Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η ΕΔΥΕΘ τίμησε τον κομμουνιστή εικαστικό Γιώργο Φαρσακίδη

Στην κατά­με­στη αίθου­σα του Δημαρ­χεί­ου Θεσ­σα­λο­νί­κης πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε με μεγά­λη επι­τυ­χία, στις 13 του Γενά­ρη, η εκδή­λω­ση κοπής της πρω­το­χρο­νιά­τι­κης πίτ­τας της ΕΔΥΕΘ, την οποία παρα­κο­λού­θη­σαν πολ­λοί φίλοι και μέλη της Επι­τρο­πής. Η φετι­νή εκδή­λω­ση συν­δύ­α­σε την καθιε­ρω­μέ­νη κοπή της πίτας με το πολι­τι­κό μνη­μό­συ­νο του πρώ­ην Προ­έ­δρου της ΕΔΥΕΘ Μιχά­λη Σπυ­ρι­δά­κη, καθώς και με την τιμη­τι­κή βρά­βευ­ση βετε­ρά­νων αγω­νι­στών του αντι­ι­μπε­ρια­λι­στι­κού – αντι­πο­λε­μι­κού κινή­μα­τος ειρή­νης της χώρας: των Γιώρ­γου Φαρ­σα­κί­δη, Μάγδας Μητρο­γώ­γου και Λίζας Χαρταμπίλα.

farsakidis1

Το Ατέ­χνως, αρχής γενο­μέ­νης από τον παλαί­μα­χο εικα­στι­κό κομ­μου­νι­στή Γιώρ­γο Φαρ­σα­κί­δη θα δημο­σιεύ­σει τις σχε­τι­κές ανα­φο­ρές στην εκδή­λω­ση για τους τρεις βετε­ρά­νους αγω­νι­στές του αντι­ι­μπε­ρια­λι­στι­κού – αντι­πο­λε­μι­κού κινή­μα­τος ειρή­νης της χώρας.

«Είναι θαυ­μά­σιο να μπο­ρείς ν’ αγα­πάς στη ζωή σου κάτι πιο πολύ κι από τη ζωή σου την ίδια ακό­μη». Με αυτά τα λόγια ξεκί­νη­σε ο Πρό­ε­δρος της ΕΔΥΕΘ Νίκος Ζώκας την παρου­σί­α­ση του βιο­γρα­φι­κού του εικα­στι­κού και λογο­τέ­χνη, του ασυμ­βί­βα­στου λαϊ­κού αγω­νι­στή Γιώρ­γου Φαρσακίδη:

Γιώρ­γος Φαρσακίδης

«Είναι θαυ­μά­σιο να μπο­ρείς ν’ αγα­πάς στη ζωή σου κάτι πιο πολύ κι από τη ζωή σου την ίδια ακό­μη» Αυτά τα λόγια του Ανα­στά­σιου Φαρ­σα­κί­δη, ο γιος του, ο τιμώ­με­νος σήμε­ρα από εμάς Γιώρ­γος Φαρ­σα­κί­δης ακο­λού­θη­σε κι ακο­λου­θεί πιστά σ’ όλη του τη ζωή. Λόγια ενός ιδε­α­λι­στή πατέ­ρα, ενός ανθρώ­που, που πίστευε σε ιδα­νι­κά και υψη­λές αξί­ες. Ενός ανθρώ­που, που αν και μη επα­να­στά­της ο ίδιος, μέσα από τις φλό­γες του Μεγά­λου Οκτώ­βρη πίστε­ψε πως «το μεγά­λο δίκιο είναι το δίκιο της επα­νά­στα­σης». Αυτές τις υψη­λές αξί­ες υπη­ρε­τεί στη ζωή του ο Γιώρ­γος, με την πίστη και το πεί­σμα ενός κομ­μου­νι­στή, οπα­δού της μονα­δι­κής σε αλτρουι­σμό και αγά­πη για το συνάν­θρω­πο ιδεολογίας.

Αυτές ήταν τα γερά θεμέ­λιά του από τα πρώ­τα νεα­νι­κά του χρό­νια, από την έντα­ξή του στην ΕΠΟΝ και στην Αντί­στα­ση ενά­ντια στους φασί­στες κατα­κτη­τές, από την έντα­ξή του το 1943 στο ΚΚΕ και στους αγώ­νες του λαού μας για κοι­νω­νι­κή απε­λευ­θέ­ρω­ση, ισό­τη­τα και δικαιο­σύ­νη. Αυτές οι υψη­λές αξί­ες τον στή­ρι­ξαν στο βου­νό και στις μάχες. Τότε, που ως ανταρ­το­Ε­ΠΟ­Νί­της του ΕΛΑΣ τραυ­μα­τί­ζε­ται πρώ­τα στο κεφά­λι και ύστε­ρα στα χέρια, αυτά τα πολύ­τι­μα εργα­λεία και ταυ­τό­χρο­να ακά­μα­τα όπλα του στον αγώ­να, που δίνει σ’ όλη του τη ζωή. Αυτές οι αξί­ες τον στή­ρι­ξαν κι αργό­τε­ρα, που παρά τη θέλη­σή του δεν κατά­φε­ρε να πάρει το όπλο και να ξανα­βγεί στο βου­νό, ενά­ντια στους νέους κατα­κτη­τές της Πατρί­δας και την αστι­κή εξου­σία, που συλ­λαμ­βά­νει, στή­νει στα εκτε­λε­στι­κά απο­σπά­σμα­τα, κλεί­νει στις φυλα­κές και στις εξο­ρί­ες αυτούς που νίκη­σαν το φασι­σμό κι απε­λευ­θέ­ρω­σαν την Ελλά­δα. Το Γολ­γο­θά των χιλιά­δων αγω­νι­στών ακο­λου­θεί και ο Γιώρ­γος. Πρω­το­χρο­νιά του ’47 συλ- λαμ­βά­νε­ται και βασα­νί­ζε­ται στην Ειδι­κή Ασφά­λεια Θεσσαλονίκης.

farsakidis2

Ακο­λου­θεί η εξο­ρία στον Αϊ-Στρά­τη, στο κολα­στή­ριο της Μακρο­νή­σου και τα βασα­νι­στή­ρια, τα συλ­λο­γι­κά και ατο­μι­κά μαρ­τύ­ρια των αγω­νι­στών, που ο Γιώρ­γος κατα­γρά­φει σε πολ­λά σκί­τσα του. Αδιά­ψευ­στες μαρ­τυ­ρί­ες της κτη­νω­δί­ας των βασα­νι­στών, αλλά και του ηρω­ι­σμού και της ασύλ­λη­πτης ψυχι­κής αντο­χής των μαρ­τύ­ρων του λαού μας. Αυτό είναι και το υλι­κό του πρώ­του βιβλί­ου του, του λευ­κώ­μα­τος «Μακρό­νη­σος», που εκδί­δε­ται το 1964. Ακο­λου­θεί και πάλι ο Αϊ-Στρά­της, όπου το 1950 το μισαλ­λό­δο­ξο μετεμ­φυ­λια­κό κρά­τος στέλ­νει ξανά τον Γιώρ­γο Φαρ­σα­κί­δη και πλή­θος άλλους ανυ­πο­χώ­ρη­τους Μακρο­νη­σιώ­τες. Δεκα­πέ­ντε ολό­κλη­ρα χρό­νια μέχρι το 1961, χωρίς δισταγ­μό, χωρίς να κάνει πίσω, χωρίς σκέ­ψη συμ­βι­βα­σμού. Το αντί­θε­το μάλι­στα! Ο ξερό­το­πος, το στρα­τό­πε­δο του Αϊ- Στρά­τη, παρ’ όλους τους περιο­ρι­σμούς και τις στε­ρή­σεις, μετα­τρέ­πε­ται σε σχο­λειό ιδε­ο­λο­γι­κού ατσα­λώ­μα­τος, σε μια πρω­τό­γνω­ρη όαση μόρ­φω­σης και πολι­τι­στι­κής δημιουργίας.

«Τίπο­τα από την πλού­σια πολι­τι­στι­κή παρά­δο­ση που δημιουρ­γή­θη­κε στον Αϊ-Στρά­τη δε δόθη­κε χάρι­σμα. Η κάθε παρά­στα­ση θεά­τρου, η κάθε ψυχα­γω­γι­κή εκδή­λω­ση, η κάθε ευχη­τή­ρια κάρ­τα μας, έμοια­ζε με έπα­θλο νίκης ύστε­ρα από αγώ­να σκλη­ρό…» γρά­φει ο ίδιος ο Γιώρ­γος. Νίκη, κόντρα και στις βαριές αρρώ­στιες των σακα­τε­μέ­νων της Μακρο­νή­σου, κόντρα και στις θύελ­λες και τις νερο­πο­ντές, που συμπα­ρέ­συ­ραν τις σκη­νές και το λιγο­στό «βιός» των εξό­ρι­στων. Αυτοί όμως όρθιοι κι ακλό­νη­τοι, με στή­ριγ­μα την ανω­τε­ρό­τη­τα της ιδε­ο­λο­γί­ας τους, την συντρο­φι­κό­τη­τά τους και την αλλη­λεγ­γύη του λαού, τη στή­ρι­ξη από τους οικεί­ους τους, από τους αγα­πη­μέ­νους τους ανθρώ­πους. Γι’ αυτό και γυρί­ζο­ντας από την εξο­ρία ο Γιώρ­γος συζη­τώ­ντας με τη Ρωσ­σί­δα μητέ­ρα του, της είπε: «Σ’ ευχα­ρι­στώ μάνα, που δε μου ζήτη­σες ποτέ να υπο­γρά­ψω δήλω­ση για να βγω». Για­τί και η ίδια καλά κατα­λά­βαι­νε, ότι η αξιο­πρέ­πεια είναι ένα από τα βασι­κά χαρα­κτη­ρι­στι­κά του αγω­νι­στή, του επαναστάτη.

Το 1961 έρχε­ται η απε­λευ­θέ­ρω­ση και η επι­στρο­φή στους δικούς του. Και­ρός να δημιουρ­γή­σει ελεύ­θε­ρα, να χαρεί τη ζωή και όλα όσα στε­ρή­θη­κε στη φυλα­κή και την εξο­ρία. Συνε­χί­ζει την καλ­λι­τε­χνι­κή και την πολι­τι­κή του δρά­ση, μέσα από τις γραμ­μές της ΕΔΑ και της Νεο­λαί­ας Λαμπρά­κη. Πολύ γρή­γο­ρα όμως η Δικτα­το­ρία των Συνταγ­μα­ταρ­χών βάζει τέλος, σ’ αυτήν την έστω και μικρή ανά­παυ­λα. Ξανά σύλ­λη­ψη, ξανά φυλα­κή και εξο­ρία. Γυά­ρο, Λέρο, ξανά στα «Πανε­πι­στή­μια του Αγώ­να». Στην εξο­ρία πέρα­σε τα τριά­μι­σι από τα επτά χρό­νια της Δικτα­το­ρί­ας, όπως πάντα ακλό­νη­τος! Μετά την πτώ­ση της Χού­ντας ξεκι­νά­ει μία νέα περί­ο­δος στην καλ­λι­τε­χνι­κή δρά­ση του Γιώρ- γου. Όλες οι θύμι­σες, όλα τα πάθη και οι δοκι­μα­σί­ες – του ίδιου και των συντρό­φων του – όλος ο πόθος του για ζωή και δημιουρ­γία απο­τυ­πώ­νε­ται στον καμ­βά, αλλά και στις σελί­δες των πάνω από 25 βιβλί­ων του. Γίνε­ται γνω­στός κι εκτός συνό­ρων. Το έργο του συνα­ντά με- γάλη απο­δο­χή στη Σοβιε­τι­κή Ένω­ση και παρου­σιά­ζε­ται από εφη­με­ρί­δες, όπως η ΠΡΑΒΝΤΑ, η ΙΖΒΕΣΤΙΑ, η ΣΑΒΕΤΣΚΑΓΙΑ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ. Για τη μεγά­λη αγω­νι­στι­κή και καλ­λι­τε­χνι­κή του προ- σφο­ρά τιμή­θη­κε από τη Σοβιε­τι­κή Επι­τρο­πή Ειρή­νης με το Ανώ­τα­το Χρυ­σό Μετάλ­λιο. Στην Ελλά­δα το 1984 του απο­νέ­με­ται το πρώ­το βρα­βείο της Εται­ρί­ας Ελλή­νων Λογο­τε­χνών. Παράλ­λη­λα δε στα­μα­τά­ει να ενδια­φέ­ρε­ται, να συμ­με­τέ­χει ενερ­γά στους αγώ­νες του λαού μας. Πάντα κοντά και στο Κίνη­μα της Ειρή­νης, ενά­ντια στους πολέ­μους των ιμπε­ρια­λι­στών και το σύστη­μά τους, που τους γεννά.

Ανε­κτί­μη­τη η βοή­θειά του και στην οργά­νω­σή μας, στην Επι­τρο­πή για τη Διε­θνή Ύφε­ση και Ειρή­νη Θεσ­σα­λο­νί­κης, πολ­λές φορές έμπρα­κτη με τα έργα του που μας έχει χαρί­σει. Αγα­πη­τέ μας Γιώρ­γο, Επέ­τρε­ψέ μου να κλεί­σω αυτήν τη σύντο­μη παρου­σί­α­ση της ζωής και του έργου σου με τα λόγια του μεγά­λου Κώστα Βάρναλη:

«…είτε με τ’ αηδό­νια στη ρεματαριά/ είτε με τα χιό­νια του ντεληβοριά/ είτε με τη λύρα την ποιητική/ είτε με την πεί­ρα και τη λογι­κή…» εσύ ήσουν και είσαι πάντα εκεί, όπου το καθή­κον σου σε πρό­στα­ξε. Το καθή­κον και το όρα­μά σου για μία κοι­νω­νία χωρίς εκμε­τάλ­λευ­ση, χωρίς τον τρό­μο και τη βία των ισχυ­ρών πάνω στους αδύ­να­μους, χωρίς τους πολέ­μους των ολί­γων, που κατα­δυ­να­στεύ­ουν τους πολλούς.

Όπως εσύ ίδιος έχεις πει: «…Για μένα οι ιδέ­ες του σοσια­λι­σμού συνο­ψί­ζο­νται στη φρά­ση «να ανθρω­πέ­ψει ο άνθρω­πος». Για μένα, θα υπάρ­χει πάντα η «Ιθά­κη» μου, η ιδε­ο­λο­γία μου. Ποτέ δε θα ‘θελα να κάνω συμ­βι­βα­σμό, να κάνω πίσω, να αρνη­θώ. Αυτό ποτέ δε θα το κάνω!» Σ’ ευχα­ρι­στού­με για όλα όσα μας πρό­σφε­ρες και συνε­χί­ζεις να μας προσφέρεις.

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο