Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γ. Φαρσακίδη: «μια επαίσχυντη συμφωνία και το ολοκαύτωμα του Χορτιάτη»

Επιμέλεια Ηρακλής Κακαβάνης //

Ο παλαίμαχος κομμουνιστής (εικαστικός και συγγραφέας) Γιώργος Φαρσακίδης ήταν ένας από τους δύο πρωταγωνιστές  των γεγονότων του Χορτιάτη. Την προσωπική του μαρτυρία καταθέτει στο βιβλίο «μια επαίσχυντη συμφωνία και το ολοκαύτωμα του Χορτιάτη» που κυκλοφόρησε το 2011 (αυτοέκδοση): «είναι η περιγραφή των γεγονότων του ολοκαυτώματος του Χορτιάτη που ύστερα από 67 χρόνια έρχεται να αποκαλύψει μια πραγματικότητα, που δεν αποκαθιστά μόνο την «αλήθεια» των γεγονότων, αλλά πότε «υπαινίσσεται» και πότε καταγγέλλει τη σκοπιμότητα του ψεύδους».

Από το βιβλίο μεταφέρουμε τον πρόλογο του αείμνηστου συντρόφου Γιώργου Χουρμουζιάδη και την εισαγωγή του συγγραφέα (Στη φωτογραφία το εξώφυλλο του βιβλίου και ο νεαρός αντάρτης του ΕΛΑΣ Γιώργος Φαρσακίδης).

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Είναι γνωστό ότι από το χώρο της μαρξιστικής σκέψης μέχρι εκείνων των μεταμοντέρνων ιστορικών έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες σχετικά με την επιστήμη της Ιστοριογραφίας. Θεωρίες  που αναφέρονται στον τρόπο με τον οποίο καταγράφονται, κατανοούνται και επεξηγούνται τα γεγονότα του παρελθόντος. Σημαντικό θεωρητικό ενδιαφέρον, επίσης, αναπτύχθηκε σχετικά με την αντικειμενικότητα του ιστοριογραφικού προϊόντος και των μικρών ή των μεγάλων «αφηγήσεων», που πότε απλώς καταγράφουν ένα γεγονός και πότε επιχειρούν να το ερμηνεύσουν. Στα τελευταία χρόνια, μάλιστα, στο πλαίσιο των μεταμοντέρνων αντιλήψεων, διατυπώθηκε η άποψη ότι άλλο το «παρελθόν» και άλλο η «ιστοριογραφία». Κι αυτό σημαίνει, για τη μεταμοντέρνα φιλοσοφία της Ιστορίας, πως ο καθένας ιστορικός μπορεί να καταγράψει και να ερμηνεύσει το «παρελθόν» με το δικό του τρόπο, χωρίς αυτό, το παρελθόν, δηλαδή, να αλλοιώνεται.

Σε αυτό το μικρό βιβλίο δε φαίνεται ο Γιώργος Φαρσακίδης να ακολουθεί μια από αυτές τις ιστοριογραφικές θεωρίες. Απλώς ακολουθεί το προσωπικό του ιστοριογραφικό αισθητήριο, αξιοποιεί τις εμπειρίες του και εντέλει μετατρέπει την φυσική του συμμετοχή στα ιστορικά δρώμενα σε ιστορικό λόγο. Και δεν το κάνα αυτό, γιατί είναι ο ίδιος υποκείμενο των γεγονότων ή της ίδιας της εποχής που προσπαθεί να καταγράψει. Και γι αυτόν ακριβώς το λόγο το «…ολοκαύτωμα…» είναι το προσωπικό ημερολόγιο του συγγραφέα. Είναι, με άλλα λόγια, η περιγραφή του προσωπικού του «ολοκαυτώματος». Και ενώ σε μια τέτοια περιγραφή δικαιολογούνται παραλείψεις και τα αναπόφευκτα απωθημένα, ο Γιώργος Φαρσακίδης καταφέρνει να τα αποφύγει όλα αυτά για να μας παραδώσει ένα κείμενο άμεσο, σκληρό με την παρατακτική του αφήγηση, μακριά από τις σχολαστικές εμμονές των επαγγελματιών της ιστοριογραφίας.

Βέβαια, είναι γνωστό ότι κάθε βιβλίο, εκτός από τη γλωσσική του ταυτότητα και την αντικειμενικότητα των περιγραφών του, έχει και τον «ιδιοφυή» μύθο του. Έχει, δηλαδή, τον τρόπο να αναλύει και να συνθέτει τα περιγραφόμενα. Τον τρόπο να μετατρέπει ένα άθροισμα πληροφοριών και γεγονότων σε συνεχή, οργανωμένο και σαφή λόγο, ανεπηρέαστο από τα βιωματικά δεδομένα. Και αυτός ο «τρόπος» στο «ολοκαύτωμα» του Φαρσακίδη έχει απλότητα και ειλικρίνεια. Κατορθώνει να υπερβεί τα κενά της σύνθεσης και την έλλειψη των επαληθεύσεων. Είναι ο «τρόπος» που κατατάσσει το Γιώργο Φαρσακίδη στη συμπαθητική κατηγορία των «ραψωδών», όπου η Ιστορία μπορεί να είναι ποίηση, να είναι θρήνος. Μπορεί να είναι η απροσδόκητη αποκάλυψη μιας μαρτυρίας που, για πολλά χρόνια, τη σκέπαζε η σκοπιμότητα και ο φτηνός υπολογισμός. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα στο πόνημα του Γιώργου Φαρσακίδη είναι η περιγραφή των γεγονότων του ολοκαυτώματος του Χορτιάτη που ύστερα από 67 χρόνια έρχεται να αποκαλύψει μια πραγματικότητα, που δεν αποκαθιστά μόνο την «αλήθεια» των γεγονότων, αλλά πότε «υπαινίσσεται» και πότε καταγγέλλει τη σκοπιμότητα του ψεύδους.

Φυσικά, όπως και να χαρακτηρίσω εγώ το βιβλίο του Γιώργου Φαρσακίδη, δε σημαίνει ότι προσπαθώ να προεξοφλήσω την εντύπωση που θα αποκομίσουν από την ανάγνωση του οι άλλοι αναγνώστες. Γιατί, για να πούμε την αλήθεια, ένα οποιοδήποτε βιβλίο δεν τελειώνει ούτε με το προλόγημά του, ούτε με την επίσημη παρουσίαση του. Με την ανάγνωση του τελειώνει. Στα χέρια του αναγνώστη καταξιώνεται και όχι στο γραφείο ενός σχολαστικού κριτικού!

Γ.Χ. Χουρμουζιάδης

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στις 2 του Σεπτέμβρη 1944 δυο δεκαοχτάχρονοι μαχητές του Ε.Λ.Α.Σ., ο γράφων και ο Σταύρος Δήμου (Σταύρακας), κατόπιν εντολής του καπετάν Χορτιάτη, ξαναστήσαμε ενέδρα στο Ρωμαϊκό Υδραγωγείο και χτυπήσαμε γερμανικό αυτοκίνητο.

Ο οδηγός του αυτοκινήτου τραυματίστηκε βαριά, όμως οι άλλοι δύο Γερμανοί, ύστερα από ανταλλαγή πυρών, κατάφεραν να διαφύγουν. Εμείς στείλαμε τον τραυματία για περίθαλψη και κάψαμε το αυτοκίνητο.

Το χτύπημα του αναγνωριστικού αυτοκινήτου αποδείχτηκε σωτήριο για εκατοντάδες κατοίκους οι οποίοι, υπακούοντας στις προτροπές της οργάνωσης, κατάφεραν να διαφύγουν. Τα πάνω από 145 άτομα, κυρίως γυναικόπαιδα, δίνοντας πίστη στα λόγια του ιερέα και του προέδρου, που διατηρούσαν “καλές σχέσεις” με τους Γερμανούς, σφαγιάστηκαν η κάηκαν ζωντανά.

Η Ελληνική Επίσημη Ιστοριογραφία ελάχιστα έχει ασχοληθεί με την πυρπόληση του Χορτιάτη. Και το βολικό παραμύθι για τους “κακούς αντάρτες” και τα γερμανικά αντίποινα για τον φόνο ενός ανύπαρκτου Γερμανού γιατρού(ί), είχε για χρόνια παραπληροφόρηση τον κόσμο.

Το ολοκαύτωμα, σαν συμβάν, απουσιάζει παντελώς τόσο από τα, κατά τα άλλα σχολαστικά στην καταγραφή, γερμανικά, όσο και τα βρετανικά αρχεία. Κι αναρωτιέται κανείς, συγκαλύπτοντας άραγε ποιους μεγαλόσχημους συνεργούς εγκλημάτων πολέμου, ποιες πολιτικές ατιμίες και προδοσίες, έχει διαγραφεί αυτή η σελίδα;

Τον Αύγουστο του 1944, κατά μαρτυρία ανώτατων Γερμανών αξιωματούχων, όπως του Γκέμπελς, (που μετείχε κι ο ίδιος) του Φον Όβεν, του Γιόντλ και του Σπέερ, κλείστηκε μεταξύ Βρετανών και Γερμανών μια μυστική “Συμφωνία Κυρίων” που προέβλεπε την ανε­νόχλητη, από τους Βρετανούς, αποχώρηση από την Ελλάδα των Γερμανικών στρατευμάτων. Σε αντάλ­λαγμα οι Γερμανοί, με την βοήθεια των γερμανοεξοπλισμένων Ταγμάτων Ασφαλείας, εξουδετερώνοντας το Εαμικό Κίνημα, θα παραχωρούσαν τη Θεσσαλονί­κη στους Αγγλους.

Μετά το τέλος του πολέμου η Επαίσχυντη Συμφω­νία, που πρόδιδε τον κοινό Συμμαχικό αγώνα, δημο­σιοποιήθηκε από τους Γερμανούς, αλλά όπως ήταν επόμενο, σαν πράξη πολιτικής ατιμίας, παραμένει από τους Βρετανούς μέχρι σήμερα “εν κρύπτω”.

Στις παρακάτω σελίδες επιχειρείται να δοθεί μια εξήγηση σε μερικά από τα «αντιφατικά» και ανερμή­νευτα συμβάντα εκείνης της εποχής.