Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μια ιστορία από τον εμφύλιο: Ενα ζευγάρι νάιλον κάλτσες το τομάρι του φαντάρου…

Το Γενά­ρη του 1949 τυπώ­θη­κε σε 7.000 αντί­τυ­πα στο τυπο­γρα­φείο της «Εξόρ­μη­σης» στην Ελεύ­θε­ρη Ελλά­δα ένα βιβλια­ρά­κι  με τίτλο «Στρα­τιω­τι­κό ταχυ­δρο­μείο». Περιεί­χε απο­σπά­σμα­τα από σημειώ­μα­τα που άφη­ναν οι στρα­τιώ­τες του Εθνι­κού Στρα­τού στους μαχη­τές του Δημο­κρα­τι­κού Στρα­τού και απο­σπά­σμα­τα ή ολό­κλη­ρες επι­στο­λές των στρα­τιω­τών και αξιω­μα­τι­κών με τα οικεία τους πρό­σω­πα.  Επι­στο­λές που δεν έφτα­σαν ποτέ στον παρα­λή­πτη τους μιας και ο ταχυ­δρό­μος συνε­λή­φθη. Το ταχυ­δρο­μείο του Εθνι­κού Στρα­τού  ήταν πηγή άντλη­σης πλη­ρο­φο­ριών και ενί­ο­τε χρή­σι­μο για επι­κοι­νω­νια­κούς λόγους και την εμψύ­χω­ση των μαχη­τών του ΔΣΕ.

Από αυτό το βιβλια­ρά­κι επι­λέ­ξα­με μία επι­στο­λή που αφο­ρά το «εμπό­ριο» γύρω από τις μετα­θέ­σεις, τις άδειες κλπ. Για ευνό­η­τους λόγους δε ανα­φέ­ρου­με τα ονό­μα­τα και τα στοι­χεία της μονά­δας, τα οποία υπάρ­χουν στην έκδοση.

***

Ο ΦΑΝΤΑΡΟΣ ΞΕΡΕΙ, ΑΚΟΥΕΙ,
Μαθαί­νει, κατα­λα­βαί­νει, πως πίσω
του, πίσω από το κου­φά­ρι του γίνεται
ένα άτι­μο εμπό­ριο για αναστολές,
 απαλ­λα­γές, άδειες, μετα­θέ­σεις. Μα ένα 
γράμ­μα του το δεί­χνει ξεκάθαρα:

Στις 18/6 η γυναί­κα του Ε. γρά­φει στον ταγ­μα­τάρ­χη διοι­κη­τή του Τάγ­μα­τος Χ της (τάδε) Ορει­νής Ταξιαρχίας:

«Αγα­πη­μέ­νο μου Σ. Χτες εις τον στρα­τιώ­την Λ. έδω­σα ένα δέμα και ένα εκα­τομ­μύ­ριο. Τα λεπτά αυτά είναι για την υπό­θε­ση του στρα­τιώ­τη Π. Μου τα έφε­ρεν η μητέ­ρα του να τα δώσω εγώ εις τον Λ. να σου τα φέρει…».

Στις 19/7 του ξανα­γρά­φει για την ίδια υπόθεση:

«… Σήμε­ρα ήλθε και η κυρία Π. η οποία με παρα­κά­λε­σε πάλι να τον πάρεις από εκεί που τον έχουν τον γιο της. Σε παρα­κα­λώ πολύ να ενδια­φερ­θείς κου­κλί μου, σαν να είναι δικό σου άνθρω­πος. Μου έφε­ρε ένα ζεύ­γος κάλ­τσες, νάι­λο, έξω έχουν 100.000 και ζήτη­μα είναι αν θα είναι εις την ποιό­τη­τα ίδιες. Τρέ­λα κου­κλί μου. Και μου έλε­γε τρία ζεύ­γη είχε παραγ­γεί­λει αλλά μόλις της φέρουν και τις άλλες θα μου τις φέρει. Για κοί­τα να την ταχτο­ποι­ή­σεις την υπό­θε­ση, χάσι­μο δε θα έχο­μεν. Εγι­νε πολύς λόγος γύρω από το ραδιό­φω­νον χωρίς βέβαια εγώ να θίξω το ζήτη­μα. Μου έλε­γε ότι κάθε­ται στο ραδιό­φω­νο και έχει την καλύ­τε­ρη συντρο­φιά. Εγώ της λέω περι­μέ­νω να μάθω τα νέα από τις εφη­με­ρί­δες. Και αυτού πάνου μου λέει, δεν έχε­τε λοι­πόν ραδιό­φω­νο; Και με άφη­σε να κατα­λά­βω ότι κάτι τέτοιο θα κάνει. Γι’ αυτό σου γρά­φω. Κάνε σύντο­μα κάτι για­τί φαί­νε­ται γυναί­κα με φιλότιμο.

Ξέρεις η Ευθυ­μία για να γρά­ψει εις τον Νέστο­ρα για ένα γυα­λο­πώ­λη να του δώσει άδεια για ένα μήνα την έδω­σε ο Νέστο­ρας. Επρο­χθές που ήμουν εις το σπί­τι της έφε­ρε έναν σερ­βί­τσιο φαγη­τού απ’ τις πια­τέ­λες έως τα πιά­τα του γλυ­κού, 6 φλι­τσά­νια του καφέ και ένα σερ­βί­τσιο του τσα­γιού της υπο­σχέ­θη­κε ότι θα της έφερ­νε την άλλη μέρα. Λοι­πόν, χάσι­μο δεν θα έχου­με και μείς απ’ αυτήν την υπόθεση.

Θα περι­μέ­νω να μου γρά­ψεις για την υπό­θε­ση τόσο του Λ. όσο και του Π.

Σε φιλώ γλυκά
Ε
(Ε. επί­θε­το οδός αριθ­μός συνοι­κία Αθήνα)»

ΚΑΙ ΔΙΑΒΑΖΕΙ Ο ΦΟΥΚΑΡΑΣ Ο ΦΑΝΤΑΡΟΣ ΜΙΑ ΠΕΝΤΑΡΑ Η ΠΑΤΡΙΣ – ΜΙΑ ΠΕΝΤΑΡΑ ΤΟ ΤΟΜΑΡΙ ΤΟΥ

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο