Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

16 Μαρτίου 1968: Η σφαγή του Μι Λάι

Το πρωί της 16ης του Μάρ­τη, ένα από τα φρι­κτό­τε­ρα εγκλή­μα­τα του αμε­ρι­κά­νι­κου ιμπε­ρια­λι­σμού, το οποίο δεν έφτα­σε ποτέ σε κάποιο διε­θνές δικαστήριο…

μια μονά­δα Αμε­ρι­κα­νών στρα­τιω­τών, υπό τις δια­τα­γές του υπο­λο­χα­γού Γουί­λιαμ Κάλεϊ, εισβάλ­λει χωρίς αντί­στα­ση στο χωριό Μι Λάι, 650 χιλιό­με­τρα βορεί­ως της Σαϊ­γκόν, κοντά στα σύνο­ρα με το Βόρειο Βιετ­νάμ. Ολοι οι κάτοι­κοι της περιο­χής θεω­ρού­νται εξ ορι­σμού ύπο­πτοι συνερ­γα­σί­ας με τους αντάρ­τες. Οι Αμε­ρι­κα­νοί συγκε­ντρώ­νουν το πλή­θος, κυρί­ως γυναι­κό­παι­δα και γέρους. Οι εντο­λές είναι σαφείς, το χωριό και οι κάτοι­κοί του πρέ­πει να εξα­φα­νι­στούν από προ­σώ­που Γης. Αλλω­στε, σε ολό­κλη­ρη την περιο­χή οι Αμε­ρι­κα­νοί ακο­λου­θούν την τακτι­κή της «καμέ­νης γης», για να μην υπάρ­χουν ζωντα­νοί άνθρω­ποι που θα βοη­θή­σουν τους Βιετ­κόνγκ. Μόλις ο υπο­λο­χα­γός Κάλεϊ δίνει τη δια­τα­γή, αρχί­ζει η σφα­γή. Οι Αμε­ρι­κα­νοί στρα­τιώ­τες γαζώ­νουν με τα αυτό­μα­τα τους ανυ­πε­ρά­σπι­στους ανθρώ­πους, πετώ­ντας πάνω τους και χει­ρο­βομ­βί­δες. Εξο­ντώ­νο­νται έτσι 507 άνθρω­ποι — ανά­με­σά τους 173 παι­διά, 76 μωρά και 60 γέροι.

Ενας από τους στρα­τιώ­τες που πήραν μέρος στην απο­στο­λή περιγράφει:

«Ενας από μας πυρο­βό­λη­σε μια γυναί­κα και τότε σκό­πευ­σαν όλοι στο κεφά­λι της και άρχι­σαν να πυρο­βο­λούν όλοι μαζί. Κομ­μά­τι — κομ­μά­τι τινά­ζο­νταν στον αέρα τα θραύ­σμα­τα από τα κόκα­λα του κεφα­λιού της…».

Οι φωτο­γρα­φί­ες και οι διη­γή­σεις από τη σφα­γή του Μι Λάι, η οποία απο­κα­λύ­φθη­κε στην κοι­νή γνώ­μη ενά­μι­ση χρό­νο αργό­τε­ρα, έκα­ναν το γύρο του κόσμου, προ­κα­λώ­ντας απέ­ρα­ντη φρί­κη και αγα­νά­κτη­ση. Ηταν η ορι­στι­κή και αμε­τά­κλη­τη κατα­δί­κη του αμε­ρι­κα­νι­κού ιμπε­ρια­λι­σμού στη συνεί­δη­ση των λαών όλου του κόσμου.

Οπως απο­δεί­χτη­κε, όμως, το Μι Λάι ήταν μόνο η κορυ­φή του παγό­βου­νου. Ο απο­στρα­τευ­μέ­νος πλέ­ον Γιου­τζίν Ράσελ δίνει στη δημο­σιό­τη­τα φωτο­γρα­φί­ες από ανά­λο­γη σφα­γή αμά­χων σε χωριό της περιο­χής Πλεϊ­κού, το Νοέμ­βρη του 1967. Οι Αμε­ρι­κα­νοί είχαν ρίξει εξάλ­λου ως το 1968 στο Νότιο Βιετ­νάμ περισ­σό­τε­ρες βόμ­βες απ’ όσες στην Ευρώ­πη κατά τη διάρ­κεια του Β’ Παγκό­σμιου Πολέ­μου, ενώ το Βόρειο Βιετ­νάμ βομ­βαρ­δί­ζε­ται περισ­σό­τε­ρο απ’ όσο η Γερ­μα­νία και η Ιαπω­νία κατά τη διάρ­κεια ολό­κλη­ρου του πολέμου.

Το περι­στα­τι­κό μένει κρυ­φό από το Πεντά­γω­νο για ένα χρό­νο σχε­δόν, έως ότου έλθει στο φως από τα δημο­σιεύ­μα­τα του δημο­σιο­γρά­φου Σέι­μουρ Χερς και την επι­μο­νή ενός επα­να­πα­τρι­σθέ­ντος εφέ­δρου, που βομ­βαρ­δί­ζει με επι­στο­λές την αμε­ρι­κα­νι­κή κυβέρ­νη­ση. Δια­τάσ­σε­ται, τελι­κά, δικα­στι­κή έρευ­να και πέντε στρα­τιώ­τες κάθο­νται στο εδώ­λιο του στρατοδικείου.

Η δίκη αρχί­ζει στις 17 Νοεμ­βρί­ου 1970 και η από­φα­ση της 31ης Μαρ­τί­ου 1971 ενο­χο­ποιεί μόνο τον επι­κε­φα­λής της σφα­γής, τον υπο­λο­χα­γό Κάλεϊ. Ο υπο­λο­χα­γός υπο­στή­ρι­ξε ότι εκτε­λού­σε δια­τα­γές ανω­τέ­ρων του, γεγο­νός που αρνή­θη­κε ο διοι­κη­τής του, λοχα­γός Έρνεστ Μεντί­να, που κατέ­θε­σε ως μάρ­τυ­ρας. Κατα­δι­κά­ζε­ται σε ισό­βιο κάθειρ­ξη το 1971, η οποία μετα­τρέ­πε­ται σε πρό­σκαι­ρη κάθειρ­ξη 20 ετών και στη συνέ­χεια 10 ετών, με από­φα­ση του Ανα­θε­ω­ρη­τι­κού Στρα­το­δι­κεί­ου στις 16 Φεβρουα­ρί­ου 1973.

Ο Κάλεϊ θα παρα­μεί­νει στη φυλα­κή (στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα σε κατ’ οίκον περιο­ρι­σμό στο δια­μέ­ρι­σμά του στο στρα­τό­πε­δο Φορτ Μπέ­νιγκ της Τζόρ­τζια) μόλις τρει­σή­μι­σι χρό­νια και στη συνέ­χεια θα λάβει χάρη από τον πρό­ε­δρο Νίξον. Σήμε­ρα, ο Ουί­λιαμ Κάλεϊ ζει στο Κολά­μπους της Τζόρ­τζια και είναι ιδιο­κτή­της κοσμηματοπωλείου

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο