Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η κόκκινη σημαία με το σφυροδρέπανο θα τους στοιχειώνει για πάντα

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας //

Δεν πρέ­πει να εκπλήσ­σει η πρό­σφα­τη αντι­κομ­μου­νι­στι­κή υστε­ρία. Ριζω­μέ­νος στο DNA της αστι­κής ιδε­ο­λο­γί­ας, ο αντι­κομ­μου­νι­σμός αποτε­λεί ανα­πό­σπα­στο συστα­τι­κό της στρα­τη­γι­κής της, που στό­χο έχει να χτυ­πή­σει την πολι­τι­κή πρω­το­πο­ρία της εργα­τι­κής τάξης, το κομ­μου­νι­στι­κό κόμ­μα και την ιδε­ο­λο­γία του, να βάλει εμπό­δια στην ωρί­μαν­ση των υπο­κει­με­νι­κών προ­ϋ­πο­θέ­σε­ων για την σοσια­λι­στι­κή επανάσταση. 

Τα αντι­κομ­μου­νι­στι­κά αντα­να­κλα­στι­κά της αστι­κής τάξης εκδη­λώ­θη­καν όταν η επα­να­στα­τι­κή θεω­ρία του μαρ­ξι­σμού άρχι­σε να συν­δέ­ε­ται με το εργα­τι­κό κίνη­μα, όταν δηλα­δή οι αγώ­νες της εργα­τι­κής τάξης απέ­κτη­σαν χαρα­κτη­ρι­στι­κά πάλης για την εξου­σία. Έχουν περά­σει σχε­δόν 170 χρό­νια από τότε που οι Μαρξ και Ένγκελς έγρα­φαν στο «Μανι­φέ­στο του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος» για την ένω­ση όλων των αντι­δρα­στι­κών δυνά­με­ων της γηραιάς Ευρώ­πης σε έναν ιερό πόλε­μο ενά­ντια στο «φάντα­σμα» που είχε άρχι­σε να πλα­νά­ται πάνω από τα κεφά­λια των αστών- το φάντα­σμα του κομμουνισμού. 

Σε αυτά τα 170 χρό­νια (169 για την ακρί­βεια, από την πρώ­τη έκδο­ση του «Κομ­μου­νι­στι­κού Μανι­φέ­στου»), ο σοσια­λι­σμός-κομ­μου­νι­σμός, ο ανα­ντι­κα­τά­στα­τος ιστο­ρι­κός ρόλος της εργα­τι­κής τάξης ως φορέ­ας μιας νέας κοι­νω­νί­ας χωρίς εκμε­τάλ­λευ­ση ανθρώ­που από άνθρω­πο, έγι­νε ο εφιάλ­της των αστών. Η Παρι­σι­νή Κομ­μού­να, «δοξα­σμέ­νος προ­άγ­γε­λος μιας νέας κοι­νω­νί­ας» όπως την χαρα­κτή­ρι­σε ο Μαρξ, απέ­δει­ξε για πρώ­τη φορά στην ιστο­ρία της ταξι­κής πάλης και των επα­να­στά­σε­ων πως η εργα­τι­κή τάξη βρί­σκε­ται στο προ­σκή­νιο των κοι­νω­νι­κο­πο­λι­τι­κών εξε­λί­ξε­ων, ως τάξη πολι­τι­κά χει­ρα­φε­τη­μέ­νη από την αστι­κή τάξη. 

Ο 20ος αιώ­νας ήρθε να επι­βε­βαιώ­σει τους φόβους των αστών. Το κορυ­φαίο κοσμοϊ­στο­ρι­κό γεγο­νός της Μεγά­λης Οχτω­βρια­νής Σοσια­λι­στι­κής Επα­νά­στα­σης του 1917 απέ­δει­ξε στην πρά­ξη, με τον πλέ­ον θριαμ­βευ­τι­κό τρό­πο, ότι ο καπι­τα­λι­σμός δεν είναι ανί­κη­τος. Σε πεί­σμα της εκμε­ταλ­λεύ­τριας τάξης, ανέ­δει­ξε τη δύνα­μη της ταξι­κής πάλης και τη δυνα­τό­τη­τα των εκμε­ταλ­λευό­με­νων και των κατα­πιε­σμέ­νων να βγουν ορμη­τι­κά στο προ­σκή­νιο, να γυρί­ζουν τον τρο­χό της Ιστο­ρί­ας μπροστά. 

Η Οχτω­βρια­νή Επα­νά­στα­ση έφε­ρε στο προ­σκή­νιο μια ανώ­τε­ρη οργά­νω­ση της κοι­νω­νί­ας, που διέ­φε­ρε ριζι­κά απ’ όλα τα συστή­μα­τα που προη­γή­θη­καν ιστο­ρι­κά. Η σοσια­λι­στι­κή οικο­δό­μη­ση στην ΕΣΣΔ και στις υπό­λοι­πες σοσια­λι­στι­κές χώρες, με τις πρω­τό­γνω­ρες κοι­νω­νι­κές κατα­κτή­σεις, παρά τα υπαρ­κτά προ­βλή­μα­τα και τα πισω­γυ­ρί­σμα­τα, παρά τις αντε­πα­να­στα­τι­κές ανα­τρο­πές στα τέλη της δεκα­ε­τί­ας του ’80, απέ­δει­ξε την ανω­τε­ρό­τη­τα του σοσιαλισμού. 

Αυτήν την ανω­τε­ρό­τη­τα του σοσια­λι­στι­κού συστή­μα­τος είναι που θέλουν να θάψουν οι πάσης φύσης απο­λο­γη­τές του καπι­τα­λι­στι­κού συστή­μα­τος. Οι πολι­τι­κοί εκπρό­σω­ποι της αστι­κής τάξης από τη μιά δια­λα­λούν το «τέλος της Ιστο­ρί­ας» και τη- δήθεν- ορι­στι­κή επι­κρά­τη­ση του καπι­τα­λι­σμού και, από την άλλη, στά­ζουν αντι­κομ­μου­νι­στι­κό δηλη­τή­ριο σε κάθε ευκαι­ρία. Αφού- όπως ισχυ­ρί­ζο­νται- ο σοσια­λι­σμός απο­δεί­χθη­κε χίμαι­ρα που γέν­νη­σε «ολο­κλη­ρω­τι­σμούς» και «δικτα­το­ρί­ες», για­τί σπα­τα­λούν τόσο μελά­νι, χαλά­νε τόσο σάλιο, διορ­γα­νώ­νουν συνέ­δρια και φιέ­στες για να επι­τε­θούν σε κάτι που- όπως ισχυ­ρί­ζο­νται- είναι «ξεπε­ρα­σμέ­νο» και «απραγ­μα­το­ποί­η­το»;

Η απά­ντη­ση είναι σαφής: Διό­τι τρέ­μουν- όσο κι’ αν δεν το παρα­δέ­χο­νται- την προ­ο­πτι­κή της επα­να­στα­τι­κής ταξι­κής πάλης. Τους στοι­χειώ­νει- και θα τους στοι­χειώ­νει για πάντα- η κόκ­κι­νη σημαία με το σφυ­ρο­δρέ­πα­νο, αυτή που καρ­φώ­θη­κε στην καρ­διά του ναζι­στι­κού κτή­νους το 1945. Φοβού­νται τους δολο­φο­νη­μέ­νους κομ­μου­νι­στές που θυσιά­στη­καν για ανώ­τε­ρα ιδα­νι­κά, για να ξημε­ρώ­σουν καλύ­τε­ρες μέρες. 

Φοβού­νται και τρέ­μουν τις λαϊ­κές εξε­γέρ­σεις, τα απο­φα­σι­σμέ­να να πάρουν την εξου­σία στα χέρια τους εργα­τι­κά χέρια. Τρέ­μουν στην ιδέα ότι δεν θ’ αργή­σει η στιγ­μή που οι λαοί θα συνει­δη­το­ποι­ή­σουν τη δύνα­μη τους και θα στεί­λουν αστούς, φασί­στες και οπορ­του­νι­στές στα αζή­τη­τα της Ιστο­ρί­ας. Φοβού­νται τους «Οχτώ­βρη­δες» του μέλ­λο­ντος και τις νέες σοσια­λι­στι­κές επα­να­στά­σεις που θα φέρει ο 21ος αιώνας. 

Φοβού­νται και τρέ­μουν το γεγο­νός ότι, όσο αντι­κομ­μου­νι­στι­κό δηλη­τή­ριο κι’ αν ρίξουν, όσο κι’ αν προ­σπα­θή­σουν, δεν θα κατα­φέ­ρουν να εμπο­δί­σουν τους λαούς, της «γης τους κολα­σμέ­νους», να πραγ­μα­το­ποι­ή­σουν τη νέα νικη­φό­ρα έφο­δο στον ουρανό. 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο