Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

6 Φεβρουαρίου 1934: Ο γαλλικός λαός τσακίζει το φασιστικό κίνημα

Στο δεύ­τε­ρο μισό της δεκα­ε­τί­ας 1930–1940 την κεντρι­κή θέση στην πολι­τι­κή ζωή της Γαλ­λί­ας την κατεί­χε ο αγώ­νας ενα­ντί­ον του φασισμού.

Ανα­ζη­τώ­ντας διέ­ξο­δο από την οικο­νο­μι­κή κρί­ση και τρέ­μο­ντας μπρο­στά στην οξυ­νό­με­νη ταξι­κή πάλη, το γαλ­λι­κό μεγά­λο κεφά­λαιο παρα­δειγ­μα­τί­στη­κε από την ιτα­λι­κή και τη γερ­μα­νι­κή αστι­κή τάξη και άρχι­σε να προ­σα­να­το­λί­ζε­ται ολο­έ­να και πιο πολύ προς το φασι­σμό. Οι μεγι­στά­νες του κεφα­λαί­ου (Κοτί, ντε Βαντέλ και άλλοι), οι μεγά­λοι γαιο­κτή­μο­νες και η Καθο­λι­κή Εκκλη­σία άρχι­σαν να χρη­μα­το­δο­τούν φανε­ρά τις φασι­στι­κές οργα­νώ­σεις, όπως τους «Πύρι­νους Σταυ­ρούς», τη «Γαλ­λι­κή Δρά­ση», τη «Γαλ­λι­κή Αλλη­λεγ­γύη», την «Εθνι­κή Καθο­λι­κή Ομο­σπον­δία», τα φιλο­φα­σι­στι­κά αθλη­τι­κά σωμα­τεία και τις φασι­στι­κές οργα­νώ­σεις της νεο­λαί­ας. Τους φασί­στες τους χρη­μα­το­δο­τού­σαν ειδι­κά ταμεία της κυβέρ­νη­σης. Με τις φασι­στι­κές οργα­νώ­σεις συν­δέ­ο­νταν πολ­λοί υπουρ­γοί. Τα φασι­στι­κά ένο­πλα τμή­μα­τα είχαν στη διά­θε­σή τους μεγά­λες ποσό­τη­τες οπλι­σμού. Οι παρα­κρα­τι­κές ομά­δες των «Πύρι­νων Σταυ­ρών» είχαν ακό­μη και 150 αερο­πλά­να. Στή­ριγ­μα της φασι­στι­κής αντί­δρα­σης ήταν τα πολι­τι­κά κόμ­μα­τα του χρη­μα­τι­στι­κού κεφαλαίου.

Στις 6 Φλε­βά­ρη του 1934 πάνω από 20 χιλιά­δες ένο­πλοι φασί­στες προ­σπά­θη­σαν να διεισ­δύ­σουν στη Βου­λή και σε άλλα κυβερ­νη­τι­κά κτί­ρια στο Παρί­σι. Αλλά οι λαϊ­κές μάζες, με την καθο­δή­γη­ση του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος, έφρα­ξαν το δρό­μο στους φασί­στες: 25 χιλιά­δες εργα­ζό­με­νοι ξεχύ­θη­καν αμέ­σως στους δρό­μους της πρω­τεύ­ου­σας για να υπε­ρα­σπι­στούν τη δημο­κρα­τία. Κάτω από την πίε­ση των μαζών η κυβέρ­νη­ση Ντα­λα­ντιέ έδω­σε δια­τα­γή στην αστυ­νο­μία να δρά­σει. Οι άντρες της garde municipal (παλιά ονο­μα­σία της δημο­κρα­τι­κής φρου­ράς του Παρι­σιού) και η αστυ­νο­μία, με στή­ριγ­μα τη βοή­θεια των εργα­ζο­μέ­νων, δια­λύ­σα­νε τους φασί­στες και εκμη­δέ­νι­σαν τη στάση.

Τη στιγ­μή εκεί­νη το Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα απευ­θύν­θη­κε στους εργά­τες και στους υπαλ­λή­λους του Παρι­σιού και τους κάλε­σε στις 9 Φλε­βά­ρη σε μαζι­κή αντι­φα­σι­στι­κή δια­δή­λω­ση. Η δια­δή­λω­ση αυτή είχε τερά­στια έκτα­ση. Οι φάλαγ­γες των εργα­ζο­μέ­νων με σύν­θη­μα «Κάτω ο φασι­σμός» πέρα­σαν από την Πλα­τεία της Δημο­κρα­τί­ας ως το σταθ­μό της Ανα­το­λής. Στις 12 Φλε­βά­ρη με πρό­σκλη­ση και πάλι του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε γενι­κή απερ­γία ενά­ντια στο φασι­σμό και τον πόλε­μο, στην οποία πήραν μέρος 4,5 εκα­τομ­μύ­ρια εργαζόμενοι.

Οι εξε­λί­ξεις αυτές οδή­γη­σαν στη συγκρό­τη­ση του Λαϊ­κού Μετώ­που, το οποίο μετά την εκλο­γι­κή του νίκη σχη­μά­τι­σε κυβέρ­νη­ση. Αν και επι­κε­φα­λής της κυβέρ­νη­σης αυτής ήταν οι ρεφορ­μι­στές, το Λαϊ­κό Μέτω­πο της Γαλ­λί­ας, όπως και στην Ισπα­νία, έδει­ξε καθα­ρά τι μπο­ρούν να πετύ­χουν οι λαϊ­κές μάζες όταν ενώ­νουν τις δυνά­μεις τους.

Πηγή: Ριζο­σπά­στης

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο