Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Άσπρα Μαντήλια στην Plaza de Mayo» του Κώστα Λουλουδάκη (Πρώτο μέρος)

Γρά­φει η Άννε­κε Ιωαν­νά­του //

Ο τίτλος του βιβλί­ου ίσως να προ­βλη­μα­τί­ζει με την πρώ­τη ματιά, μια και το φαι­νό­με­νο στο οποίο ανα­φέ­ρε­ται δεν είναι πια στην επι­και­ρό­τη­τα, έτσι ώστε να σβή­σει από τη μνή­μη της ανθρω­πό­τη­τας, όπως και πολ­λά άλλα παρα­δείγ­μα­τα ηρω­ι­κής αντί­στα­σης κατά της Νέας, αλλά ουσια­στι­κά πολύ παλιάς Τάξης πραγ­μά­των. Αυτά τα άσπρα μαντί­λια τί θέλουν και πού είναι αυτή η Πλα­τεία του Μάη (Plaza de Mayo); Στην Αργε­ντι­νή το 1976 ξεκί­νη­σε μια (άλλη μία) δικτα­το­ρία στη μαρ­τυ­ρι­κή νοτιο­α­με­ρι­κα­νι­κή υπο­ή­πει­ρο όπου το μεγά­λο κεφά­λαιο συνε­χώς έχει να αντι­με­τω­πί­ζει το φάντα­σμα των λαϊ­κών εκρή­ξε­ων ενά­ντια στη μιζέ­ρια. Η φτώ­χεια μπο­ρεί να εκρα­γεί κι όταν η έκρη­ξη είναι καλά οργα­νω­μέ­νη και ένο­πλη αυτό μπο­ρεί να οδη­γή­σει σε μια αλλα­γή του ιδιο­κτή­τη του πλού­του σε μια νέα Σιέ­ρα Μαέ­στρα, σύμ­βο­λο στο βιβλίο για μια επα­να­στα­τι­κή ανα­τρο­πή.  Δηλα­δή να πάει στα χέρια αυτών που τον παρά­γουν και όχι στη χού­φτα πλου­το­κρα­τών που τον ιδιο­ποιεί­ται με τη βία. Υπεν­θυ­μί­ζου­με, για­τί έχει σημα­σία για να κατα­λά­βου­με το βασι­κό συμ­βο­λι­σμό-άξο­να του μηνύ­μα­τος που στέλ­νει το βιβλίο που παρου­σιά­ζου­με σήμε­ρα: το Νοέμ­βρη του 1956 ο Φιδέλ Κάστρο απο­βι­βά­ζε­ται μαζί με άλλους επα­να­στά­τες  στις νοτιο­α­να­το­λι­κές ακτές της Κού­βας και αρχί­ζει τον ανταρ­το­πό­λε­μο με τις δυνά­μεις του Μπα­τί­στα στα βου­νά της Σιέ­ρα Μαέ­στρα, κάτι το οποίο θα οδη­γού­σε την 1η Ιανουα­ρί­ου 1959 στην επα­να­στα­τι­κή ανα­τρο­πή. Κρα­τεί­στε λοι­πόν, τη Σιέ­ρα Μαέ­στρα στο νου. Πρώ­τα όμως, θα πάμε στην Αργε­ντι­νή, χώρα που έδω­σε τις ηρω­ι­κές γυναί­κες του βιβλί­ου με τα άσπρα μαντί­λια με το πολύ πετυ­χη­μέ­νο εξώ­φυλ­λο της Ελέ­νης Πεδιώτη.

Πρέ­σβει­ρες της παναν­θρώ­πι­νης αξιοπρέπειας

Ο δικτά­το­ρας Βιδέ­λα της Αργε­ντι­νής χρη­σι­μο­ποί­η­σε και αυτός μεθό­δους εξό­ντω­σης των όσων του αντι­στά­θη­καν, του εσω­τε­ρι­κού εχθρού που λέγε­ται λαός. Διδαγ­μέ­νος ήταν και δασκα­λε­μέ­νος, για­τί και στη Λατι­νι­κή Αμε­ρι­κή μετά το Δεύ­τε­ρο Παγκό­σμιο Πόλε­μο είχαν κατα­φύ­γει μεγά­λοι ναζι­στές εγκλη­μα­τί­ες, εξει­δι­κευ­μέ­νοι στα βασα­νι­στή­ρια.  Ή όπως το δια­τυ­πώ­νει ο Κώστας Λου­λου­δά­κης «…με μεθό­δους εμπνευ­σμέ­νες από τα ναζι­στι­κά εγχει­ρί­δια» (σελ. 99) μιλώ­ντας για την εξό­ντω­ση των αντι­φρο­νού­ντων, ιδιαί­τε­ρα – βεβαί­ως – κομ­μου­νι­στών και άλλων προ­ο­δευ­τι­κά σκε­πτό­με­νων ανθρώ­πων που στην Αργε­ντι­νή (και όχι μόνο) πήρε δια­στά­σεις γενο­κτο­νί­ας.  Η Αργε­ντι­νή είναι η χώρα με τους περισ­σό­τε­ρους εξα­φα­νι­σμέ­νους (30.000) από την επο­χή αυτής της δικτα­το­ρί­ας. Δια­βά­ζου­με στο βιβλίο: «Και έμει­ναν μια χού­φτα ηλι­κιω­μέ­νες γυναί­κες να σηκώ­σουν την αξιο­πρέ­πεια για όλη την ανθρω­πό­τη­τα στις βασα­νι­σμέ­νες πλά­τες τους. Ένα από­γευ­μα στις 30 Απρι­λί­ου του 1977 συγκε­ντρώ­θη­καν για πρώ­τη φορά 14 μητέ­ρες και για­γιά­δες αγνο­ου­μέ­νων στην Plaza de Mayo (Πλα­τεία του Μάη) φορώ­ντας λευ­κά μαντί­λια. Σκού­πι­σαν τα δάκρυα από τα μάτια τους, έσφι­ξαν σε γρο­θιά τα χέρια τους και αντέ­δρα­σαν! Οργά­νω­σαν εβδο­μα­διαί­ες δια­δη­λώ­σεις. Κάθε Πέμ­πτη ήταν εκεί και πια­σμέ­νες από το μπρά­τσο η μία της άλλης γύρι­ζαν γύρω από την πλα­τεία στην αντί­θε­τη φορά του ρολο­γιού. Για να βρουν τα παι­διά και τα εγγό­νια τους που τα είχε κατα­πιεί το φασι­στι­κό καθε­στώς. Ανά­με­σά τους ήταν και η Αλί­σια Μορό ντε Χού­στο (Alicia Moreau de Justo), που κόντευε τα εκα­τό, μα που από το 1910 μιλού­σε στον κόσμο για σοσια­λι­σμό, για την κατάρ­γη­ση της εκμε­τάλ­λευ­σης ανθρώ­που από άνθρω­πο, για τα δικαιώ­μα­τα της γυναί­κας… Και τώρα ξανά πρώ­τη εξα­πέ­λυε το μένος της ενα­ντί­ον του Βιδέ­λα και του πάπα της Ρώμης, του οποί­ου η πολυ­ε­θνι­κή επι­χεί­ρη­ση που λέγε­ται Βατι­κα­νό στή­ρι­ξε το καθε­στώς. Και οι αγο­ρές απά­ντη­σαν (δια του στό­μα­τος του Ντέι­βιντ Ροκ­φέ­λερ, Α.Ι.): η επι­στο­λή του Ροκ­φέ­λερ περι­λαμ­βά­νε­ται στο βιβλίο και θα την παρα­θέ­σου­με, απλώς για να ακού­σε­τε ένα δείγ­μα «δημο­κρα­τι­κού» λόγου. Άλλω­στε στο βιβλίο ο ανα­γνώ­στης θα βρει πολ­λά απο­φθέγ­μα­τα μεγι­στά­νων της οικο­νο­μι­κής και πολι­τι­κής ζωής και ο πει­ρα­σμός είναι μεγά­λος, δεν ξέρεις τι να δια­λέ­ξεις από τα δια­μά­ντια του φιλο-καπι­τα­λι­στι­κού, φιλο-ιμπε­ρια­λι­στι­κού, αντι-κομ­μου­νι­στι­κού δογ­μα­τι­σμού συχνά με τη σφρα­γί­δα δυτι­κών πανε­πι­στη­μί­ων (κυρί­ως των ΗΠΑ) και του Βατι­κα­νού. Ο Ροκ­φέ­λερ λοι­πόν γρά­φει στον δικτά­το­ρα Βιδέ­λα της Αργεντινής:

«Προς τον Εξο­χό­τα­το Χόρ­χε Ραφα­έλ Βιδέλα,
πρό­ε­δρο της Δημο­κρα­τί­ας της Αργεντινής
Αξιό­τι­με κύριε πρόεδρε:

