Επιμέλεια: Νίκος Μόττας //
Συνέντευξη με τον Γενικό Γραμματέα της ΚΕ του Κομμουνιστικού Κόμματος των Λαών της Ισπανίας (Partido Comunista de los Pueblos de España) Αστόρ Γκαρσία με αφορμή τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις στη χώρα, την παραίτηση της κυβέρνησης Ραχόι και την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον ηγέτη του Σοσιαλιστικού Κόμματος Πέδρο Σάντσεθ. Ευχαριστώ την Έφη Α. για την πολύτιμη βοήθεια της στη μετάφραση της συνέντευξης.
* * *
- Σύμφωνα με ανακοίνωση του κόμματός σας, η διαμάχη στο Κοινοβούλιο μεταξύ του Λαϊκού Κόμματος (Partido Popular) και των Σοσιαλιστών (PSOE), είναι αποτέλεσμα ανταγωνισμού μεταξύ διαφορετικών τμημάτων του κεφαλαίου. Πιστεύετε ότι το μεγάλο κεφάλαιο επιθυμεί νέες αντεργατικές, αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις, τις οποίες μια κυβέρνηση των Σοσιαλιστών με πρωθυπουργό τον Πέδρο Σάντσεθ θα μπορούσε να εφαρμόσει πιο εύκολα απ’ την προηγούμενη κυβέρνηση; Εάν αυτό ισχύει, θα μπορούσατε να μας αναφέρετε εν συντομία τι είδους μεταρρυθμίσεις σκοπεύει να εφαρμόσει η νέα κυβέρνηση;
Ασ. Γκαρσία: Η έξοδος από την καπιταλιστική κρίση ήταν εφικτή χάρη στην εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης. Στην Ισπανία, τα εργασιακά δικαιώματα που είχαν κατακτηθεί τις προηγούμενες δεκαετίες περιορίστηκαν σημαντικά. Τα κοινωνικά δικαιώματα υπέστησαν σκληρό πλήγμα. Ο πλούτος συγκεντρώθηκε, όσο ποτέ άλλοτε, στα χέρια μιας χούφτας αστών, τη στιγμή που η μεγάλη πλειονότητα των εργαζομένων αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες στην ικανοποίηση των βασικών της αναγκών. Η φτώχεια αυξάνεται, ενώ οι μισθοί και οι συντάξεις δεν επαρκούν για να ζήσει κανείς. Ο νέος κύκλος συσσώρευσης του κεφαλαίου που ξεκίνησε στην Ισπανία απαιτεί συνεχή εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης.
Κατά τους τελευταίους μήνες, οι κοινωνικοί αγώνες ενισχύθηκαν. Ξεκίνησε μια νέα φάση κινητοποιήσεων στην οποία συμμετείχαν εκατομμύρια άνθρωποι. Οι γυναίκες, οι συνταξιούχοι και οι φοιτητές έκαναν ένα βήμα μπροστά και οι κύριες συνδικαλιστικές οργανώσεις προώθησαν τις κινητοποιήσεις με στόχο τη σύγκλιση όλων αυτών των αγώνων σε μια γενική απεργία. Η δυσαρέσκεια για τα σοβαρά σκάνδαλα διαφθοράς που έπληξαν άμεσα την κυβέρνηση του Μαριάνο Ραχόι άρχισε να παίρνει διαστάσεις.
Αυτό είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PSOE) κατέθεσε την πρόταση μομφής. Με μια κυβέρνηση του Λαϊκού Κόμματος, η κοινωνική σύγκρουση θα ήταν αναπόφευκτη. Την προηγούμενη εβδομάδα, είχε εγκριθεί ο Γενικός Προϋπολογισμός για το 2018, με τον οποίο η αστική τάξη έθεσε τις οικονομικές βάσεις που θα ίσχυαν μέχρι τη διάλυση της παρούσας Βουλής. Η νέα κυβέρνηση του PSOE έχει αποδεχτεί αυτόν τον Προϋπολογισμό, ο οποίος είναι εξαιρετικά αντιδραστικός, και επομένως η οικονομική πολιτική δεν πρόκειται να αλλάξει με τη διακυβέρνηση του Πέδρο Σάντσεθ. Η νέα κυβέρνηση θα προσπαθήσει να περάσει ορισμένα συμβολικά μέτρα με στόχο τον κατευνασμό της λαϊκής δυσαρέσκειας, έτσι ώστε να ξεθυμάνουν οι αγώνες που ξεκίνησαν τους προηγούμενους μήνες. Για παράδειγμα, φαίνεται ότι θα προσπαθήσουν να τροποποιήσουν ορισμένες πτυχές του αποκαλούμενου «νόμου-φίμωτρο», ο οποίος επιτρέπει την άνευ ορίων καταστολή απέναντι στο εργατικό και λαϊκό κίνημα. Σε κάθε περίπτωση, η ουσία αυτού του νόμου θα διατηρηθεί. Δεν πρόκειται να ανατρέψουν ούτε τις μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά.
Θα δούμε μια ολόκληρη σειρά κινήσεων με στόχο την αδρανοποίηση των αγώνων, τον αποπροσανατολισμό τους και την ενσωμάτωσή τους στα πλαίσια της κοινοβουλευτικής συζήτησης. Η κυβέρνηση του Πέδρο Σάντσεθ έρχεται προκειμένου να επιχειρήσει να διασφαλίσει την κοινωνική ειρήνη που έχει ανάγκη η αστική τάξη αυτή τη στιγμή, και να διευκολύνει την αναδιοργάνωση του πολιτικού συστήματος που έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια.
- Σε δήλωσή του σήμερα (σ.σ: την ημέρα της κυβερνητικής αλλαγής), μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε ότι «σήμερα είναι μια πολύ καλή μέρα για τους λαούς της Ευρώπης» και χαιρέτισε την αλλαγή της κυβέρνησης ως νίκη των «προοδευτικών δυνάμεων» ενάντια «στη νεοφιλελεύθερη και διεφθαρμένη Δεξιά». Γνωρίζετε το ρόλο της σοσιαλδημοκρατίας του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και τα αποτελέσματα της πολιτικής της. Πιστεύετε ότι ο Πέδρο Σάντσεθ αποτελεί ένα είδος «Τσίπρα της Ισπανίας» και θα επιχειρήσει να εγκλωβίσει τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα σε νέες αυταπάτες;
Ασ. Γκαρσία: Στην Ισπανία, το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PSOE) κινδύνεψε σοβαρά να έχει την ίδια τύχη με το ΠΑΣΟΚ, αλλά κατάφερε τελικά να επιβιώσει με τον Πέδρο Σάντσεθ. Ως εκ τούτου, τον αντίστοιχο ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, τον παίζει στην Ισπανία η συμμαχία μεταξύ του Σοσιαλιστικού Κόμματος του Πέδρο Σάντσεθ και των Ποδέμος, οι οποίοι υποστήριξαν την πρόταση μομφής χωρίς να απαιτήσουν κανένα αντάλλαγμα, ζητώντας μάλιστα να συμμετάσχουν στη νέα κυβέρνηση. Πρόκειται για μια συμφωνία μεταξύ της παλιάς και της νέας σοσιαλδημοκρατίας. Δεν είναι περίεργο που χαιρετίζεται από δυνάμεις όπως ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο, η νέα κυβέρνηση των Σοσιαλιστών στην Ισπανία θα είναι πολύ αδύναμη, δεδομένου ότι μόνο με τη στήριξη των Ποδέμος δεν πρόκειται να υπάρξει η αναγκαία κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Το πολιτικό σύστημα χρειαζόταν τόνωση και το PSOE λειτούργησε ως τονωτικό. Ταυτόχρονα, όμως, όπως επισημάναμε, στα καπιταλιστικά επιτελεία μαγειρεύονται νέα αντεργατικά μέτρα και ενισχύεται από τα μονοπώλια με τρόπο τελείως ξεδιάντροπο το κόμμα των Θιουδαδάνος – μια μορφή επανίδρυσης της πολιτικής Δεξιάς.
Ο νέος συσχετισμός δυνάμεων που αναπτύσσεται θα αποκρυσταλλωθεί στις επόμενες γενικές εκλογές, οι οποίες θα προκηρυχθούν μόλις ο Πέδρο Σάντσεθ θεωρήσει ότι η επιλογή της σοσιαλδημοκρατίας έχει ελπίδες να προχωρήσει. Εκείνη τη στιγμή ο εργαζόμενος λαός θα έρθει αντιμέτωπος με έναν νέο εκλογικό εκβιασμό: είτε να στηρίξει τις δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, είτε να διακινδυνεύσει μια κυβέρνηση της σκληρής Δεξιάς, εκπροσωπούμενης από τη συμμαχία των Θιουδαδάνος με το Λαϊκό Κόμμα. Θα βάλουν το εργατικό και λαϊκό κίνημα μπροστά στο παλιό δίλημμα της επιλογής του μικρότερου κακού.
- Έχετε καλέσει τους εργαζόμενους να εντείνουν τον αγώνα τους χωρίς να εναποθέσουν καμία ελπίδα στη νέα σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση. Ποιες είναι οι κύριες πρωτοβουλίες που έχετε αναλάβει, ως κομμουνιστικό κόμμα, για την οργάνωση του εργατικού-λαϊκού κινήματος και, με την ευκαιρία αυτή, τι μήνυμα θέλετε να στείλετε στους κομμουνιστές και την εργατική τάξη της Ελλάδας;
Ασ. Γκαρσία: Το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν ξεχνά τον ρόλο που έχουν παίξει στη χώρα μας οι Σοσιαλιστές (PSOE). Τους γνωρίζουμε πολύ καλά. Ο Φελίπε Γκονζάλες ήρθε στην κυβέρνηση με το σύνθημα «ΌΧΙ στην ένταξη στο ΝΑΤΟ» και τέσσερα χρόνια αργότερα η Ισπανία εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ. Μιλούσε για κοινωνικά δικαιώματα, αλλά ταυτόχρονα συνέχιζε τις διαπραγματεύσεις για την είσοδο στην ΕΟΚ, επέβαλλε δια πυρός και σιδήρου τη λεγόμενη «βιομηχανική ανασυγκρότηση», διέλυσε τα εργασιακά δικαιώματα που είχαν κατακτηθεί το προηγούμενο διάστημα, κατέστειλε έντονα κάθε κοινωνική αμφισβήτηση, χρησιμοποίησε την κρατική τρομοκρατία και έστειλε τα ισπανικά στρατεύματα να πολεμήσουν στους νέους ιμπεριαλιστικούς πολέμους που ακολούθησαν τον θρίαμβο της αντεπανάστασης στην ΕΣΣΔ.
Ο ρόλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος ήταν καθοριστικός για τη θέση της Ισπανίας στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα και για τον εκσυγχρονισμό του ισπανικού καπιταλισμού μετά το καθεστώς του Φράνκο. Η επόμενη κυβέρνηση του PSOE με τον Ροντρίγκες Θαπατέρο ακολούθησε τον ίδιο δρόμο, υλοποίησε τις πολιτικές που απαιτούσε το κεφάλαιο εκείνη την εποχή και, εν μέσω καπιταλιστικής κρίσης, παραχώρησε στα μονοπώλια τεράστια κεφάλαια μέσω κρατικών επενδύσεων. Η σοσιαλδημοκρατική ρητορική του Θαπατέρο έφτασε στο τέλος της με μια συνταγματική αλλαγή, συμφωνημένη από κοινού με το Λαϊκό Κόμμα, η οποία εισήγαγε την αρχή της δημοσιονομικής σταθερότητας στο άρθρο 135 του Συντάγματος. Είχε ήδη προηγηθεί το 2010 μια εργασιακή μεταρρύθμιση που ευνοούσε την (εργοδοτική) εκμετάλλευση, τη γενίκευση των προσωρινών συμβάσεων και τις νέες μορφές εργασιακής επισφάλειας, τις οποίες ενέτεινε περαιτέρω το Λαϊκό Κόμμα το 2012. Το ίδιο έκαναν και με την κοινωνική ασφάλιση, αυξάνοντας τα όρια συνταξιοδότησης.
Το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Πέδρο Σάντσεθ θα ακολουθήσει την ίδια πορεία: μια πολιτική κινήσεων με στόχο την εξαπάτηση του λαού και μια διαχείριση που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Με το PSOE δεν υπάρχουν αυταπάτες. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο προσπαθούμε να κινητοποιήσουμε την εργατική τάξη και τους εργαζόμενους, έτσι ώστε να μη δοθεί ούτε λεπτό ανάσας στη νέα κυβέρνηση.
Τους επόμενους μήνες, το Κόμμα μας θα επικεντρωθεί στην εργατική τάξη, καλώντας την να συζητήσει σοβαρά την πορεία που πρέπει να ακολουθήσει. Στους χώρους δουλειάς και στα συνδικάτα είναι απαραίτητο να συνειδητοποιηθεί η ανάγκη χάραξης μιας ανεξάρτητης πορείας, στη βάση αποκλειστικά των συμφερόντων των εργαζομένων της χώρας μας, στη βάση των αναγκών της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας. Αν οι ηγεσίες των συνδικαλιστικών οργανώσεων επιλέξουν να βάλουν εμπόδια στο ρεύμα των κινητοποιήσεων που ξεκίνησε, θα αποδειχθούν εξαιρετικά ανεύθυνες και οι συνέπειες θα είναι πολύ σοβαρές. Η κοινωνική πίεση δεν πρέπει να μειωθεί. Μόνο ο αποφασιστικός και οργανωμένος αγώνας θα πετύχει νίκες και νέες κατακτήσεις για το εργατικό κίνημα. Αυτός είναι ο προβληματισμός που οι κομμουνιστές μεταφέρουμε στους χώρους δουλειάς και σπουδών, στις εργατογειτονιές, στις συνδικαλιστικές οργανώσεις.
Το εργατικό κίνημα δεν πρέπει να παγιδευτεί από το PSOE και από δυνάμεις όπως οι Ποδέμος που το ακολουθούν, και που με τη σειρά τους ακολουθούνται από τα απομεινάρια των παλιότερων δυνάμεων που προέρχονται από τον ευρωκομμουνισμό. Ή αγωνιζόμαστε σκληρά για μια χώρα με την εργατική τάξη μπροστά ή οι εποχές που θα ζήσουμε θα είναι εξαιρετικά δύσκολες. Το πολιτικό σύστημα αναδιοργανώνεται για να πιέσει ακόμη περισσότερο το εργατικό-λαϊκό κίνημα και να εντείνει την καπιταλιστική εκμετάλλευση στον μέγιστο βαθμό. Η εναλλακτική λύση δεν είναι η μεταρρύθμιση του πολιτικού συστήματος στο πλαίσιο της αστικής δημοκρατίας, όπως υποστηρίζει η παλιά και η νέα σοσιαλδημοκρατία. Αυτή η μεταρρύθμιση είναι αδύνατη στην παρούσα φάση του καπιταλισμού, είναι μια ψευδαίσθηση, είναι παγίδα, είναι εξαπάτηση του λαού.
Το εργατικό κίνημα πρέπει να ανασυγκροτηθεί, πρέπει να αναδιοργανωθεί, πρέπει να οικοδομήσει ένα σχέδιο για τη χώρα που θα βασίζεται σε ένα νέο είδος εξουσίας, την εργατική εξουσία. Και γι’ αυτό θα πρέπει να συνεχίσει να ενισχύεται το Κομμουνιστικό Κόμμα, ώστε να μπορέσει να παλέψει πολιτικά και ιδεολογικά ενάντια σε όλες τις αστικές δυνάμεις που προσπαθούν να απομακρύνουν τους εργαζόμενους από αυτόν τον δρόμο. Το μέλλον δεν είναι ο καπιταλισμός. Το Κόμμα προσπαθεί να αυξήσει τις δυνάμεις του στο εργατικό κίνημα, στους χώρους δουλειάς, στους στρατηγικούς τομείς της παραγωγής. Εκεί βρίσκονται συγκεντρωμένες οι κοινωνικές δυνάμεις που θα παίξουν καθοριστικό ρόλο για το μέλλον της χώρας μας, ένα μέλλον σοσιαλιστικό-κομμουνιστικό.
Θυμάμαι τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε στην κυβέρνηση. Ενώ όλη η ισπανική αριστερά ήθελε μια φωτογραφία με τον Τσίπρα, στην Ελλάδα μόνο το ΚΚΕ ύψωσε τη φωνή του και προειδοποίησε για τον χαρακτήρα της νέας κυβέρνησης — και δέχτηκε σκληρές επιθέσεις γι’ αυτό. Εκείνη την εποχή δεν διστάσαμε να τοποθετηθούμε δημόσια υπέρ του ΚΚΕ, ήταν το προλεταριακό διεθνιστικό μας καθήκον και, επιπλέον, ήμασταν πεπεισμένοι ότι οι Έλληνες κομμουνιστές είχαν δίκιο στην ανάλυσή τους για τον ρόλο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, όπως επιβεβαιώθηκε και στην πράξη. Η θέση αρχών που τήρησε το ΚΚΕ ήταν ένα μεγάλο μάθημα για εμάς, το οποίο μας βοηθά να αντιμετωπίσουμε τις νέες εξελίξεις στην Ισπανία με την αναγκαία στρατηγική καθαρότητα.
Πρόσφατα συμμετείχαμε στις εκδηλώσεις για την επέτειο των 100 χρόνων του ΚΚΕ στην Αθήνα. Δεν θέλω να χάσω την ευκαιρία να συγχαρώ τους πρωτοπόρους κομμουνιστές της Ελλάδας και το Κόμμα τους. Το ΚΚΕ, έχοντας 100 χρόνια ιστορία, είναι το πιο νέο κόμμα στην Ελλάδα, διότι εκπροσωπεί το σοσιαλιστικό-κομμουνιστικό μέλλον που πρόκειται να έρθει και στην Ελλάδα και στην Ισπανία. Οι Ισπανοί κομμουνιστές θα βρεθούμε στο πλευρό των Ελλήνων συντρόφων μας, στους σκληρούς και αποφασιστικούς αγώνες που, αναμφισβήτητα, ξεδιπλώνονται μπροστά μας.
Σας ευχαριστώ πολύ για την συνέντευξη.
__________________________________________________________________________________________________
Νίκος Μόττας Γεννήθηκε το 1984 στη Θεσσαλονίκη. Είναι υποψήφιος διδάκτορας (Phd) Πολιτικής Επιστήμης, Διεθνών Σχέσεων και Ιστορίας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στό το Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου και είναι κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων (Master of Arts) στις διπλωματικές σπουδές (Παρίσι) και στις διεθνείς διπλωματικές σχέσεις (Πανεπιστήμιο Τελ Αβίβ). Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνόφωνα και ξενόγλωσσα μέσα.