Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

19 Μαΐου — Γενοκτονία των Ποντίων: Ποντιακή διάλεκτος, ήθη και έθιμα του Πόντου

Tης Ευδο­κί­ας Σαμου­η­λί­δου* //

Στην ελλη­νι­κή μυθο­λο­γία, η ονο­μα­σία Πόντος είναι γνω­στή ως μια θεό­τη­τα που προ­σω­πο­ποιεί το υγρό στοι­χείο και την ανοι­κτή θάλασσα.

Εμφα­νί­ζε­ται σαν γιος της αρχέ­γο­νης θεό­τη­τας Γαί­ας και πατέ­ρας του Νηρέα, στον δε Όμη­ρο σημαί­νει θάλασ­σα, ανοι­χτή και πλα­τιά. Περιο­χή που μετα­φέ­ρει μνή­μες στους απο­γό­νους εκα­τομ­μυ­ρί­ων Ελλή­νων, που έζη­σαν στις περιο­χές αυτές. Πρό­κει­ται για Ιστο­ρία τριών χιλιά­δων χρό­νων με τους Έλλη­νες να αποί­κη­σαν στην περιο­χή τον 8 π.χ αιώ­να και μαζί τους μετοί­κη­σε και ο πολι­τι­σμός τους .

Ο μύθος των Αργο­ναυ­τών και του Χρυ­σό­μαλ­λου Δέρα­τος συν­δέ­ε­ται με τον Πόντο και το Χρυ­σό­μαλ­λο Δέρας συμ­βο­λί­ζει τον πλού­το στα παρά­λια του Πόντου. Οι Έλλη­νες περ­νώ­ντας από τον μύθο στην ιστο­ρία άρχι­σαν να ταξι­δεύ­ουν στην περιο­χή του Εύξει­νου Πόντου ανα­ζη­τώ­ντας μεταλ­λεύ­μα­τα και εμπο­ρι­κές ευκαι­ρί­ες. Με την παρου­σία των Ελλή­νων ο Αφι­λό­ξε­νος — Άξε­νος και Μαύ­ρος Πόντος μετα­τρέ­πε­ται σε Εύξει­νο Πόντο.

Η Ποντιακή διάλεκτος

Η Ποντια­κή διά­λε­κτος προ­έρ­χε­ται από την Αρχαία Ιωνι­κή, λόγω κυρί­ως της κατα­γω­γής των πρώ­των αποί­κων του Πόντου από την Ιωνι­κή Μίλη­το. Με την πάρο­δο του χρό­νου και με την επί­δρα­ση γεω­γρα­φι­κών, κλι­μα­το­λο­γι­κών, ιστο­ρι­κών, εθνο­λο­γι­κών και άλλων παρα­γό­ντων δημιουρ­γή­θη­καν εξε­λι­κτι­κά από την Ιωνι­κή διά­λε­κτο διά­φο­ρες διά­λε­κτοι, μία εκ των οποί­ων είναι και η Ποντια­κή διάλεκτος.

Στο πέρα­σμα των 28 αιώ­νων ζωής, η Ποντια­κή διά­λε­κτος δέχτη­κε επι­δρά­σεις από τα αλε­ξαν­δρι­νά χρό­νια και από τα μεσαιω­νι­κά χρό­νια του Βυζαντίου.

Επη­ρε­ά­στη­κε δε από τους Γενουά­τες και τους Βενε­τούς της Τρα­πε­ζού­ντας, τους Πέρ­σες και τους Γεωρ­για­νούς, καθώς φυσι­κά και από τους Τούρ­κους. Η τελι­κή μορ­φή της ποντια­κής δια­λέ­κτου γίνε­ται στην επο­χή των Κομνηνών.

Έτσι, η Ποντια­κή διά­λε­κτος αντι­κα­το­πτρί­ζει ταυ­τό­χρο­να και την ιστο­ρι­κή πορεία αυτού του λαού, δια μέσου των αιώ­νων και των αλλό­γλωσ­σων γει­το­νι­κών λαών. Σήμε­ρα τα ποντια­κά ομι­λού­νται σχε­δόν απο­κλει­στι­κά σε χωριά με κατοί­κους ποντια­κής κατα­γω­γής από άτο­μα της δεύ­τε­ρης και τρί­της γενιάς.

Για να δια­σω­θεί η Ποντια­κή διά­λε­κτος και η Ποντια­κή ταυ­τό­τη­τα γίνο­νται διά­φο­ρες προ­σπά­θειες για κατά­δει­ξη της σημα­σί­ας και της συνει­σφο­ρά του ποντια­κού Ελλη­νι­σμού από τους πολι­τι­στι­κούς συλ­λό­γους Ποντί­ων ενώ σημα­ντι­κή είναι και η συμ­φω­νία συνερ­γα­σί­ας που υπέ­γρα­ψε το Πανε­πι­στή­μιο Μακε­δο­νί­ας με τον Πανελ­λή­νιο Σύν­δε­σμο Ποντί­ων Εκπαι­δευ­τι­κών για τη διδα­σκα­λία μαθη­μά­των ποντια­κής δια­λέ­κτου στο Πανε­πι­στή­μιο Μακεδονίας.

Ήθη και έθιμα

Οι Έλλη­νες του Πόντου που ήρθαν στην Ελλά­δα μετά την ανταλ­λα­γή των πλη­θυ­σμών του 1922 έφε­ραν μαζί τους τα ήθη , τα έθι­μα και τις παρα­δό­σεις τους .

Τα ήθη και έθι­μα που εκδη­λώ­νο­νταν και ρύθ­μι­ζαν κάθε τομέα της ζωής των Ποντί­ων από τις θρη­σκευ­τι­κές γιορ­τές έως την οικο­γε­νεια­κή ζωή και απει­κο­νί­ζουν τις συνή­θειες της δικής τους κοι­νω­νί­ας, δια­τη­ρή­θη­καν με την παρά­δο­ση από γενιά σε γενιά.

Χοροί και τραγούδια

Ανα­πό­σπα­στο κομ­μά­τι της Λαϊ­κής Παρά­δο­σης των Ελλή­νων του Πόντου είναι οι χοροί και τα τραγούδια.

Μέσα στα τρα­γού­δια συγκα­τα­λέ­γο­νται και τα νανου­ρί­σμα­τα, τρα­γού­δια και αυτά ήρε­μα, γαλή­νια, μονό­το­να , τρυ­φε­ρά και ευαί­σθη­τα, πάντα με λίγους στί­χους. Βγαί­νουν από την ψυχή των μανά­δων, των γιαγιάδων.

Στα Νανου­ρί­σμα­τα, η μάνα Πόντια εκφρά­ζει την αγά­πη και τρυ­φε­ρό­τη­τά της με χαρα­κτη­ρι­στι­κές λέξεις όπως βασι­λό­που­λό μου, περι­στέ­ρι μου, που­λί μου, αρνί μου, κ. ά.

Η ακρι­τι­κή περιο­χή του Πόντου ανέ­πτυ­ξε σπου­δαία μου­σι­κή παρά­δο­ση που φτά­νει στις μέρες μας , μνη­μεία λόγου απο­κα­λού­νται τα ποντια­κά τρα­γού­δια, έμπνευ­ση ενός λαού που πέρα­σε από γενιά σε γενιά.

Συντελεστές οι οργανοπαίκτες , οι λυράρηδες του Πόντου

Τρα­γού­δια για χαρές, τις λύπες, τον πόνο, τις συμ­φο­ρές, το ξερι­ζω­μό, την αγά­πη, τον έρω­τα , την ξενι­τιά, υμνούν την ομορ­φιά της ποντια­κής γης.

Η λύρα (κεμεν­τζές στα ποντια­κά) είναι το βασι­κό­τε­ρο μου­σι­κό όργα­νο των Ποντί­ων. Πιθα­νόν η ονο­μα­σία του μοιά­ζει με την ονο­μα­σία μου­σι­κών οργά­νων που προ­έρ­χο­νται από την Μεσο­πο­τα­μία , Περ­σία (μουσ. Όργα­νο καμάν­τσια) και τον Καύ­κα­σο (όργα­νο καμάν­τσιες), χωρίς να παρα­γνω­ρί­ζε­ται η πιθα­νό­τη­τα να προ­έρ­χε­ται από την αρχαία ελλη­νι­κή λέξη κέλης (=σκά­φος) ή το ρήμα κέλο­μαι (= παρο­τρύ­νω) με μετά­πτω­ση του λ σε μ.

Οι ποντια­κοί χοροί χορεύ­ο­νται από γυναί­κες και άνδρες συνή­θως σε κυκλι­κή διά­τα­ξη (εκτός από το χορό Σέρα και το χορό των Μαχαι­ριών). Χαρα­κτη­ρι­στι­κό των ποντια­κών χορών είναι η στά­ση του σώμα­τος των χορευ­τών . Τα χέρια είναι πια­σμέ­να από τους καρ­πούς , με λυγι­σμέ­νους τους αγκώνες .

Πυρρίχιος — Σέρρα

Απο­τε­λεί τον πιο γνω­στό χορό των Ποντί­ων και την αφή­γη­ση του Ποντια­κού ελλη­νι­σμού με τη γλώσ­σα του σώματος.

Ο χορός Σέρρα χαρακτηρίζεται από 3 χορευτικές φάσεις.

Στην πρώ­τη φάση οι χορευ­τές με πια­σμέ­να τα χέρια υψω­μέ­να χορεύ­ουν ομα­λά με φρο­νι­μό­τη­τα, με ήρε­μη διά­θε­ση ζωγρα­φι­σμέ­νη στα πρό­σω­πά τους. Σιγά — σιγά ο χορός εισέρ­χε­ται στην δεύ­τε­ρη φάση και η φρό­νι­μη έκφρα­ση μετα­βάλ­λε­ται σε ανη­συ­χία, το σώμα είναι ανή­συ­χο, τα χέρια των χορευ­τών με ρυθ­μι­κές κινή­σεις και με μια προς τα εμπρός και πίσω κίνη­ση προ­σπα­θούν να κρα­τή­σουν το σώμα σε ορθή στά­ση κάτι που απο­τε­λεί απει­κό­νι­ση της προ­σπά­θειας του λαβω­μέ­νου να κρα­τη­θεί στην ζωή και να νικήσει.

Στην τρί­τη φάση του χορού συγκα­τα­λέ­γο­νται κινή­σεις με αγγίγ­μα­τα στη γη από την οποία ο χορευ­τής παίρ­νει δύνα­μη, ανα­πη­δά­ει, τα πόδια επα­νέρ­χο­νται σε διά­στα­ση και το κεφά­λι είναι ψηλά. Ο συμ­βο­λι­σμός του κεφα­λιού ψηλά σημαί­νει την λύτρω­ση. Κατά τη διάρ­κεια του χορού ακού­γο­νται από τους χορευ­τές κραυ­γές και σε συν­δυα­σμό με τις ζωη­ρές κινή­σεις οι χορευ­τές φτά­νουν στον ύψι­στο βαθ­μό έξα­ψης και εξαγνισμού.

Ο Πυρ­ρί­χιος, όπως και άλλοι χοροί του Πόντου, απο­τε­λεί μέσο επι­κοι­νω­νί­ας, συμ­βά­λει στην δια­τή­ρη­ση των ηθών και εθί­μων, και παρου­σιά­ζει την κοι­νω­νι­κή ζωή του ποντια­κού λαού.

Για τον Πυρ­ρί­χιο-Σέρα χορό από το έργο «Περι­ή­γη­σης εις Πόντο…»(1904) έγρα­ψε ο Κων­στα­ντί­νος Παπαμιχαλόπουλος:

«Αί πάσας τας διευ­θύν­σεις του σώμα­τος στρο­φαί, η στε­νή προς αλλή­λους των χορευ­τών σύσφι­ξης , η βίαια προς το δάπε­δον στρο­φή των ποδών, οι κτύ­ποι και των όπλων οι γδού­ποι, οι συσπά­σεις των μυών του σώμα­τος, ο ενθου­σια­σμός ο κατα­λαμ­βά­νων τους χορευ­τάς, των θεω­μέ­νων αι επευ­φη­μί­αι, η απα­ντα­χού εν είδη σπιν­θή­ρος μετα­δι­δό­με­νη συγκί­νη­σης, πάντα ταύ­τα προ­δί­δου­σι τοιαύ­τη πρω­το­τυ­πί­αν και τοσαύ­τη αίγλη εις το χορευ­τι­κόν σύμπλεγ­μα, ώστε δικαί­ως θα ηδύ­να­το να τις κατα­τά­ξη τον Σέραν χορόν μετα­ξύ των δια­ση­μο­τέ­ρων χορών ολό­κλη­ρου του κόσμου .…»

* Εκπαι­δευ­τι­κός, ποντια­κής κατα­γω­γής και Σχο­λι­κή Σύμ­βου­λος Φυσι­κής Αγω­γής Βορεί­ου Αιγαίου

 

Πηγή: thepressroom.gr / ΑΠΕ

 

19 Μαΐ­ου – Γενο­κτο­νία των ποντί­ων: Ποντια­κή λύρα: Το όργα­νο – σύμ­βο­λο έγι­νε μνημείο

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο