Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«ΔΙΝΕ ΤΟ ΧΕΡΙ ΣΟΥ ΣΕ ΟΠΟΙΟΝ ΣΗΚΩΝΕΤΑΙ» Μαξίμ Γκόρκι (Γ’ Μέρος – τελευταίο

 

Γράφει η Άννεκε Ιωαννάτου //

Δύσκολος δρόμος – ξεκαθάρισμα τοποθέτησης

Ο Γκόρκι, μετά την επιστροφή του στις γραμμές των μπολσεβίκων, πέρασε μια ψυχολογικά πολύ δύσκολη περίοδο. Επανειλημμένως ο Λένιν χρειάστηκε να τον «σηκώσει» από τις καταθλίψεις του και τους δισταγμούς του. Σαν απάντηση σε πικραμένο γράμμα του Γκόρκι, ο Λένιν, τον Ιούλη του 1919, θα τον παροτρύνει να βγει από την αυτο-απομόνωσή του και να μη μείνει παθητικός στις στιγμές που η χώρα του γράφει ένα τόσο σημαντικό κεφάλαιο στην παγκόσμια ιστορία: «Η χώρα ζει μέσα στον πυρετό των αγώνων εναντίον της μπουρζουαζίας όλου του κόσμου, που μας εκδικείται σκληρά για το πέσιμό της. Είναι φυσικό. Εναντίον της πρώτης σοβιετικής δημοκρατίας καταφέρονται πλήγματα από παντού. Πολύ φυσικό. Πρέπει να ζει κανείς τώρα σαν ένας δραστήριος πολιτικός. Αν όμως την πολιτική δεν τη θέλει η ψυχή του, τότε ας βλέπει σαν καλλιτέχνης πώς χτίζεται η νέα ζωή – όχι εκεί που είναι το κέντρο ενός λυσσαλέου αγώνα, όπως αυτός που γίνεται στην πρωτεύουσα, ενός φανατικού μίσους σαν αυτό που τρέφει η διανόηση της πρωτεύουσας. Οχι εκεί –αλλά στο χωριό ή σε μια φάμπρικα της επαρχίας (ή στο μέτωπο). Εκεί με την απλή παρατήρηση πολύ εύκολα ξεχωρίζει κανείς που σαπίζει το παλαιό, που φυτρώνει το καινούργιο».

Μια ιδεολογική αντιπαράθεση για το ρόλο της τέχνης

Για να καταλάβουμε τις εσωτερικές διεργασίες μέσα στο Γκόρκι βοηθάει να δούμε μια ενδιαφέρουσα διαμάχη ανάμεσα στον Ανρί Μπαρμπύς και το Ρομαίν Ρολλάν, που είχε ξεκινήσει ο Μπαρμπύς στο περιοδικό «Κλαρτέ» το Δεκέμβρη του 1921. Το Γενάρη του 1922 ο Ρολλάν του απαντάει στο περιοδικό «Ελεύθερη Τέχνη». Ακολουθεί μια διαμάχη, στην οποία έλαβαν μέρος είκοσι έξι διανοούμενοι κυρίως από τη Γαλλία, την Ελβετία και τη Γερμανία. Στην αντιπαράθεση αυτή βλέπουμε τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην επαναστατική γραμμή και την «ηθική» προσέγγιση με τους δισταγμούς, την αναβλητικότητα και τον πεσιμισμό που την χαρακτηρίζουν. Με λίγα λόγια ο Μπαρμπύς απεύθυνε έκκληση στους διανοούμενους να πάρουν θέση στο πλευρό του μαχόμενου προλεταριάτου στη σύγκρουσή του με το κεφάλαιο. Καιρός πια να αφήσουν τα συνθήματα περί ανεξαρτησίας του πνεύματος μακριά από την πολιτική και τους κομματικούς αγώνες. Η ελευθερία του πνεύματος περνάει από την κοινωνική επανάσταση και την απελευθέρωση των μαζών. Ο Ρολλάν στην απάντησή του κατηγορεί τον Μπαρμπύς, ότι αυτός και τα κομμουνιστικά κόμματα θέτουν με απαράδεκτο τρόπο την πνευματική ελευθερία σε εξάρτηση από τους κοινωνικούς αγώνες και τους οικονομικούς σκοπούς τους, σύμφωνα δηλαδή, με τη λογική του «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Ο Ρολλάν: «Πολύ συχνά προς χάρη μιας πολιτικής σκοπιμότητας, προς χάρη μιας νίκης, δεχόμαστε να θυσιαστούν μερικές ύψιστες ηθικές αξίες: ο ανθρωπισμός, η ελευθερία και η πιο ακριβή για μας αλήθεια. Οι ηθικές τούτες αξίες πρέπει σε κάθε περίπτωση να μένουν απαραβίαστες. Προς το συμφέρον της ανθρωπότητας. Προς το συμφέρον της ίδιας της επανάστασης. Γιατί αν η επανάσταση τα καταφρονήσει τούτα, αργά ή γρήγορα, θα καταδικάσει τον εαυτό της σε κάτι που είναι πιο σοβαρό από μια ολική ήττα: θ’αυτοκαταδικαστεί σε ηθική χρεωκοπία».

Να τις, οι αιώνιες ηθικές αξίες, για τις οποίες μιλάει ο Φρίντριχ Ενγκελς στο «Αντι-Ντίρινγκ»! Η ηθική ξεκομμένη από καταστάσεις, από κοινωνικές τάξεις σαν απόλυτη έννοια, δοσμένη γενικά και αόριστα στους αιώνες τους άπαντες. Στη διαμάχη αυτή βλέπουμε το σπέρμα όλης της μετέπειτα καταπολέμησης της Σοβιετικής Ενωσης από τη «Δύση», μια διαμάχη που στη «Δύση» κέρδισε θριαμβευτικά η μεταρρυθμιστική γραμμή με την ηθική προσέγγιση του σοσιαλισμού, που οργίαζε στα χρόνια του ευρωκομμουνισμού ιδιαίτερα στη Γαλλία.

Ο Ρολλάν, ωστόσο, δεκαπέντε χρόνια αργότερα «τα μαζεύει» και παραδέχεται, ότι η μεταπολεμική απαισιοδοξία, καθώς και η εσωκομματική διαμάχη μέσα στο παγκόσμιο σοσιαλιστικό κίνημα τον είχαν επηρεάσει τότε: «Μ’ ερέθιζαν οι κραυγές απόγνωσης των ανεξάρτητων επαναστατών εναντίον του «μπολσεβίκικου ζυγού», όπως και οι διηγήσεις φίλων μου, που τους είχα εμπιστοσύνη  και τους έβλεπα να γυρίζουν από τη Ρωσία αποκαρδιωμένοι, επίσης – ας το ομολογήσω – τα γράμματα του Γκόρκι που έφυγε από την ΕΣΣΔ και ζούσε τότε κι εκείνος μέσα σ’ ένα κλίμα έντονα και οδυνηρά πεσιμιστικό».

Ο Γκόρκι, όμως, είχε έναν Λένιν δίπλα του, ο οποίος – όπως είδαμε – τον «σήκωνει» ψυχολογικά και ιδεολογικά, αλλά ξεχώριζε το Λένιν σαν ένα ανάστημα πολύ πάνω από τις άγριες μάζες. Ηθελε δύο, τρία χρόνια για να χωνέψει τη βαθύτερη σημασία των όσων του έλεγε ο Λένιν. Ο Γκόρκι, αρχικά παρακολουθώντας τη διαμάχη από ένα σανατόριο, ήταν εναντίον του Μπαρμπύς, παρ΄όλο που βλέπουμε μερικές ταυτόσημες με τον Μπαρμπύς σκέψεις του για το ρώσικο προλεταριάτο από το 1918-1919. Παραδείγματος χάριν, ο Γκόρκι καλεί τους Ευρωπαίους διανοούμενους να στηρίξουν έμπρακτα το ρώσικο προλεταριάτο. Τον εξέφραζε, όμως, τότε ακόμα, περισσότερο η «γραμμή» Ρολλάν, όπως είδαμε, για την ηθική διάσταση και την καταπίεση της πνευματικής ελευθερίας στη Ρωσία. Ο Γκόρκι για μερικά χρόνια ακόμα θα ταλαντεύεται φοβισμένος με την αμόρφωτη μάζα και τον υποτιθέμενο παθητικό χαρακτήρα του ρώσικου λαού, το «ασιατικό στοιχείο», όπως το είχε διατυπώσει πολλές φορές.

Η διαμάχη με αυτούς που έφυγαν

Σιγά σιγά, όμως, ο Γκόρκι αρχίζει να αλλάζει και να αίρει τις επιφυλάξεις του, να βγαίνει από το μικροαστικό πεσιμισμό. Χαρακτηριστικά είναι τα εξής λόγια του σε γράμμα του Δεκέμβρη του 1928: «Δεν ζούμε βέβαια στον παράδεισο, βρισκόμαστε ακόμα μεταξύ αμαρτωλών ανθρώπων που τα νεύρα τους έχουν εξαρθρωθεί, όπως και τα δικά μας. Συζούμε επίσης με κάποια ανθρωπάρια που ακόμα δεν έμαθαν την αλφαβήτα και νόμισαν πως είναι ιδιοφυϊες εκεί στο πόστο του επιλοχία όπου βρέθηκαν. Έπρεπε να ήσουν στη δική μου θέση, στη θέση ενός ανθρώπου που κάθε μέρα και σ’ όλες τις γλώσσες της Ευρώπης κάνουν ο,τι μπορούν για να τον εξευτελίσουν, αλλά αυτά διόλου δεν τον εμποδίζουν να κάνει όσα θέλει να κάνει. …Εμένα με βρίζουν γιατί δε διαμαρτύρομαι για τούτη την εφιαλτική βλακεία και φαυλότητα, μα δεν έχουν δίκιο, διαμαρτύρομαι, αλλά προσεκτικά γιατί δεν έχει κανένα νόημα να πικραίνεις τους δικούς σου για να χαρούν οι ξένοι, να πανηγυρίσουν οι εχθροί».

Μην ξεχνάμε, ότι φουντώνει στην «πολιτισμένη» Ευρώπη η προσπάθεια των εμιγκρέντων για να φέρουν πίσω το παρελθόν στη Ρωσία. Μαζί με την άνοδο του φασισμού στην Ευρώπη ο Γκόρκι καταλαβαίνει όλο και περισσότερο, ότι πρέπει να είναι με τη σοβιετική εξουσία: «Ξέρω – στη Ρωσία τα πράγματα ήταν και είναι πολύ άσχημα, έχω μάλιστα λόγους να πιστεύω πως το ξέρω αυτό καλύτερα από κείνους που με βομβαρδίζουν με  ανώνυμα γράμματα. Αλλά ποτέ και πουθενά το καλό δεν ήταν τόσο καλό, όσο τούτο συμβαίνει τώρα στη Ρωσία. Και πουθενά το κακό δεν απογυμνώθηκε τόσο αμείλικτα, πουθενά δεν το πολέμησαν τόσο δραστήρια όσο το πολεμούν τώρα στην Ένωση των Σοβιέτ».

Η αντιδικία του με την εμιγκράτσια και τις αστικές εφημερίδες στην Ευρώπη μοιάζει με τη σχέση του με τη ρωσική διανόηση του 1890 και του 1907: «Ναι, στη Ρωσία η κυβέρνηση είναι σκληρή, αλλά μην ξεχνάτε πως η Ρωσία είναι η χώρα όπου κάθε επιλοχίας ένοιωθε σαν ένας άλλος Ιβάν Τρομερός και κάθε διανοούμενος κριτής της οικουμένης. Κι εσείς οι ίδιοι είσθε γιόματοι πάθος για εκδίκηση για όσα προσωπικά υποφέρατε. Δεν μπορείτε να ξεχάσετε, ούτε να καταλάβετε, σας φταίει η μικροψυχία σας…Δεν θέλω να δικαιολογήσω τη σκληρότητα κανενός, οφείλουμε όμως να δεχτούμε σαν αδιαφιλονίκητο πως κανένας λαός στην Ευρώπη δεν πέρασε ένα τόσο τρομερό σχολείο βίας κι αίματος, σαν αυτό που πέρασαν οι Ρώσοι μέχρι τα τελευταία τούτα χρόνια….Ο λήθαργος που την κρατούσε μεταξύ ζωής και θανάτου πήρε τέλος, η Ρωσία ξύπνησε, σηκώνεται και θέλει να καταλάβουν όλοι πως εννοεί να ζήσει…Και θα τα πει αυτά όχι με γλυκόλογα και μεγαλόψυχες συγγνώμες, αλλά με γλώσσα αρκετά σκληρή. Δεν είναι ακόμα ψυχή υγιής. Θυμάται πολύ καλά όσα πέρασε πρόσφατα, τα φριχτά βιώματά της , φοβάται να μην τα ξαναπάθει και βέβαια την έχει δηλητηριάσει το πάθος της εκδίκησης…Σεις όμως που δεν διστάσατε να καλέσετε εναντίον του ρώσικου λαού όλες τις φυλές του Ισραήλ δεν έχετε δικαίωμα να μιλάτε για σκληρότητα».

Φυσικά σε πολλά ανώνυμα γράμματα τον αποκαλούν πουλημένο, τυφλωμένο κλπ.

 Ρεαλισμός και ρομαντισμός: ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός ως προλεταριακός ουμανισμός.

Ο Γκόρκι πίστευε, ότι η λογοτεχνία έπρεπε να είναι πιο επαναστατική από ποτέ και ότι ο καινούργιος ρεαλισμός έπρεπε να παντρευτεί το ρομαντισμό. Έπρεπε πλέον να γράφονται στίχοι για εργοστάσια σαν να επρόκειτο για το θρίαμβο της ανθρώπινης λογικής. Συνιστούσε στους νέους συνάδερφούς του να αποφύγουν να γράφουν για τις αρνητικές πλευρές της καθημερινής ζωής και να αφοσιωθούν στον έπαινο των σοσιαλιστικών κατακτήσεων. Να μην φοβούνται ακόμα μια κάποια εξιδανίκευση. Ο συγγραφέας καλείται να παίξει δύο ρόλους: του νεκροθάφτη του κάθετι εχθρικού προς τον άνθρωπο και της μαμής του καινούργιου, που οφείλει να το αναδείχνει. Οι νέοι συγγραφείς πρέπει να βλέπουν το παρελθόν από το ύψος των επιτευγμάτων του παρόντος και των μεγάλων σκοπών του μέλλοντος.  Καταλαβαίνει κανείς, ότι μέσα στα κοσμογονικά γεγονότα και εν μέσω της οικοδόμησης ενός πρωτόγνωρου δρόμου στην ιστορία οι αντιπαραθέσεις να ήταν σφοδρότατες και στο επίπεδο του καλλιτεχνικού εποικοδομήματος. Η πάλη των ιδεών αντανακλούσε την πάλη στην κοινωνία ανάμεσα στο παλαιό και το καινούργιο. Ο Γκόρκι κατακεραύνωνε την εξωταξική, «ανεξάρτητη» ευρωπαϊκή λογοτεχνία εκτιμώντας, ωστόσο, θετικά τους δημιουργούς του κριτικού ρεαλισμού και του επαναστατικού ρομαντισμού, που ξέφυγαν από την αποπνιχτική ατμόσφαιρα της τάξης τους θεωρώντας τα έργα αυτά ντοκουμέντα  που εξηγούν την εξέλιξη και την αποσύνθεση της αστικής τάξης. Η στροφή του Γκόρκι, που διαπιστώνουμε στη διάρκεια της δεκαετίας του 1920, είναι οριστική. Μετά από μια επώδυνη εσωτερική διαπάλη βγαίνει νικητής ο αγωνιστής Γκόρκι, ο οποίος ρίχνεται με έντονο πάθος και απίθανα μεγάλη εργατικότητα στο πολιτιστικό μέτωπο, όπου θέλει να δημιουργήσει  τη λεγόμενη «Τρίτη Πραγματικότητα», να παντρέψει το ρεαλισμό με το ρομαντισμό, έναν επαναστατικό, δραστήριο ρομαντισμό: «Ο ηρωϊκός ρομαντισμός του σφυριού που σφυρηλατεί μια πραγματικά νέα, συλλογική ζωή, οργανικά ξένη και ακόμα εχθρική στον παθητικό ρομαντισμό των αστών που δε βλέπουν παρά τη γλυκιά ζωή και την «πνευματική κουλτούρα»».  Μιλάμε δηλαδή για το σοσιαλιστικό ρεαλισμό. Η ίδια η σοσιαλιστική πραγματικότητα «των Κομπάιν και των τρακτέρ» δίνει το περιεχόμενο της κουλτούρας : «…τώρα μπορεί (ο μουζίκος) να λυτρωθεί από το κάτεργο του χωριού του. Τούτη είναι, αλήθεια, μια επανάσταση, είναι η αρχή μιας άλλης πιο εντατικής εσωτερικής καύσης του ανθρώπινου νου».

Τον απασχολούσε πολύ το θέμα της στάσης απέναντι στον άνθρωπο, που δεν είχε αλλάξει ακόμα όσο θάπρεπε μαζί με την επανάσταση. Ο Μεξικανός Χοσέ Μαρία Μορέλος (1765-1810), ένας από τους ηγέτες του πολέμου για την ανεξαρτησία του Μεξικού, θα πει χαρακτηριστικά «Το ιδανικό παραμένει ψηλό στον αγώνα…αλλά οι άνθρωποι;»

Σοσιαλιστική και αστική τέχνη

Σε μια σειρά από ομιλίες και άρθρα ο Μαξίμ Γκόρκι αναπτύσσει τις σκέψεις του σχετικά με το ρόλο της νέας τέχνης. Ετσι θα πραγματευτεί θέματα, όπως η σοβιετική λογοτεχνία, ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός, η συλλογική πνευματική εργασία, οι σοβιετικοί συγγραφείς, νέοι και παλαιοί, ο προλεταριακός ουμανισμός και γενικότερα το θέμα του πολιτισμού. Ολα αυτά σε αντιπαραβολή με τις αστικές αντιλήψεις. Δηλαδή συγκρίνοντάς τα με την αστική λογοτεχνία, τον αστικό ρεαλισμό, την ατομική πνευματική εργασία, τον αστικό ουμανισμό. Αναλύει τη σήψη της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, της εξωταξικής, της «ανεξάρτητης», αλλά αναλύει και τη ρώσικη αστική λογοτεχνία λαμβάνοντας υπόψη πράγματα, όπως το γεγονός, ότι η αστική τάξη της Ρωσίας σαν πολύ πιο νέο φαινόμενο πλούτισε πολύ πιο γρήγορα από την ευρωπαϊκή, η οποία «είχε εξασκηθεί σε σκληρό ανταγωνισμό»: «Τα διακριτικά γνωρίσματα ανάμεσα στη δική μας μεγαλοαστική τάξη και στη δυτική είναι πολύ χαρακτηριστικά και άφθονα και εξηγούνται, γιατί ο δικός μας νέος ιστορικά αστός, γέννημα κυρίως της αγροτιάς, πλούτιζε πιο γρήγορα και πιο εύκολα από τον ηλικιωμένο ιστορικά αστό της Δύσης. Ο βιομήχανος ο δικός μας, που δεν είχε εξασκηθεί στο σκληρό ανταγωνισμό της Δύσης, χαρακτηριζόταν ως τον 20ο περίπου αιώνα για την παραξενιά και την πονηριά του, που προέρχονταν δίχως άλλο από την απορία του για την τυφλή ευκολία του που θησαύριζε εκατομμύρια».

Πάνω στην οικονομική και κοινωνική βάση της ρώσικης κοινωνίας, ο Γκόρκι αναλύει και τη λογοτεχνία και τους λογοτέχνες πιάνοντας ένα μεγάλο φάσμα κοινωνικών-ιστορικών φαινομένων.

Μαζί με τη γρήγορη ανάπτυξη και το γρήγορο πλούτισμα των Ρώσων αστών, τονίζει ο Γκόρκι, γινόταν και σε πιο γρήγορους ρυθμούς το «προτσές της ηθικής αποσύνθεσης, της πνευματικής χρεωκοπίας» της ρώσικής δημοκρατικής διανόησης με τη ,σε σχέση με τη δυτική, λιγότερη ιστορική πείρα της. Ονομάζει τη δεκαετία 1907-1917 την «αισχρή και πιο ξετσίπωτη δεκαετία στην ιστορία της ρώσικης διανόησης», όπου κυριαρχούσε η ανεύθυνη σκέψη. Το μόνο που θα μπορούσε να τη διασώσει ήταν να πάει με το μέρος του αγωνιζόμενου προλεταριάτου.

Στη ρώσικη λογοτεχνία του 19ου αιώνα βλέπει μια επανάληψη όλων των σκοπών και ρευμάτων της δυτικής λογοτεχνίας, που την επηρέασε με τη σειρά της.

Τονίζοντας τη σημασία του ρόλου του Κόμματος και της μάζας στη διαμόρφωση του πολιτισμού θα πει: «Πρέπει να το χωνέψουμε πως η εργασία των μαζών είναι ο κύριος οργανωτής του πολιτισμού και ο δημιουργός όλων των ιδεών εκείνων που στη διάρκεια των αιώνων περιόριζαν την αποφασιστική σημασία της εργασίας, της πηγής των γνώσεών μας και των ιδεών εκείνων του Μαρξ, του Λένιν και του Στάλιν που σήμερα εμπνέουν την επαναστατική συνείδηση των προλεταρίων όλων των χωρών και στη χώρα μας υψώνουν την εργασία ως τη δύναμη εκείνη που είναι η βάση της επιστήμης και της τέχνης». Οι κομματικοί δε λογοτέχνες οφείλουν να είναι δάσκαλοι της ιδεολογίας, που συντονίζουν τη δραστηριότητα του προλεταριάτου. Αυτά λέει ο Γκόρκι σε μια έκθεση για τη λογοτεχνία της ΕΣΣΔ το 1934. Μιλώντας για την ΕΣΣΔ ο Γκόρκι δίνει δέουσα σημασία στα δημιουργήματα των άλλων λαών και εθνοτήτων, που συναποτελούσαν την ΕΣΣΔ.

Η αληθινή έννοια των ακροτήτων

Η προσωπικότητα, σύμφωνα με τον Γκόρκι σε μια αρθρογραφία του κυρίως τη δεκαετία του 1930, χρεωκοπεί στο δυτικό πολιτισμό, ενώ στο σοσιαλισμό ίσα ίσα αναπτύσσεται η ατομικότητα και η προσωπικότητα μέσα στη συλλογική εργασία. Η συλλογική εργασία πάνω στο υλικό βοηθάει να καταλάβουμε καλύτερα πως πρέπει να είναι ο σοσιαλιστκός ρεαλισμός: «Στη χώρα μας η λογική των πραγμάτων ξεπερνάει τη λογική των εννοιών».  Ετσι δημιουργείται ένας καινούργιος ουμανισμός, ο επαναστατικός, ο προλεταριακός, ο σοβιετικός. Εννοιες, που ο Γκόρκι τις αναλύει σε αντιπαράθεση με τον αστικό ουμανισμό αναλύοντας την υποκρισία του τελευταίου, ιδιαίτερα αποκαλυπτική στα χρόνια που ο Γκόρκι πραγματεύεται αυτές τις ιδέες. Ο αστικός πολιτισμός της εποχής του σκληραίνεται μπροστά στην άνοδο της κομμουνιστικής ιδέας. Η αστική τάξη του 20ου αιώνα γίνεται ολοένα και πιο βάρβαρη μπροστά στην ιδέα αυτού που ονομάζει «άλλη ακρότητα». Αντιμετωπίζει όχι μόνο την ταξική πάλη με μια νέα σοσιαλιστική κρατική οντότητα, την ΕΣΣΔ, αλλά και αυξανόμενα στις χώρες του καπιταλισμού με το πλάτεμα του εργατικού κινήματος. Ιδού «ο αιώνας των ακροτήτων», όπως ονομάζεται όχι σπάνια στην αστική ιστοριογραφία και φιλολογία αντί να το ονομάσει «αιώνα οξυνόμενης ταξικής πάλης», γιατί αυτός ο προσδιορισμός θα αποκάλυπτε την επαναστατική ουσία. Ο Γκόρκι, που πέθανε το 1936, δεν μπόρεσε να φτάσει σε μια πιο επεξεργασμένη ανάλυση των «ακροτήτων», αλλά ωστόσο είχε συλλάβει την ουσία της μεγάλης σύγκρουσης του 20ου αιώνα: «Ποιό δικαίωμα έχει πάνω στην εξουσία η σύγχρονη αστική τάξη που αρνείται πια τα θεμέλια του πολιτισμού της, που ξέμαθε να διοικεί, που δημιουργεί την ανεργία, που ολοένα γίνεται πιο φρικτή, που ληστεύει αδιάντροπα για πολεμικούς σκοπούς τους αγρότες, τους εργάτες και τις αποικίες, με ποιό δικαίωμα υπάρχει και εξουσιάζει η τάξη που βυζαίνει την εργασακή και τη δημιουργική δράση όλου του κόσμου – η τάξη που είναι ποσοτικά τιποτένια και ποιοτικά διεφθαρμένη και εγκληματική; Και η τάξη αυτή κρατάει στα αιμοσταγή χέρια της δύο δισεκατομμύρια σχεδόν Ευρωπαίους, Κινέζους, Ινδούς, Αφρικανούς αγρότες κι εργάτες!»

Και σε όλα αυτά αντιπαράθετε το σοβιετικό ουμανισμό.

Μήπως αυτά ενόχλησαν  τον Τρουαγιά, όταν γράφει για τον Γκόρκι, ότι κούρασε πια τους αναγνώστες του, επειδή παραήθελε όλα να αποδείχνονται, ότι ακόμα και η αγανάκτησή του έγινε τεχνητή, ότι ένοιωθε την ανάγκη όλο να διδάσκει τους συμπατριώτες του, ότι πίστευε στην αποστολή του ως διαπαιδαγωγού ακόμα κι αν αυτό έβλαπτε την καλλιτεχνική του αξία;

Ο Γκόρκι στη θεωρητική του ανάπτυξη των πολιτισμικών φαινομένων της ανθρώπινης ιστορίας και του καιρού του στα δύο κοινωνικά συστήματα πραγματεύτηκε και πολλά άλλα θέματα, που δεν χωράνε μέσα στα πλαίσια ενός άρθρου. Αναφέρουμε εν τάχει –σταχυολογώντας μονάχα – τη θέση της γυναίκας και πώς απεικονίζεται στην αστική λογοτεχνία και στη σοσιαλιστική, μισογυνισμός και αστική τάξη, φασισμός-εθνικισμός-ρατσισμός, πώς να ασκείται η κριτική (όχι απλώς με έτοιμα τσιτάτα από Μαρξ, Ενγκελς, Λένιν και «ξεμπλέξαμε»!), η τεχνολογία στην κουλτούρα του σοσιαλισμού σε σύγκριση με τον τεχνοκρατισμό της καπιταλιστικής Δύσης,  οικονομία και πνεύμα, ο ατομισμός στις διάφορες εποχές της ανάπτυξης του καπιταλισμού και τί ρόλο παίζει στο σοσιαλισμό.

Συμπέρασμα

Η προσφορά του Γκόρκι στον τομέα του πολιτισμού ήταν πρωτοπόρα, άνοιγε δρόμους ψάχνοντας να δώσει κουλτουρικό θεωρητικό λόγο σ΄ ένα εντελώς νέο στην ιστορία σύστημα κοινωνικής οργάνωσης. Ο λόγος αυτός μπορεί να είχε αδυναμίες, να είχε υπερβολές στη νέα ορμή, να μην ήταν ολοκληρωμένος, να παρουσίαζε λάθη, αλλά ήταν καινούργιος, κοσμογονικός μαζί με τα φαινόμενα που τον γέννησαν, οικουμενικός με τα πανανθρώπινα σοσιαλιστικά ιδανικά του, που στα σπάργανα ακόμα δεν μπορούσε παρά να ενοχλήσουν τον παλαιό κόσμο και τους εκπροσώπους του.

 

Πηγές:
– Μαξίμ Γκόρκι, Ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός, Εκδ. «Ειρήνη», 1975
– Μήτσος Αλεξανδρόπουλος, Το ψωμί και το βιβλίο, ο Γκόρκι, Εκδ. «Ελληνικά Γράμματα», 2004
– Henri Troyat, Gorki, Εκδ. «Flammarion», 1986

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

«Δίνε το χέρι σε όποιον σηκώνεται», Μαξίμ  Γκόρκι (1868-1936)

«Δίνε το χέρι σε όποιον σηκώνεται» Μαξίμ Γκόρκι  (Β’ Μέρος)