Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η ελευθερία των φτωχών (αφήγημα)

 Επιμέλεια | μετάφραση | εικονογράφηση | σχολιασμός |>  Ομάδα ¡H.lV.S! //

 Οι φτωχοί ήταν τόσο πολύ φτωχοί
που πήραν την πείνα τους
την έβαλαν σε μπουκάλια και πήγαν να την πουλήσουν.

Την αγόρασαν οι πλούσιοι …
οι πλούσιοι που έφαγαν στη ζωή τους τον περίδρομο,
>| ΣΣ:  κατά λέξη |< “από γεμιστό χαβιάρι, μέχρι ossobuco με σουβλισμένο τον κώλο του σκύλου

Αλλά την πείνα των φτωχών στο ίδιο τους το στόμα
δεν την είχε ποτέ δοκιμάσει,
έτσι οι πλούσιοι την αγόρασαν…
Την πληρώσανε καλά και οι φτωχοί ήταν ευτυχείς
και για λίγο … για πολύ λίγο βολεύτηκαν.

Ώσπου οι φτωχοί ξανάγιναν το ίδιο που ήταν μια ζωή
έτσι πήραν τη δίψα τους
την έβαλαν σε μπουκάλια και πήγαν να την πουλήσουν.

Οι πλούσιοι που μια ζωή έπιναν τα πάντα, τα πιο εκλεκτά
από Brunello μέχρι Tavernello,
αλλά στο στόμα τους δεν είχαν γευτεί τη δίψα των φτωχών
την αγόρασαν και την πλήρωσαν καλά
και οι φτωχοί ήταν ευτυχείς.

Την πληρώσανε καλά και οι φτωχοί ήταν ευτυχείς
και για λίγο … για πολύ λίγο βολεύτηκαν.
Ώσπου οι φτωχοί ξανάγιναν το ίδιο που ήταν μια ζωή
και ακόμη φτωχότεροι από πριν.

Έτσι λοιπόν οι φτωχοί πήραν την οργή τους,
την έβαλαν σε μπουκάλια και πήγαν να την πουλήσουν.
Την αγόρασαν πάλι (ποιοι άλλοι;;) οι πλούσιοι (!!)…
Οι πλούσιοι που … ναι, ακόμη και οι πλούσιοι στη ζωή
υπήρξαν που και που θυμωμένοι – έτσι δεν είναι;
Αλλά για μικροπράγματα, συγκρούσεις γενεών,
ορμονικά στρες, κανα σπυρί στον κώλο τους, και τα παρόμοια.

afigima1

Αλλά τον πραγματικό θυμό, την οργή των φτωχών
οι πλούσιοι δεν την είχαν βιώσει ποτέ.
Έτσι, την αγόρασαν και την πλήρωσαν καλά
και οι φτωχοί ήταν και πάλι ευτυχείς.
Μα και πάλι -πολύ σύντομα οι φτωχοί ξανάγιναν το ίδιο που ήταν πάντα…
Και σιγά – σιγά οι φτωχοί πούλησαν τα πάντα,
την ταξική συνείδηση, την ανυπακοή, την αγωνιστικότητα,
τον πολιτισμό, τη μουσική, τους στίχους, τη λογοτεχνία, τη συλλογική τους μνήμη…
Οι φτωχοί πούλησαν τα πάντα.
Και οι πλούσιοι συσσώρευαν και συσσώρευαν.

Στα κελάρια τους οι πλούσιοι
τώρα είχαν χιλιάδες, εκατομμύρια μπουκάλια
και μέσα στην κάβα τους δίπλα στο κάθε είδους σπάνιο και πανάκριβο κρασί
[baroli muffiti, muffati, passiti, moscati]υπήρχαν οι μποτίλιες που είχαν όλη την κουλτούρα των φτωχών,
την οργή των φτωχών
από τους sans-culotte στους ακτήμονες του Di Vittorio στην περιοχή Foggia,
μέχρι και τους νέους εργάτες γης, στις ντοματοκαλλιέργειες του Agroponte
και εκείνους τους Ρουμάνους εργάτες,
που πηγαίνουν να δουλέψουν και να πεθάνουν στα εργοτάξια
για δέκα ευρώ την ημέρα…

Σε αυτά τα μπουκάλια, μεταξύ των άλλων φιαλών,
στο κελάρι των πλουσίων,
υπήρχαν μπουκάλια γεμάτα με την υπερηφάνεια της εργατικής πρωτοπορίας
που είχε σταματήσει τους Γερμανούς το ’42, ’43, ’44 και ’45…
των μπροστάρηδων που είχαν καταλάβει το Statuto dei Lavoratori το 1970,
ενάντια στην πληρωμή «με το κομμάτι»,
μέχρι την υπερηφάνεια των εποχικών / επισφαλών εργαζομένων,
(που αν και επισφαλείς, ήταν πάντα περήφανοι και με το κεφάλι ψηλά)

Σε αυτά τα μπουκάλια υπήρχαν τα πάντα,
υπήρξε η έκπληξη και το θαύμα των φτωχών,
μέχρι και των εκείνων των Ζαπατίστας που πριν από επτά χρόνια, έφτασαν –
οι περισσότεροι με τα πόδια στην Πόλη του Μεξικού.

Σε αυτά τα μπουκάλια υπήρχε όλη η κουλτούρα των φτωχών,
το άπαν των φτωχών.
Οι φτωχοί ξεπουλήθηκαν τελείως.

Μέχρι που πήραν τη φτώχεια τους,
την έβαλαν κι αυτή σε μπουκάλια και βγήκαν παγανιά να την πουλήσουν.

Οι πλούσιοι και πάλι αγόρασαν.
Οι πλούσιοι που στη ζωή ήταν οτιδήποτε άλλο εκτός από φτωχοί.
Και τώρα ήθελαν να γίνουν ακόμα περισσότερο πλούσιοι
υφαρπάζοντας ακόμη και τη δυστυχία του άθλιου.

Έτσι, όταν οι φτωχοί έγιναν τόσο φτωχοί
που δεν είχαν απολύτως τίποτε ούτε πια τη φτώχεια τους,
οι φτωχοί πήραν τα όπλα, όχι μαχαίρι και πιρούνι
αλλά ντουφέκι και πιστόλι!

afigima2Επειδή η επανάσταση δεν είναι ένα γκαλά δείπνο,
Η επανάσταση είναι ανατροπή.

Έτσι, οι ένοπλοι φτωχοί έφτασαν στο ανάκτορο,
έφτασαν στο παλάτι με την «αυτού μεγαλειότητα», που στο παράθυρο
με θέα στο μπαλκόνι, τους κοίταγε.
Οι φτωχοί ήταν οπλισμένοι, αλλά παρέμειναν ακίνητοι, ακίνητοι.
Δεν έκαναν τίποτα.
Διότι χωρίς το θυμό, χωρίς την πείνα,
χωρίς δίψα, χωρίς υπερηφάνεια,
χωρίς την ταξική συνείδηση δεν υπάρχει επανάσταση.

Όμως πια δε γινόταν διαφορετικά, η «αυτού μεγαλειότης», κατέβηκε στο κελάρι
και ανάμεσα στα πολλά μπουκάλια που είχε αγοράσει από τους φτωχούς
πήρε ένα, μόνο ένα, ήταν η ελευθερία τους, που είχε αγοράσει εδώ και πολύ καιρό.
Το πήρε και τους το παρέδωσε.
Και οι κολασμένοι έκαναν το μπουκάλι κομμάτια.

Και τώρα με αυτή την ελευθερία οι φτωχοί θα μπορούσαν
να κάνουν ας πούμε… ένα κόμμα, θα μπορούσαν να κάνουν μια λέσχη,
μια σημαία, ένα τραγούδι, έναν ύμνο.
Αλλά έκαναν από λίγο ως τίποτα, γιατί η ελευθερία από μόνη της είναι άχρηστη.
Έτσι λοιπόν η «αυτού μεγαλειότης», ψάχνοντας στις τσέπες του
βρήκε κάτι καραμέλες μέντας.
Τις πήρε και τις έδωσε στους φτωχούς, που από εκείνη την ημέρα
ξανάγιναν ελεύθεροι -ελεύθεροι να πιπιλάνε την καραμέλα

afigima3

Πηγή
βλ και >| εδώ


(αναγκαίο) σχόλιο της σύνταξης:

Το σημείωμα του Ascanio Celestini διακρίνεται από μια -«θεατρική αδεία» γλαφυρότητα, αγγίζοντας υπαρκτά προβλήματα του κινήματος (χειραγώγηση κλπ), σήμερα σε άμυνα και σε εμβρυακή φάση ανασύνταξης.
Και ο κάθε καλλιτέχνης, μετριέται με το σήμερα, από τη στάση του απέναντι στα παραπάνω.
Σ’ ό,τι αφορά την Ιταλία -μετά τη διάλυση και τον ξεφτίλισμα του Κομμουνιστικού Κόμματος, ζήσαμε την 10χρονη προϊστορία του “M5S” με επίκεντρο τον τηλεκανίβαλο Beppe Grillo που οδήγησε στην κυβέρνηση Πέντε Αστέρων (M5S) και Λέγκας.
Ο Celestini βρίσκεται στην αντίπερα όχθη στην «αριστερή» αλλά σίγουρα δεν είναι “signor G” (Giorgio Gaber)

150 σχεδόν χρόνια πριν ο Anatole France (κάθε άλλο παρά μαρξιστής αλλά και στον αντίποδα του πιπιλίσματος της καραμέλας)  μιλώντας για την «ισότητα» & την «ελευθερία» είπε εκείνο το
«La Loi, dans sa majestueuse egalit, interdit les riches autant que les pauvres de dormir sous les ponts, de mendier dans les rues et de voler le pain»
Ο Νόμος, στη μεγαλοπρεπή ισότητά του, απαγορεύει, τόσο στους πλούσιους όσο και στους φτωχούς, να κοιμούνται κάτω από τις γέφυρες, να ζητιανεύουν και να κλέβουν ψωμί.


Σε ότι μας αφορά, η μαρξιστική θεωρία, όχι μόνο αμφισβητεί την κυρίαρχη (αστική) τάξη, αλλά περιγράφει -στο Κεφάλαιο, με επιστημονικό τρόπο, την ανατροπή της: απ’ το «βασίλειο της αναγκαιότητας»  στο «βασίλειο της ελευθερίας».

 «… Το βασίλειο της ελευθερίας αρχίζει στην πραγματικότητα εκεί που παύει η εργασία να υπαγορεύεται από ανάγκη και από εξωτερική σκοπιμότητα. Βρίσκεται, επομένως, από αυτή τη φύση του πράγματος πέρα από τη σφαίρα της καθεαυτό υλικής παραγωγής. Όπως ο πρωτόγονος άνθρωπος οφείλει να παλεύει με τη φύση για να ικανοποιεί τις ανάγκες του, για να συντηρεί και να αναπαράγει τη ζωή του, το ίδιο οφείλει να κάνει και ο πολιτισμένος άνθρωπος και οφείλει να το κάνει αυτό σε όλες τις κοινωνικές μορφές και στις συνθήκες οποιουδήποτε τρόπου παραγωγής.

Ταυτόχρονα, όμως, διευρύνονται οι παραγωγικές δυνάμεις που ικανοποιούν τις ανάγκες αυτές. Ωστόσο, αυτό παραμένει πάντα ένα βασίλειο της ανάγκης. Πέρα από αυτό αρχίζει η ανάπτυξη των δυνάμεων του ανθρώπου, σαν αυτός καθεαυτός σκοπός, το πραγματικό βασίλειο της ελευθερίας, που μπορεί όμως να ακμάσει μόνο πάνω στη βάση εκείνου του βασιλείου της ανάγκης».

Omada