ρός: Δεκα­ε­φτά νεκροί, ανά­με­σά τους πολ­λά παι­διά και περισ­σό­τε­ροι από δια­κό­σιοι τραυ­μα­τί­ες. Στη Μεγα­λό­πο­λη, η οποία υφί­στα­ται τις μεγα­λύ­τε­ρες ζημιές, το 80% των σπι­τιών καθί­στα­νται ακα­τοί­κη­τα, καθώς ακό­μα και εκεί­να που δεν κατέρ­ρευ­σαν αμέ­σως, είναι πλέ­ον ετοι­μόρ­ρο­πα. Πολ­λά από τα χωριά της περιο­χής κυριο­λε­κτι­κά αφανίζονται.

Πηγή: Ριζο­σπά­στης

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο