Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Επανάσταση 1821: «Ο Ζέβγος και το ‘21» του Γ. Λαμπρινού

Επιμέλεια Αλέκος Χατζηκώστας //

Με αφορμή τα 70 χρόνια από τη δολοφονία του Γιάννη Ζεύγου (πραγματικό όνομα Γιάννης Ταλαγάνης) το πρωί της 20ης Μαρτίου 1947 στη Θεσσαλονίκη παρουσιάζουμε ένα άρθρο του Γ. ΛΑΜΠΡΙΝΟΥ στον «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» (25/3/1947) που αναφέρεται στο συγγραφικό έργο του, στις δυσκολίες που αυτό είχε και κυρίως στη συμβολή του στην συγγραφή της ιστορίας της Επανάστασης του ’21.

zeugos2Να τονίσουμε εδώ ότι ο Γιάννης Ζεύγος (Ζέβγος ψευδώνυμο που απέκτησε για άρθρα που έγραψε με την γυναίκα του Καίτη Νισσυρίου και με αυτή την υπογραφή) εργάστηκε ως δάσκαλος για πολλά χρόνια, υπήρξε υπεύθυνος της ΚΟΜΕΠ και είχε σημαντική αρθογραφία πάνω σε θεωρητικά-πολιτικά ζητήματα. Υπήρξε μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και της ΚΕ του ΕΑΜ. Όταν δολοφονήθηκε στη Θεσσαλονίκη, το 1947, ήταν αναπληρωματικό μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ.

Ξεχωριστό είναι το έργο του, «Σύντομη Μελέτη της Νεοελληνικής Ιστορίας» (1945-46Αθήνα/Εκδόσεις Νέα Βιβλία) , που έγινε κάτω από αφάνταστα δύσκολες συνθήκες, στη φυλακή. Λάτρης της Ιστορίας (τη θεωρούσε ως την πιο λαϊκή και επαναστατική από όλες τις επιστήμες), ο Ζέβγος είχε δύο στόχους: Να βοηθήσει, με το πόνημά του, τη μόρφωση των φυλακισμένων συντρόφων του και να αντιπαρατεθεί στην επίσημη, αστική ιστοριογραφία, αναλύοντας τη νεοελληνική ιστορία με τη μέθοδο του ιστορικού υλισμού.

Το άρθρο

«Το όνομα του Ζέβγου ξεχωριστά σε μας τους κομμουνιστές έχει συνδεθεί με τη νεοελληνική ιστορία και ειδικώτερα με το μεγάλο σταθμό της : το Εικοσιένα.

Είναι ο πρώτος που μελέτησε συστηματικά τα νεοελληνικά ιστορία πράγματα, αλλά και ο πρώτος που συνέλαβε το νόημά τους, ο πρώτος που βρήκε και κράτησε γερά στα χέρια του το νήμα της ιστορικής εξέλιξης του έθνους.

Άνθρωπος της μελέτης χρησιμοποιούσε πάντα τον καιρό του, από τα παλιά χρόνια της παρανομίας, στα διαστήματα που του περίσσευαν από τη πρακτική κομματική δουλειά για τη γνώση και την έρευνα απάνω σε κείμενα φιλοσοφικά, πολιτικά, ιστορικά.

Από το 1934 και δώθε τον απασχολούσε περισσότερο η νεοελληνική ιστορία μέσα στον κύκλο με τα γενικώτερα ενδιαφέροντα των νεοελληνικών κοινωνικώνκια πνευματικών προβλημάτων. Όχι απλώς ο έρωτας για την ιστορία αλλά ανάγκη της σπουδής της για το φωτισμό του νεοελληνικού προβλήματος.

Όταν φάνηκαν τα πρώτα άρθρα του απάνω στο θέμα αυτό από τις στήλες της Κομπε νωρίτερα και του «Ριζοσπάστη» αργότερα το Μάρτη του 1936, είχαμε την εντύπωση πως δια μιας φωτίστηκε η ιστορία μας.

Ως τότε υπήρχε ένα θεωρητικό σχήμα στην ερμηνεία της ιστορικής μας παράδοσης. Και το σχήμα αυτό τσακιζόταν.

Απλά, ήρεμα, μελετημένα, πειστικά αληθινά φιλοσοφικά και αληθινά διαλεκτικά ο τύπος του κόμματος ανάλυε και αποκαθιστούσε το ιστορικό πρόβλημα.

« Η επαναστατική δημιουργικότατα των λαϊκών μαζών απλώθηκε σ’ όλα τα επίπεδα και έδειξε στο σύνολό τους τα δημοκρατικά προβλήματα που εκδηλώθηκαν στην πορεία της Επανάστασης. Απ’ αυτή την άποψη οι μάζες επανειλημμένα βρέθηκαν αντιμέτωπες με τους εμποροκοτζαμπάσηδες και έτειναν να βαθύνουν και να ευρύνουν την επανάσταση» (απόσπασμα από το άρθρο του : «Οι λαϊκές μάζες του 1821» «Ριζοσπάστης 25Μαρτίου 1936)

Το Εικοσιένα ήταν λοιπόν εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση. Αλλά προδόθηκε από τον εμποροκοτζαμπασισμό:

«Η Επανάσταση του 1821 απόδειξε τις τρομερές δημιουργικές ικανότητες που περικλείουν οι λαϊκές μάζες άμα βρουν τη δυνατότητα να τις εκδηλώσουν και να τις αναπτύξουν. Οι ιστορικές συνθήκες και η συντηρητική φύση των εμποροτσιφλικάδων δεν επέτρεψαν να ολοκληρωθεί στα 1821 το έργο της επανάστασης» Υπογραφή Γ.Ζέβγος ή Γ.Ζ ή Πολύβιος.

Ποιος ήταν ποιος

Άγνωστος- άγνωστος τότε…

Ξέρω πως δεν τον ικανοποιούσαν τα άρθρα εκείνα τότε. Ήταν απλώς οι πρώτες κεντρικές σκέψεις. Ήθελε να προχωρήσει σε κάτι ευρύτερο, συνολικώτερο απάνω στο επίμαχο θέμα ώστε να φωτίσει ολοκληρωμένα.

Τον θυμάμαι σε μια επαρχιακή πολιτεία- στην Καλαμάτα- την άνοιξη του 1936.Είχε σταλεί από το Πολιτικό Γραφείο εκεί για λίγο διάστημα. Παρανομία. Στο σπίτι που έμενε είχαμε συχνά την ευκαιρία να μιλήσουμε για τα θέματα αυτά.

Ερχόταν έτσι ψηλός και ξερακιανός όπως ήταν, μ’ ένα ζεμπίλι όπου μέσα κουβαλούσε λογής, λογής μπουκάλια – ιαματικό νερό για το στομάχι του- και λίγα βιβλία. Και καθώς την ημέρα δεν ήταν εύκολο να κυκλοφορεί – διάβαζε. Διάβαζε ακριβώς βιβλία για την νεοελληνική ιστορία.

-Σκέφτομαι έλεγε πως χρειάζεται κάτι παρά πέρα απ’ τα άρθρα. Ίσως όχι ακόμη μια ιστορία. Αλλά μια εισαγωγή για το Εικοσιένα, χρειάζεται βρε παιδί… χρειάζεται.

Δεν κακολογούσε ούτε έβριζε ποτέ κανένα. Ήταν απλώς αυστηρός στις κρίσεις του.

-Έχει κακοποιηθεί αφάνταστα αυτή η ιστορία, αφάνταστα. Δεν υπάρχει μέθοδος. Ενώ υπάρχει ένα υλικό πλουσιώτατο, δεν έχει συντεθεί ακόμη. Φυσικά δεν έχει ερμηνευθεί.

Θεωρούσε βασικό το λαϊκό παράγοντα στο Εικοσιένα μέσα στα πλαίσια του εθνικοαπελευθερωτικού της χαρακτήρα. Και δεν είχε εξαντλήσει όλα τα υλικά του θέματος. Αλλά η κριτική ματιά του έμπαινε βαθειά σα νυστέρι, παραμέριζε τα επουσιώδη και έβρισκε πάντα το κεντρικό νεύρο. Με δύο εφόδια: τη σωστή μαρξιστική του μεθοδολογία για το γερό κριτικό μυαλό του.

Λίγο αργότερα πλάκωσε ο βραχνάς της μεταξικής δικτατορίας. Ύστερα οι φυλακίσει και οι εξορίες. Πάντα όταν μπορούσε εργαζόταν, μελετούσε. Δεν άφησε το χρόνο του να περάσει ανώφελα ούτε στη σκληρότερη παρανομία ούτε στη χειρότερη φυλακή. Οχι για να περάσει την ώρα του αλλά γιατί ήταν χρέος αγωνιστικό.

Ο κεντρικός του πόθος από τα παλιότερα χρόνια να δώσει μια συνθετικώτερη εργασία για το Εικοσιένα πραγματοποιήθηκε απάνω στα ελευθέρα βουνά, τον καιρό της κατοχής. Εκεί τυπώθηκε για πρώτη φορά το α’μέρος της «Σύντομης μελέτης για τη νεοελληνική ιστορία» που είχε επεξεργαστεί στην Ακροναυπλία.

Το έργο αυτό ξανατυπώθηκε πέρσι εδώ σε δύο τόμους είναι ο καρπός της πολύχρονης εργασίας του απάνω στη νεοελληνική ιστορία και ειδικώτερα για την Επανάσταση του 1821.

Ήθελε να το συνεχίσει με ένας τρίτο τόμο περνώντας στα γεγονότα της πρόσφατης ιστορίας μας. Δεν πρόλαβε.Αλλοι θα το συνεχίσουν…

Άλλωστε ο Ζέβγος – ο άνθρωπος που συνέδεσε στο στρατόπεδο το δικό μας το ονομά του με το Εικοσιένα- ο ίδιος είναι ήδη ένα ιστορικό πρόσωπο και τέτοιο μένει στη νεοελληνική ζωή.

Γ. ΛΑΜΠΡΝΟΣ»*

*Ο Γ. Λαμπρινός (ψευδώνυμο του Γ. Μπαστουνόπουλου) γεννήθηκε το 1909 στην Αλαγωνία Μεσσηνίας. Γιος δικαστικού, πέρασε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια στις πόλεις Καλαμάτα, Σπάρτη, Τρίπολη, Λαμία. Το 1926 οργανώθηκε στο ΚΚΕ, συνελήφθη στο Γύθειο, καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός μηνός και εκτοπίστηκε στη Σπάρτη. Το 1927 γράφτηκε στη Νομική σχολή αλλά μετά από ένα χρόνο αποβλήθηκε και κρατήθηκε στη φυλακή για ενάμιση μήνα ύστερα από επεισόδιο. Παντρεύτηκε το 1936, εξορίστηκε από το μεταξικό καθεστώς στη Σίκινο και αργότερα νοσηλεύθηκε με φυματίωση. Ήταν ήδη μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Δημοσίευσε κείμενά του στο περιοδικό Νεοελληνικά γράμματα και στις στήλες της φιλολογικής Καθημερινής. Στην Κατοχή ήταν μέλος του ΕΑΜ και, μαζί με τη Μέλπω Αξιώτη, υπεύθυνος για το παράνομο περιοδικό Νέοι πρωτοπόροι. Το 1944 συνελήφθη και βασανίστηκε από τους Γερμανούς. Από το 1945 ήταν υπεύθυνος της καλλιτεχνικής σελίδας του Ριζοσπάστη και του Ρίζου της Δευτέρας.Με την έναρξη του εμφυλίου έφυγε στη Γαλλία και από εκεί επέστρεψε στο βουνό, σαν ανταποκριτής της εφημερίδας του Δημοκρατικού Στρατού. Το 1949 συνελήφθη και εκτελέστηκε, παγιδευμένος, σύμφωνα με μαρτυρίες, σ’ ένα καταφύγιο, όταν η φυματίωση δεν του επέτρεπε να προχωρήσει άλλο με τον ΔΣΕ.

Έργα του: Μορφές του ’21 (1945), Η μοναρχία στην Ελλάδα (1945, 1962, 1973), Το δημοτικό τραγούδι (1947, 1981).