Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ομάρ Καγιάμ…

Γράφει ο Ρωμύλος Αυδής //

Ολόκληρο τ’ όνομά του είναι: Γκιιατ αντ-Ντιν Αμπούλ Φατχ Ουμάρ ιμπν Ιμπραχίμ αλ-Καγιάμ Νισαπουρί. Γεννήθηκε στην πόλη Νισαπούρ στις 18 Μαΐου 1048 και πέθανε στην ίδια πόλη, όπου και το Μαυσωλείο του,στις στις 4 Δεκέμβρη 1131, σε ηλικία 83 ετών.

Φιλόσοφος με επιρροές από τον Αβικέννα, τον οποίο δίδαξε για πολλά χρόνια, μαθηματικός, αστρονόμος και ποιητής. Ασχολήθηκε επίσης με τη μηχανική, τη γεωγραφία, την ορυκτολογία, τη Μουσική και την Ισλαμική θεολογία.

Όταν σε νεαρή ηλικία μετακινήθηκε στη Σαμαρκάνδη, όπου τον πήρε κάτω από περιπετειώδη τρόπο, υπό την προστασία του ο καδής των καδήδων Αμπού Ταχέρ, ήταν ήδη ξακουστός για την ευρυμάθειά του. Ήταν η εποχή που είχε ήδη αρχίσει να γράφει τετράστιχα.

omarΣτην πόλη Μπουχάρα, όπου βρέθηκε αργότερα, καθιερώθηκε σαν ένας από τους μεγαλύτερους Μαθηματικούς κι Αστρονόμους της μεσαιωνικής εποχής. Η πραγματεία του για την Απόδειξη Αλγεβρικών Προβλημάτων θεωρείται από τις σημαντικότερες πραγματείες για την Άλγεβρα που γράφτηκε πριν από τα νεότερα χρόνια. Σ’ αυτήν περιλαμβάνεται μια γεωμετρική μέθοδος για την επίλυση κυβικών εξισώσεων, τέμνοντας υπερβολή με κύκλο. Είναι ακριβώς η εποχή που συνέβαλε με τις αστρονομικές παρατηρήσεις και μετρήσεις του σε μια μεταρρύθμιση του ημερολογίου. Όπως αργότερα στην πόλη Μαρβ, παλιά πρωτεύουσα του Χορασάν, προσκεκλημένος  του τοπικού βασιλιά, κάνει καταπληκτικά πειράματα στον τομέα της μετεωρολογικής πρόβλεψης, καθώς οι γνώσεις του για τον ουρανό, του επιτρέπουν να κάνει ακριβείς περιγραφές στις κλιματικές αλλαγές του κλίματος για διάστημα πέντε ημερών.

Στη Δύση, εκτός από λίγους μαθηματικούς, φιλόσοφους κι αστρονόμους, είναι κυρίως γνωστός για τα τετράστιχά του, τα Ρουμπαγιάτ. Ο λόγιος Τόμας Χάιντ ήταν ο πρώτος μη Πέρσης μελετητής του Καγιάμ, ενώ ο ποιητής Έντουαρντ Φιτζέραλντ μέσω της περίφημης μετάφρασής του και των διασκευών των Ρουμπαγιάτ, τον κατέστησε το σημαντικότερο ποιητή της Ανατολής στη Δύση.

Οι μύθοι της Ανατολής μιλούν για τρεις Πέρσες φίλους που σημάδεψαν, ο καθένας με τον τρόπο του, τα πρώτα χρόνια της πρώτης χιλιετηρίδας: τον Ομάρ Καγιάμ, που τον παρατήρησε, τον Νιζάμ αλ- Μουλκ, που τον κυβέρνησε και τον Χασάν Σεμπάχ, που τον τρομοκράτησε.

Ο Νιζάμ αλ-Μουλκ του είχε δώσει ένα λευκό τετράδιο,όπου άρχισε να γράφει τα καλύτερά του Ρουμπαγιάτ:

Η ευλογημένη νιότη μου σιγά-σιγά μ’ αφήνει,

Τη λησμονιά αποζητώ μες του κρασιού τη δίνη.

Κι αν το κρασί είναι πικρό, μ’ αρέσει να το πίνω,

Γεύση θαρρώ της ζήσης μου είναι η πίκρα εκείνη.

Ο Βαρτάν πιστός ακόλουθός του-αρχικά είχε αναλάβει να τον δολοφονήσει, αλλά ανέβαλε συνεχώς τη θανάτωσή του για πολλά χρόνια μέχρι που μεταβλήθηκε σε φύλακα άγγελό του-πρότεινε να γράφει αυτός στο περιθώριο των Ρουμπαγιάτ, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες γράφτηκκε κάθε ένα τετράστιχο. Έτσι δημιουργήθηκε το Χειρόγραφο της Σαμαρκάνδης, απ’ όπου κι η παρακάτω παραβολή:

Τρεις φίλοι σεργιάνιζαν στα οροπέδια της Περσίας, όταν ξαφνικά εμφανίζεται ένας πάνθηρας, όλη η αγριότητα του κόσμου. Κοίταξε πολύ ώρα προς τους τρεις άντρες κι ύστερα έτρεξε προς το μέρος τους.

Ο πρώτος πιο ηλικιωμένος, πιο πλούσιος, πιο ισχυρός λέει: Είμαι ο άρχοντας αυτού του τόπου, δεν θα επιτρέψω σ’ ένα ζώο να ρημάξει τις εκτάσεις που μου ανήκουν, αμολάει δυο κυνηγόσκυλα ενάντια στον πάνθηρα που αγρίεψε, τα σκότωσε κι ύστερα χύμηξε στ’ αφεντικό τους και του ξέσκισε τα σωθικά.

Αυτό ήταν το ριζικό του Νιζάμ αλ-Μουλκ.

Ο δεύτερος είπε μέσα του: Είμαι άνθρωπος των γραμμάτων, όλοι με σέβονται και με τιμούν, γιατί ν’ αποφασίσουν για την τύχη μου σκυλιά και πάνθηρες; Έκανε μεταβολή και το έβαλε στα πόδια, χωρίς να περιμένει την έκβαση της μάχης. Από τότε περιπλανιόταν από σπηλιά σε σπηλιά, από καλύβι σε καλύβι, βέβαιος ότι το θηρίο τον καταδίωκε ασταμάτητα.

omar2Αυτό ήταν το ριζικό του Ομάρ Καγιάμ.

Ο τρίτος ήταν φανατικός στην πίστη του. Πλησίασε τον πάνθηρα με ανοιχτές τις παλάμες του, με βλέμμα δυναστικό, με στόμα εύγλωττο: Καλωσόρισες σ’ αυτά τα μέρη. Οι σύντροφοί μου ήταν πλουσιότεροι από μένα και τους απογύμνωσες, ήταν πιο φαντασμένοι από μένα και τους ταπείνωσες.’ Το θηρίο τον άκουγε μαγεμένο, τιθασευμένο. Εκείνος του πήρε τον αέρα, κατόρθωσε να τον ημερώσει. Από τότε κανένας άνθρωπος δεν τολμάει να τον πλησιάσει και κρατιούνται σε απόσταση.

Και το Χειρόγραφο καταλήγει: Όταν έρχεται η εποχή των αναταραχών, δεν μπορεί κανένας να σταματήσει την ορμή της, κανείς δεν μπορεί να την αποφύγει, μερικοί κατορθώνουν να την εκμεταλλευτούν. Ο Χασάν ανήκει στην τελευταία κατηγορία. Ήξερε πώς να δαμάσει την αγριότητα του κόσμου, καλύτερα απ’ τον καθένα. Έσπειρε γύρω του τον τρόμο. Από το Αλαμούτ, όπου εξασφάλισε για τον εαυτό του ένα μικροσκοπικό χώρο γαλήνης, δημιούργησε τον πιο άγριο στρατό φανατισμένων, τους Ασσασσίνους. Χιλιάδες τα θύματά τους, από τους πιο ισχυρούς βασιλιάδες κι αρχόντους μέχρι τον τελευταίο άπιστο.

Τίμησε όμως τον Ομάρ Καγιάμ, παρόλο που ο τελευταίος δεν πήγε ποτέ στο Αλαμούτ, όπου τον είχε προσκαλέσει, και κήρυξε τη διδασκαλία του ως υποχρεωτική για τους πιστούς του.