Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Νίκος Καζαντζάκης: Η ορμητική άνοδος του πολιτισμού στην ΕΣΣΔ

Το παρα­κά­τω κεί­με­νο απο­τε­λεί πρό­λο­γο του Νίκου Καζαν­τζά­κη στο βιβλίο του Σ.Γκόπνερ “Η ορμη­τι­κή άνο­δος του πολι­τι­σμού στην ΕΣΣΔ”, εκδ. Παπα­ζή­ση, 1945. Ο Νίκος Καζαν­τζά­κης (1883–1957) κατα­γρά­φει ενδια­φέ­ρου­σες πτυ­χές της άνθη­σης του πνευ­μα­τι­κού και μορ­φω­τι­κού επι­πέ­δου του ανθρώ­που κατά τη διάρ­κεια της σοσια­λι­στι­κής οικο­δό­μη­σης στην Σοβιε­τι­κή Ένω­ση, ερμη­νεύ­ο­ντας τες μέσα από το δικό του, ιδιαί­τε­ρο, ιδε­α­λι­στι­κό πρίσμα. 

1. Ο κόσμος τού­τος, ο μετα­πο­λε­μι­κός, όπου ζού­με, είναι τόσο σάπιος, ανή­θι­κος κι ανά­ξιος κ’ ενός μέτριου ακό­μα ανθρώ­που, που κάθε προ­σπά­θεια να γκρε­μι­στή φαί­νε­ται κ’ είναι ιερή.

Γι’ αυτό σήμε­ρα όλοι οι τίμιοι άνθρω­ποι, όσοι έθε­σαν σκο­πό της κοι­νω­νι­κής ζωής τη δικαιο­σύ­νη, την ελευ­θε­ρία και το φως, τού­το, το γκρέ­μι­σμα του σάπιου, ατι­μα­σμέ­νου, κρο­νό­λη­ρου κόσμου, θεω­ρούν ως πρώ­το τους χρέος.

2. Το δεύ­τε­ρο χρέ­ος, το θετι­κό, κάθε τίμιου σήμε­ρα ανθρώ­που είναι: η προ­σπά­θεια να δημιουρ­γη­θή ένας κόσμος καλύ­τε­ρος, όπου να κυριαρ­χή αυτό που λέμε φως ή Θεός ή ανήφορος.

Την προ­σπά­θεια τού­τη, την ηρω­ϊ­κή, τη μαρ­τυ­ρι­κή, ανέ­λα­βε και πραγ­μα­το­ποιεί — αυτή είναι η φοβε­ρή ιστο­ρι­κή της απο­στο­λή — η Σοβιε­τι­κή Ρου­σία. Αυτή είναι σήμε­ρα ο δημιουρ­γι­κός στρό­βι­λος, το περι­δι­νού­με­νο πυρα­χτω­μέ­νο νεφέ­λω­μα, που δια­μορ­φώ­νε­ται και συμπυ­κνώ­νε­ται ολο­έ­να, και δημιουρ­γεί — αυτή είναι πια η μόνη ελπί­δα των ανθρώ­πων — τον νέο καλύ­τε­ρο κόσμο.

Κι όλοι περι­δι­νού­μα­στε πυρα­χτω­μέ­νοι μαζί της.

3. Γι’ αυτό κάθε άνθρω­πος, που πλα­νά­ται στη σημε­ρι­νή δυσω­δία που ανα­δί­νει η απο­σύν­θε­ση του αστι­κού κόσμου, θεω­ρεί την ψυχή του και τη σωτη­ρία του αλλη­λέν­δε­τη με τη Σοβιε­τι­κή Ρουσία.

Γι’ αυτό ό,τι δήπο­τε μάθου­με πως γίνε­ται εκεί πέρα, κάθε ρού­σι­κη προ­κο­πή, μια της επι­στη­μο­νι­κή εφεύ­ρε­ση, μια καλή της εσο­δεία, μια νίκη στρα­τιω­τι­κή, μας ενδια­φέ­ρουν βαθύ­τα­τα και χαι­ρό­μα­στε, για­τί, συνει­δη­τά ή ασυ­νεί­δη­τα, το ξέρου­με καλά, πως έτσι η οικο­δο­μή του μελ­λού­με­νου κόσμου προ­χω­ρά­ει κ’ η παγκό­σμια ελπί­δα ανεβαίνει.

4. Πολ­λοί ξαφ­νιά­ζο­νται κι ακούν με δυσπι­στία την αλμα­τι­κή πορεία της Ρου­σί­ας. Πώς γίνου­νται τα θάμα­τα αυτά; Ποιό είναι το μυστι­κό της Ρου­σί­ας; ρωτούν. Ρωτούν για­τί είναι άπι­στοι, για­τί δεν την έζη­σαν ποτέ τους και δεν ξέρουν τί θαυ­μα­τουρ­γι­κή γιγά­ντια δύνα­μη είναι η πίστη.

Οταν η πίστη κυριεύ­ει έναν άνθρω­πο ή ένα λαό, η ζωή, που είχε αρχί­σει να νυστά­ζει και να πέφτει, τινά­ζε­ται, νοιώ­θει ξανά την παντο­δυ­να­μία της κι από τη στιγ­μή τού­τη το θάμα είναι πια η καθη­με­ρι­νή υπο­τα­γή της Ανά­γκης στη σφο­δρή ανυ­πό­μο­νη επι­θυ­μία της ψυχής.

Ο άπι­στος πει­νά­ει όταν δεν έχει καλο­φά­ει, ο άπι­στος κρυώ­νει όταν δε φορά­ει χοντρά μάλ­λι­να ρού­χα το χει­μώ­να, ο άπι­στος φεύ­γει έντρο­μος όταν ξαφ­νι­κά αντι­κρύ­σει παρα­ταγ­μέ­νο μπρο­στά του ισχυ­ρό­τε­ρον οχτρό, ο πιστός δεν πει­νά­ει, δεν κρυώ­νει, δε φοβά­ται, είναι σίγουρος.

Κάποιος μέσα του, πέστε τον όπως θέτε, νικά­ει τις μικρές λογι­κές βεβαιό­τη­τες και φτά­νει στην κορυ­φή της χτε­σι­νής χίμαι­ρας που λεγε­ται τώρα πια σημε­ρι­νή πραγματικότητα.

Αυτό είναι το μυστι­κό της Σοβιε­τι­κής Ρουσίας.

5. Ορμη­τι­κός, ακά­θε­κτος, θαυ­μα­τουρ­γός είναι ο ρυθ­μός της Ρου­σί­ας. Ο Στα­χά­νωφ δεν είναι παρά η προ­σω­πο­ποί­η­ση, σ’ ένα μονά­χα τομέα, της ανυ­πο­μο­νη­σί­ας που κυρί­ε­ψε το πνέ­μα ν’ ανοι­κο­δο­μή­ση. Νοιώ­θει το Πνέ­μα τού­το — ας το πού­με ιστο­ρι­κή Ανά­γκη — πως ο σημε­ρι­νός κόσμος γκρε­μί­ζε­ται κι ο άνθρω­πος δεν πρέ­πει, δεν μπο­ρεί ν’ απο­μεί­νη άστε­γος. Μια πλα­τύ­τε­ρη ηθι­κή, μια δικαιό­τε­ρη κατα­νο­μή των υλι­κών και πνε­μα­τι­κών αγα­θών, μια ανώ­τε­ρη Ελπί­δα, είναι ανά­γκη κατε­πεί­γου­σα να δημιουρ­γη­θούν, που να μπο­ρούν να χωρέ­σουν την ψυχή του ανθρώ­που που μεγάλωσε.

Γι αυτό με τόση βιά­ση και τόση έντα­ση όλοι οι υπεύ­θυ­νοι οδη­γοί της Ρου­σί­ας μάχου­νται να φωτί­σουν τις μάζες. Για­τί ξέρουν πως μονά­χα από το φωτι­σμό του λαού εξαρ­τά­ται η σωτη­ρία. Σε κάθε εργο­στά­σιο, στρα­τώ­να, νοσο­κο­μείο, φυλα­κή, καρά­βι, σκο­λειό, χωριό, υπάρ­χει, ιερός άσβε­στος πυρή­νας, μια λέσχη, μια μορ­φω­τι­κή ίσμπα, μια Κόκ­κι­νη Γωνιά — με βιβλιο­θή­κη, εφη­με­ρί­δες περιο­δι­κά, συχνά με κινη­μα­το­γρά­φο, ορχή­στρα, πρό­χει­ρη θεα­τρι­κή σκηνή.

Εκεί μαζώ­νου­νται, τις ώρες της ανά­πα­ψης, οι σύντρο­φοι, δια­βά­ζουν, ή ένας δια­βά­ζει και εξη­γεί ή κάνουν ομι­λί­ες, συναυ­λί­ες, παί­ζουν θεα­τρι­κά έργα, που συχνά τα έχουν γρά­ψει οι ίδιοι οι εργά­τες κι’ οι χωριά­τες. ‘Η μαθαί­νουν τους αναλ­φά­βη­τους γράμματα.

Πολι­τι­κά, κοι­νω­νι­κά, πνε­μα­τι­κά φρο­ντι­στή­ρια, όπου κάθε πολί­της άντρας ή γυναί­κα, μορ­φώ­νε­ται και μαθαί­νει ποιά είναι τα δικαιώ­μα­τά του και τα χρέη.

Το φως, κ’ οι τυφλοί ακό­μα το νοιώ­θουν, είναι ακα­τα­νί­κη­τη εκρη­χτι­κή δύνα­μη. Κι όταν εκρα­γή στο σπί­τι φωτί­ζει, είτε το θέλεις είτε μη, και το σπί­τι του γειτόνου.

Γι’ αυτό αν με ρωτή­σουν ποιό πράγ­μα στη Σοβιε­τι­κή Ρου­σία μου έκα­νε τη βαθύ­τε­ρη εντύ­πω­ση και μου έδω­κε τις μεγα­λύ­τε­ρες ελπί­δες, αδί­στα­χτα θ’ απα­ντή­σω: η ιερή μανία των αρχη­γών να φωτί­σουν τη μάζα. Το φως! Το φως! Να ποιό είναι το μεγα­λύ­τε­ρο όπλο της Σοβιε­τι­κής Ρουσίας.

Είχε δίκιο ο πάστο­ρας Καρλ Φογκλ που όταν γύρι­σε από το σοβιε­τι­κό του ταξί­δι, συνώ­ψι­σε με τα απλά τού­τα συγκι­νη­μέ­να λόγια τα συμπε­ρά­σμα­τά του: Ο,τι είδα κ’ έζη­σα στη Σοβιε­τι­κή Ρου­σία μ’ έκα­νε να ξανα­βρώ πάλι την εμπι­στο­σύ­νη μου στους ανθρώ­πους, που την είχα χαμένη.

Αλή­θειες και ψέμα­τα για το λιμό στην Ουκρα­νία, Νίκος Μόττας

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο