Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Κυνηγώντας τα φρονήματα (Ντοκουμέντα για Πιστοποιητικά Κοινωνικών Φρονημάτων)

Γρά­φει ο Αλέ­κος Χατζη­κώ­στας //

Το καθε­στώς που επι­κρά­τη­σε μετά τη Βάρ­κι­ζα χαρα­κτη­ρί­ζε­ται και από την βάναυ­ση κατα­πά­τη­ση ακό­μη και αυτής της λεγό­με­νης «αστι­κής νομι­μό­τη­τας». Αρκεί, για παρά­δειγ­μα, να ανα­φερ­θεί ότι από το 1946 ως το 1951 οι δια­δο­χι­κές κυβερ­νή­σεις θέσπι­σαν χωρίς εξου­σιο­δό­τη­ση περισ­σό­τε­ρους νόμους ως «ανα­γκα­στι­κούς» παρ’ όσους ψήφι­σε η Βου­λή με την τακτι­κή νομο­θε­τι­κή διαδικασία…

Βασι­κό γνώ­ρι­σμα όλων αυτών των νομο­θε­τη­μά­των είναι ότι καθιε­ρώ­νουν «έκτα­κτα μέτρα», παρα­κάμ­πτουν δια­δι­κα­σί­ες νόμι­μες σε και­ρούς ειρή­νης, εισά­γουν δια­δι­κα­σί­ες νομι­μο­φα­νείς, συνο­πτι­κές, αυθαίρετες.

Κοι­νό χαρα­κτη­ρι­στι­κό των μέτρων αυτών αλλά και του τρό­που με τον οποίο εφαρ­μό­στη­καν είναι ότι τιμω­ρού­σαν πρώ­τι­στα το φρό­νη­μα και δευ­τε­ρευό­ντως μόνο τις πρά­ξεις. Ταυ­το­χρό­νως,  σε πολ­λές περι­πτώ­σεις καθιέ­ρω­ναν την αρχή της συλ­λο­γι­κής ευθύ­νης. Για παρά­δειγ­μα, την έλλει­ψη «νομι­μο­φρο­σύ­νης» του πατέ­ρα ή της μητέ­ρας πλή­ρω­ναν ο άλλος σύζυ­γος και τα παι­διά, ενώ με ένα και το αυτό διά­ταγ­μα αφαι­ρού­νταν η ιθα­γέ­νεια των κατοί­κων ενός ολό­κλη­ρου χωριού, χωρίς να επι­χει­ρεί­ται η παρα­μι­κρή εξα­το­μί­κευ­ση της ευθύνης.

Θυμί­ζου­με ότι το διά­στη­μα αυτό είχα­με το περι­βό­η­το «Γ΄ ψήφι­σμα», με το οποίο συγκρο­τή­θη­καν τα έκτα­κτα στρα­το­δι­κεία, το Νόμο 511, βάσει του οποί­ου ιδρύ­θη­καν τα στρα­τό­πε­δα συγκέ­ντρω­σης (Μακρό­νη­σος, Γυά­ρος κλπ.), αλλά και τον περι­βό­η­το Α.Ν. 509/1947- που ήταν σε ισχύ μέχρι τη μετα­πο­λί­τευ­ση — βάσει του οποί­ου τέθη­καν εκτός νόμου το ΚΚΕ και οι ΕΑΜι­κές οργανώσεις.

Εδώ να τονί­σου­με τα εξής γενι­κό­τε­ρα ζητήματα:

Το 1948 θεσπί­στη­κε ο Α.Ν. 516 που θεμε­λί­ω­νε ένα φασι­στι­κό καθε­στώς «ελέγ­χου νομι­μο­φρο­σύ­νης των δημο­σί­ων υπαλ­λή­λων και υπη­ρε­σιών». Ο νόμος αυτός επι­κυ­ρώ­θη­κε με το ψήφι­σμα ΜΘ΄/1948 και οι δια­τά­ξεις του αφο­ρού­σαν όλους τους εργα­ζό­με­νους στο δημό­σιο τομέα, στις τρά­πε­ζες και στα ασφα­λι­στι­κά ιδρύ­μα­τα. Βάσει αυτών των δια­τά­ξε­ων οι κρι­νό­με­νοι ως «μη εθνι­κό­φρο­νες — νομι­μό­φρο­νες» έχα­ναν το δικαί­ω­μα εργα­σί­ας στο Δημό­σιο. Στην ίδια λογι­κή κινού­νταν και ο Α.Ν. 512/1948 «περί ασφα­λεί­ας των εται­ριών κοι­νής ωφε­λεί­ας» που απα­γό­ρευε το δικαί­ω­μα εργα­σί­ας σ’ αυτές τις εται­ρί­ες όσων κρί­νο­νταν ότι είχαν «αντε­θνι­κές» αντι­λή­ψεις. Με τον Α.Ν. 516/1948 «περί ελέγ­χου νομι­μο­φρο­σύ­νης των δημο­σί­ων υπαλ­λή­λων και υπη­ρε­τών» θεω­ρή­θη­κε ως κύριο «προ­σόν» πρό­σλη­ψης των δημο­σί­ων υπαλ­λή­λων η νομι­μο­φρο­σύ­νη. Ο βου­λευ­τής Θ. Τουρ­κο­βα­σί­λης, σε ομι­λία του στη Βου­λή (3/12/1946), τόνι­ζε: «Φρο­νώ λοι­πόν ότι η εκκα­θά­ρι­σις βάσει του ψηφί­σμα­τος δέον να έχη ως κρι­τή­ριον μόνον το κοι­νω­νι­κόν φρό­νη­μα». Το άρθρο 1 ανέ­φε­ρε ότι «… επί πλέ­ον των υπό κει­μέ­νων ήδη δια­τά­ξε­ων απαι­του­μέ­νων προ­σό­ντων διά τον ορι­σμόν ή πρό­σλη­ψιν δημο­σί­ων εν γένει υπαλ­λή­λων και υπη­ρε­τών […] και εργα­τών, νομι­κών συμ­βού­λων ή έμμι­σθων δικη­γό­ρων, των Ν.Π.Δ.Δ., Δήμων και Κοι­νο­τή­των […] απαι­τεί­ται εφε­ξής όπως ο διο­ρι­ζό­με­νος ή προ­σλαμ­βα­νό­με­νος είναι νομι­μό­φρων». Αυτό τον έλεγ­χο ασκού­σαν τα συμ­βού­λια νομι­μο­φρο­σύ­νης, που είχαν συγκρο­τη­θεί ειδι­κά για αυτό τον λόγο. Το κρά­τος παρέ­μει­νε ως ο κύριος εργο­δό­της και η βασι­κή ελπί­δα για την επαγ­γελ­μα­τι­κή απο­κα­τά­στα­ση των πολι­τών. Σύμ­φω­να με τα δια­θέ­σι­μα στοι­χεία σε σύνο­λο 63.277 δημο­σί­ων υπαλ­λή­λων (Απρί­λιος 1947), απο­λύ­θη­καν ή εξα ναγκά­στη­καν σε παραί­τη­ση 7.972 υπάλ­λη­λοι για πολι­τι­κούς λόγους.

Η Κυα­νή Βίβλος, 1948, ανέ­φε­ρε ότι ο πρω­θυ­πουρ­γός είχε τη δυνα­τό­τη­τα να εξου­σιο­δο­τή­σει τους αρμό­διους φορείς ώστε κατά τη διάρ­κεια του Εμφυ­λί­ου Πολέ­μου να απο­λύ­σουν κάθε δημό­σιο υπάλ­λη­λο ο οποί­ος επι­δεί­κνυε συμπε­ρι­φο­ρά ανάρ­μο­στη προς την ασφά­λεια της χώρας. Στην ανάρ­μο­στη συμπε­ρι­φο­ρά συμπε­ρι­λάμ­βα­νε τη δολιο­φθο­ρά, την κατα­σκο­πεία, την εσχά­τη προ­δο­σία, την προ­σχώ­ρη­ση ή συνερ­γα­σία με κίνη­μα που είχε χαρα­κτη­ρι­στεί ως φασι­στι­κό ή/και κομ­μου­νι­στι­κό και απα­γό­ρευε κάθε προ­σφυ­γή κατά των απο­λύ­σε­ων. Το Υπουρ­γείο Δημό­σιας Τάξης θα δια­τη­ρού­σε το αρχείο των μη νομι­μο­φρό­νων υπαλ­λή­λων, ενώ τη νομι­μο­φρο­σύ­νη κάθε υπαλ­λή­λου θα έκρι­νε το Συμ­βού­λιο νομι­μο­φρο­σύ­νης που απαρ­τι­ζό­ταν από δημο­σί­ους υπαλ­λή­λους ή δικα­στι­κούς και θα λει­τουρ­γού­σε σε κάθε Υπουρ­γείο . Απο­τέ­λε­σμα όλων αυτών των ρυθ­μί­σε­ων ήταν να επι­τρα­πεί μια σει­ρά εκβια­σμών σε χιλιά­δες δημο­σί­ους υπαλ­λή­λους και πολί­τες, οι οποί­οι για να μπο­ρέ­σουν να απο­κτή­σουν το πιστο­ποι­η­τι­κό νομι­μο­φρο­σύ­νης με στό­χο είτε να παρα­μεί­νουν εργα­ζό­με­νοι στον δημό­σιο τομέα είτε να εισέλ­θουν σε αυτόν ανα­γκά­στη­καν να απαρ­νη­θούν τα ιδε­ώ­δη τους, την ιστο­ρία τους, αλλά και την ιστο­ρία των οικο­γε­νειών τους. Ο τότε αρμό­διος Υπουρ­γός Χρ. Λαδάς δήλω­νε στη Βου­λή (σε συνε­δρί­α­σή της τον Μάρ­τιο του 1948 για τον Κώδι­κα Θέμι­δος) ότι «όπως απαι­τή­σω­σι από πάντας τους υπαλ­λή­λους […] όπως προ­βώ­σιν εις έγγρα­φον δήλω­σιν περί της νομι­μο­φρο­σύ­νης […] υπό του Υπουρ­γι­κού Συμ­βου­λί­ου. Η άρνη­σις της υπο­γρα­φής τοιαύ­της δηλώ­σε­ως απο­τε­λεί τεκ­μή­ριον περί της μη νομι­μο­φρο­σύ­νης του υπαλλήλου»

  1. Μετά τον εμφύ­λιο, το προ­α­να­φε­ρό­με­νο νομι­κό καθε­στώς ενι­σχύ­θη­κε ακό­μη περισ­σό­τε­ρο, γεγο­νός που απο­δει­κνύ­ε­ται περί­τρα­να και μόνο αν δια­βά­σει κανείς τι προ­έ­βλε­πε η 153/1954 εγκύ­κλιος του υπουρ­γεί­ου Εσω­τε­ρι­κών για τα περι­βό­η­τα «πιστο­ποι­η­τι­κά — βεβαιώ­σεις κοι­νω­νι­κών φρο­νη­μά­των». Βάσει αυτής της εγκυ­κλί­ου όποιος δεν είχε πιστο­ποι­η­τι­κό που να βεβαιώ­νει ότι ήταν «εθνι­κό­φρων — νομι­μό­φρων» δεν μπορούσε:

- Να εργα­στεί σαν ναυ­τι­κός (Ν. 2689/1953).

- Να δου­λέ­ψει στο Δημό­σιο (Α.Ν. 516/1948).

- Να σπου­δά­σει στις ανώ­τε­ρες και ανώ­τα­τες σχο­λές (Β. Δ. 28/4/1951).

- Να εργα­στεί σαν υπάλ­λη­λος ή εργά­της στη ΔΕΗ, στον ΟΤΕ, στον ΟΛΠ, στις μετα­φο­ρές, στην Επι­χεί­ρη­ση Υδά­των και γενι­κά στις επι­χει­ρή­σεις κοι­νής ωφε­λεί­ας (Α.Ν. 512/1948).

- Να εργα­στεί στα χωρά­φια του, αν βρι­σκό­ταν στις παρα­με­θό­ριες περιο­χές (από­φα­ση 10188/2/36α της 6/12/1951 του Υπουρ­γεί­ου εθνι­κής αμύνης).

- Να εργα­στεί σαν φορ­το­εκ­φορ­τω­τής, δηλα­δή χαμά­λης (Ν.Δ. 1254/29–31/10/1949).

- Να πάρει άδεια κυκλο­φο­ρί­ας και άδεια οδή­γη­σης αυτο­κι­νή­του (Ν. 1478/1950.

- Να γίνει παπάς.

- Να πάρει δια­βα­τή­ριο για να ταξι­δέ­ψει προ­σω­ρι­νά ή να μετα­να­στεύ­σει στο εξωτερικό.

- Να πάρει δίπλω­μα μηχα­νι­κού (διά­ταγ­μα υπουρ­γεί­ου βιο­μη­χα­νί­ας 7.4.1954).

- Να δου­λέ­ψει στα αστι­κά και υπε­ρα­στι­κά λεω­φο­ρεία (Β. Δ. 11/6/1954).

- Να απο­κα­τα­στα­θεί ως ανά­πη­ρος πολέ­μου (από­φα­ση 159066/0/380- 15/3/1950 του υπουρ­γεί­ου Εθνι­κής Αμύ­νης και του υπουρ­γεί­ου εσωτερικών).

- Να εργα­στεί σε επι­χει­ρή­σεις που θεω­ρού­νταν πως έχουν σημα­σία για την εθνι­κή άμυ­να κ.ο.κ.

Σήμε­ρα παρου­σιά­ζου­με δύο ντο­κου­μέ­ντα που αφο­ρούν τις συνέ­πειες των περί­φη­μων «Πιστο­ποι­η­τι­κών Κοι­νω­νι­κών Φρονημάτων».

Τα ντο­κου­μέ­ντα που παρου­σιά­ζου­με προ­έρ­χο­νται από το αρχείο των ΓΑΚ Ν. Ημα­θί­ας (αρχείο Γενι­κό Νοσο­κο­μεί­ου και Νομαρ­χί­ας) και αφο­ρούν το ένα το 1958 και το άλλο το 1966.

ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ 1.

alekos1

Είναι χαρα­κτη­ρι­σμέ­νο ως «απόρ­ρη­το» (25/11/1958 – να θυμί­σου­με ότι είναι η περί­ο­δος που η ΕΔΑ έχει ανα­δει­χτεί αξιω­μα­τι­κή αντι­πο­λί­τευ­ση) και αφο­ρά επι­στο­λή της Διοί­κη­σης Χωρο­φυ­λα­κής Βέροιας («Γρα­φεί­ον Εθνι­κής Ασφα­λεί­ας») προς τη Νομαρ­χία Ημα­θί­ας. Ανα­φέ­ρει χαρακτηριστικά:

«Νομι­μο­φρο­σύ­νη υπαλ­λη­λι­κού προ­σω­πι­κού Δημο­σί­ων υπη­ρε­σιών , Νομι­κών προ­σώ­πων Δημο­σί­ου Δικαί­ου κ.τλ.»

Λαμ­βά­νω την τιμήν να ανα­φέ­ρω  ότι ως διε­πι­στώ­θη εσχά­τως , εις την Ενω­σιν Γεωρ­γι­κών Συνε­ται­ρι­σμών Αλε­ξαν­δρεί­ας και εις το Κρα­τι­κόν Νοσο­κο­μεί­ον Βερ­ροί­ας είχον προ­σλη­φθή και υπε­ρέ­το­ον πρό­σω­πα άνευ τηρή­σε­ω­ςτων δια­τά­ξε­ων του Α.Ν 516/1948,ήτοι χωρίς να έχω­σι κρι­θή υπό των οικεί­ων Συμ­βου­λί­ων Νομι­μο­φρο­σύ­νης και τα οποία ως προ­έ­κυ­ψεν εκ της διε­ξα­χθεί­σης ερεύ­νης  ως προς τα κοι­νω­νι­κά φρο­νή­μα­τα των , ενε­φο­ρού­ντο υπό κομ­μου­νι­στών φρο­νη­μά­των ή διεί­κει­ντο  συμπα­θών προς τούτον.

Κατό­πιν των ανω­τέ­ρω και επει­δή δεν απο­κλεί­ε­ται και είς ετέ­ρας κρα­τι­κάς υπη­ρε­σί­ας, Νομι­κά Πρό­σω­πα Δημο­σί­ου Δικαί­ου κτλ να υπη­ρε­τώ­σι πρό­σω­πα μη κρι­θέ­ντα υπό των προ­βλε­πο­μέ­νων Συμ­βου­λί­ων Νομι­μο­φρο­σύ­νης , ανε­ξαρ­τή­τως εάν έχω­σι κατα­θέ­ση σχε­τι­κάς αιτή­σεις εις τας κατά τόπους Αστυ­νο­μι­κάς Αρχάς και έχω­σι λάβη σχε­τι­κά προς τού­το σημειώ­μα­τα, , παρα­κα­λώ όπως δια­τα­ξη­τε τους προϊ­στα­μέ­νους των υφ’ Υμάς Υπη­ρε­σιών και ενερ­γή­σω­σι σχε­τι­κόν έλεγ­χον επί του προ­σω­πι­κού των , απο­μα­κρύ­νε­ται πάντα μη κρι­θέ­ντα υπό του οικεί­ου Συμ­βου­λί­ου Νομι­μο­φρο­σύ­νης , γνω­ρί­οζ­ντες και ημίν σχετικών»

ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ 2.

alekos2

Το έγγρα­φο φέρει ημε­ρο­μη­νία 12/1/1966 και χαρα­κτη­ρί­ζε­ται ως «επεί­γον εμπιστευτικόν»

«Ελλη­νι­κή Βασι­λι­κή Χωροφυλακή

Τμή­μα Ασφα­λεί­ας Βεροίας

Προς το Γενι­κόν Κρα­τι­κόν Νοσο­κο­μεί­ον Βεροίας

Εχο­μεν την τιμήν ναπα­ρα­κα­λέ­σω­μεν όπως προ­κει­μέ­νου να εκτε­λέ­σω­μεν δια­τα­γήν του Υπουρ­γεί­ου Δημο­σί­ας Τάξε­ως μας γνω­ρή­σε­τε εάν έχη­τε εργα­το­ϋ­παλ­λή­λους υφ’ οιαν­δή­πο­τε ιδιό­τη­τα (μόνι­μοι, έκτα­κτοι, ημε­ρο­μί­σθιοι, επί συμ­βά­σει κτλ)άνευ θετι­κού πιστο­ποι­η­τι­κού νομι­μο­φρο­σύ­νης ως ο Α.Ν 516/1948 αρθρο 1 προβλέπει.

Εν κατα­φα­τι­κή περι­πτώ­σει παρα­κα­λώ­μεν όπως μας γνω­ρή­ση­τε τα στοι­χεία ταυ­τό­τη­τος του προ­σλη­φθέ­ντος την χρο­νο­λο­γί­αν προ­σλή­ψε­ως του και τας τυχόν ενερ­γεί­ας εις ας προ­έ­βη ο προ­σλη­φθείς προς λήψιν βεβαιώ­σε­ως νομι­μο­φρο­σύ­νης του (χρο­νο­λο­γία υπο­βο­λής αιτή­σε­ως προς έκδο­σιν βεβαιώ­σε­ως νομι­μο­φρο­σύ­νης του αστυ­νο­μι­κήν αρχήν εις ην υπέ­βαλ­λε ταύ­την τόποι δια­μο­νής του από της γεν­νή­σε­ως του κτλ)

Επί τού­τοις δεν θεω­ρού­μεν άσκο­πον να υπο­μνή­σω­μεν υημίν ότι ο ανω­τέ­ρω Α.Ν προ­βλέ­πει βαρεί­ας ποι­νι­κάς ευθύ­νας κατά παρά­βα­σιν αυτού , προ­σλα­βα­νό­ντων υπαλ­λη­λι­κόν προ­σω­πι­κόν άνευ πιστο­ποι­η­τι­κού νομιμοφροσύνης»

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο