Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αιμίλιος Βεάκης: Πιστεύω ότι ο ιμπεριαλισμός οδηγεί και διαιωνίζει την αλληλοσφαγή των εθνών

Στις 13 Δεκεμβρίου 1884 γεννιέται στον Πειραιά ο Αιμίλιος Βεάκης, ένας από τους μεγαλύτερους Ελληνες ηθοποιούς. Εγγονός του λόγιου και συγγραφέα Ιωάννη Βεάκη, έμεινε ορφανός από μικρός και μεγάλωσε με συγγενείς του, οι οποίοι τον προόριζαν για το εμπόριο. Νέος ακόμα, εγκατέλειψε το σπίτι του και μαζί με άλλους ηθοποιούς της ηλικίας του συγκρότησε θίασο με τον οποίο περιόδευσε σε όλη την Ελλάδα, ερμηνεύοντας ρόλους του κλασικού ρεπερτορίου. Η άνοδός του υπήρξε γρήγορη και εντυπωσιακή και έτσι πολύ γρήγορα αναγνωρίστηκε ως ο κορυφαίος από τους ζώντες καλλιτέχνες της ελληνικής σκηνής. Διατέλεσε κατά καιρούς θιασάρχης και προσελήφθη στο Εθνικό Θέατρο αμέσως μετά την ίδρυσή του. Με την εμπνευσμένη σκηνοθεσία των Φ. Πολίτη και Δ. Ροντήρη, ο Βεάκης πραγματοποίησε ερμηνείες που άφησαν εποχή, όπως Βασιλιάς Ληρ, Κρέοντας, Αγαμέμνονας, Οθέλλος κ.ά.

Κατά τη διάρκεια της Κατοχής οργανώθηκε στο ΕΑΜ και μετά τα «Δεκεμβριανά» (1944) ακολούθησε την πορεία των δυνάμεων του ΕΛΑΣ κατά την υποχώρησή τους στην ηπειρωτική Ελλάδα, παίζοντας με άλλους ηθοποιούς στις πόλεις, όπου περνούσε. Με τη Συμφωνία της Βάρκιζας (12 Φεβρουαρίου 1945) ο Βεάκης επέστρεψε στην Αθήνα και υπέστη διώξεις για την πολιτική του δράση. Κλήθηκε από τον ανακριτή για τη λεγόμενη δήλωση μετανοίας. Στο υπόμνημά του στις 27 Μαρτίου 1945 έγραψε μεταξύ άλλων: «… Μισώ τα τυραννικά καθεστώτα, το φασισμό και τη βία. Πιστεύω ότι ο ιμπεριαλισμός οδηγεί και διαιωνίζει την αλληλοσφαγή των εθνών. Επιζητώ και εύχομαι την ειρηνική συμβίωση των λαών της Γης κάτω από ελεύθερα δημοκρατικά καθεστώτα. Είμαι δημοκράτης και ανθρωπιστής».

Παρά τις διώξεις και την κλονισμένη υγεία του, υπήρξε ιδρυτικό μέλος των «Ενωμένων Καλλιτεχνών» (1945-1946). Τον επόμενο χρόνο σχημάτισε θίασο με τον Γιώργο Παππά. Αλλά καταβεβλημένος ψυχικά και σωματικά αποφάσισε να αποχωρήσει από το θέατρο, παίρνοντας μία πενιχρή σύνταξη το 1947. Τον επόμενο χρόνο απολύεται από το Ωδείο Αθηνών όπου δίδασκε.

Δεν πέρασε πολύς χρόνος και το 1949 επανήλθε στο θεατρικό σανίδι, ενισχύοντας με την παρουσία του τον νεανικό θίασο «Ρεαλιστικό Θέατρο». Το 1951 επανήλθε στο Εθνικό Θέατρο, όπου έπαιξε στη «Δάφνη Λωρεόλα» με την Κυβέλη και στους «Τρεις Κόσμους» του Διονυσίου Ρώμα.

Οι εμφανίσεις του Βεάκη στη μεγάλη οθόνη μετριούνται στα δάχτυλα των δύο χεριών. Χαρακτηριστικοί είναι οι ρόλοι τους στις ταινίες «Αστέρω» (1929) και «Η φωνή της καρδιάς» (1943). Ο σπουδαίος ηθοποιός έγραψε ποιήματα, διασκεύασε για το θέατρο τους «Ταπεινούς και Καταφρονεμένους» του Ντοστογιέφσκι κι έγραψε και μερικά πρωτότυπα θεατρικά έργα. Μετά το θάνατό του είδε το φως το «Ημερολόγιό» του.

Ο Αιμίλιος Βεάκης πέθανε, φτωχός και πικραμένος, έχοντας όμως την πανελλήνια εκτίμηση, στις 29 Ιουνίου 1951 στην Αθήνα, σε ηλικία 66 ετών.