Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

1821 — Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ (Μέρος 1ο)

Γρά­φει ο Γιάν­νης Βεντού­ρας //

Στα πλαί­σια της Οθω­μα­νι­κής αυτο­κρα­το­ρί­ας συνυ­πήρ­χαν πλή­θος λαών με δια­φο­ρε­τι­κή φυλε­τι­κή προ­έ­λευ­ση. Έλλη­νες, Αρμέ­νιοι, Αλβα­νοί, Βλά­χοι Σέρ­βοι, Βούλ­γα­ροι, Σύριοι και πολ­λοί άλλοι. Ο φεου­δαρ­χι­κός χαρα­κτή­ρας του Οθω­μα­νι­κού κρά­τους, ο οποί­ος στη­ρι­ζό­ταν στην ιδιο­κτη­σία της γης, έστρε­ψε τους λαούς αυτούς να βρουν οικο­νο­μι­κές διε­ξό­δους στην βιο­τε­χνι­κή-βιο­μη­χα­νι­κή παρα­γω­γή και το εμπό­ριο. Είναι γνω­στό ότι σε μεγά­λες πόλεις που ήταν εμπο­ρι­κά κέντρα, όπως η Σμύρ­νη, όλη η οικο­νο­μία βρι­σκό­ταν σε ελλη­νι­κά χέρια.

Στα τέλη του 18ου αιώ­να και στις αρχές του 19ου, μέσα από μια εξε­λι­κτι­κή πορεία, έχουν πλέ­ον δημιουρ­γη­θεί ισχυ­ρές εθνι­κές αστι­κές τάξεις. Το πιο ισχυ­ρό και δυνα­μι­κό τμή­μα της ελλη­νι­κής αστι­κής τάξης ήταν αυτό που ανα­πτύ­χθη­κε στη ναυ­τι­λία. Η τερά­στια Οθω­μα­νι­κή αυτο­κρα­το­ρία, για να μπο­ρέ­σει να καλύ­ψει τις ανά­γκες της σε αγα­θά, είχε ανά­γκη από διευ­ρυ­μέ­νο εμπό­ριο. Έτσι έδω­σε πολ­λά κίνη­τρα στους πλοιο­κτή­τες για να οργώ­νουν τα θαλάσ­σια δίκτυα και να ανα­πτύ­ξουν το εξω­τε­ρι­κό εμπό­ριο με τις άλλες χώρες.  Ειδι­κά, με τον απο­κλει­σμό των Αγγλι­κών, Γαλ­λι­κών και των πλοί­ων άλλων ξένων κρα­τών από την Μαύ­ρη Θάλασ­σα (1752 έως 1873), δόθη­κε η ευκαι­ρία στους Έλλη­νες εμπό­ρους και πλοιο­κτή­τες να κυριαρχήσουν.

Το καθε­στώς προ­στα­σί­ας που παρεί­χα­νε οι Ρώσοι, μετά την  συν­θή­κη Κιου­τσούκ-Καϊ­ναρ­τζή, είχε απο­τέ­λε­σμα πολ­λοί Έλλη­νες πλοιο­κτή­τες να ανε­βά­σουν την Ρώσι­κη σημαία και να ναυ­πη­γή­σουν μεγα­λύ­τε­ρα πλοία. Το 1802 όμως, ο σουλ­τά­νος Σελίμ ο Γ’, έδω­σε και­νούρ­για και περισ­σό­τε­ρα προ­νό­μια (μεί­ω­ση δασμών, απαλ­λα­γές από φόρους) με απο­τέ­λε­σμα περισ­σό­τε­ρα από 1400 πλοία «χρι­στια­νών ραγιά­δων» να οργώ­νουν τις θάλασ­σες με την Οθω­μα­νι­κή σημαία. Παράλ­λη­λα όμως, πολ­λοί πλοιο­κτή­τες (όπως Υδραί­οι, Ψαρια­νοί, Γαλα­ξι­διώ­τες) εκμε­ταλ­λευό­με­νοι τον αντα­γω­νι­σμό Άγγλων, Γάλ­λων, Ρώσων, δια­τη­ρού­σαν πλοία με τις αντί­στοι­χες σημαίες.

Εκτός όμως από τα Οθω­μα­νι­κά αστι­κά κέντρα (Θεσ­σα­λο­νί­κη, Σμύρ­νη, Κων­στα­ντι­νού­πο­λη, Αλε­ξάν­δρεια), δημιουρ­γή­θη­καν και ισχυ­ρές παροι­κί­ες Ελλή­νων εκτός Οθω­μα­νι­κού κρά­τους. Τέτοιες ήταν οι παροι­κί­ες στην Οδησ­σό, Τερ­γέ­στη, Μασ­σα­λία, Λον­δί­νο και αλλού. Η κυριαρ­χία των Ελλή­νων εμπό­ρων και πλοιο­κτη­τών σε Βαλ­κά­νια και Ανα­το­λι­κή Μεσό­γειο, αλλά και η ισχυ­ρή παρου­σία τους σε όλα τα μεγά­λα εμπο­ρι­κά κέντρα της Ευρώ­πης, είχε σαν απο­τέ­λε­σμα να συσ­σω­ρευ­θεί τερά­στιο ποσό κεφα­λαί­ου στα χέρια της ανερ­χό­με­νης Ελλη­νι­κής αστι­κής τάξης.

Αλλά και στον κυρί­ως ελλα­δι­κό χώρο (Αμπε­λά­κια, Τύρ­να­βος, Ζαγο­ρο­χώ­ρια, Πήλιο και αλλού) είχε αρχί­σει να ανα­πτύσ­σε­ται δυνα­μι­κά η μανι­φα­κτού­ρα και η βιο­τε­χνία σε κλά­δους όπως η νημα­τουρ­γία, η υφα­ντουρ­γία, η μεταξουργία.

Το χρη­μα­τι­κό κεφά­λαιο συσ­σω­ρευό­ταν συνε­χώς, παρά το γεγο­νός ότι λόγω των ιδιαι­τε­ρο­τή­των της πολι­τι­κής κατά­στα­σης,  οι κάτο­χοί του προ­τι­μού­σαν να το επεν­δύ­ουν κυρί­ως στο εμπό­ριο και την ναυ­τι­λία. Εκεί είχαν μεγα­λύ­τε­ρο ποσο­στό κέρ­δους, με απο­τέ­λε­σμα να παρα­με­λού­νται οι επεν­δύ­σεις στην βιο­μη­χα­νι­κή παρα­γω­γή. Εξαί­ρε­ση απο­τέ­λε­σε ο κλά­δος κατα­σκευ­ής κτι­σμά­των (σπί­τια, γεφύ­ρια κλπ.) και της ναυ­πή­γη­σης πλοί­ων, που σημεί­ω­ναν σημα­ντι­κή ανά­πτυ­ξη. Παρό­λα αυτά όμως, η Ελλη­νι­κή αστι­κή τάξη δυνά­μω­νε συνε­χώς και αντι­λαμ­βα­νό­ταν ότι, για να μπο­ρέ­σει να ανα­πτυ­χθεί περισ­σό­τε­ρο, θα έπρε­πε να απο­σχι­σθεί από την Οθω­μα­νι­κή αυτο­κρα­το­ρία και να δημιουρ­γή­σει το δικό της εθνι­κό κρά­τος. Οι και­ροί απαι­τού­σαν, να κατα­κτή­σει την εξουσία!

Στον Ελλα­δι­κό χώρο υπήρ­χαν και οι κοτζα­μπά­ση­δες, δηλα­δή Έλλη­νες γαιο­κτή­μο­νες με διοι­κη­τι­κές θέσεις στον κρα­τι­κό μηχα­νι­σμό και πολ­λά προ­νό­μια. Η Οθω­μα­νι­κή αυτο­κρα­το­ρία, η οποία είχε την εξου­σία στην γη, είχε επι­βάλ­λει πολ­λούς φόρους στα αγρο­τι­κά εισο­δή­μα­τα, όπως ο κεφα­λι­κός φόρος για τις μη μου­σουλ­μα­νι­κές αγρο­τι­κές οικο­γέ­νειες και η δεκά­τη. Για την απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τε­ρη είσπρα­ξη των φόρων, το κρά­τος εκμί­σθω­νε τους φόρους! Δηλα­δή έδι­νε το δικαί­ω­μα στους μισθω­τές να συλ­λέ­γουν όσους φόρους θεω­ρού­σαν σωστό επι­με­ρί­ζο­ντάς τους σε όλη την κοι­νό­τη­τα, να κρα­τά­νε το επι­πλέ­ον ποσό και το υπό­λοι­πο, βάσει της συμ­φω­νί­ας, να το παρα­δί­δουν στα κρα­τι­κά ταμεία. Στην αρχή η μίσθω­ση ήταν για σύντο­μο χρο­νι­κό διά­στη­μα, αλλά στα προ­ε­πα­να­στα­τι­κά χρό­νια η παρα­χώ­ρη­ση των εκμι­σθώ­σε­ων γινό­ταν ισόβια.

Με τον τρό­πο αυτό, ένα μεγά­λο μέρος της αγρο­τι­κής παρα­γω­γής κατέ­λη­γε στα χέρια των κοτζα­μπά­ση­δων, των αγά­δων, των πασά­δων και του σουλ­τά­νου. Οι Έλλη­νες κοτζα­μπά­ση­δες, μπο­ρεί να απο­τε­λού­σαν την κατώ­τε­ρη βαθ­μί­δα της κρα­τι­κής ιεραρ­χί­ας, αλλά ήταν πολύ μιση­τοί στους χωρι­κούς, επει­δή χρη­σι­μο­ποιού­σαν κάθε είδους βία (αρπα­γές, ληστεί­ες, υπο­χρε­ω­τι­κές αγγα­ρεί­ες κλπ.) για να απο­σπά­σουν όσα περισ­σό­τε­ρα μπο­ρού­σαν. Με τη σει­ρά τους οι κοτζα­μπά­ση­δες, δυσφο­ρού­σαν με τον τρό­πο της νομής της γης και των φόρων, επει­δή οι Τούρ­κοι αν και μειο­ψη­φία (λιγό­τε­ρο από το 10% στον Ελλα­δι­κό χώρο) νέμο­νταν το 58% της γης, ενώ η συντρι­πτι­κή πλειο­ψη­φία, που απο­τε­λού­νταν από Έλλη­νες, μόνο το 42%. Ήθε­λαν λοι­πόν με κάθε τρό­πο να περά­σει στα χέρια τους μεγα­λύ­τε­ρο μέρος της λείας.

Οι κοτζα­μπά­ση­δες βέβαια δεν ήταν όλοι πρό­θυ­μοι να ξεση­κω­θούν για την κατάρ­γη­ση της Οθω­μα­νι­κής κυριαρ­χί­ας στην ψιλή κυριό­τη­τας της γης. Άλλοι βολευό­ντου­σαν με την υπάρ­χου­σα κατά­στα­ση και άλλοι ζύγι­ζαν περισ­σό­τε­ρο τους κιν­δύ­νους από την αρπα­γή της περιου­σί­ας τους  από Τούρ­κους πασά­δες και βελή­δες. Επι­θυ­μού­σαν μεν να έχουν πλή­ρη δικαιώ­μα­τα από την ανά­πτυ­ξη του εμπο­ρί­ου, αλλά δεν ήθε­λαν να χάσουν και τα προ­νό­μιά τους πάνω στις τοπι­κές κοι­νω­νί­ες, τα οποία προ­φα­νώς θα τους τα στε­ρού­σε μια συγκρο­τη­μέ­νη κεντρι­κή εξου­σία ενός απε­λευ­θε­ρω­μέ­νου Ελλη­νι­κού κράτους.

Εκτός αυτών των αστών και των κοτζα­μπά­ση­δων, μεγά­λο ρόλο στα τεκται­νό­με­να έπαι­ζε και ο κλή­ρος. Το Πατριαρ­χείο και όλος ο ανώ­τε­ρος κλή­ρος είχαν πλή­θος προ­νο­μί­ων μέσα στην Οθω­μα­νι­κή αυτο­κρα­το­ρία. Είχαν δικα­στι­κή εξου­σία, προ­ω­θού­σαν αυτά που απο­φά­σι­ζε η κεντρι­κή διοί­κη­ση, χρη­σι­μο­ποιού­σαν μέσα θρη­σκευ­τι­κής κατα­πί­ε­σης, και τους είχαν παρα­χω­ρη­θεί διοι­κη­τι­κά και εκπαι­δευ­τι­κά δικαιώ­μα­τα. Να θυμί­σου­με ότι στα μεγά­λα αστι­κά κέντρα υπήρ­χαν σχο­λές όπου διδα­σκό­ταν η Ελλη­νι­κή γλώσ­σα, μιας και αυτή απο­τε­λού­σε την γλώσ­σα της εμπο­ρι­κής διπλω­μα­τί­ας. Να μην ξεχά­σου­με τους Φανα­ριώ­τες οι οποί­οι κατεί­χαν υψη­λές θέσεις στον κρα­τι­κό μηχα­νι­σμό και έβλε­παν την κοι­νω­νι­κή τους άνο­δο, μόνο στο πλαί­σιο της Οθω­μα­νι­κής αυτοκρατορίας.

Όλοι αυτοί (ανώ­τε­ρος κλή­ρος και Φανα­ριώ­τες) στην πλειο­ψη­φία τους ήταν αντί­θε­τοι με μια επα­νά­στα­ση ενά­ντια στο Οθω­μα­νι­κό κρά­τος. Εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κή ήταν η θέση του κατώ­τε­ρου κλή­ρου ο οποί­ος τρα­βού­σε τα ίδια βάσα­να με τους φτω­χούς αγρό­τες. Οι φτω­χοί αγρό­τες που δεχό­ντου­σαν όλη την κατα­πί­ε­ση από τους Έλλη­νες κοτζα­μπά­ση­δες και τους Τούρ­κους αγά­δες, είχε κάθε λόγω να ξεση­κω­θούν για να αλλά­ξουν την κατά­στα­ση. Όχι επει­δή έβλε­παν την Οθω­μα­νι­κή κυριαρ­χία σαν «σκλα­βιά», αλλά επει­δή ήθε­λαν μια καλύ­τε­ρη ζωή για αυτούς και τα παι­διά τους.

Η άνο­δος των εθνι­κών αστι­κών τάξε­ων σε όλα τα Βαλ­κά­νια (Σέρ­βοι, Βούλ­γα­ροι, Έλλη­νες, Βλά­χοι) αντι­κει­με­νι­κά έβα­ζε επί τάπη­τος το θέμα της εξου­σί­ας. Το φεου­δαρ­χι­κό σύστη­μα είχε φάει τα ψωμιά του. Οι κοι­νω­νί­ες των Βαλ­κα­νί­ων νομο­τε­λεια­κά, έπρε­πε να προ­χω­ρή­σουν στο στά­διο του καπι­τα­λι­σμού, δημιουρ­γώ­ντας τα δικά τους, ανε­ξάρ­τη­τα, εθνι­κά αστι­κά κρά­τη.  Το ίδιο συνέ­βη και στην ίδια την Τουρ­κία, με τον Κεμάλ Ατα­τούρκ, έναν αιώ­να αργότερα.

Όπως και στις άλλες περιο­χές, στον Ελλα­δι­κό χώρο, στην επα­νά­στα­ση ηγή­θη­κε η Ελλη­νι­κή αστι­κή τάξη. Αυτή εξ άλλου και την προ­ε­τοί­μα­σε. Η κίνη­ση του Ρήγα Φεραί­ου και η Φιλι­κή Εται­ρεία ήταν δημιούρ­γη­μα εμπό­ρων. Παρά του ότι δεν ήταν ακό­μα πολύ ισχυ­ρή σαν τάξη,  κατά­φε­ρε να την ακο­λου­θή­σουν πολ­λοί κοτζα­μπά­ση­δες, ο κατώ­τε­ρος κλή­ρος, οι αρμα­το­λοί και κλέ­φτες, καθώς και ο φτω­χός λαός. Δυστυ­χώς για τους τελευ­ταί­ους, η απε­λευ­θέ­ρω­ση δεν άλλα­ξε και πολύ την ζωή τους.

Ήταν το έτος 1821 όταν η επα­νά­στα­ση της ελλη­νι­κής αστι­κής τάξης ξέσπα­σε. Το τι έγι­νε όμως, το πώς φαγώ­θη­καν μετα­ξύ τους για την νομή των γαιών και των φόρων, φθά­νο­ντας έως και στον εμφύ­λιο πόλε­μο, θα το δού­με σε επό­με­νο κείμενο…

«Στην επο­χή της Ηούς», του Γιάν­νη Βεντούρα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο