Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Καταδικάστε με, δεν έχει σημασία, η Ιστορία θα με δικαιώσει»!

«Κατα­δι­κά­στε με, δεν έχει σημασία,
η Ιστο­ρία θα με δικαιώσει»!

Με τού­τες τις λέξεις έκλει­νε την ιστο­ρι­κή του απο­λο­γία, στις 6 Οκτώ­βρη 1953 ενώ­πιον του δικα­στη­ρί­ου του Σαντιά­γκο, ο Φιντέλ Κάστρο, κατη­γο­ρού­με­νος για την επί­θε­ση στους στρα­τώ­νες της Μον­κά­δα στις 26 του Ιού­λη του ίδιου έτους. Η επί­θε­ση εκεί­νη, 64 χρό­νια πριν, σημα­το­δό­τη­σε την απαρ­χή της μαζι­κής εξέ­γερ­σης κατά της δικτα­το­ρί­ας του Φουλ­χέν­σιο Μπα­τί­στα, που πέντε χρό­νιο αργό­τε­ρα, θα γκρε­μί­ζο­νταν ολο­κλη­ρω­τι­κά από τις επα­να­στα­τι­κές δυνάμεις. 

Η επι­χεί­ρη­ση στους στρα­τώ­νες της Μον­κά­δα μπο­ρεί να απέ­τυ­χε, καθώς ελά­χι­στοι από τους επα­να­στά­τες της Μον­κά­δα κατά­φε­ραν να επι­ζή­σουν ενώ ο ίδιος ο Κάστρο συνε­λή­φθη και κατα­δι­κά­στη­κε σε φυλά­κι­ση. Ωστό­σο ήταν αρκε­τή ώστε να ανά­ψει τη σπί­θα για την προ­ε­τοι­μα­σία του ένο­πλου αγώ­να. Έπει­τα από δύο χρό­νια φυλά­κι­σης ο Φιντέλ απε­λευ­θε­ρώ­θη­κε και αυτο­ε­ξο­ρί­στη­κε στο Μεξι­κό όπου ξεκί­νη­σε την οργά­νω­ση της αντε­πί­θε­σης ενά­ντια στο δικτα­το­ρι­κό καθε­στώς. Εκεί, μέσω του αδελ­φού του Ραούλ, συνά­ντη­σε για πρώ­τη φορά τον αργε­ντί­νο για­τρό Ερνέ­στο Τσε Γκε­βά­ρα που, λίγα χρό­νια αργό­τε­ρα, έμελ­λε να ανα­δει­χθεί ως μια από τις πλέ­ον εμβλη­μα­τι­κές μορ­φές της κου­βα­νι­κής Επανάστασης. 

Ουσια­στι­κά η 26η Ιού­λη- από την οποία πήρε το όνο­μα του το επα­να­στα­τι­κό «Κίνη­μα της 26ης Ιού­λη» — σημα­το­δό­τη­σε τον προ­άγ­γε­λο του τριε­τούς ένο­πλου επα­να­στα­τι­κού αγώ­να (1956–1959) που οδή­γη­σε στην απε­λευ­θέ­ρω­ση της Κού­βας από το αιμα­το­βαμ­μέ­νο καθε­στώς του Μπα­τί­στα και τους βορειο­α­με­ρι­κα­νούς ιμπε­ρια­λι­στές-πάτρο­νες του. Την 1η Γενά­ρη του 1959, έπει­τα από τη μεγά­λη νίκη στην Σάντα Κλά­ρα, οι επα­να­στά­τες με επι­κε­φα­λής τον Φιντέλ έμπαι­ναν θριαμ­βευ­τι­κά στην Αβά­να. Ο δικτά­το­ρας Μπα­τί­στα είχε ήδη εγκα­τα­λεί­ψει τη χώρα και το καθε­στώς είχε καταρρεύσει.

Σήμε­ρα, 64 χρό­νια από την επί­θε­ση στη Μον­κά­δα και 58 χρό­νια από το θρί­αμ­βο της Επα­νά­στα­σης, μπο­ρούν να βγούν συμπε­ρά­σμα­τα από τον αγώ­να του μικρού αλλά ηρω­ϊ­κού λαού της Κού­βας. Η Κού­βα, παρ’ ότι ξεκί­νη­σε από πολύ χαμη­λό επί­πε­δο παρα­γω­γι­κών δυνά­με­ων, κατά­φε­ρε με την στή­ρι­ξη της ΕΣΣΔ και των άλλων σοσια­λι­στι­κών χωρών να ξεπε­ρά­σει τερά­στια εμπό­δια, ιμπε­ρια­λι­στι­κές επεμ­βά­σεις, τον οικο­νο­μι­κό, εμπο­ρι­κό και χρη­μα­το­πι­στω­τι­κό ανη­λεή πόλε­μο του εγκλη­μα­τι­κού εμπάρ­γκο των ΗΠΑ. Σε σύντο­μο χρο­νι­κό διά­στη­μα, η σοσια­λι­στι­κή οικο­δό­μη­ση στην Κού­βα απέ­δει­ξε την ανω­τε­ρό­τη­τά του σοσια­λι­στι­κού συστή­μα­τος προ­σφέ­ρο­ντας κατα­κτή­σεις- σε μια σει­ρά τομείς της κοι­νω­νι­κής ζωής- που απο­τε­λούν ακό­μη και σήμε­ρα άπια­στο όνει­ρο για τους εργα­ζό­με­νους στον καπι­τα­λι­στι­κό κόσμο. 

Ο αγώ­νας της εργα­τι­κής τάξης της Κού­βας για την οικο­δό­μη­ση μιας κοι­νω­νί­ας χωρίς εκμε­τάλ­λευ­ση ανθρώ­που από άνθρω­πο ανέ­δει­ξε ένα νέο σύστη­μα αξιών, όπως αυτή του διε­θνι­σμού, της ανι­διο­τε­λούς αλλη­λεγ­γύ­ης και προ­σφο­ράς, όπλι­σε με δύνα­μη το διε­θνές κίνη­μα αλλη­λεγ­γύ­ης των λαών και απο­δυ­νά­μω­σε τους ντό­πιους και ξένους φορείς της αντεπανάστασης. 

Στο δρό­μο που κλη­ρο­νό­μη­σε από την Επα­νά­στα­ση, προς την κατεύ­θυν­ση της εμβά­θυν­σης και ενί­σχυ­σης των σοσια­λι­στι­κών σχέ­σε­ων παρα­γω­γής, κλεί­νο­ντας τ’ αυτιά του στις «σει­ρή­νες» του ρεφορ­μι­σμού, ο κου­βα­νι­κός λαός μπο­ρεί και πρέ­πει να πορευ­τεί, έχο­ντας την αμέ­ρι­στη αλλη­λεγ­γύη και στή­ρι­ξη του εργα­τι­κού-λαϊ­κού κινή­μα­τος, των εργα­ζο­μέ­νων, κάθε χώρας, απ’ άκρη σε άκρη της γης.

Ατέ­χνως

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο