Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

8 Φεβρουαρίου 1982: Κρίση ΗΠΑ — Δυτικής Ευρώπης για το σοβιετικό φυσικό αέριο

Η υπο­γρα­φή της συμ­φω­νί­ας για την κατα­σκευή του αγω­γού που θα μετα­φέ­ρει φυσι­κό αέριο από τη Σοβιε­τι­κή Ενω­ση στην κεντρι­κή και τη Δυτι­κή Ευρώ­πη, το 1980, χαρα­κτη­ρί­στη­κε γεγο­νός ιστο­ρι­κής σημα­σί­ας. Από τη σοβιε­τι­κή πλευ­ρά χαρα­κτη­ρί­στη­κε «συμ­βό­λαιο του αιώ­να», ενώ εξί­σου ενθου­σιώ­δης ήταν η υπο­δο­χή της συμ­φω­νί­ας και στη Δυτι­κή Ευρώ­πη. Ο αγω­γός, με συνο­λι­κό μήκος 4.464 χιλιό­με­τρα θα ολο­κλη­ρω­νό­ταν περί τα τέλη του 1983 με δυνα­τό­τη­τα μετα­φο­ράς 20.400 εκα­τομ­μυ­ρί­ων κυβι­κών μέτρων φυσι­κού αερί­ου ετησίως.

Ο αγω­γός ξεκι­νού­σε από το Ουρεν­γκόι της Σιβη­ρί­ας με κατα­λή­ξεις στη Γερ­μα­νία, την Ιτα­λία και τη Γαλ­λία. Η ολο­κλή­ρω­ση του έργου θα βοη­θού­σε στο να απε­ξαρ­τη­θεί η Ευρώ­πη από τα πετρέ­λαια της Μέσης Ανα­το­λής και της Βόρειας Θάλασ­σας, τα οποία ήλεγ­χαν οι Ηνω­μέ­νες Πολι­τεί­ες, επι­βάλ­λο­ντας τους όρους τους. Η ενερ­γεια­κή χει­ρα­φέ­τη­ση της Δυτι­κής Ευρώ­πης θα είχε μοι­ραία και πολι­τι­κές επι­πτώ­σεις, ενώ εκ των πραγ­μά­των θα ανα­βαθ­μί­ζο­νταν οι σχέ­σεις των δυτι­κο­ευ­ρω­παϊ­κών κρα­τών με τη Σοβιε­τι­κή Ενω­ση. Γι’ αυτούς ακρι­βώς τους λόγους, οι Αμε­ρι­κα­νοί δεν είδαν με καλό μάτι τη συμ­φω­νία για τον αγωγό.

Από την πρώ­τη στιγ­μή κινή­θη­καν για τη ματαί­ω­ση του σχε­δί­ου, όμως οι πιέ­σεις τους εντά­θη­καν στις αρχές του 1982, όταν η κατα­σκευή του αγω­γού πέρα­σε στο κρι­σι­μό­τε­ρο στά­διο. Στις 8 Φλε­βά­ρη του 1982 το Στέιτ Ντι­πάρ­τμεντ, με ανα­κοί­νω­σή του, εντάσ­σει και τον αγω­γό στο εμπάρ­γκο κατά της Σοβιε­τι­κής Ενω­σης μετά τα γεγο­νό­τα στην Πολω­νία. Ουσια­στι­κά, οι Αμε­ρι­κα­νοί ζητού­σαν να παγώ­σουν τα έργα του αγω­γού, πρό­τα­ση με την οποία δια­φω­νού­σαν τόσο η γερ­μα­νι­κή, όσο και η γαλ­λι­κή κυβέρ­νη­ση, αλλά ακό­μη και η βρε­τα­νι­κή (αφού ένα σημα­ντι­κό μέρος του εξο­πλι­σμού κατα­σκευα­ζό­ταν από βρε­τα­νι­κές βιομηχανίες).

Η σύγκρου­ση μετα­ξύ της αμε­ρι­κα­νι­κής κυβέρ­νη­σης και των κυβερ­νή­σε­ων της Γερ­μα­νί­ας και της Βρε­τα­νί­ας είναι πλέ­ον ανοι­χτή. Ο Δυτι­κο­γερ­μα­νός καγκε­λά­ριος Χέλ­μουτ Σμιτ δηλώ­νει ότι «οι ΗΠΑ υιο­θέ­τη­σαν αυτή την από­φα­ση, χωρίς να έχουν προη­γου­μέ­νως συμ­βου­λευ­τεί τους συμ­μά­χους τους», ενώ ο Βρε­τα­νός υπουρ­γός Εμπο­ρί­ου υπο­στη­ρί­ζει ότι «οι αμε­ρι­κα­νι­κοί έλεγ­χοι είναι επι­ζή­μιοι για τα εμπο­ρι­κά συμ­φέ­ρο­ντα του Ηνω­μέ­νου Βασιλείου».

Ομως, πιέ­σεις προς τον Ρίγκαν για την άρση του εμπάρ­γκο σχε­τι­κά με το αγω­γό ασκού­νταν και στο εσω­τε­ρι­κό των ΗΠΑ από μεγά­λες πολυ­ε­θνι­κές επι­χει­ρή­σεις, οι οποί­ες συμ­με­τεί­χαν στο έργο κατα­σκευ­ής του αγω­γού. Ετσι, ο Πρό­ε­δρος των ΗΠΑ υπο­χρε­ώ­θη­κε να άρει το εμπάρ­γκο στις 13 Νοέμ­βρη του 1982.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο