Επιμέλεια Σφυροδρέπανος //
Σε λίγες βδομάδες είναι η επέτειος από την κυκλοφορία του πρώτου φύλλου του νόμιμου Ριζοσπάστη, μετά από την πτώση της χούντας των συνταγματαρχών. Αλλά η νομιμότητα είναι μια σχετική έννοια στο καθεστώς της αστικής δημοκρατίας. Κι η εφημερίδα βρέθηκε στο στόχαστρο της αντίδρασης και των κατασταλτικών μηχανισμών για το μαχητικό χαρακτήρα της και τις αποκαλύψεις της. Είναι χαρακτηριστικό πως μες στα πρώτα δέκα χρόνια από αυτό το πρώτο φύλλο, δέχτηκε εξήντα μηνύσεις και οδηγήθηκε πολλές φορές στα δικαστήρια. Σε τέσσερις ενδεικτικές περιπτώσεις από αυτές τις δίκες, αναφέρθηκε ο Γιώργης Τρικαλινός σε μια ομιλία του στο 10ο Φεστιβάλ ΚΝΕ-Οδηγητή (που κι αυτό θα κορυφώσει το φετινό του ταξίδι τις επόμενες βδομάδες) στην Καισαριανή, αναδεικνύοντας το ταξικό μίσος των επίσημων αρχών, την τρομοκρατία και την αστυνομοκρατία, που επικρατεί διαχρονικά πίσω από το δημοκρατικό περιτύλιγμα του αστικού κράτους. Ακολουθεί το κείμενο της ομιλίας, όπως το βρήκαμε και το αντιγράψαμε από το βιβλίο του Γ. Τρικαλινού “Προσωπική Κατάθεση ‑Πιστοί στις ιδέες του επιστημονικού σοσιαλισμού”, διατηρώντας την ορθογραφία του πρωτότυπου.
Δέκα χρόνια από την κυκλοφορία του νόμιμου Ριζοσπάστη
Διώξεις του Ριζοσπάστη μετά τη μεταπολίτευση
Περίπου 60 μηνύσεις — 4 χαρακτηριστικές δίκεςΟ Ριζοσπάστης, όπως είναι γνωστό, είναι όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ. Από την τέτια θέση του είναι ο υπερασπιστής του δίκηου των εργαζομένων και σημαιοφόρος της πάλης του λαού για τα προβλήματά του. Βρίσκεται πάντα παρών σ’ όλους τους ταξικούς αγώνες και τις πολιτικές συγκρούσεις, και είναι ο πρωτοπόρος της πάλης ενάντια στην αστική ιδεολογία, το ρεφορμισμό και τον οππορτουνισμό. Είναι φλογερός κήρυκας του προλεταριακού διεθνισμού, ένθερμος υπερασπιστής του σοσιαλισμού.
Γι’ αυτό το λόγο, από την πρώτη μέρα της έκδοσής του, δέχτηκε φοβερές διώξεις από τις αντιδραστικές δυνάμεις του τόπου μας. Τα γραφεία του πολλές φορές λεηλατήθηκαν, καταστράφηκαν. Πολλά στελέχη του εξορίστηκαν, φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν, εκτελέστηκαν, όπως οι αξέχαστοι σύντροφοί μας Φίτσιο, Βιδάλης, κ.ά. Τελικά, απαγόρεψαν τη νόμιμη κυκλοφορία του.
Μετά τη μεταπολίτευση, στις 25.9.1974, ο Ριζοσπάστης κυκλοφόρησε νόμιμα. Όμως από την ημερομηνία αυτή μέχρι σήμερα δέχεται πάλι καινούργιες διώξεις. Από την ανοιχτή τρομοκρατία, με τις συλλήψεις πωλητών της εφημερίδας, μέχρι την ψυχολογική τρομοκρατία: “Μην αγοράζεις Ριζοσπάστη, γιατί θα σου γίνει φάκελλος από την αστυνομία” ή “θα σε διώξουν από τη δουλειά” ή “θα σου κόψουν τη σύνταξη” κλπ, μέχρι τις μηνύσεις εναντίον της εφημερίδας. Από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα έγιναν πάνω από 60 μηνύσεις. Και δώσαμε σκληρές μάχες στις δίκες αυτές με τους δικηγόρους μας. Όλες αυτές τις μάχες τις κερδίσαμε. Ο Ριζοσπάστης αθωώθηκε πανηγυρικά. Υπερασπίστηκε με συνέπεια και πάθος, χωρίς συμβιβασμούς και υποχωρήσεις το δίκηο των εργαζομένων.
Για να δείξω την ποιότητα αυτών των διώξεων-μηνύσεων σ’ αυτό το διάστημα, αναφέρω τέσσερις χαρακτηριστικές απ’ αυτές τις δίκες.
ΠΡΩΤΗ ΔΙΚΗ
Υπόθεση: Την παραμονή της 25ης του Μάρτη 1976 νεοταξίτες δημιούργησαν επεισόδια. Πολίτες τους συνέλαβαν και τους πήγαν στο 4ο αστυνομικό τμήμα. Το τμήμα αντί να κρατήσει μόνο τους νεοταξίτες κράτησε και τους πολίτες που τους συνέλαβαν. Την επομένη, όταν επρόκειτο να οδηγηθούν στο αυτόφωτο, ένας από τους κατηγορούμενους, ο Καρακώστας, γιος αξιωματικού, είχε εξαφανιστεί. Ο Ριζοσπάστης τις επόμενες μέρες έγραψε: “Κρατούμενος έκανε φτερά από το αστυνομικό τμήμα”.
Γι’ αυτή την καταγγελία διεξήχθη έρευνα από τον αξιωματικό της Αστυνομίας πόλεων κ. Κουβέλη, ο οποίος διαπίστωσε τα αντίθετα. Ότι “… ο κρατούμενος δεν έκανε φτερά, αλλά… είχε μπει στο νοσοκομείο Νταού Πεντέλης (επί της οδού Πατησίων) και ότι… ήταν υπό φρούρηση και ότι από εκεί μεταφέρθηκε σε άλλο τμήμα υπό φύλαξιν και τελικά, …εμφανίστηκε στο δικαστήριο”.
Έγινε μήνυση στο Ριζοσπάστη, ο οποίος τελικά δεν μπόρεσε να αποδείξει την αλήθεια αυτής της είδησης και καταδικάστηκε για “διασπορά ψευδών ειδήσεων και περιύβριση αρχής”.
Γίνεται έφεση. Στην κατ’ έφεση συζήτηση ο αξιωματικός της αστυνομίας πόλεων επανέλαβε τα ίδια. Ότι δηλ: “ο κρατούμενος δεν έκανε φτερά”, ότι… “μπήκε στο νοσοκομείο…” κλπ. Αποδείχτηκε όμως ότι ο αξιωματικός της αστυνομίας δεν έλεγε την αλήθεια. Γιατί το νοσοκομείο που έλεγε ότι πήγαν τον κρατούμενο εκείνη την ημέρα δε λειτουργούσε, ήταν κλειστό. Ούτε και πέρασε από κει ποτέ τέτοιος κρατούμενος. Το γεγονός εξακριβώθηκε με βεβαίωση του ίδιου του νοσοκομείου.
Και ο Ριζοσπάστης αθωώθηκε.
ΔΕΥΤΕΡΗ ΔΙΚΗ
Υπόθεση: Στις 17.3.78, το βράδυ στην εφημερίδα έφτασε η είδηση ότι ο διοικητής Ασφαλείας Θηβών, κ. Αλεξάκης, με τη λυκειάρχη του λυκείου Θηβών κ. Μαριάνθη Παπαδημητρίου έκαναν έρευνα στις τσάντες των μαθητριών του λυκείου, για να ανακαλύψουν έντυπα πολιτικού περιεχομένου, “Οδηγητή”, “Εξόρμηση” κλπ.
Προηγουμένως είχαν στείλει τα κορίτσια “εκδρομή”, παρά τον άσχημο καιρό, για να κάνουν καλύτερα τη δουλειά τους.
Όμως οι μαθήτριες, λόγω του καιρού, γύρισαν πιο νωρίς από την ώρα που είχε οριστεί. Φτάνοντας όμως στο λύκειο, είδαν τον κ. Αλεξάκη να φεύγει με μέτρα προφύλαξης και τις τσάντες τους αναστατωμένες, τα βιβλία και τετράδιά τους πεταμένα στο πάτωμα. Όλα έδειχναν ότι ερευνήθηκαν.
Οι μαθήτριες αντέδρασαν, διαμαρτυρήθηκαν με φωνές και κήρυξαν αποχή από τα μαθήματα. Αντέδρασε και όλη σχεδόν η κοινωνία της Θήβας, μόλις έμαθε το γεγονός: το Δημοτικό Συμβούλιο, το Εργατικό Κέντρο, ο Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων, ο Δικηγορικός Σύλλογος, ο Σύλλογος Μηχανικών κλπ με ψηφίσματά τους καταδίκαζαν την έρευνα στο λύκειο και ζητούσαν την παραδειγματική τιμωρία των ενόχων.
Την είδηση αυτή δημοσίευσε την επομένη ο Ριζοσπάστης, όπως και τις διάφορες διαμαρτυρίες.
Ύστερα απ’ αυτό ο διοικητής Ασφαλείας Θηβών, κ. Αλεξάκης, έκανε μήνυση στο Ριζοσπάστη με την κατηγορία της “συκοφαντικής δυσφήμησης”.
Η δίκη, την οποία παρακολούθησε με μεγάλο ενδιαφέρον όλη η κοινωνία της Θήβας, άρχισε στις 4.4.1979 και κράτησε δέκα μέρες.
Ο κατήγορός μας χρησιμοποίησε μάρτυηρες κατηγορίας ακόμα και βασανιστές του Μακρονησιού, όπως τον Γ. Χατζημπαμπά, τον οποίο ο Φ. Γρηγοριάδης και ο Καλλιδόνης στα βιβλία τους χαρακτήριζαν “κτηνάνθρωπο του Μακρονησιού”. Όλα αυτά αποκαλύφθηκαν στη δίκη από τους δικηγόρους και τους μάρτυρες υπεράσπισης: Τον δήμαρχο Θήβας, τον πρόεδρο του δικηγορικού συλλόγου κλπ. Αποκαλύφθηκαν επίσης στη δίκη οι εκβιασμοί, οι πιέσεις που ασκούσε ο κ. Αλεξάκης σε βάρος των εργαζομένων της Θήβας, οι προσπάθειές του να εξαγοράσει συνειδήσεις και να υπονομεύσει το κύρος του Εργατικού Κέντρου.
Τελικά, ο Ριζοσπάστης αθωώθηκε. Και ύστερα από τις αποκαλύψεις που έγιναν σε βάρος του κ. Αλεξάκη, η υπηρεσία του υποχρεώθηκε να τον μεταθέσει σε μια υποδιοίκηση χωροφυλακής της περιοχής Κέρκυρας.
ΤΡΙΤΗ ΔΙΚΗ
Υπόθεση: Στις 23.8.1979 αστυνομικοί του τμήματος Κρεσταίνων Πύργου και άλλοι τραμπούκοι χτύπησαν σοβαρά μια ομάδα νέων που τραγουδούσαν διάφορα προοδευτικά τραγούδια και άλλα του εθνικοπαελευθερωτικού αγώνα.
Το γεγονός αυτό το κατήγγειλαν οι νέοι αυτοί στο Ριζοσπάστη και σε άλλες εφημερίδες. Ο Ριζοσπάστης κι η εφημερίδα του Πύργου “Ευθύνη” δημοσίευσαν την είδηση μ τίτλο “Επίθεση τραμπούκων με μαχαίρια στην Κρέσταινα”. Η χωροφυλακή Κρεσταίνων και συγκεκριμένα ο ανθυπομοίραρχος κ. Καραβάτσος, ο ανθυπασπιστής κ. Κουρκούτας και ο ενωμοτάρχης κ. Σκεπετάρης μήνυσαν το Ριζοσπάστη και την Ευθύνη για συκοφαντική δυσφήμηση.
Η δίκη έγινε στον Πύργο στις 17.1.1980 και κράτησε ολόκληρη τη μέρα.
Στη δίκη αποκαλύφθηκε ο ρόλος της αστυνομίας των Κρεσταίνων, η τρομοκρατία που ασκούσε, η παρακολούθηση που έκανε σε βάρος των δημοκρατικών πολιτών της περιοχής. Μάλιστα, έγινε και ένα περιστατικό που αξίζει να το αναφέρουμε.
Μια γυναίκα, μάρτυρας υπεράσπισης, που το σπίτι της βρισκόταν στην πλατεία των Κρεσταίνων, όπου είχαν δείρει οι αστυνομικοί τους νέους, κατέθεσε ότι από τις γρίλιες του παραθύρου της είδε τους αστυνομικούς, μαζί με τους τραμπούκους να χτυπούν τους νέους.
Ο ενωμοτάρχης κ. Σκεπετάρης, παρεμβαίνοντας, προσπάθησε να αποδείξει ότι ψεύδεται η μάρτυς, γιατί όπως τόνισε, ήξερε ότι η μάρτυς κοιμόταν σε δωμάτιο που δεν έβλεπε προς την πλατεία, αλλά προς το πίσω μέρος του σπιτιού. Έτσι, χωρίς να το θέλει, ο κ. ενωμοτάρχης φάνηκε καθαρά ότι η παρακολούθηση των δημοκρατικών πολιτών από τη χωροφυλακή έφτανε σε τέτοιο σημείο, ώστε ήξερε και πού κοιμόταν ακόμα ο κάθε πολίτης. Αυτό το επισήμαναν οι δικηγόροι υπεράσπισης και άσκησε σοβαρή επίδραση στην τελική αθώωση του Ριζοσπάστη και της “Ευθύνης”.
ΤΕΤΑΡΤΗ ΔΙΚΗ
Υπόθεση: στις 3.7.1980, ο Ριζοσπάστης δημοσίευσε καταγγελία εργαζομένων στο ξενοδοχείο Κάραβελ ότι δεν εφαρμόζεται από τη διεύθυνση του ξενοδοχείου η εργατική νομοθεσία, ότι ασκείται τρομοκρατία, ότι δεν είναι καλές οι συνθήκες δουλειάς για τους εργαζόμενους, κλπ.
Η διεύθυνση του ξενοδοχείου έκανε μήνυση στο Ριζοσπάστη.
Η δίκη έγινε στο τριμελές πλημμελειοδικείο της Αθήνας στις 19.11.1980. Οι συνήγοροι, οι κατηγορούμενοι και οι μάρτυρες υπεράσπισης ανέτρεψαν όσα υποστήριξε ο μηνυτής κατέθεσαν πλήθος καταγγελίας του “Σύνδεσμου Ξενοδοχοϋπαλλήλων” προς την επιθεώρηση της εργασίας, όπου αναφέρονταν ότι η διεύθυνση του Κάραβελ δεν εφαρμόζει τις συλλογικές συμβάσεις, απολύει τους συνδικαλιστές, στελεχώνει την επιχείρηση με πρώην αστυνομικούς, αντί κανονικούς υπαλλήλους, κλπ.
Αποτέλεσμα: η μήνυση αποσύρθηκε και ο Ριζοσπάστης αθωώθηκε πανηγυρικά.
Συμπέρασμα: Στα δέκα χρόνια νόμιμης κυκλοφορίας του, από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα, ο Ριζοσπάστης στάθηκε σημαιοφόρος της πάλης και υπερασπιστής των συμφερόντων όλων των εργαζομένων. Για αυτή τη στάση του υπέστη πολλές διώξεις, έδωσε πολλές και σκληρές μάχες τις οποίες κέρδισε.