Επιμέλεια Σφυροδρέπανος //
Σήμερα συμπληρώνονται 43 χρόνια από το θάνατο του Νίκου Ζαχαριάδη, του ιστορικού ηγέτη του ΚΚΕ και του λαϊκού κινήματος. Κι όση σπέκουλα κι αν προσπαθούν να κάνουν εχθροί και “φίλοι” με το όνομά του, τα δικά του γραπτά είναι που μιλάνε καλύτερα από τον καθένα και βάζουν κάθε κατεργάρη στη θέση του. Τα αποσπάσματα που ακολουθούν έχουν αντιγραφεί από το εξαντλημένο (και κάθε άλλο παρά φιλοζαχαριαδικό) βιβλίο του Πέτρου Ανταίου (Σταύρου Γιαννακόπουλου) για το Ζαχαριάδη (“θύτης και θύμα”), από τις εκδόσεις Φυτράκη. Διατηρούμε την ορθογραφία του πρωτότυπου.
Παραθέτουμε πρώτα ένα από τα τελευταία γράμματα που άφησε πίσω του ο Ζαχαριάδης, πριν θέσει τέλος στη ζωή του.
Στη ζωή μου έκανα πολλά λάθη και στραβά. Ο αναμάρτητος πρώτος το λίθο βαλέτω. Όμως με κατηγόρησαν ότι πρόδωσα το ΚΚΕ και τον αγώνα και με διέγραψαν απτό κόμα. Κανένας δε βρέθηκε ανοιχτά, αντρίκια να πει ότι αφτό είναι ψέμα. Παράπονα δεν έχω γιατί έμαθα το φορτίο να το κουβαλώ μόνος μου. Το ΚΚΕ ήταν και παραμένει το κόμα μου και κανένας δεν μπορεί να το χτυπήσει και να το λερώσει χρησιμοποιώντας το όνομά μου. (…)
Το κουκουέδικο πέρασε πολλές αντάρες και μπόρες, όμως να το ξεριζώσει κανένας δεν μπόρεσε γιατί αφτό θα σήμαινε να ξεριζώσει τον ίδιο το λαό. Παρόλες τις δοκιμασίες που τόδερναν και το δέρνουν το ΚΚΕ είναι αθάνατο.
Το γράμμα αφτό το γράφω για να βουλώσω το στόμα σ’ όλους αφτούς που θα βάλουν τώρα τις φωνές. Με το ΚΚΕ δεν είχα ούτε έχω ανοιχτούς λογαριασμούς. Ούτε μπορούσα ποτέ νάχω.
Απόλη μου την ψυχή εύχομαι σ’ αυτούς που φορτώθηκαν το πολύ δύσκολο έργο να ξαναστήσουν το κουκουέδικο στα πόδια του να πετύχουν απόλυτα, ολοκληρωτικά. Να το κάνουν το ΚΚΕ της Εθνικής Αντίστασης, που οι βαλτοί την πρόδωσαν, το ΚΚΕ του αθάνατου ΕΛΑΣ και του δοξασμένου ΔΣΕ.
28 Ιούλη 1973
Ακολουθεί το απόσπασμα από ένα γράμμα που απεύθυνε από την εξορία του στο Σοργκούτ της Σιβηρίας, στη σοβιετική ηγεσία (Μπρέζνιεφ, Σουσλόφ), προτού ξεκινήσει τη δεύτερη απεργία πείνας, με αίτημα την κομματική του αποκατάσταση και την επιστροφή του στην Ελλάδα.
Σήμερα είμαι υποχρεωμένος να σας απεφθύνω το γράμμα αφτό. Αν ώστα τέλη του Απρίλη 1967 δεν πραγματοποιηθούν όσα συμφωνήθηκαν στις δύο συναντήσεις, τότε απτήν 1 του Μάη 1967 θα επαναλάβω την απεργία πείνας που ανέστειλα στις 19 του Μάη 1966.
Εδώ θέλω να προσθέσω και τούτο: η διαγραφή μου απτό ΚΚΕ και οι διωγμοί ενάντιά μου δεν έχουν καμιά απόλυτη ηθική, πολιτική, κοματική βάση και δικαίωση. Τα δέκα χρόνια που πέρασαν το απόδειξαν αφτό για μια ακόμη φορά αδιαμφισβήτητα και τετραγωνικά. Είταν αποτέλεσμα αντιλενινιστικής τοποθέτησης και φραξιονιστικής εμπάθειας. Τίποτε άλλο. Απτήν άλλη μεριά δίχως τη βρώμικη συκοφαντία θάταν αδύνατο να με διαγράψουν. Με το μαρξισμό-λενινισμό, το ΚΚΕ, τους Κουκουέδες, το λαϊκό κίνημα ποτέ δε με χώριζε ούτε με χωρίζει τίποτε. Βέβαια, το γράμμα αφτό θα πάει να το εκμεταλεφτεί η αντίδραση, ξεχωριστά τώρα, σε προεκλογική περίοδο. Μα τους κουκουέδες η αντίδραση με τα κόλπα της δε μπορεί να τους ξεγελάσει. Και μένα το κόμα μου δεν μ’ έμαθε να κάνω συμβιβασμό σε ζητήματα αρχής και ηθικής τάξης.
Σουργκούτ, 15 του Φλεβάρη 1967
Και κλείνουμε με ένα ανέκδοτο περιστατικό, που εξιστορεί ο ίδιος σε ένα χρονικό, που γράφει κατά τη διάρκεια της πρώτης απεργίας πείνας που πραγματοποίησε, ένα χρόνο νωρίτερα (1966), για τους ίδιους λόγους. Ένα περιστατικό που δείχνει την πονηριά και τον ατσάλινο χαρακτήρα του, απέναντι στους διώκτες του.
Λάθη έκανα και γω, όπως κάναν και κάνουν όλοι. Χωρίς λάθη δεν υπάρχει ζωή και αγώνας. Όμως υποχώρηση, συμβιβασμό αρχών, εκτροπή απτό μαρξισμό-λενινισμό, απαφτό που πίστεβα δεν έκανα ποτέ. Ούτε όταν ο Μεταξάς, κρατώντας με στην ασφάλεια με χειροπέδες και σε γυμνό τσιμέντο μούστειλε τον εφοπλιστή Αμπατιέλο και μου πρότεινε υπουργείο. Ούτε όταν η μάνα μου ήρθε στην Κέρκυρα να με δει και δασκαλεμένη απτό Μανιαδάκη, κλαίοντας με παρακαλούσε να κάνω δήλωση. Γύρω ήταν μαζεμένο όλο το σκυλολόι της ασφάλειας και της φυλακής. Η ταπείνωση της μητέρας μου μπροστά τους με ξεσήκωσε και τότε της είπα: καλά, θα κάνω δήλωση, όμως να ξέρετε, θα βγω απτή φυλακή και την ίδια μέρα με μια πέτρα στο λαιμό θα πέσω στη θάλασσα. Τότε η μάνα μου, ξέροντας καλά το παιδί της, πετάχτηκε όρθια, μ’ αγκάλιασε και φώναξε: όχι, όχι παιδί μου μην κάνεις τίποτε! Το σκυλολόι δάγκωσε τη γλώσσα του και ο αρχιφύλακας μου είπε: αυτό από μέρους μου δείχνει πόρωση. Και γω του απάντησα πόρωση και αγριανθρωπισμό αποτελεί να εξαναγκάζεται γρηά γυναίκα να ξεφτελίζεται έτσι (Ο αρχιφύλακας Βασιλάτος ήξερε τι ήθελε: από κάθε κεφάλι δήλωση είχε ποσοστά!)