Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ (Α’ ΜΕΡΟΣ)

Γράφει η Άννεκε Ιωαννάτου //

Τι ήταν στην ουσία οι «θρησκευτικοί» πόλεμοι;

Όταν ο καπιταλισμός άρχισε να σχηματίζεται στον ύστερο Μεσαίωνα μέσα στα σπλάχνα της φεουδαρχίας η εξέλιξη αυτή συνοδεύτηκε και από ένα άλλο φαινόμενο: μια αλλαγή θρησκείας. Η θρησκεία που διαπότιζε όλο τον ιστό της μεσαιωνικής κοινωνίας της Δυτικής Ευρώπης από το νότιο μέχρι το βόρειο τμήμα της από την εποχή του Σχίσματος του 1054 του ανατολικού και του δυτικού χριστιανισμού, ήταν ο Καθολικισμός. Η βαθμιαία άνοδος των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής συνοδεύτηκε και προωθήθηκε από μια διαφορετική θρησκευτική ένδυση: αυτή του προτεσταντισμού, της Διαμαρτυρόμενης Εκκλησίας. Συνήθως η ιστοριογραφία παρουσιάζει τους πολέμους της εποχής εκείνης ως θρησκευτικούς ανάμεσα σε Καθολικούς και Προτεστάντες συγκαλύπτοντας το γεγονός ότι η ανελέητη πάλη δεν ήταν αυτή ανάμεσα στο παλαιό και το καινούργιο θρήσκευμα, αλλά αυτή ανάμεσα στην φεουδαρχική αριστοκρατία που έχανε έδαφος και την αναδυόμενη και ανερχόμενη εμπορική τάξη των πόλεων, τη μπουρζουαζία. Πίσω από ένα θρησκευτικό πέπλο κρύβεται, έτσι, η ταξική ουσία του φαινομένου. Άλλωστε ο Φρίντριχ Ένγκελς στο Ο πόλεμος των Χωρικών (Μετάφραση: Θανάσης Παπαρήγας. Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 58) μιλώντας για τους λεγόμενους θρησκευτικούς πολέμους του 16ου αιώνα θα πει:
«Και οι λεγόμενοι θρησκευτικοί πόλεμοι του δεκάτου έκτου αιώνα, αφορούσαν πολύ θετικά υλικά ταξικά συμφέροντα και αυτοί οι πόλεμοι ήταν ταξικοί αγώνες, όπως ακριβώς οι κατοπινές εσωτερικές συγκρούσεις στην Αγγλία και τη Γαλλία. Αν αυτοί οι ταξικοί αγώνες είχαν τότε θρησκευτικά συνθήματα, αν τα συμφέροντα, οι ανάγκες και οι διεκδικήσεις των μεμονωμένων καλύπτονταν κάτω από θρησκευτικό μανδύα, αυτό κατά τίποτε δεν αλλάζει την υπόθεση και εξηγείται εύκολα από τις περιστάσεις της εποχής».

Και στη λογοτεχνία η διαμάχη αυτή ερμηνεύεται συχνά σαν αντιπαράθεση θρησκειών, όπως θα δούμε στο παρακάτω παράδειγμα.

Ερμηνεία-παράδειγμα από το χώρο της τέχνης: ο «καυγάς» δύο βασιλισσών

Το δράμα του Φρίντριχ Σίλερ Μαρία Στιούαρτ διαδραματίζεται στην Αγγλία του 16ου αιώνα, εποχή λυσσαλέας αντιπαράθεσης του παλαιού με το καινούργιο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα θρησκευτικής ερμηνείας ταξικής διαμάχης που έχει πολλαπλά διαδοθεί, είναι αυτή του «καυγά» για την εξουσία ανάμεσα στις δύο ξαδέλφες Μαρία και Ελισάβετ Στιούαρτ. Το σχετικό θεατρικό έργο του Σίλερ (1759-1805) έγινε και ταινία και όχι μόνο μια φορά. Ενώ ο ίδιος ο Σίλερ δίνει τη βαθύτερη ουσία, η διαμάχη συχνά αποδίδεται στη διαφορά των χαρακτήρων: η τρυφερή, ερωτική Μαρία και η σκληρή, στείρα και τυραννική Ελισάβετ, αν και ο χαρακτηρισμός των δύο ξαδελφών-βασιλισσών αλλάζει ανάλογα με το αν ο ιστοριοδίφης-ιστοριογράφος-ερμηνευτής είναι προτεστάντης ή Καθολικός. Συνήθως οι προτεστάντες συγγραφείς ενοχοποιούν τη Μαρία αποδίδοντάς της χαρακτηρισμούς, όπως : φόνισσα και δολοπλόκο, αλλά οι Καθολικοί αντίθετα ως άγια και μάρτυρα ενοχοποιώντας με τη σειρά τους την Ελισάβετ. Μόνο φαινομενικά αυτά τα πράγματα είναι αντιφατικά. Οπωσδήποτε η Μαρία Στιούαρτ με τη φυλάκιση και το θάνατό της αποτέλεσε πολύ περισσότερο πηγή έμπνευσης καλλιτεχνών, συγγραφέων, ιστοριογράφων, όπως και του Γερμανού Φρίντριχ Σίλερ. Στο έργο του τελευταίου, όμως, είναι ορατή η αιτία της διένεξης. Έχουμε λοιπόν, τη Μαρία Στιούαρτ, βασίλισσα της Σκωτίας που το 1561 τέθηκε επικεφαλής της φεουδαρχικής-καθολικής αντίδρασης της Σκωτίας ενάντια στην ανερχόμενη αστική- προτεσταντική κίνηση. Το πρόσωπό της είναι συνδεδεμένο με την παλαιά φεουδαρχική κοινωνία που με σύμμαχο την Καθολική εκκλησία πάλευε εκείνη την εποχή με τη νέα αστική τάξη, η οποία εκφραζόταν στο θρησκευτικό επίπεδο με τη νέα μεταρρυθμιστική εκκλησία, τον προτεσταντισμό. Γι’ αυτό το λόγο η αγγλική φεουδαρχία στήριζε τη Μαρία Στιούαρτ της Σκωτίας ενάντια στην Ελισάβετ Α’, τη βασίλισσα της Αγγλίας. Επί Ελισάβετ δημιουργείται συμμαχία ανάμεσα σε τμήμα της αριστοκρατίας και την αστική τάξη. Έγινε δηλαδή, εν μέρει κάτι σαν ιστορικός συμβιβασμός. Η αστική τάξη αναπτύχθηκε ραγδαία εκείνη την εποχή προκαλώντας στη χώρα τη φεουδαρχική-καθολική αντίδραση η οποία με τη σειρά της χρησιμοποίησε τη Μαρία Στιούαρτ, φυλακισμένη στην Αγγλία από το 1568 κάνοντας επανειλημμένες προσπάθειες ανατροπής της Ελισάβετ. Τελικά ηττήθηκε η φεουδαρχική-καθολική αντίδραση το 1587 και η Μαρία Στιούαρτ εκτελέστηκε. Η Αγγλία νικώντας τον ισπανικό στόλο, την Αρμάδα, έτσι επιφέροντας ένα σοβαρό πλήγμα στην ισπανική αυτοκρατορία, πήρε πια τη θέση της ανάμεσα στις αποικιοκρατικές δυνάμεις. Νικώντας την Ισπανία νίκησε ταυτόχρονα και τη ντόπια φεουδαρχική αντίδραση. Η σύνδεση της φεουδαρχίας με τον Καθολικισμό διασαφηνίζει ιδεολογικά την αντίθεσή της με τις αστικές-προτεσταντικές δυνάμεις που ανέδυαν όλο και πιο ισχυρά και απαιτούσαν τη θέση τους στο ιστορικό γίγνεσθαι. Έτσι η απολυταρχική διακυβέρνηση της Ελισάβετ βοήθησε αρχικά την ανάπτυξη στην Αγγλία αστικών σχέσεων παραγωγής παίζοντας για ένα διάστημα ιστορικά προοδευτικό ρόλο. Όμως, ήδη επί Ελισάβετ μεγάλωσαν καινούργιες αντιθέσεις και δημιουργήθηκε μια αστική αντιπολίτευση ενάντια στη βασίλισσα Ελισάβετ η οποία θεμελιώθηκε ιδεολογικά και θρησκευτικά μεταμφιεσμένα με το κίνημα των Πουριτανών (καλβινιστικού προσανατολισμού). Επομένως η υπόθεση ξεπερνάει κατά πολύ το στενό προσωπικό ή/και θρησκευτικό πλαίσιο, ούτε είναι υπόθεση προτεσταντικού ντετερμινισμού, αλλά οι δύο ηρωίδες υπάκουαν –συνειδητά ή ασυνείδητα- σε μια νομοτέλεια συγκρούσεων ανάμεσα σε δύο κοινωνικοοικονομικούς σχηματισμούς εκπληρώνοντας μια ιστορική αναγκαιότητα.

Μια δυναμική ώθηση στην ιστορική εξέλιξη

Το παραπάνω χαρακτηριστικό παράδειγμα μπορεί να ρίχνει φως σε μια ιστορική διαμάχη με τον τρόπο που μόνο η τέχνη μπορεί. Γι αυτό και την αναφέραμε. Ωστόσο, για το ρόλο του προτεσταντισμού έχουν γραφτεί πολύ περισσότερα από επιστήμονες-ιστοριοδίφες και πολιτικούς. Εν τάχει η ισπανική αποικιοκρατία είχε χαρακτήρα χρυσοθηρίας, αλλά το χρυσάφι που έφερναν πίσω στην πατρίδα-μητρόπολη δεν μετατράπηκε σε κεφάλαιο, διότι η ισπανική κυβέρνηση μετά τον τερματισμό της αραβικής-μαυριτανικής κατοχής (κράτησε 7 αιώνες περίπου, από το 711 μέχρι το 1492!) έδιωξε με το λεγόμενο Έδικτο Εκδίωξης του 1492 και τους Εβραίους οι οποίοι μαζί με τους Άραβες είχαν το εμπόριο στα χέρια τους. Αυτό, μαζί με μια σειρά από άλλες καταστροφές έπνιξε την άνοδο της μπουρζουαζίας στην Ισπανία και οδήγησε σ’ ένα νέο δυνάμωμα του φεουδαρχισμού. Από την Αμερική έφταναν αμύθητοι θησαυροί που, όμως, δεν μπορούσε κανείς πια να τους μετατρέψει σε κεφάλαιο κι αυτό σφράγισε την οπισθοδρόμηση στην Ισπανία. Γράφει σχετικά ο Γάλλος ιστορικός Πιερ Βιλάρ (1906-2003):

«Ο θρίαμβος του παλαιού χριστιανού (cristiano viejo) συνεπάγεται μια κάποια περιφρόνηση για την απόκτηση χρήματος, ακόμα και για την κατασκευή αγαθών, καθώς και μια κάποια έλξη προς το σύστημα των καστών. Στα μέσα του 16ου αιώνα οι συντεχνίες άρχισαν να υποχρεώνουν τα μέλη τους να αποδείξουν την καθαρότητα του αίματός τους (limpieza de sangre)- μια ανεπαρκής μαθητεία για την είσοδο στην καπιταλιστική εποχή…Για κάποιους το «ινδιάνικο χρυσάφι» χρησίμευσε από μόνο του για να εξασφαλίσει την ισπανική ηγεμονία – για άλλους αποτελεί τη βασική αιτία της ισπανικής παρακμής…Τα κέρδη δεν «επενδύθηκαν» με την καπιταλιστική έννοια της λέξης και οι τυχεροί μετανάστες ονειρεύονταν να αγοράζουν γη, να χτίζουν «πύργους» και να συσσωρεύουν θησαυρούς. Το δράμα και ο Κιχώτης καταγράφουν αυτή τη στάση των αγροτών και των ευγενών…Πρόσφατες δηλώσεις παρουσιάζουν ως αρετή την ισπανική ασυμβατότητα με τον καπιταλισμό, αλλά ετούτο έχει καταδικάσει τη χώρα σε αναποτελεσματικότητα» (Pierre Vilar, στο: Roberto Fernández Retamar, Caliban and other Essays, σελ. 68, Spain’s Decadence, University of Minnesota Press, 1989).

Για να συνεχίσει ο Ρεταμάρ:

«Αυτή η ήττα της ισπανικής μπουρζουαζίας, αυτή η επιμονή των φεουδαρχικών δομών σημάδεψαν το μέλλον της Ισπανίας. Η επιβίωση μιας αρχαϊκής ιδεολογίας ενσαρκωμένης σ’ ένα Καθολικισμό σκοταδιστικό τοποθέτησε τον αστικό εκσυγχρονισμό ενάντια στον ζουρλομανδύα της Αντιμεταρρύθμισης προκαλώντας την καθυστέρηση (ή ακόμα και την απώλεια) της επιστημονικής γνώσης που ήταν απαραίτητη για τη μπουρζουαζία (αλλά όχι για τη φεουδαρχική κοινωνία) (στο ίδιο, σελ. 69).

Οι Ισπανοί είχαν εισαγάγει στη «Νέα Ήπειρο», την Αμερική, φεουδαρχικές σχέσεις, Καθολικισμό, δηλαδή ιστορική στασιμότητα, άρα οπισθοδρόμηση. Τα σημάδια υπάρχουν μέχρι σήμερα. Προς το τέλος του 16ου αιώνα η Ισπανία είχε μπλεχτεί σε τόσους πολέμους που δεν έφτανε το χρυσό που έφεραν οι κονκισταντόροι από το «Νέο Κόσμο» για να πληρώσει και η καθοδική πορεία της Ισπανικής Αυτοκρατορίας ήταν πια γεγονός. Η πρώτη δυναμική ανάπτυξη και επέκταση του καπιταλισμού που περνούσε στη χρηματιστηριακή του φάση έγινε από δύο προτεσταντικές χώρες του Βορρά: την Ολλανδία και την Αγγλία αντικαθιστώντας βαθμιαία τους Ισπανούς στην παγκόσμια εξάπλωση. Ενώ οι Ισπανοί είχαν το «Χρυσό Αιώνα» τους στο 16ο, για την Ολλανδία ο 17ος μπήκε στην ιστορία της ως «Χρυσός Αιώνας». Τη στιγμή που για τους λαούς αυτών των χωρών οι αιώνες αυτοί ήταν κάθε άλλο παρά «χρυσοί»… Ο Καρλ Μαρξ στο «Κεφάλαιο» θα πει ενδιαφέροντα πράγματα για τη σχέση του προτεσταντισμού με τον καπιταλισμό που μας βοηθάει να καταλάβουμε ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο. Έτσι θα παρατηρήσει ότι:

«Το σύστημα του χρήματος είναι ουσιαστικά Καθολικό. Της δε πίστωσης, κατεξοχήν προτεσταντικό. Μόνο η πίστη εξασφαλίζει ευδαιμονία: η πίστη στη χρηματική αξία που αποτελεί την ψυχή του εμπορεύματος, η πίστη στο σύστημα παραγωγής και την προκαθορισμένη τάξη του , η πίστη στους όρους παραγωγής που προσωποποιούνται στο κεφάλαιο, το οποίο έχει τη δύναμη να αυξήσει από μόνο του την αξία. Αλλά όπως ο προτεσταντισμός δεν χειραφετείται από τα θεμέλια του καθολικισμού, έτσι και το πιστωτικό σύστημα ανεγείρεται πάνω στη βάση του χρηματιστικού συστήματος» (στο: Χοσέ Κάρλος Μαριάτεγκι, Εφτά Δοκίμια για την ερμηνεία της Περουβιανής Πραγματικότητας, Εκδόσεις «Άγρα», σελ. 204).

Και σύμφωνα με τον Φρίντριχ Ένγκελς, το πρώτο στάδιο χειραφέτησης της αστικής τάξης, βρίσκεται στην προτεσταντική Μεταρρύθμιση:

«Η Μεταρρύθμιση του Καλβίνου ανταποκρινόταν στις ανάγκες της πιο προηγμένης μπουρζουαζίας της εποχής. Το δόγμα του απόλυτου προορισμού ήταν η θρησκευτική έκφραση του γεγονότος ότι, στον ανταγωνιστικό κόσμο του εμπορίου, η επιτυχία και η αποτυχία δεν εξαρτώνται από την ικανότητα ή δραστηριότητα του ανθρώπου, αλλά από τις περιστάσεις που αυτός δεν ελέγχει» (στο ίδιο, σελ 203/204).

Δύο δρόμοι ανάπτυξης μεταμφιεσμένοι σε χριστιανικό μανδύα

Λίγο παρακάτω στο πολύ ενδιαφέρον δοκίμιό του ο Περουβιανός στοχαστής Χοσέ Κάρλος Μαριάτεγκι (1894-1930) μιλώντας για τους δύο δρόμους που ανοίγονται στο θρησκευτικό αίσθημα, θα πει:

«Στο θρησκευτικό συναίσθημα ανοίγονται δύο δρόμοι, κατά την αντίληψη του Παπίνι (Papini) – από την εποχή που ήταν πραγματιστής: της κατοχής και της αποκήρυξης. Ο προτεσταντισμός από καταβολής του, επέλεξε αποφασιστικά τον πρώτο. Στη μυστικιστική ώθηση του πουριτανισμού, ο Ουώλτο Φρανκ εντοπίζει εύστοχα, και πριν απ’ όλα, βούληση για δύναμη. Στην εξήγησή του για τη Βόρεια Αμερική μας λέει πως ‘ή πειθαρχία της Εκκλησίας οργάνωσε και έκανε τους αποίκους να σταθούν αντιμέτωποι στις υλικές δυσκολίες μιας παρθένας άγριας γης. Πως απαρνούμενοι τις ηδονές των αισθήσεων , έγιναν κάτοχοι μιας υπέρτατης ενεργητικότητας, με σκοπό το κυνήγι της εξουσίας και του πλούτου. Πως αυτές οι απονεκρωμένες από τον ασκητισμό αισθήσεις, προσαρμοσμένες στις δύσκολες συνθήκες της ζωής, κέρδισαν τη μάχη για τον πλούτο’. Το Πανεπιστήμιο των ΗΠΑ, διεπόμενο από αυτές τις θρησκευτικές αρχές, πρόσφερε στους νέους μια κουλτούρα ‘που νόημά της είχε την αγιοποίηση της ιδιοκτησίας, την ηθική της επιτυχίας’. Ο καθολικισμός, από την άλλη, διατηρήθηκε σαν ένας συνεχής συμβιβασμός ανάμεσα στους δύο όρους, την κατοχή και την αποκήρυξη. Η βούλησή του για δύναμη μεταφράστηκε σε στρατιωτικές και πάνω απ’ όλα σε πολιτικές επιχειρήσεις. Δεν ενέπνευσε καμία μεγάλη οικονομική περιπέτεια. Εκτός αυτού, η ισπανική Αμερική δεν πρόσφερε στον καθολικισμό ένα περιβάλλον κατάλληλο για ασκητισμό. Αντί για απονέκρωση, οι αισθήσεις δεν συνάντησαν σ’ αυτή την ήπειρο άλλο από τέρψη, οκνηρία και μαλθακότητα» σύμφωνα με τη λατινοαμερικανική ματιά του Μαριάτεγκι στη σελίδα 206 του Εφτά Δοκίμια για την ερμηνεία της περουβιανής πραγματικότητας (μετάφραση-εισαγωγή του Ρήγα Καππάτου, εκδόσεις «Άγρα»), που οπωσδήποτε, παρ όλες τις όποιες, ίσως, αδυναμίες στην ανάπτυξη επί μέρους ζητημάτων, δίνει την πεμπτουσία των ιστορικών συμβάντων. Ο Μαριάτεγκι συνεχίζει την ανάπτυξη των χωρίς αμφιβολία ενδιαφερουσών ιδεών του εστιάζοντας κυρίως στο θρησκευτικό κομμάτι της σύγκρισης ανάμεσα στον προτεσταντισμό και τον καθολικισμό επικεντρώνοντας στην αμερικανική ήπειρο του Βορρά και του Νότου, καθώς και στο πώς η διαφορετική τους ανάπτυξη έχει ως ρίζα τους δύο διαφορετικούς θρησκευτικούς δρόμους. Από τις παραθέσεις του από τους Μαρξ- Ένγκελς φαίνεται, ωστόσο, ότι λαμβάνει υπ’ όψη τις οικονομικές ανάγκες του αναδυόμενου και αναπτυσσόμενου καπιταλισμού και ότι σ’ αυτές εντάσσονται οι δύο θρησκευτικοί δρόμοι, μιλώντας για ισπανική και για αγγλοσαξονική κονκίστα (Κατάκτηση/αποικισμός). Οπωσδήποτε είναι ενδιαφέρουσες οι σκέψεις του Περουβιανού μαρξιστή-διανοητή και αν διαφωνεί κανείς, τουλάχιστον αξίζουν τον κόπο να μελετηθούν.

Στο δεύτερο μέρος θα δούμε λίγα ακόμα από τις σκέψεις του Μαριάτεγκι γύρω από το θέμα και θα προχωρήσουμε στην παρουσίαση των σκέψεων και άλλων στοχαστών.

Συνεχίζεται

_______________________________________________________________________________________________________

Άννεκε Ιωαννάτου, Doctoral κλασικής φιλολογίας, νεοελληνικής και συγκριτικής γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου της Ουτρέχτης. Κριτικός λογοτεχνίας, μεταφράστρια. Μετέφρασε το «Η εξέγερση του Σπάρτακου» του Ρίγκομπερτ Γκίντερ, καθώς και το «Αντι-Ντίρινγκ» του Φρίντριχ Ενγκελς. Από τον Απρίλη του 1996 ήταν παραγωγός ραδιοφωνικής εκπομπής για το βιβλίο στον «902 Αριστερά στα FM» και από τον Απρίλη του 2007 τηλεοπτικής εκπομπής για το βιβλίο στον ίδιο σταθμό.