Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Βρετανικό μουσείο επιστρέφει στη Νιγηρία τα Μπρούτζινα του Μπενίν – Αρπάχτηκαν τον 19ο αιώνα

Εβδομήντα δύο έργα τέχνης που είχαν αρπαγεί το 1897 κατά την διάρκεια βρετανικής στρατιωτικής εισβολής στο Μπενίν Σίτι θα επιστραφούν στην Νιγηρία, ανακοίνωσε το μουσείο Horniman του Λονδίνου.

Μεταξύ των έργων περιλαμβάνονται δώδεκα ορειχάλκινες πλάκες, γνωστές ως «Μπρούτζινα του Μπενίν», λατρευτικά αντικείμενα από ελεφαντόδοντο ή ορείχαλκο, καθημερινά αντικείμενα όπως βεντάλιες και καλάθια, καθώς και ένα κλειδί «του παλατιού του βασιλιά».

Η απόφαση για την επιστροφή τους είναι η απάντηση σε αίτημα που διατυπώθηκε τον Ιανουάριο από την Εθνική Επιτροπή των Μουσείων και των Μνημείων της Νιγηρίας, ο γενικός διευθυντής της οποίας, ο καθηγητής Αμπά Τιζάνι, χαιρέτισε την απόφαση του μουσείου του Λονδίνου.

«Οι αποδείξεις ήταν σαφείς ως προς το γεγονός ότι τα αντικείμενα αυτά αφαιρέθηκαν δια της βίας και η εξωτερική διαβούλευση επιβεβαίωσε το επιχείρημά μας ότι είναι και ηθικό και προσήκον να επιστραφούν στην Νιγηρία», δήλωσε η Ιβ Σάλομον, πρόεδρος της διοίκησης του Μουσείου Horniman.

Το μουσείο θα συζητήσει με νιγηριανή επιτροπή την επίσημη διαδικασία της μεταφοράς των έργων και την δυνατότητα ορισμένα αντικείμενα να παραμείνουν υπό καθεστώς “δανεισμού” για να εκτεθούν ή για ερευνητικούς ή εκπαιδευτικούς λόγους.

Η Νιγηρία διαπραγματεύθηκε την επιστροφή των Μπρούτζινων του Μπενίν με πολλές ευρωπαϊκές χώρες και σχεδιάζει την κατασκευή μουσείου στο Μπενίν Σίτι, στην πολιτεία του Έντο, όπου θα συγκεντρωθούν και θα εκτεθούν.

Τον Νοέμβριο, η Γαλλία επέστρεψε στην Νιγηρία 26 από τα αντικείμενα αυτά, ενώ στις αρχές του έτους δύο ακόμη τεχνουργήματα επιστράφηκαν από το Ηνωμένο Βασίλειο.

…σταγόνα στον ωκεανό

Οι μπρούντζοι (ή αλλιώς τα χάλκινα) του Μπενίν είναι μια ομάδα πολλών χιλιάδων μεταλλικών πλακών και γλυπτών που διακοσμούσαν το βασιλικό παλάτι του Βασιλείου του Μπενίν στη σημερινή Πολιτεία Έντο της Νιγηρίας. Συνολικά, τα αντικείμενα αποτελούν τα καλύτερα παραδείγματα της τέχνης του και δημιουργήθηκαν τον 13ο αιώνα από καλλιτέχνες του λαού Έντο.
Εκτός από τις πλάκες, άλλα γλυπτά σε ορείχαλκο ή μπρούτζο περιλαμβάνουν κεφάλια πορτρέτων, κοσμήματα και μικρότερα κομμάτια.

Πολλά άλλα γλυπτά χρονολογούνται και μεταγενέστερα στον 15ο και 16ο αιώνα. Πιστεύεται ότι δύο «χρυσές εποχές» στην κατασκευή μετάλλων στο Μπενίν ήταν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Esigie (1550) και του Eresoyen (1735–1750), όταν η κατασκευή τους πέτυχε την υψηλότερη ποιότητα.

Ο πλούτος ήταν προϊόν της συμμετοχής στο διατλαντικό δουλεμπόριο: ο χαλκός και ο ορείχαλκος «Μανίλα» που χρησιμοποιήθηκε ως το βασικό μέσο ανταλλαγής για τους σκλάβους και επίσης το ελεφαντόδοντο.

Οι περισσότερες από τις πλάκες και άλλα αντικείμενα λεηλατήθηκαν από τις βρετανικές δυνάμεις κατά τη διάρκεια της αποικιοκρατίας το 1897, καθώς ο αυτοκρατορικός έλεγχος παγιωνόταν στη Νότια Νιγηρία. Διακόσια μόνο κομμάτια μεταφέρθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου, ενώ τα υπόλοιπα «βρήκαν το δρόμο τους» σε άλλα ευρωπαϊκά μουσεία και «συλλογές» –αρκετές ιδιωτικές στη Γερμανία τις Ηνωμένες Πολιτείες και αλλού.

Ενώ η συλλογή είναι γνωστή ως Χάλκινα \ Μπρούτζινα του Μπενίν \ της Δυτικής Αφρικής, τα κομμάτια είναι κυρίως κατασκευασμένα από ορείχαλκο μεταβλητής σύνθεσης + ελεφαντόδοντο, μεταξύ άλλων υλικών.

Τα μεταλλικά κομμάτια κατασκευάστηκαν με χύτευση «lost-wax casting» και θεωρούνται από τα καλύτερα γλυπτά που έγιναν με αυτήν την τεχνική.

Χύτεσυη “cire perdue” Tα χάλκινα φύλλα \ Blätterbrunnen 1976 \ Emil Cimiotti Ανόβερο

σ.σ. Η χύτευση αυτή (ονομάζεται επίσης “χύτευση καλουπιών απορριμμάτων”, επειδή το καλούπι καταστρέφεται για να αφαιρεθεί το χυτό αντικείμενο, “χύτευση ακριβείας” ή cire perdue που έχει υιοθετηθεί από τα γαλλικά), είναι η διαδικασία με την οποία ένα διπλό μεταλλικό γλυπτό (συνήθως ασήμι, χρυσός, ορείχαλκος ή μπρούτζος) χυτεύεται από πρωτότυπο και μ’ αυτή τη μέθοδο μπορούν να επιτευχθούν περίπλοκα έργα. Τα παλαιότερα γνωστά παραδείγματα αυτής της τεχνικής είναι περίπου 6.500 ετών και αποδίδονται σε τεχνουργήματα χρυσού που βρέθηκαν στη Νεκρόπολη της Βάρνας της Βουλγαρίας. Ένα χάλκινο φυλαχτό από το Mehrgarh, τον πολιτισμό της κοιλάδας του Ινδού, στο Πακιστάν, χρονολογείται περίπου στο 4.000 π.Χ. Τα χυτά χάλκινα αντικείμενα, που ανακαλύφθηκαν στο θησαυρό του Σπήλαιο του Θησαυρού (Nahal Mishmar) στη νότια Γη του Ισραήλ, τα οποία ανήκουν στη Χαλκολιθική περίοδο (4500–3500 π.Χ.), υπολογίζονται στο 3700 π.Χ. … Μεσοποταμία της τρίτης χιλιετίας π.Χ. Η χύτευση αυτού του είδους ήταν ευρέως διαδεδομένη και στην Ευρώπη μέχρι τον 18ο αιώνα.

Τα μπρούντζινα του Μπενίν οδήγησαν σε εκτίμηση από τους Ευρωπαίους του αφρικανικού πολιτισμού και της λαϊκής τέχνης. Αρχικά, φάνηκε απίστευτο στους ερευνητές ότι άνθρωποι «υποτίθεται τόσο πρωτόγονοι και άγριοι» ήταν δημιουργοί τέτοιων εξαιρετικά ανεπτυγμένων αντικείμενων. Μερικοί μάλιστα κατέληξαν λανθασμένα στο συμπέρασμα ότι η γνώση του Μπενίν για τη μεταλλουργία προήλθε από τους Πορτογάλους εμπόρους που είχαν επαφή με το Μπενίν στην πρώιμη σύγχρονη περίοδο, ενώ το Βασίλειο του Μπενίν ήταν ένας κόμβος του αφρικανικού πολιτισμού πολύ πριν από την εισβολή των Πορτογάλων αποικιοκρατών και είναι σαφές ότι οι μπρούτζοι κατασκευάστηκαν στο Μπενίν από έναν ιθαγενή πολιτισμό, αιώνες πριν από την επαφή με την πολιτισμένη Ευρώπη…