Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μπ. Μπρεχτ: «Κάποτε αλλάζουν οι καιροί και οι ελπίδες των λαών ξεσπάνε»

Σήμε­ρα, 10 Φλε­βά­ρη, συμπλη­ρώ­νο­νται 120 χρό­νια από τη γέν­νη­ση του σπου­δαί­ου κομ­μου­νι­στή δια­νοη­τή, ποι­η­τή και δρα­μα­τουρ­γού Μπέρ­τολτ Μπρεχτ. Ενός ανθρώ­που που, μέσα απ’ τη ζωή και την τέχνη του, στά­θη­κε συνει­δη­τά στο πλάι των λαών που αγω­νί­ζο­νταν για την ειρή­νη, την κοι­νω­νι­κή αλλα­γή, την πρό­ο­δο, την σοσια­λι­στι­κή-κομ­μου­νι­στι­κή κοινωνία.

Το έργο του Μπρεχτ- κορυ­φαίο παρά­δειγ­μα στρα­τευ­μέ­νης τέχνης – υπήρ­ξε πρω­το­πο­ρια­κό γέν­νη­μα των κοι­λο­πο­νη­μά­των της ιστο­ρί­ας του πρώ­του μισού του 20ου αιώ­να. Ο θρί­αμ­βος της Οκτω­βρια­νής Επα­νά­στα­σης, η εξέ­γερ­ση των Σπαρ­τα­κι­στών στη Γερ­μα­νία, η άνο­δος του ναζι­σμού και ο πόλε­μος σφρά­γι­σαν ανε­ξί­τη­λα την συνεί­δη­ση του Μπρεχτ και έθρε­ψαν το θεμα­το­λο­γι­κό του οπλοστάσιο. 

Στο έργο του Μπ. Μπρεχτ αντι­κα­το­πτρί­ζε­ται με σαφή­νεια το δια­λε­κτι­κό προ­τσές της σκέ­ψης του. Όντας βαθύς γνώ­στης της μαρ­ξι­στι­κής θεω­ρί­ας, της δια­δι­κα­σί­ας εξέ­λι­ξης των πραγ­μά­των, ο Μπρεχτ δεν εφη­σύ­χα­ζε, δεν παρέ­με­νε δέσμιος των επι­τυ­χιών και γνώ­σε­ων που είχε κατα­κτή­σει, αλλά συνέ­χι­ζε να ερευ­νά, να εξε­λίσ­σε­ται, να αμφι­σβη­τεί, να ανοί­γει νέους δρό­μους προ­βλη­μα­τι­σμού αλλά και δράσης. 

Σε ένα πράγ­μα έμει­νε ανυ­πο­χώ­ρη­τος: Στην αρχή του να υπη­ρε­τεί, μέσω της τέχνης του, την προ­σπά­θεια δια­φώ­τι­σης των λαϊ­κών μαζών, της εργα­τι­κής τάξης, που μόνη της πρέ­πει να συνει­δη­το­ποι­ή­σει ότι η μοί­ρα της βρί­σκε­ται στα ίδια της τα χέρια. Πως η ίδια, μέσα από την πάλη των τάξε­ων, είναι ο φορέ­ας της επα­να­στα­τι­κής κοι­νω­νι­κής αλλαγής. 

Η στρα­τευ­μέ­νη ‑στις αξί­ες και τα ιδα­νι­κά του σοσια­λι­σμού- τέχνη του Μπ.Μπρεχτ απο­τε­λεί ουσια­στι­κά προ­σκλη­τή­ριο κοι­νω­νι­κών και πολι­τι­κών αγώ­νων. Πρό­κει­ται για τέχνη βαθιά πολι­τι­κο­ποι­η­μέ­νη που ξεσκε­πά­ζει την υπο­κρι­σία του καπι­τα­λι­στι­κού συστή­μα­τος, οξύ­νει το ταξι­κό κρι­τή­ριο, γίνε­ται οδη­γός σκέ­ψης για το γκρέ­μι­σμα του σάπιου εκμε­ταλ­λευ­τι­κού συστή­μα­τος και την οικο­δό­μη­ση της νέας, της σοσια­λι­στι­κής κοινωνίας. 

Η αστι­κή τάξη και οι κάθε λογής ορκι­σμέ­νοι εχθροί της στρα­τευ­μέ­νης τέχνης, έκα­ναν και συνε­χί­ζουν να κάνουν προ­σπά­θειες απο­κα­θή­λω­σης του Μπρεχτ και του έργου του. Και αυτό διό­τι φοβού­νται τη δυνα­μι­κή της αλή­θειας που κρύ­βει η τέχνη του Μπρεχτ. Όπως πετυ­χη­μέ­να σημεί­ω­νε ο συν­θέ­της των μπρε­χτι­κών τρα­γου­διών και φίλος του, ο Χανς Αϊσλερ, «όταν μιλά­με για τον Μπρεχτ, είμα­στε σε θέση μάχης, ιδιαί­τε­ρα στις καπι­τα­λι­στι­κές χώρες. Αγω­νι­ζό­μα­στε για τον Μπρεχτ. Είναι ανα­γκα­σμέ­νοι να κατα­πιούν τον Μπρεχτ και δεν πρέ­πει να τους επι­τρέ­ψου­με να τον κατα­πιούν παρά μονά­χα ολό­κλη­ρο, μαζί με τ’ αγκά­θια».

Έχο­ντας αφο­μοιώ­σει τη δια­λε­κτι­κή της Ιστο­ρί­ας, ο Μπ.Μπρεχτ παρέ­μει­νε ακλό­νη­τος στην ιδέα ότι το νέο, το και­νούρ­γιο κατα­κτιέ­ται πάντα μετά από σύγκρου­ση με το παλιό. Ο καπι­τα­λι­σμός- όσο γηρα­σμέ­νος και σάπιος κι’ αν είναι- δεν θα παρα­χω­ρή­σει αμα­χη­τί τη θέση του στο σοσια­λι­σμό, η κυρί­αρ­χη αστι­κή ιδε­ο­λο­γία δεν θα απο­συρ­θεί από μόνη της. Για να νική­σει το και­νούρ­γιο, για να τσα­κι­στεί το παλιό, απαι­τεί­ται η συνει­δη­σια­κή αφύ­πνι­ση των λαϊ­κών μαζών, που θα κινή­σουν τους τρο­χούς της Ιστο­ρί­ας. Αυτή είναι και η πεμ­πτου­σία της σπου­δαί­ας κλη­ρο­νο­μιάς του.

Σήμε­ρα, 120 χρό­νια μετά τη γέν­νη­ση του, ο Μπρεχτ συνε­χί­ζει να διδά­σκει και να εμπνέ­ει, με το έργο του να παρα­μέ­νει ζωντα­νό και επί­και­ρο. Φάρος και οδη­γη­τής για τους «σει­σμούς που μέλ­λο­νται να ‘ρθουν», για την κατάρ­γη­ση της εκμε­τάλ­λευ­σης ανθρώ­που από άνθρω­πο, για τη νέα κοι­νω­νία, τον σοσιαλισμό-κομμουνισμό. 

Άλλω­στε, όπως ο ίδιος έγρα­φε στον «Κύκλο με την κιμω­λία»: «Κάπο­τε αλλά­ζουν οι και­ροί και οι ελπί­δες των λαών ξεσπάνε».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο