Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Χάρης Σακελλαρίου: «Η θέση μας είναι με τους χουσμεκιάρηδες κι όχι με τους αφεντάδες»

Συνέ­ντευ­ξη, με την ευκαι­ρία της πτυ­χια­κής εργα­σί­ας τους, των φοι­τη­τριών του Δημο­κρί­τειου Πανε­πι­στη­μί­ου Θρά­κης (Τμή­μα Δημο­τι­κής Εκπαί­δευ­σης), κ.κ. Μαρί­ας Τρά­κα και Ιωάν­νας Βαρ­βέ­λη, από τον Δρ. Θανά­ση Ν. Καρα­γιάν­νη, συνερ­γά­τη και μελε­τη­τή του έργου του Χάρη Σακελ­λα­ρί­ου, για τη ζωή και το έργο του πολυ­γρα­φό­τα­του ποι­η­τή, πεζο­γρά­φου και δρα­μα­τουρ­γού Χάρη Σακελ­λα­ρί­ου (1925–2007).

–Κατά πόσο πιστεύ­ε­τε πως η παι­δι­κή ηλι­κία και τα βιώ­μα­τά του στα χρό­νια της Αντί­στα­σης επη­ρέ­α­σαν το συγ­γρα­φι­κό έργο του Χάρη Σακελλαρίου;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Όπως τα παι­δι­κά βιώ­μα­τα σε όλους μας εγγρά­φο­νται στο υπο­συ­νεί­δη­το ανε­ξί­τη­λα και καθο­ρι­στι­κά, έτσι ακρι­βώς συνέ­βη και στο μικρό και έφη­βο Χάρη.

Ο ερχο­μός του στα 12 χρό­νια του από το χωριό του στην πρω­τεύ­ου­σα του νομού Φθιώ­τι­δας, στη Λαμία, ήταν η απαρ­χή για νέα ερε­θί­σμα­τα, νέες κατα­γρα­φές, νέες εμπει­ρί­ες και νέες ιδέ­ες, πρω­τά­κου­στες γι’ αυτόν. «Ξέφυ­γε» από το συντη­ρη­τι­κό και θεο­κρα­τι­κό περι­βάλ­λον της οικο­γέ­νειάς του (ο πατέ­ρας του ήταν παπάς) και περ­πά­τη­σε σε μια επαρ­χια­κή μεν πόλη, αλλά μια πόλη που άκου­γε κανείς και έβλε­πε να κυκλο­φο­ρούν νέες κοι­νω­νι­κές και πολι­τι­κές ιδέ­ες. Μεσο­πό­λε­μος ήταν και τα πρώ­τα χρό­νια της Κατο­χής, όταν σπού­δα­ζε στο γυμνά­σιο Λαμίας.

Ήδη, το 1942 (σε ηλι­κία 19 χρό­νων) γίνε­ται μέλος του ΕΑΜ Νέων και το 1943 μέλος της ΕΠΟΝ. Σε μάχη με τους Γερ­μα­νούς τραυ­μα­τί­ζε­ται, ενώ είναι ήδη ενταγ­μέ­νος στον Εφε­δρι­κό ΕΛΑΣ. Το 1944 γίνε­ται Γραμ­μα­τέ­ας της Τομε­α­κής της ΕΠΟΝ του χωριού Καλ­λι­θέα της ορει­νής δυτι­κής Φθιώτιδας.

Οπωσ­δή­πο­τε, λοι­πόν, γαλου­χεί­τε μέσα στις αντι­στα­σια­κές οργα­νώ­σεις της ΕΠΟΝ, του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, με απο­τέ­λε­σμα η νεα­νι­κή του δύνα­μη να θεριεύ­ει, μέσα από πολ­λές εμπει­ρί­ες, με τα ιδα­νι­κά και τις αξί­ες της ΕΑΜι­κής Εθνι­κής Αντί­στα­σης, για λευ­τε­ριά και εθνι­κή ανεξαρτησία.

Το απο­κο­ρύ­φω­μα της εξέ­λι­ξης της προ­σω­πι­κό­τη­τάς του κατά την περί­ο­δο της Κατο­χής ήταν ότι σπού­δα­σε σ’ ένα από τα δυο Παι­δα­γω­γι­κά Φρο­ντι­στή­ρια της ΠΕΕΑ, στο Καρ­πε­νή­σι και στο Τρο­βά­το Ευρυ­τα­νί­ας, κοντά στους μεγά­λους Παι­δα­γω­γούς Μιχ. Παπα­μαύ­ρο, με τον οποίο συνερ­γά­στη­κε στη συγ­γρα­φή του σχο­λι­κού βιβλί­ου «Ελεύ­θε­ρη Ελλά­δα» (για τις Ε΄και ΣΤ΄τάξεις του Δημο­τι­κού), τη Ρόζα Ιμβριώ­τη και τον Κώστα Σωτηρίου.

Στο τελευ­ταίο διά­στη­μα της Κατο­χής, στα βου­νά της Ελεύ­θε­ρης Ελλά­δας έγρα­ψε για τις ανά­γκες του αγώ­να, ποι­ή­μα­τα και θεα­τρι­κά έργα για παι­διά, με περιε­χό­με­να και αγά­πη για τη λευ­τε­ριά της πατρί­δας μας, ενά­ντια στους προ­δό­τες και τους μαυ­ρα­γο­ρί­τες, προ­βάλ­λο­ντας θετι­κά πρό­τυ­πα για τα μικρά Ελλη­νό­που­λα, που στα­δια­κά έμπαι­ναν στη φωτιά της Αντί­στα­σης ως Αετό­που­λα και ως Γερακίνες.

Το μεγα­λύ­τε­ρο από αυτό το έργο του, που σώθη­κε μέσα στο χρό­νο που ακο­λού­θη­σε, αλλά και τις εμπει­ρί­ες του, τα δημο­σί­ευ­σε αργό­τε­ρα σε βιβλία του για παι­διά και ενή­λι­κες, παρα­δί­νο­ντάς τα στην Ιστο­ρία και στη νέα γενιά, αλλά και στους εκπαι­δευ­τι­κούς που πιστεύ­ουν ότι πρέ­πει να διδά­σκουν στους μαθη­τές τους την αντι­κει­με­νι­κή και όχι την παρα­χα­ραγ­μέ­νη ιστο­ρι­κή αλήθεια.

Αναμ­φι­σβή­τη­τα, λοι­πόν, τα φτω­χά και δύσκο­λα παι­δι­κά του χρό­νια και η εφη­βι­κή του δρα­στη­ριό­τη­τα και συμ­με­το­χή στην ΕΑΜι­κή Εθνι­κή Αντί­στα­ση τον επη­ρέ­α­σε βαθιά, όχι μόνο στο έργο του, αλλά και στην κοι­νω­νι­κή και πολι­τι­κή του πρα­κτι­κή μέχρι το πέρας της ζωής του.

Πολ­λές φορές, στις ατέ­λειω­τες συζη­τή­σεις που είχα­με, μιλού­σε με πάθος για την επο­χή εκεί­νη και με πικρία για τη σημε­ρι­νή αρνη­τι­κή εξέ­λι­ξη της πολι­τι­κής μας ζωής. Συζη­τού­σα­με, ακό­μη, για τα βιβλία του, που ήταν καρ­πός των εμπει­ριών του κατά την Κατο­χή, όπως τα: Η Παι­δεία στην Αντί­στα­ση, Η Παι­δι­κή Λογο­τε­χνία στην Αντί­στα­ση, το Θέα­τρο στην Αντί­στα­ση, αλλά και για τις  δύο μονο­γρα­φί­ες του για τους μεγά­λους Παι­δα­γω­γούς Μιχ. Παπα­μαύ­ρο και Κώστα Σωτηρίου.

Εκεί και τότε γαλου­χή­θη­κε ως δάσκα­λος, ως κοι­νω­νι­κός εργά­της και αγω­νι­στής για τα δίκια των εργα­ζο­μέ­νων και για να υπε­ρα­σπί­ζε­ται κοι­νω­νι­κές αξί­ες, όπως η ελευ­θε­ρία, η δικαιο­σύ­νη, η ειρή­νη, η συνερ­γα­σία και αλλη­λεγ­γύη κ.ά., τις οποί­ες βρί­σκου­με διά­σπαρ­τες στα ποι­η­τι­κά, πεζο­γρα­φι­κά και θεα­τρι­κά έργα του για παιδιά.

–Ως συνερ­γά­της του Χάρη Σακελ­λα­ρί­ου, ποια είναι τα χαρα­κτη­ρι­στι­κά που ξεχω­ρί­ζουν ως προς την ιδιό­τη­τα του ως παιδαγωγό;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Ο Χάρης Σακελ­λα­ρί­ου ήταν για μένα ο μέντο­ράς μου, το πρό­τυ­πό μου δασκά­λου και παι­δα­γω­γού. Τον αγα­πού­σα και τον θαύ­μα­ζα, για­τί η πρα­ό­τη­τα του χαρα­κτή­ρα και του λόγου του, με επη­ρέ­α­ζαν βαθιά, ενώ συγ­χρό­νως, μας παρέ­συ­ρε σε συνερ­γα­τι­κές πνευ­μα­τι­κές και συγ­γρα­φι­κές δρα­στη­ριό­τη­τες, με την πει­θώ και τον ενθου­σια­σμό ενός «νέου» ανθρώ­που, ιδιό­τη­τα που δια­τή­ρη­σε εσα­εί. Νομί­ζω ότι τα ίδια συναι­σθή­μα­τα δια­κα­τέ­χουν και όλους τους φίλους, λογο­τέ­χνες και εκπαι­δευ­τι­κούς, που απαρ­τί­ζα­με επί σει­ρά ετών – με την παι­δα­γω­γι­κή και επι­στη­μο­νι­κή καθο­δή­γη­σή του – την Ομά­δα Πρω­το­βου­λί­ας και τη Συντα­κτι­κή Επι­τρο­πή της ετή­σιας έκδο­σης «Επι­θε­ώ­ρη­ση Παι­δι­κής Λογο­τε­χνί­ας».

Ο Σακελ­λα­ρί­ου ήταν ο Δάσκα­λος (με Δ κεφα­λαίο), πρό­τυ­πο για όλους μας. Ενέ­πνεε ενθου­σια­σμό με τις απέ­ρα­ντες γνώ­σεις του, το λογο­τε­χνι­κό του ταλέ­ντο, την οξεία κρι­τι­κή και δια­λε­κτι­κή σκέ­ψη του, τις πρω­το­πό­ρες ιδέ­ες του, την πίστη του στον άνθρω­πο και το ρόλο που πρέ­πει να παί­ξει η Εργα­τι­κή τάξη, στην εξέ­λι­ξη της κοι­νω­νί­ας και στο δρό­μο για το Σοσιαλισμό/Κομμουνισμό. Ήταν ο δάσκα­λος και πνευ­μα­τι­κός εργά­της, που είχε φανα­τι­κούς μαθη­τές και φίλους, αλλά και φανα­τι­κούς εχθρούς.

Είχε μια εξαι­ρε­τι­κή μεθο­δι­κό­τη­τα και ως εκ τού­του απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα με ό,τι κατα­πια­νό­ταν. Δεν είναι τυχαίο ότι εξέ­δω­σε 121 βιβλία (μόνος του ή με συνερ­γά­τες του). Είχα την τιμή να συνυ­πο­γρά­ψω μαζί του τρία βιβλία, με τον τίτλο: Οδη­γός Παι­δι­κού-Νεα­νι­κού Βιβλίου. 

Πολ­λοί μαθή­τευ­σαν κοντά του με πολύ σεβα­σμό και πίστη στη «διδα­σκα­λία» του, που αφο­ρού­σε είτε την εκπαί­δευ­ση, είτε την Ιστο­ρία και την Κοι­νω­νιο­λο­γία της Παι­δι­κής Λογο­τε­χνί­ας και του Θεά­τρου για παι­διά, είτε τη Λογο­τε­χνία και την Αισθη­τι­κή. Μας παρό­τρυ­νε να μελε­τού­με και να γρά­φου­με άρθρα, σχό­λια, δοκί­μια και στη συνέ­χεια να τα δημο­σιεύ­ου­με σε περιο­δι­κές εκδό­σεις και  σε βιβλία ή να τα ανα­κοι­νώ­νου­με σε σεμι­νά­ρια και συνέ­δρια, που συν­διορ­γα­νώ­να­με με την «Ένω­ση Συγ­γρα­φέ­ων-Εικο­νο­γρά­φων Παι­δι­κής Λογο­τε­χνί­ας» (σωμα­τείο που ιδρύ­σα­με με δική του πρό­τα­ση) ή με την «Επι­θε­ώ­ρη­ση Παι­δι­κής Λογο­τε­χνί­ας».

Η επι­μο­νή του να μελε­τού­με και να ερμη­νεύ­ου­με όλα τα κοι­νω­νι­κά φαι­νό­με­να και ν’ ανα­λύ­ου­με δοκι­μιο­γρα­φι­κά τη λογο­τε­χνία και το θέα­τρο με τη μαρ­ξι­στι­κή θεώ­ρη­ση, ήταν μεγά­λη και συνε­χής. Πίστευε – και το έκα­νε πρά­ξη στα δικά του κεί­με­να – στο μόνο επι­στη­μο­νι­κό «εργα­λείο» ερμη­νεί­ας της φύσης, της κοι­νω­νί­ας και της συνεί­δη­σης, το Δια­λε­κτι­κό και Ιστο­ρι­κό Υλι­σμό. Αυτός, όμως, που το κάτε­χε γνω­στι­κά, το χρη­σι­μο­ποιού­σε αφο­πλι­στι­κά και πει­στι­κά με απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα. Εμείς, όμως; Προ­σπα­θού­σα­με να κατα­νο­ή­σου­με τι μας «δίδα­σκε» ο Δάσκα­λος θεω­ρη­τι­κά και πρακτικά/βιωματικά. Δεν τα κατα­φέρ­να­με στο βαθ­μό που θα έπρε­πε. Και τότε γινό­ταν «αυστη­ρός» απέ­να­ντί μας και με παρα­δείγ­μα­τα μας εξη­γού­σε τη μεθο­δο­λο­γία, με την οποία  λει­τουρ­γεί αυτό το επι­στη­μο­νι­κό «εργα­λείο» και μας ανέ­λυε την κοι­νω­νι­κή και ανθρω­πι­στι­κή αξία του.

Όταν ο Δάσκα­λος υπο­στή­ρι­ζε με επι­στη­μο­νι­κά επι­χει­ρή­μα­τα κάτι, ήταν πολύ δύσκο­λο να αντι­πα­ρα­τε­θού­με, όχι μόνο εμείς οι μαθη­τές και συνερ­γά­τες του, αλλά ούτε και οι ομό­τε­χνοί του σε συνέ­δρια και άλλες πνευ­μα­τι­κές συγκε­ντρώ­σεις και συζητήσεις.

–Σύμ­φω­να με την Αλε­ξάν­δρα Ζερ­βού, “Ή ευθύ­νη του δασκά­λου είναι φανε­ρή σε όλο το έργο του Χάρη Σακελ­λα­ρί­ου”. Η έρευ­να απο­τε­λεί ανα­πό­σπα­στο κομ­μά­τι σε όλη την πορεία του. Ποια είναι η γνώ­μη σας για την απο­τί­μη­ση αυτή;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Ο Χάρης Σακελ­λα­ρί­ου ήταν ο Δάσκα­λος και ο Παι­δα­γω­γός, που συνέ­χι­σε στα χνά­ρια των μεγά­λων Παι­δα­γω­γών του Εκπαι­δευ­τι­κού, αλλά κυρί­ως του Κοι­νω­νι­κού Δημο­τι­κι­σμού: Δημ. Γλη­νού, Μιχ. Παπα­μαύ­ρου, Κώστα Σωτη­ρί­ου και Ρόζας Ιμβριώτη.

Πολύ σωστά η καθη­γή­τρια Αλε­ξάν­δρα Ζερ­βού ανα­φέ­ρε­ται και υπο­γραμ­μί­ζει την «ευθύ­νη του δασκά­λου», που «είναι φανε­ρή σε όλο το έργο του». Ευθύ­νη για την επι­στη­μο­νι­κό­τη­τα όλων των αισθη­τι­κών και κοι­νω­νι­κών φαι­νο­μέ­νων, της Λογο­τε­χνί­ας και του Θεά­τρου. Όμως, φανε­ρή είναι και η ευθύ­νη του στη λογο­τε­χνία και στο θέα­τρο για παι­διά, με τις κοι­νω­νι­κές και ανθρω­πι­στι­κές αξί­ες, οι οποί­ες παρει­σφρέ­ουν στα κεί­με­νά του για παι­διά, και για ενή­λι­κες ακό­μη. Άλλω­στε, ο κάθε καλός λογο­τέ­χνης είναι και καλός δάσκα­λος, όπως απο­δει­κνύ­ε­ται από το έργο και τη δρά­ση σπου­δαί­ων πνευ­μα­τι­κών δημιουρ­γών, διε­θνώς, στην Ιστο­ρία. Έτσι, και ο ταλα­ντού­χος και καλ­λιερ­γη­μέ­νος σε υψη­λό βαθ­μό αυτός ο άνθρω­πος των Γραμ­μά­των και των Τεχνών, ο Χάρης Σακελ­λα­ρί­ου, που ευτυ­χή­σου­με για χρό­νια να ζήσου­με μαζί του, αφού μας τίμη­σε με τη συνερ­γα­σία του, λει­τουρ­γού­σε ως παιδαγωγός.

Η έρευ­να είναι μάλ­λον ένα μικρό­βιο, που μας το μετέ­δω­σε. Ευτυ­χώς! Είναι προ­τέ­ρη­μα να είσαι άρρω­στος με το ερευ­νη­τι­κό πάθος και μερά­κι, στην επι­στή­μη και στην τέχνη, αλλά και σε εκφάν­σεις της κοι­νω­νι­κής και πολι­τι­κής ζωής.

Φαντα­στεί­τε πόσο ερεύ­νη­σε και μελέ­τη­σε, χρο­νι­κά, ποσο­τι­κά και ποιο­τι­κά, για να γρά­ψει την ογκώ­δη (623 σελί­δες) εργα­σία του, με τίτλο: Ιστο­ρία της Παι­δι­κής Λογο­τε­χνί­ας. Ελλη­νι­κή και Παγκό­σμια. Από την Αρχαιό­τη­τα ως τις μέρες μας. Με στοι­χεία θεω­ρί­ας, η οποία βρί­σκε­ται στην 9η έκδοση.

Φαντα­στεί­τε πόσο κόπο, πόσα ξενύ­χτια έκα­νε και πόσο ιδρώ­τα έχυ­σε για να ψάχνει φυλ­λο­με­τρώ­ντας χιλιά­δες σελί­δες χει­ρο­γρά­φων, εφη­με­ρί­δων, περιο­δι­κών και βιβλί­ων, για να συλ­λέ­ξει υλι­κό για όλες τις μελέ­τες του, φιλο­λο­γι­κές, ιστο­ρι­κές, γλωσ­σι­κές, εκπαι­δευ­τι­κές, αισθη­τι­κές, ώστε στη συνέ­χεια να τις μελε­τή­σει, να τις ερμη­νεύ­σει διε­ξο­δι­κά κ.ο.κ. Έρευ­να χωρίς έρω­τα δε γίνε­ται, χωρίς κόπο και ξενύ­χτια δεν επι­τυγ­χά­νε­ται, χωρίς ατέ­λειω­τες ώρες σε βιβλιο­θή­κες, αρχεία και παλαιο­βι­βλιο­πω­λεία δεν μπο­ρεί να υπάρ­ξει και να έχει αποτελέσματα.

Αυτή την ερευ­νη­τι­κή του δει­νό­τη­τα, σωμα­τι­κή, πνευ­μα­τι­κή και ψυχι­κή αντο­χή, αλλά και αυτό το «ένθεο» πάθος μας το «δίδα­ξε» έμπρα­κτα. Όποιος από εμάς τους μαθη­τές και συνερ­γά­τες του αφο­μοί­ω­σε τη διερ­γα­σία και μεθο­δο­λο­γία του και κατα­νό­η­σε την αξία της επι­στη­μο­νι­κής έρευ­νάς του, αυτός ήταν που ακο­λού­θη­σε στη συνέ­χεια και συνε­χί­ζει ν’ ακο­λου­θεί την πορεία του είτε σε ακα­δη­μαϊ­κά πλαί­σια ως καθη­γη­τής είτε ερα­σι­τε­χνι­κά ως ερευ­νη­τής και συγγραφέας.

«Με όποιον δάσκα­λο καθί­σεις, τέτοια γράμ­μα­τα θα μάθεις»… Αυτό συνέ­βη και σε ορι­σμέ­νους από εμάς. Το ερευ­νη­τι­κό και συγ­γρα­φι­κό του «μικρό­βιο» μας κόλ­λη­σε «ανί­α­τες ασθένειες»…

–“Ακού­γε­ται μια καθα­ρή, δυνα­τή, τίμια και σίγου­ρη φωνή, σπά­νια σε μία επο­χή σκε­πτι­κι­σμού, ίσως και σύγ­χυ­σης.” Πώς θα ερμη­νεύ­α­τε εσείς τα χαρα­κτη­ρι­στι­κά αυτά του Χάρη Σακελ­λα­ρί­ου μέσα από την συνερ­γα­σία σας ;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Το χρο­νι­κό διά­στη­μα, που «μαθη­τέ­ψα­με» κοντά του, δια­πι­στώ­σα­με πράγ­μα­τι την τίμια και καθα­ρή κοι­νω­νι­κή και πολι­τι­κή συνεί­δη­σή του, η οποία δε συμ­βι­βα­ζό­ταν για να κερ­δί­σει θώκους και εφή­με­ρη δόξα. Γι’ αυτό και δεν ήταν αρε­στός στο κατε­στη­μέ­νο και στην εξου­σία. Πολ­λοί άνθρω­ποι των Γραμ­μά­των, που κατεί­χαν θέσεις και αξιώ­μα­τα, απο­σιώ­πη­σαν το έργο αυτού του άξιου πνευ­μα­τι­κού ανθρώ­που και λογο­τέ­χνη. Τον μισού­σαν πολι­τι­κά, επει­δή ήταν κομ­μου­νι­στής. Τον απα­ξί­ω­ναν σε πολ­λές περι­πτώ­σεις σημα­ντι­κοί λογο­τε­χνι­κοί φορείς, οι οποί­οι μέχρι να κατα­λά­βουν την αρι­στε­ρή ιδε­ο­λο­γία του, βρά­βευ­σαν κάποια βιβλία του – το άξι­ζε άλλω­στε. Στη συνέ­χεια, τον ξέχα­σαν και τον «παρα­μέ­ρι­σαν». Όμως, τον χρυ­σό, όπου και να τον κρύ­ψεις, λάμπει…

Ο Χάρης Σακελ­λα­ρί­ου κατα­ξιώ­θη­κε στη συνεί­δη­ση των παι­διών-ανα­γνω­στών των βιβλί­ων του, των παι­διών-θεα­τών των θεα­τρι­κών παρα­στά­σε­ων έργων του, των φιλο­μα­θών και προ­ο­δευ­τι­κών δασκά­λων, πολ­λών ομο­τέ­χνων του και συνα­δέλ­φων του εκπαι­δευ­τι­κών, οι οποί­οι συνερ­γά­ζο­νταν μαζί του στα περιο­δι­κά «Νεο­ελ­λη­νι­κός Λόγος», «Τα Εκπαι­δευ­τι­κά» και «Επι­θε­ώ­ρη­ση Παι­δι­κής Λογο­τε­χνί­ας», που άλλα διεύ­θυ­νε και σε άλλα ανή­κε στη Συντα­κτι­κή τους Επιτροπής.

Οι ιδέ­ες του ήταν ξεκά­θα­ρες, αν και ορι­σμέ­νες φορές ενο­χλού­σαν το πνευ­μα­τι­κό, εκπαι­δευ­τι­κό και πολι­τι­κό κατε­στη­μέ­νο. Είχε, όμως, την παρ­ρη­σία να τις εκφρά­ζει, αν και ήξε­ρε ότι κάτι τέτοιο θα είχε κόστος. Αν και ανέ­βη­κε ψηλά στην υπη­ρε­σια­κή του κλί­μα­κα, αν και έγι­νε Επι­θε­ω­ρη­τής και Σχο­λι­κός Σύμ­βου­λος Π.Ε., αν και απο­τέ­λε­σε μέλος της Συντα­κτι­κής Επι­τρο­πής των ανα­γνω­στι­κών βιβλί­ων «Η Γλώσ­σα μου» της εκπαι­δευ­τι­κής μεταρ­ρύθ­μι­σης της δεκα­ε­τί­ας του 1980 και συνερ­γά­της του Παι­δα­γω­γι­κού Ινστι­τού­του, θα του άξι­ζε μια μεγα­λύ­τε­ρη ανα­γνώ­ρι­ση από την Πολι­τεία, τα υπουρ­γεία Παι­δεί­ας και Πολι­τι­σμού, αλλά και από την Ακα­δη­μία Αθη­νών και από άλλους πνευ­μα­τι­κούς φορείς της χώρας μας.

Όμως, όπως είπα­με, πλή­ρω­νε το τίμη­μα των ιδε­ο­λο­γι­κών του επι­λο­γών, τις οποί­ες δια­κή­ρυτ­τε μέσα από τα βιβλία του και από άλλα δημο­σιευ­μέ­να και μη κεί­με­νά του, πιστεύ­ο­ντας και αγω­νι­ζό­με­νος για μια άλλη κοι­νω­νία, δίκαιη, ειρη­νι­κή, ανθρώ­πι­νη, σοσιαλιστική.

Προ­σπα­θού­σε να δια­λύ­σει τα πνευ­μα­τι­κά σύν­νε­φα, να σκορ­πί­σει τα ιδε­ο­λο­γι­κά σκο­τά­δια, να ξεδια­λύ­νει στα μυα­λά των ανα­γνω­στών του τη σύγ­χυ­ση, που του επέ­βαλ­λαν στο λαό οι αστοί πνευ­μα­τι­κοί του ταγοί και δάσκα­λοι του κατε­στη­μέ­νου και της αντί­δρα­σης, του συντη­ρη­τι­σμού και της πνευ­μα­τι­κής οπι­σθο­δρό­μη­σης. Είχε μελε­τή­σει πολύ Φιλο­σο­φία, Κοι­νω­νιο­λο­γία, Πολι­τι­κή Οικο­νο­μία, Ιστο­ρία έτσι, ώστε να μπο­ρεί να δια­κρί­νει το φως από το σκο­τά­δι, το συντηρητικό/αντιδραστικό από το φιλοπρόοδο/δημοκρατικό στοι­χείο, το δίκιο από την αδι­κία και την εκμε­τάλ­λευ­ση, το ειρη­νι­κό από το πολε­μι­κό και πολε­μο­κά­πη­λο, το επι­στη­μο­νι­κό από το μεταφυσικό.

Απαι­τεί­ται ολό­κλη­ρη μελέ­τη, αν όχι διδα­κτο­ρι­κή δια­τρι­βή, για να ερευ­νή­σει και να μελε­τή­σει κάποιος όλα τα παρα­πά­νω, μέσα από τα γρα­πτά κεί­με­να για παι­διά και ενή­λι­κες, που μας κλη­ρο­δό­τη­σε ως πνευ­μα­τι­κή παρα­κα­τα­θή­κη στις μέλ­λου­σες γενιές. Και αξί­ζει να μελε­τη­θεί να προ­βλη­θεί το έργο του, όπως του αξί­ζει, έστω και μετά την ανα­χώ­ρη­σή του στην αιωνιότητα.

Ελπί­ζω, πως εσείς με την εν εξε­λί­ξει μετα­πτυ­χια­κή σας εργα­σία στο Δημο­κρί­τειο Πανε­πι­στή­μιο Θρά­κης, θα ανα­δεί­ξε­τε σημα­ντι­κές πλευ­ρές του συγ­γρα­φι­κού έργου του, ώστε να δοθεί ίσως μια ώθη­ση αργό­τε­ρα στην περαι­τέ­ρω μελέ­τη ολό­κλη­ρου του έργου του.

–Στην παρου­σί­α­ση για τα 60 χρό­νια παρου­σί­ας του στα Γράμ­μα­τα, ο Γιάν­νης Δ. Μπάρ­τζης, παρέ­θε­σε την αυτο­α­ξιο­λό­γη­ση του ίδιου του Χάρη Σακελ­λα­ρί­ου, ο οποί­ος πολύ συχνά δια­τύ­πω­νε: “Αν είναι κάτι που με κάνει να υπε­ρη­φα­νεύ­ο­μαι, αν είναι κάτι που αξί­ζει να μνη­μο­νευ­τεί από το πέρα­σμα μου στη ζωή, είναι που αξιώ­θη­κα να πολε­μή­σω για τη λευ­τε­ριά και για το όρα­μα του ελλη­νι­κού λαού για δίκαιη κοι­νω­νία, είναι που σε εκεί­να τα ηρω­ι­κά χρό­νια… υπήρ­ξα μέλος της Εθνι­κής Αντί­στα­σης “. Τι πιστεύ­ε­τε ότι αντι­προ­σώ­πευε για τον ίδιο τον συγ­γρα­φέα η φρά­ση αυτή όσο αφο­ρά το συγ­γρα­φι­κό του έργο αλλά και τον ίδιο ως άνθρωπο;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Οπωσ­δή­πο­τε αυτή η αυτο­α­ξιο­λο­γι­κή δια­τύ­πω­ση του Χάρη Σακελ­λα­ρί­ου τον αντι­προ­σώ­πευε ως άνθρω­πο, ως πολί­τη, ως εκπαι­δευ­τι­κό, ως λογο­τέ­χνη και γενι­κό­τε­ρα ως πνευ­μα­τι­κό άνθρω­πο. Άλλω­στε, όσα πίστευε, τα έκα­νε πρά­ξη στην τέχνη, στην εκπαί­δευ­ση και στην κοινωνία.

Αρκε­τά ανα­φέρ­θη­κα για τα ζητή­μα­τα αυτά στην απά­ντη­σή μου, μετά από προη­γού­με­νη ερώ­τη­σή σας, όσον αφο­ρά τη συμ­με­το­χή του στην Εθνι­κή Αντί­στα­ση και στην προ­σφο­ρά του κατά την ηρω­ι­κή εκεί­νη ιστο­ρι­κή περίοδο.

Χαρα­κτη­ρι­στι­κή είναι και η φρά­ση, που συχνά έλε­γε: «Η θέση μας είναι με τους χου­σμε­κιά­ρη­δες κι όχι με τους αφε­ντά­δες», καθα­ρά ταξι­κή τοπο­θέ­τη­ση, αφού παι­δί μιας φτω­χής αγρο­τι­κής οικο­γέ­νειας από τα πρώ­τα χρό­νια της ζωής του ως τα βαθιά του γερά­μα­τα, ποτέ δεν πρό­δω­σε την κοι­νω­νι­κή τάξη που ανή­κε και ανδρώ­θη­κε, ποτέ δεν έγι­νε «γενί­τσα­ρος» απέ­να­ντι στους γονείς του, στους χου­σμε­κιά­ρη­δες ξωμά­χους συγ­χω­ρια­νούς και συγ­γε­νείς του, απέ­να­ντι στο λαό, του οποί­ου τα παι­διά μάθαι­νε γράμ­μα­τα και καλ­λιερ­γού­σε πνευ­μα­τι­κά με τα βιβλία και τα θεα­τρι­κά έργα του.

Αυτός ήταν ο Χάρης Σακελ­λα­ρί­ου, ο οποί­ος μπο­ρεί να έφυ­γε από τη ζωή, αλλά θα μεί­νει ζωντα­νό το εκδο­μέ­νο έργο του, που οφεί­λου­με να μελε­τή­σου­με και ν’ αξιο­λο­γή­σου­με αντι­κει­με­νι­κά και επι­στη­μο­νι­κά, χωρίς συναι­σθη­μα­τι­σμούς, παρό­λο που προ­σω­πι­κά, ενμέ­ρει παρα­σύρ­θη­κα συναι­σθη­μα­τι­κά…, αν και νομί­ζω ότι δεν πέφτω έξω –επί της ουσί­ας– ως προς την αξία του έργου του πολυ­γρά­φου και σοφού αυτού ακά­μα­του πνευ­μα­τι­κού εργάτη.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο