Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ελληνικό ποδόσφαιρο – Η άνοδος, η πτώση και πώς μπορούμε να ορθοποδήσουμε

Το Ελληνικό ποδόσφαιρο πριν από περίπου 20 χρόνια έφτασε στην κορυφή της Ευρώπης, καταφέρνοντας μια από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις σε επίπεδο εθνικών ομάδων, κατακτώντας το Euro του 2004. Κάποιος θα περίμενε ότι η πορεία που θα ακολουθούσε το ποδόσφαιρο σαν άθλημα στη χώρα μας θα ήταν αντίστοιχο με του μπάσκετ όταν και κατακτήσαμε το Eurobasket το 1987. Πιο συγκεκριμένα, θα υπήρχαν παντού γηπεδάκια ποδοσφαίρου και στο άθλημα θα έδινε η πολιτεία την πρέπουσα προσοχή. Ενω τα πρώτα χρόνα φάνηκε ότι το ποδόσφαιρο μπήκε σε άλλη εποχή, σήμερα βλέπουμε ότι είμαστε και πάλι στην αφετηρία. Μαζί θα δούμε τι δεν πήγε καλά και πώς μπορούμε να αλλάξουμε το σκηνικό.

Η τωρινή κατάσταση στο ελληνικό πρωτάθλημα

Το ελληνικό πρωτάθλημα δεν είναι και στην καλύτερη κατάσταση από πολλές απόψεις. Σήμερα βρίσκεται ως πρωτάθλημα στην 19η θέση στην Ευρώπη πίσω από πρωταθλήματα όπως του Ισραήλ και της Δανίας. Αν κοιτάξουμε μάλιστα στο μακρινό πλέον 2007, το ελληνικό πρωτάθλημα είχε φτάσει στο νούμερο 8 της ευρωπαϊκής κατάταξης, κάτι που λέει πολλά για την κατρακύλα του πρωταθλήματός μας.

Η χώρα μας πάντα ήταν το τέλειο αουτσάιντερ, και τα προγνωστικά που έδιναν αξιόπιστοι αναλυτές όπως η betopolis.gr λάμβαναν υπόψη ότι σαν χώρα μπορεί να έχουμε ομάδες που πρωταγωνιστούν, ωστόσο πολύ συχνά θα κάνουν την έκπληξη.

Το ελληνικό πρωτάθλημα έχει ισχυρούς επενδυτές στα τιμόνια των 4 μεγάλων ομάδων, ωστόσο αυτό δεν μεταφράζεται στο γήπεδο. Αυτό το καταλαβαίνει κανείς όταν πανηγυρίζουμε νικες απέναντι σε ομάδες όπως η Μπειτάρ ή η την Τσουκαρίτσκι, αλλά δεν προχωράμε πέρα τον ομίλων πλην ελαχίστων εξαιρέσεων.

Τι δε πήγε καλά και από το Euro 2004 φτάσαμε στο σήμερα;

Πολλοί είναι οι παράγοντες που οδήγησαν στην κατακόρυφη πτώση τόσο του εθνικού μας ποδοσφαίρου (όπου τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα), καθώς και του ελληνικού πρωταθλήματος.

Σίγουρα η κρίση της περιόδου 2010-2018, δεν βοηθησε την κατάσταση καθώς τα έσοδα των ομάδων από τα εισιτήρια μειώθηκαν δραστικά. Εφόσον τα έσοδα στο ελληνικό πρωτάθλημα μειώνονται, λογικό είναι και οι ομάδες να μην επενδύσουν τα χρήματα που επένδυσαν στο παρελθόν για να φέρουν πολύ καλούς παίκτες, κορυφαίους προπονητές ή ακόμα να ρίξουν λεφτά στις ακαδημίες.

Και ενώ η χώρα μας έπεφτε σε αξία, οι υπόλοιπες χώρες ακολουθούσαν την αντίθετη πορεία. Χώρες όπως η Τουρκία, το Ισραήλ, η Ουκρανία ή ακόμα και άλλες χώρες που δείχνουν ότι άρχισαν να παίρνουν το ποδόσφαιρο στα σοβαρά (π.χ. Σουηδία), έχουν ξεπεράσει την Ελλάδα.

Οι επιπτώσεις στην εθνική ομάδα

Εφόσον δεν πέφτουν χρήματα και η ποιότητα του ελληνικού ποδοσφαίρου ολοένα και χειροτερεύει, λογικό είναι ο Έλληνας ποδοσφαιριστής να ψάξει την τύχη του αλλού. Έχουμε ακούσει για πολλούς Έλληνες παίκτες που διαπρέπουν στο εξωτερικό, παίζουν σε μεγάλα πρωταθλήματα και συμμετέχουν στις μεγάλες ευρωπαϊκές διοργανώσεις.

Ωστόσο, όταν έρθει η ώρα να παίξουν για την ελληνική φανέλα, το σύνολο που παρουσιάζουμε είναι συνήθως ανομοιογενές, και φαίνεται ότι οι παίκτες θα δώσουν έμφαση στο πρωτάθλημα της επόμενης σεζόν, παρά στο να βάλουν τα πόδια στη φωτιά για την εθνική ομάδα.

Αυτή η αυτοθυσία ήταν που έκανε την ομάδα του Euro 2004 να κατακτήσει το τρόπαιο και όχι η ποιότητα και το ταλέντο.

Επιπλέον, ομάδες όπως η Ισπανία, η Αγγλία ή η Γερμανία έχουν τουλάχιστον ένα κομμάτι του κορμού τους από παίκτες που παίζουν στο πρωτάθλημα της χώρας. Οι υπόλοιποι έρχονται και κουμπώνουν στο σύνολο, ακολουθώντας όμως πάντα τη φιλοσοφία του προπονητή, κάτι που εμείς δεν κάνουμε πλέον.

Πώς μπορεί να αλλάξει η κατάσταση προς το καλύτερο;

Ένας από τους λόγους που το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα δεν απογειώθηκε από το 2004 και μετά, όπως ήταν αναμενόμενο, ήταν η έλλειψη της ενασχόλησης της πολιτείας με το άθλημα. Χρόνο με το χρόνο η χρηματοδότηση από την πολιτεία, τα τηλεοπτικά και οποιοσδήποτε άλλος πόρος πέρα από τις επενδύσεις των μεγαλομετόχων και τα έσοδα από τα εισιτήρια, δεν καθιστούσαν βιώσιμη την ενασχόληση με το ποδόσφαιρο. Αυτό χτύπησε ιδιαίτερα τις μικρές ομάδες.

Έχουμε δει βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση, με τον διορισμό ξένων διαιτητών και την θέληση για αδιάφθορη επαγγελματική ελληνική διαιτησία. Κάτι άλλο που θα μπορούσε να βοηθήσει με τη χρησιμοποίηση περισσότερων ελλήνων ποδοσφαιριστών, είναι η πρόταση που έπεσε στο τραπέζι για ελάχιστο αριθμό παικτών που είναι βασικοί σε κάθε ελληνική ομάδα της Superleague. Με τον τρόπο αυτό κάθε ομάδα θα δώσει περισσότερη έμφαση στις ακαδημίες.

Η κατάσταση του ελληνικού ποδοσφαίρου (τόσο σε επίπεδο εθνικής όσο και του πρωταθλήματος) δεν είναι η καλύτερη. Θέληση πλέον, από ότι φαίνεται υπάρχει. Άρα, μόνο ο χρόνος και οι δράσεις που θα αναλάβουν οι υπεύθυνοι του ελληνικού ποδοσφαίρου θα δείξουν αν θα βελτιωθεί το τοπίο, έτσι ώστε να είμαστε ξανά περήφανοι για το ποδόσφαιρο στη χώρα μας.