    Σας ευχα­ρι­στώ που βρή­κα­τε χρό­νο να με δεί­τε κατά τη διάρ­κεια της πρό­σφα­της επί­σκε­ψής μου στην Αργε­ντι­νή. Μην έχο­ντας επι­σκε­φθεί τη χώρα σας εδώ και εφτά χρό­νια, ήταν ενθαρ­ρυ­ντι­κό που είδα πόσο μεγά­λη πρό­ο­δο έκα­νε η κυβέρ­νη­σή σας τα τελευ­ταία τρία χρό­νια όσον αφο­ρά την πάτα­ξη της τρο­μο­κρα­τί­ας και την ενί­σχυ­ση της οικο­νο­μί­ας. Σας συγ­χαί­ρω για τα επι­τεύγ­μα­τά σας και σας εύχο­μαι κάθε επι­τυ­χία εις το μέλλον.

Η Chase Manhattan Bank είναι πολύ ικα­νο­ποι­η­μέ­νη από την παρου­σία της στην Αργε­ντι­νή μέσω της Εμπο­ρι­κής Τρά­πε­ζας της Αργε­ντι­νής και ελπί­ζου­με ότι τα επό­με­να χρό­νια θα μπο­ρέ­σου­με να δια­δρα­μα­τί­σου­με σημα­ντι­κό­τε­ρο ρόλο, ώστε να υπο­στη­ρί­ξου­με την ανά­πτυ­ξη της χώρας.

Δεχτεί­τε τις θερ­μές μου ευχές.

                                                             Ειλι­κρι­νά, Ντέι­βιντ Ροκφέλερ»

Και συνε­χί­ζει ο συγ­γρα­φέ­ας του βιβλί­ου: «Στα τέλη του 1977 οι τρεις πρώ­τες μαμά­δες και για­γιά­δες που οργά­νω­σαν τις δια­μαρ­τυ­ρί­ες στην Plaza de Mayo και δύο καλό­γριες απή­χθη­σαν από τα «τάγ­μα­τα θανά­του». Τις έδε­σαν, τις γύμνω­σαν, τις βασά­νι­σαν και στο τέλος τις πέτα­ξαν ζωντα­νές από αερο­πλά­νο στη θάλασ­σα. Όμως, οι υπό­λοι­πες δεν κάμ­φθη­καν. Ανα­συ­γκρο­τή­θη­καν και, υπο­στη­ρι­ζό­με­νες σιγά σιγά από ξαδέλ­φες, κόρες, φίλους, αλλη­λέγ­γυους, εξα­κο­λού­θη­σαν κάθε Πέμ­πτη να ορθώ­νουν τα ηλι­κιω­μέ­να κορ­μιά τους χλευα­στι­κά απέ­να­ντι στην εξου­σία. Ο Χόρ­χε Ραφα­έλ Βιδέ­λα δήλωσε: 

«Τρο­μο­κρά­τες δεν είναι μόνο όσοι τοπο­θε­τούν βόμ­βες, αλλά και όσοι δρουν με ιδέ­ες αντί­θε­τες από εκεί­νες του δυτι­κού χρι­στια­νι­κού πολι­τι­σμού μας»…(σελ. 99/100).

Άλλω­στε, ο Βιδέ­λα συνέ­χι­σε τις λεγό­με­νες «πτή­σεις του θανά­του» ρίχνο­ντας ζωντα­νούς από αερο­πλά­να σε πτή­ση πολι­τι­κούς κρα­τού­με­νους, συν­δι­κα­λι­στές κλπ είτε στον Ατλα­ντι­κό Ωκε­α­νό είτε στο ποτά­μι Ρίο ντε λα Πλάτα…

«Η καλύ­τε­ρη οχύ­ρω­ση των δυνα­τών είναι η αδρά­νεια των λαών» (σελ. 171) είχε πει ο Ιτα­λός πολι­τι­κός στο­χα­στής, διπλω­μά­της και συγ­γρα­φέ­ας του ανα­δυό­με­νου ανα­γεν­νη­σια­κού ιτα­λι­κού καπι­τα­λι­σμού του τέλους του 15ου και των αρχών του 16ου αιώ­να, Νικο­λό Μακια­βέ­λι, πιά­νο­ντας την ουσία από τη χαραυ­γή κιό­λας του καπιταλισμού.

Μια ειλι­κρί­νεια που σπά­ει κόκκαλα

Θα αφή­σου­με τώρα την Αργε­ντι­νή στην οποία στα­θή­κα­με αρκε­τά, για­τί έδω­σε τον τίτλο του βιβλί­ου.  Είναι πολ­λές οι χώρες που περ­νούν από τα μάτια του ανα­γνώ­στη, τα απο­φθέγ­μα­τα των δια­φό­ρων πολι­τι­κών, οικο­νο­μο­λό­γων επι­στη­μό­νων ολκής, μεγι­στά­νων του πλού­του που τα βρί­σκου­με στη ροή της αφή­γη­σης  του βιβλί­ου, μιλούν από μόνα τους για το ειδι­κό βάρος των ηγε­τών του καπι­τα­λι­στι­κού κόσμου, ένα συνον­θύ­λευ­μα ιδε­ο­λο­γί­ας, θρη­σκεί­ας, φιλο­σο­φί­ας που δικαιο­λο­γεί στο όνο­μα των «ελεύ­θε­ρων αγο­ρών» το παγκό­σμιο έγκλη­μα διαρ­κεί­ας των ιδιο­κτη­τών του πλού­του και των μεγά­λων μέσων παρα­γω­γής οι οποί­οι δεν διστά­ζουν μπρο­στά σε τίπο­τα για να πετύ­χουν οι «δεί­κτες της οικο­νο­μί­ας».  Παρε­μπι­πτό­ντως ανα­φέ­ρο­νται και κάποια βρα­βεία Νόμπελ Ειρή­νης που απο­νε­μή­θη­καν σε…γεράκια πολέ­μου. Τα βρα­βεία δίνουν και παίρ­νουν ή να πού­με καλύ­τε­ρα δίνο­νται και παίρ­νο­νται από γερά­κια σε γερά­κια.  Έτσι ανα­φέ­ρε­ται στο βιβλίο και το εξής δύο φορές παρα­ση­μο­φο­ρη­μέ­νο με το Μετάλ­λιο της Τιμής γερά­κι υπο­στρά­τη­γος στο Σώμα των Πεζο­ναυ­τών, Σμέ­ντλεϊ Μπά­τλερ, που με συγκι­νη­τι­κή ειλι­κρί­νεια ομο­λο­γεί: «Έζη­σα 33 χρό­νια στρα­τιω­τι­κής υπη­ρε­σί­ας και σε αυτή την περί­ο­δο έπαι­ξα κυρί­ως το ρόλο του μπρά­βου των μεγα­λο­ε­πι­χει­ρη­μα­τιών, της Wall Street και των τρα­πε­ζι­τών. Εν συντο­μία ήμουν ένας τυχο­διώ­κτης, ένας γκά­γκ­στερ του καπι­τα­λι­σμού. Βοή­θη­σα να κατα­στεί το Μεξι­κό και ειδι­κά το Ταμπί­κο ασφα­λέ­στε­ρο για τα αμε­ρι­κα­νι­κά πετρε­λαϊ­κά συμ­φέ­ρο­ντα το 1914. Βοή­θη­σα να γίνουν η Κού­βα κι η Αϊτή ένας καλός τόπος εισο­δή­μα­τος για τα παι­διά της National City Bank. Βοή­θη­σα στο βια­σμό ντου­ζί­νας δημο­κρα­τιών της Κεντρι­κής Αμε­ρι­κής προς όφε­λος της Wall Street. Βοή­θη­σα στην εκκα­θά­ρι­ση της Νικα­ρά­γουας για χάρη του τρα­πε­ζι­κού οίκου των Αδελ­φών Μπρά­ουν μετα­ξύ 1901–1912. Εξυ­πη­ρέ­τη­σα τα αμε­ρι­κα­νι­κά συμ­φέ­ρο­ντα ζάχα­ρης στη Δομι­νι­κα­νή Δημο­κρα­τία το 1916. Βοή­θη­σα να κατα­ντή­σει η Ονδού­ρα υπο­τε­λής των αμε­ρι­κα­νι­κών εται­ρειών εισα­γω­γής φρού­των το 1903. Κοι­τά­ζο­ντας το παρελ­θόν σκέ­φτο­μαι πως θα μπο­ρού­σα να έχω προ­σφέ­ρει στον Αλ Καπό­νε μερι­κές συμ­βου­λές» (σελ. 20).  Ο Αλ Καπό­νε ήταν ένας μεγά­λος λαθρέ­μπο­ρος που δέσπο­ζε στον κόσμο του οργα­νω­μέ­νου εγκλή­μα­τος από το 1925 μέχρι το 1931, κάποια λόγια του οποί­ου ο Κώστας Λου­λου­δά­κης παρα­θέ­τει ενδει­κτι­κά σαν επι­γρα­φή της Εισα­γω­γής του. Ακού­στε τον:

«Ο μπολ­σε­βι­κι­σμός χτυ­πά την πόρ­τα μας. Δεν πρέ­πει να τον αφή­σου­με να μπει. Σύσ­σω­μοι. Οφεί­λου­με να συσπει­ρω­θού­με και να αμυν­θού­με ενά­ντιά του. Η Αμε­ρι­κή οφεί­λει να παρα­μεί­νει αλώ­βη­τη κι αδιά­φθο­ρη. Πρέ­πει να προ­στα­τεύ­σου­με τους εργά­τες από τον κόκ­κι­νο Τύπο και την κόκ­κι­νη πλά­νη και να φρο­ντί­σου­με να έχουν πνεύ­μα υγιές». Μάλι­στα, σε κεί­νον ο ως άνω Ράμπο θα μπο­ρού­σε να είχε προ­σφέ­ρει μερι­κές συμβουλές.

Οι «άξιοι» διά­δο­χοι των παλαιών αποι­κιο­κρα­τι­κών δυνάμεων

Τα λόγια αυτά τα δια­βά­ζου­με στις πρώ­τες σελί­δες του βιβλί­ου, όπου λέει ότι πριν από τον Β’ Παγκό­σμιο Πόλε­μο οι ΗΠΑ είχαν κατα­κτή­σει με τα όπλα δέκα χώρες της Λατι­νι­κής Αμε­ρι­κής, αλλά και τη Χαβάη, τη Μαλαι­σία και τις Φιλιπ­πί­νες. Μόνο την περί­ο­δο 1898–1934 οι ΗΠΑ εισέ­βα­λαν στρα­τιω­τι­κά σε χώρες της Λατι­νι­κής Αμε­ρι­κής τριά­ντα δύο φορές. Άλλω­στε πολύ νωρί­τε­ρα, το 1850, «βού­τη­ξαν» το μισό Μεξι­κό. Οι χώρες της Νότιας Αμε­ρι­κής που είχαν παλέ­ψει ενά­ντια στον ισπα­νι­κό αποι­κιο­κρα­τι­κό ζυγό, αντι­με­τώ­πι­σαν έναν και­νούρ­γιο ζυγό, τον βορειο­α­με­ρι­κα­νι­κό ιμπε­ρια­λι­σμό ήδη στην πορεία του 19ου αιώ­να, μετά από την επί­ση­μη, αλλά όχι ουσια­στι­κή ανε­ξαρ­τη­το­ποί­η­σή τους. Γι αυτό ο αντι­ι­μπε­ρια­λι­στι­κός κόσμος σε πολ­λές χώρες της Λατι­νι­κής Αμε­ρι­κής μιλά­ει για την ανά­γκη μιας δεύ­τε­ρης Ανε­ξαρ­τη­σί­ας η οποία δεν επι­τεύ­χθη­κε καθό­λου μετά την απο­χώ­ρη­ση των Ισπα­νών αποι­κιο­κρα­τών. Καλά κάνει ο συγ­γρα­φέ­ας και ξεκι­νά­ει χρο­νο­λο­γι­κά λίγο νωρί­τε­ρα στην ιστο­ρία, δηλα­δή πριν τον Β’ Παγκό­σμιο Πόλε­μο, για να συνε­χί­σει μετά και φτά­νο­ντας στις μέρες μας, όπου ωχριούν οι προ­πο­λε­μι­κές επεμ­βά­σεις μπρο­στά σ’ αυτό που ακο­λού­θη­σε. Ιδιαί­τε­ρα μετά από την Κου­βα­νι­κή Επα­νά­στα­ση του 1959 που πέτα­ξε από πάνω της τον ιμπε­ρια­λι­στι­κό ζυγό των ΗΠΑ, η αντι­κομ­μου­νι­στι­κή υστε­ρία λύσ­σα­ξε με ιδιαί­τε­ρο μένος. Ένα φάντα­σμα πλα­νιό­ταν στη Νότια Αμε­ρι­κή και όχι μόνο…Ο συγ­γρα­φέ­ας επα­νέρ­χε­ται στην Κού­βα που στην κυριο­λε­ξία σαν κόκ­κι­νο νήμα είναι παντα­χού παρού­σα στις σελί­δες του βιβλί­ου χωρίς να ανα­φέ­ρε­ται ρητώς παρά μονά­χα σε λίγες σελί­δες. Στο κάτω κάτω της γρα­φής δεν πρό­κει­ται για ένα βιβλίο για την Κού­βα, αλλά για ένα παγκό­σμιο φαι­νό­με­νο διαρ­κούς ληστεί­ας και την αντί­στα­ση σε αυτό. Ακό­μα το εκτε­νές κεφά­λαιο που φέρ­νει τον τίτλο Κου­βα­νι­κή επέμ­βα­ση στην Αγκό­λα (1975–1991) προ­δια­θέ­το­ντας ως τίτλος αλλιώς τον ανα­γνώ­στη, λιγό­τε­ρο από μία σελί­δα μιλά­ει για την επέμ­βα­ση αυτή της Κού­βας, αλλά στέ­κε­ται σε αρκε­τές χώρες της αφρι­κα­νι­κής ηπεί­ρου, κατά τ’ άλλα πολύ ενδια­φέ­ρου­σες και απο­κα­λυ­πτι­κές. Το στίγ­μα της Κού­βας, ωστό­σο, υπάρ­χει διά­σπαρ­το σε όλο το βιβλίο, κι εκεί που βου­τηγ­μέ­νος στη δυσο­σμία του ιμπε­ρια­λι­στι­κού γίγνε­σθαι, ο ανα­γνώ­στης κάποια στιγ­μή ίσως να έχει ξεχά­σει την Κού­βα, να την πάλι, μας την υπεν­θυ­μί­ζει ο συγ­γρα­φέ­ας με τον εξής τρό­πο: μετά από τον Γολ­γο­θά των λαών της Γουα­τε­μά­λας, της Δομι­νι­κα­νής Δημο­κρα­τί­ας, της Αϊτής, του Ελ Σαλ­βα­δόρ, της Χιλής, της Αργε­ντι­νής, της Νικα­ρά­γουας, της Βολι­βί­ας, της Βενε­ζου­έ­λας δια­βά­ζου­με: «Η Γουα­τε­μά­λα δεν έγι­νε Κού­βα», «…η Δομι­νι­κα­νή Δημο­κρα­τία έχει «πτω­χεύ­σει» ήδη δύο φορές (το ΔΝΤ βρί­σκε­ται από το 1982 στη χώρα ). Όμως δεύ­τε­ρη Κού­βα δεν έγι­νε…», «Όμως Κού­βα δεν έγι­νε και η Αϊτή», «Σήμε­ρα το 49% του πλη­θυ­σμού του Ελ Σαλ­βα­δόρ ζει σε συν­θή­κες ακραί­ας φτώ­χειας. Υπάρ­χουν όμως ευχά­ρι­στα νέα: το Ελ Σαλ­βα­δόρ δεν έγι­νε Κού­βα», «Η Χιλή κατέ­χει την 116η θέση στις 123 χώρες με τις μεγα­λύ­τε­ρες ανι­σό­τη­τες στον κόσμο…Αλλά δόξα τω θεώ. Η Χιλή Κού­βα δεν έγι­νε»,  «Το 2001 η Αργε­ντι­νή «χρε­ο­κό­πη­σε». Όμως Κού­βα δεν έγι­νε!» «…η Νικα­ρά­γουα, έπει­τα από μια μικρή παρέν­θε­ση, παρέ­μει­νε στον ελεύ­θε­ρο κόσμο και Κού­βα δεν έγι­νε…», ενώ για τη Βολι­βία του Έβο Μορά­λες που περισ­σό­τε­ρο απ’ όλες μεί­ω­σε το ποσο­στό φτώ­χειας (κατά 25%), αύξη­σε το ελά­χι­στο μισθό κατά 78%, μεί­ω­σε αισθη­τά τη συντά­ξι­μη ηλι­κία, θα συμπε­ρά­νει «Η Βολι­βία κόντευε να γίνει Κού­βα…».  Έτσι, δειγ­μα­το­λη­πτι­κά δίνο­ντας ένα συμ­βο­λι­κό στίγ­μα μιας ιστο­ρι­κής προ­ο­πτι­κής που στις περισ­σό­τε­ρες περι­πτώ­σεις δεν έγι­νε ακόμη.

Συνε­χί­ζε­ται

* Ομι­λία της Άννε­κε Ιωαν­νά­του στην παρου­σί­α­ση του βιβλί­ου του Κώστα Λου­λου­δά­κη «Άσπρα Μαντή­λια στην Plaza de Mayo», εκδό­σεις ΚΨΜ, στις 21 Μαρ­τί­ου 2016 στο Δημαρ­χείο του Χαϊδαριού.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο