Επιμέλεια: Κωνσταντίνος Δέδες //
«Να ζω ταπεινά, να δουλεύω πολύ, να την κάνω μεγάλη τη Λατινική Αμερική, να μελετώ τις δυνάμεις της και να τις αποκαλύπτω, να ξεχρεώνω του λαούς για το καλό που λαμβάνω από αυτούς: αυτό είναι το επάγγελμά μου…»
Ακολουθεί το ποίημα του Χοσέ Μαρτί, Δύο πατρίδες
Δύο πατρίδες έχω: την Κούβα και τη νύχτα.
Μήπως οι δύο είναι μία; Σαν υποχωρεί
ο Μεγαλειότατος ήλιος, με μακρά πέπλα
και ένα γαρύφαλλο στο χέρι, αθόρυβα
η Κούβα σαν θλιμμένη χήρα εμφανίζεται.
Ξέρω ποιο είναι εκείνο το ματωμένο γαρύφαλλο
τρεμάμενο στο χέρι της! Άδειο είναι
όπου ήταν η καρδιά. Ήρθε η στιγμή
να πεθάνει κανείς. Η νύχτα είναι καλή
για τον αποχαιρετισμό. Το φως εμποδίζει
και τον ανθρώπινο λόγο. Το Σύμπαν
μιλάει καλύτερα από τον άνθρωπο.
Σαν σημαία
που καλεί στη μάχη, η μικρή φλόγα
του κεριού κυματίζει.
Τα παράθυρα ανοίγω.
Πνίγομαι. Μουγκή, σπάζοντας
του γαρύφαλλου τα φύλλα, σαν νέφος
που θαμπώνει τον ουρανό, χήρα περνάει η Κούβα…
Versos libres (Ελεύθεροι Στίχοι, 1882)
*Η εισαγωγή, είναι γραμμένη από τον Χοσέ Μαρτί σε μία από τις πολλές επιστολές του.