Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Λιλή Ζωγράφου, η ασυμβίβαστη που όρθωσε το ανάστημά της σε πρέπει και επιταγές

Η αγαπημένη “Συβαρίτισσα”, η “γυναίκα που χάθηκε καβάλα στ’ άλογο”, η γυναίκα που όρθωσε το ανάστημά της σε πρέπει και επιταγές, η συγγραφέας που λάτρεψε τον Κάφκα και την Πράγα, η συγγραφέας που λατρεύτηκε από ένα φανατικό αναγνωστικό κοινό, η Λιλή Ζωγράφου, η ασυμβίβαστη γυναίκα, που σε όλη της τη ζωή πάλεψε, όπως η ίδια έλεγε, για την εσωτερική, την υπέρτατη ελευθερία, έφυγε από τη ζωή στις 2 Οκτωβρίου 1998.

Η Λιλή Ζωγράφου γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης το 1922, όπου πέρασε τα παιδικά της χρόνια. Ο πατέρας της ήταν εκδότης εφημερίδας με ιδιαίτερα φιλελεύθερες ιδέες για την εποχή του και πάθος για τη δημοσιογραφία. Φοίτησε στο Λύκειο Κοραής και στο Καθολικό Γυμνάσιο των Ουρσουλίνων στη Νάξο. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής φυλακίστηκε για αντιστασιακή δράση ενώ ήταν έγκυος και γέννησε στη φυλακή.

Η Λιλή Ζωγράφου εμφανίστηκε αρκετά νέα στα ελληνικά γράμματα, το 1949 με το πεζογράφημα “Αγάπη” και καθιερώθηκε δέκα χρόνια αργότερα με το δοκίμιο “Νίκος Καζαντζάκης, ένας τραγικός”. Μετά την απελευθέρωση εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε γνωστά περιοδικά και εφημερίδες. Ταξίδεψε πολύ στην Ευρώπη και τις ανατολικές χώρες. Εζησε αρκετά χρόνια στη Γαλλία και την Ιταλία, αλλά λάτρευε την Πράγα, την πόλη που μεγάλωσε ο Κάφκα. Το 1962 ήταν η πρώτη, όπως με περηφάνια έλεγε, που έδωσε διάλεξη για τον Κάφκα στην Αθήνα. Εχουν εκδοθεί 24 βιβλία της, μυθιστορήματα, νουβέλες, δοκίμια και θέατρο, με αλλεπάλληλες εκδόσεις. Το τελευταίο της μυθιστόρημα “Η αγάπη άργησε μια μέρα” διασκευάστηκε και προβλήθηκε από την ΕΤ-1. Το τελευταίο της δοκίμιο “Από τη Μήδεια στη Σταχτοπούτα, η ιστορία του φαλλού” εκδόθηκε φέτος από τις εκδόσεις “Αλεξάνδρεια”.

Ανθρωπος χειμαρρώδης, χωρίς ταμπού στη γλωσσική της συμπεριφορά, η Λιλή Ζωγράφου, τόσο στα βιβλία της, όσο και στην προσωπική της ζωή, αρνήθηκε τον πεσιμισμό και δήλωνε τρελά ερωτευμένη με τη ζωή. Ερωτας για εκείνην ήταν η αιωνιότητα.

Από τη θέση της δημοσιογράφου αντιτάχθηκε στη δικτατορία του Παπαδόπουλου.  Αντικαραμανλική και αντιπαπανδρεϊκή άσκησε άφοβα κριτική στην πολιτική ζωή. Είχε τη λεβεντιά της ειλικρίνειας και της αμεσότητας. Παντρεύτηκε τρεις φορές, αλλά διάλεξε να ζει μοναχικά.

Μερικά από τα έργα της: “Βιογραφία – Απαντα Μ. Πολυδούρη” (1961), “Τι απόγινε εκείνος που ‘ρθε να βάλει φωτιά” (Θέατρο, 1972), “Αντιγνώση, Τα δεκανίκια του Καπιταλισμού” (1974), “17 Νοέμβρη 1973 – Η νύχτα της μεγάλης σφαγής” (1974), “Καρυωτάκης – Πολυδούρη, Η αρχή της αμφισβήτησης” (1977), “Επάγγελμα: πόρνη”, “Η γυναίκα που χάθηκε καβάλα στ’ άλογο”, “Η γυναίκα σου η αλήτισσα” “Νύχτωσε αγάπη μου, είναι χθες”, “Παλαιοπώλης αναμνήσεων”, “Πού έδυ μου το κάλλος”, “Κάφκα, ο σύγχρονός μας” (1994) κ.ά.

Από τα πιο σημαντικά έργα της η “Αντίγνωση: Τα δεκανίκια του καπιταλισμού” στο οποίο περιγράφει πώς ο χριστιανισμός έγινε ο θεμελιακός όρος για την επικράτηση του καπιταλισμού ανά τον κόσμο. Το πιο γνωστό έργο της είναι το μυθιστόρημα “Η Συβαρίτισσα” με έντονα αυτοβιογραφικό χρώμα και εμφανείς επιρροές από τη νιτσεϊκή φιλοσοφία.