Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

O ΙΔΙΟΡΡΥΘΜΟΣ ΜΕΤΡ ΤΗΣ ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΟΥΤΟΥΖΗΣ

Γρά­φει ο Κώστας Ευαγ­γε­λά­τος //
Ζωγρά­φος, Λογο­τέ­χνης, Θεω­ρη­τι­κός τέχνης

Ο Νικό­λα­ος Κου­τού­ζης γεν­νή­θη­κε στην Ζάκυν­θο το 1741. Από μικρός φανέ­ρω­σε την καλ­λι­τε­χνι­κή του κλί­ση και μαθή­τευ­σε στον Νικό­λαο Δοξα­ρά, τον πρω­το­μά­στο­ρα της Επτα­νη­σια­κής Σχο­λής, από τον οποίο πήρε τα πρώ­τα μαθή­μα­τα ζωγρα­φι­κής και αγιο­γρα­φί­ας. Η ευφυ­ής, πολυ­σχι­δής προ­σω­πι­κό­τη­τα και ο πλη­θω­ρι­κός χαρα­κτή­ρας του τον ώθη­σε σε πολ­λές άλλες κοινωνικοπολιτικές

koutouzis1

Ο ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ ΒΡΕΦΟΣ

δρα­στη­ριό­τη­τες στη­λι­τεύ­ο­ντας την φαυ­λό­τη­τα της επο­χής του. Αργό­τε­ρα, μετά από δια­μά­χες με το περι­βάλ­λον του, πήγε στην Βενε­τία, όπου σύμ­φω­να με βιο­γρα­φι­κές ανα­φο­ρές τελειο­ποί­η­σε τις σπου­δές του στο εργα­στή­ρι του Τιέ­πο­λο, περί­φη­μου εκπρο­σώ­που της Βενε­τσιά­νι­κης σχο­λής. Το πρώ­το του έργο ήταν μια εικό­να των Αγί­ων Βαρ­βά­ρας και Ιωάν­νη του Δαμα­σκη­νού, το οποίο ζωγρά­φι­σε μαζί με τον δάσκα­λό του Νικό­λαο Δοξα­ρά, σε ηλι­κία 16 χρό­νων και βρι­σκό­ταν στην εκκλη­σία του Αγί­ου Δημη­τρί­ου του Κόλα. Αργό­τε­ρα, το 1766, φιλο­τέ­χνη­σε την περί­φη­μη, πολυ­πρό­σω­πη σύν­θε­ση, η οποία απει­κο­νί­ζει την λιτα­νεία του σκη­νώ­μα­τος του Αγί­ου Διο­νυ­σί­ου, με υπό­δειγ­μα τον Γιαν­νά­κη Κοράη ή Καστρι­νό, ο οποί­ος είχε ζωγρα­φί­σει την λιτα­νεία του Αγί­ου Χαρα­λά­μπους (1756). Άλλα έργα του που σώθη­καν από τον μεγά­λο κατα­στρο­φι­κό σει­σμό και την πυρ­κα­γιά του 1953 στη Ζάκυν­θο βρί­σκο­νται και εκτί­θε­νται σήμε­ρα στο Μου­σείο Ζακύν­θου, το Μου­σείο Σολω­μού και Επι­φα­νών Ζακυν­θί­ων, σε μονές και εκκλη­σί­ες. Σημα­ντι­κά είναι τα τα έργα του με προ­σω­πο­γρα­φί­ες που ανή­κουν στην Εθνι­κή Πινα­κο­θή­κη και την συλ­λο­γή Περδίου.

koutouzis2

ΑΓΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ, ΣΥΛΛΟΓΗ ΠΕΡΔΙΟΥ

Εκτός από ζωγρά­φος ο Κου­τού­ζης , ήταν και σατι­ρι­κός ποι­η­τής. Έγρα­ψε καυ­στι­κές σάτι­ρες για διά­φο­ρα επώ­νυ­μα πρό­σω­πα, οι οποί­ες είναι αρκε­τά αθυ­ρό­στο­μες με επι­κρι­τι­κές προ­ε­κτά­σεις. Ήταν αντί­πα­λος του ποι­η­τή Αντω­νί­ου Μαρ­τε­λά­ου, δασκά­λου του Ούγκο Φώσκο­λου και του Διο­νυ­σί­ου Σολω­μού, τον οποίο ειρω­νευό­ταν, με στί­χους του, για τις πολι­τι­κές ιδέ­ες του. Για το λόγο αυτό δημιούρ­γη­σε πολ­λούς εντό­πιους εχθρούς. Κάποιος από αυτούς, για εκδί­κη­ση, τον χτύ­πη­σε μια νύχτα του 1770 με αιχ­μη­ρό αντι­κεί­με­νο, πιθα­νόν φια­λί­διο με οξύ, κάτω από το αρι­στε­ρό του αυτί, αφή­νο­ντάς του ανε­ξί­τη­λο σημά­δι στο πρό­σω­πο. Για να το καλύ­ψει ο Κου­τού­ζης, ο οποί­ος ανα­φέ­ρει το συμ­βάν αυτο­σαρ­κα­ζό­με­νος σε σάτι­ρα του, άφη­σε γενειά­δα, κάτι που δεν συνη­θι­ζό­ταν για τις ανώ­τε­ρες τάξεις την επο­χή εκείνη.

Χει­ρο­το­νή­θη­κε τελι­κά ιερέ­ας στην Λευ­κά­δα στις 8 Οκτω­βρί­ου 1777, από τον επί­σκο­πο του νησιού Μελέ­τιο, επει­δή η Ζάκυν­θος δεν είχε Δεσπό­τη, αλλά Πρω­το­πα­πά και η Βενε­τι­κή κατο­χι­κή επι­κυ­ριαρ­χία ανα­γνώ­ρι­ζε μόνο τις χει­ρο­το­νί­ες, όπου γίνο­νταν από επι­σκό­πους της δικής της περι­φέ­ρειας. O Νικό­λα­ος Κου­τού­ζης ήταν εφη­μέ­ριος στον Ιερό Ναό του Aγί­ου Νικο­λά­ου του Μόλου, καθώς και στον Ιερό Ναό της Οδη­γή­τριας. Όμως παρά το σχή­μα του κλη­ρι­κού, εξα­κο­λου­θού­σε να κρί­νει, με παρ­ρη­σία και τόλ­μη, τους συμπο­λί­τες του.

koutouzis3

ΑΥΤΟΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΟΝΤΙΚΟ ΡΩΜΑ

Κατά την σωζό­με­νη παρά­δο­ση ο Κου­τού­ζης έκα­νε μεγα­λό­πρε­πες λει­τουρ­γί­ες στους ναούς, όπου υπη­ρέ­τη­σε σαν εφη­μέ­ριος, με μεγά­λη θεα­τρι­κό­τη­τα και ιδιόρ­ρυθ­μες εντυ­πω­σια­κές εμφα­νί­σεις. Φορού­σε ειδι­κά ράσα, ώστε να φαί­νο­νται οι αργυ­ρές πόρ­πες των παπου­τσιών του και οι ερυ­θρές περι­κνη­μί­δες του. Ο Ιάκω­βος Πολυ­λάς σημειώ­νει: «Κοντά εις τα άλλα πράγ­μα­τα ανάρ­μο­στα εις τον ιερό χαρα­κτή­ρα του είχε και τη συνή­θεια να δεί­χνε­ται κοσμι­κός λεβέ­ντης». Επί­σης, ο Γρη­γό­ριος Ξενό­που­λος ανα­φέ­ρει: «Μόνον ενώ­πιον του θυσια­στη­ρί­ου ο ιερεύς αντι­κα­θι­στά τον σατι­ρι­κόν ποι­η­τήν. Ακό­μη ενθυ­μού­νται την μεγα­λο­πρέ­πειαν και την κατά­νυ­ξιν, μεθ’ ης επε­τέ­λει τας ιεροτελεστίας».

koutouzis4

ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝΑΣ

Με τις « Έμμε­τρες βωμο­λο­χι­κές σάτι­ρες» που συνέ­γρα­ψε θεω­ρή­θη­κε και “κατα­ρα­μέ­νος ποι­η­τής”, εκφρά­ζο­ντας με σκαν­δα­λι­στι­κούς στί­χους την κοι­νω­νία που ζού­σε και που έτει­νε στο περι­θώ­ριο. Η αλή­θεια είναι όμως ότι ο παπα-Κου­τού­ζης έβρι­ζε τους αρι­στο­κρά­τες και την υπο­κρι­τι­κή ηθι­κή τους για­τί αισθα­νό­ταν ότι πρό­σβα­λαν το ήθος του. Κομ­ψευό­τα­νε παράλ­λη­λα και επι­ζη­τού­σε την προ­σο­χή των άλλων από μια διπο­λι­κή ελευ­θέ­ρω­ση και ανά­γκη προ­βο­λής της καλ­λι­τε­χνι­κής του φύσης.

Απο­βί­ω­σε στις 23 Ιου­λί­ου 1813 και θάφτη­κε στην ιστο­ρι­κή εκκλη­σία της «Φανε­ρω­μέ­νης» της πόλης της Ζακύνθου.

Ο Δήμος Ζακυν­θί­ων, με αφορ­μή τη συμπλή­ρω­ση 200 χρό­νων από το θάνα­τό του, αφιέ­ρω­σε τιμη­τι­κά το έτος 2013 στη μνή­μη του σημα­ντι­κού εικα­στι­κού καλ­λι­τέ­χνη και σατυ­ρι­κού ποι­η­τή του 18ου αιώ­να Νικό­λα­ου Κου­τού­ζη. Το 2017 κυκλο­φό­ρη­σαν από τις εκδό­σεις «Περί­πλους» για πρώ­τη φορά αλο­γό­κρι­τες οι ποι­η­τι­κές σάτι­ρές του, με εισα­γω­γι­κό κεί­με­νο του Νικία Λούν­τζη, επί­με­τρο του Δημή­τρη Αγγε­λά­του και επί­λο­γο του Σπύ­ρου Αλ. Καβ­βα­δία δια­φω­τί­ζο­ντας μας για την πολυ­σχι­δή προ­σω­πι­κό­τη­τα του και τον κοι­νω­νι­κό του περίγυρο.

koutouzis5

ΑΓΙΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ, ΣΥΛΛΟΓΗ ΠΕΡΔΙΟΥ

Η ιδιό­τυ­πη περί­πτω­ση του Νικό­λα­ου Κου­τού­ζη, για τον οποίο υπάρ­χουν αρκε­τά στοι­χεία και ανα­φο­ρές αλλά όχι σχε­τι­κή δια­τρι­βή ή ουσια­στι­κή μελέ­τη για το εικα­στι­κό του έργο και την καθο­ρι­στι­κή συμ­βο­λή του στις απαρ­χές της νεο­ελ­λη­νι­κής τέχνης είναι βέβαια παρα­κο­λου­θη­μα­τι­κή μεν, όσον αφο­ρά την βενε­τσιά­νι­κη τεχνο­τρο­πία του αλλά συνά­μα και μια υπο­δειγ­μα­τι­κή αισθη­τι­κή συνει­σφο­ρά στην ποιο­τι­κή της επαρ­χια­κή εκδο­χή. Επί­σης η διά­δο­ση της δυτι­κό­τρο­πης τεχνο­τρο­πί­ας με την καλ­λι­τε­χνι­κή διδα­σκα­λία της από τον Κου­τού­ζη ανέ­θρε­ψε νεό­τε­ρους άξιους εκφρα­στές της, όπως ο μαθη­τής του αγιο­γρά­φος και ζωγρά­φος Νικό­λα­ος Καντούνης.

koutouzis6

ΚΑΡΑΒΟΚΥΡΗΣ, ΣΥΛΛΟΓΗ ΠΕΡΔΙΟΥ

Τα «παρά­δο­ξα» βιο­γρα­φι­κά στοι­χεία του Κου­τού­ζη που είχα υπό­ψιν μου αποσπασματικά,μαθητής στην Κεφα­λο­νιά, στα πρώ­τα μου νεα­νι­κά μελε­τή­μα­τα με είχαν εντυ­πω­σιά­σει εμψυ­χω­τι­κά για την καλ­λι­τε­χνι­κή μου πορεία και μου έδω­σαν θάρ­ρος να εκφρα­στώ λογο­τε­χνι­κά και εικα­στι­κά χωρίς φραγ­μούς και ενδοια­σμούς, ανα­λο­γι­ζό­με­νος το θάρ­ρος του και την επι­μο­νή του να λέει αδί­στα­κτα την γνώ­μη του αψη­φώ­ντας την ιδιό­τη­τα του και τους κιν­δύ­νους την επο­χή εκεί­νη. Πολύ αργό­τε­ρα είδα αυθε­ντι­κά έργα του και δια­πί­στω­σα τις σπου­δαί­ες ικα­νό­τη­τες του. Ιδιαί­τε­ρα οι εκφρα­στι­κές και δηλω­τι­κές της αυτο­πε­ποί­θη­σης του αυτο­προ­σω­πο­γρα­φί­ες και οι προ­σω­πο­γρα­φί­ες ευγε­νών, όπως του Αντώ­νιου Σιγού­ρου, του Ναθα­να­ήλ Δομε­νε­γί­νη, του Διο­νυ­σί­ου Σολω­μού, ως βρέ­φος καθώς και εξευ­ρω­παι­σμέ­νων αστών, που φιλο­τέ­χνη­σε στα πλαί­σια της τυπι­κής μετω­πι­κής στυ­λι­στι­κής προ­σέγ­γι­σης, έχουν ιδιαί­τε­ρες αισθη­τι­κές αρε­τές. Η ενδιά­θε­τη ψυχο­γρα­φι­κή ανά­δει­ξη του χαρα­κτή­ρα μέσω του βλέμ­μα­τος, η επι­δέ­ξια προ­βο­λή και φορά χεριών και δακτύ­λων και η λεπτε­πί­λε­πτη επε­ξερ­γα­σία της χρω­μα­τι­κής επι­φά­νειας ανα­δει­κνύ­ει υπο­βλη­τι­κά τις άνε­τες στά­σεις των προσωπικοτήτων.

vivlio mpelogiannis

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο